Ο Γιώργος Κατσαμάς ήταν ένα από τα 7 αδέρφια της οικογένειας του Μανώλη και της Αμαλίας Κατσαμά από τους Έρφους Μυλοποτάμου Ρεθύμνης. Γόνος μιας αξιόλογης μουσικής οικογένειας, δεν άργησε να ακολουθήσει κι αυτός τα μονοπάτια της μουσικής παράδοσης, που είχε χαράξει ο πατέρας του, δεξιοτέχνης λυράρης, Μανώλης Κατσαμάς. Σχεδόν όλη η οικογένεια καλλιτέχνες. Ο αδερφός του Βασίλης Κατσαμάς ένας σπουδαίος λαουτιέρης και τραγουδιστής, ο Σήφης Κατσαμάς επίσης λαουτιέρης και καλός τραγουδιστής, ο Νικηφόρος Κατσαμάς με το παρατσούκλι «Νίκος Κρητικός» γνωστός στο λαϊκό πεντάγραμμο και μεγάλη καριέρα στην Αμερική, η Πόπη Κατσαμά, η οποία είχε τραγουδήσει λαϊκά τραγούδια με μεγάλη επιτυχία την δεκαετία του ’70 και έχει επίσης ακόμη έναν αδερφό τον Ηρακλή και μια αδερφή την μεγαλύτερη σε ηλικία από όλους, την Γιαννούλα.
Σε ηλικία 11 ετών, το 1964, ξεκινάει να παίζει μπουζούκι. Το 1965 σε ένα γλέντι του πατέρα του δεν κατάφερε να φτάσει ο λαουτιέρης Μίνως Κοτζαμπασάκης από το χωριό Καλογέρου Αμαρίου και αναγκαστικά τον συνόδευσε με το μπουζούκι του ο δωδεκάχρονος τότε Γιώργος.
Το 1967 μεταβαίνει στην Αθήνα, όπου εμφανίζεται παίζοντας λαούτο πλέον δίπλα στον πατέρα του και τον αδερφό του Βασίλη στην ταβέρνα «Κισσός» στον Πειραιά κάθε Τετάρτη, Σάββατο και Κυριακή βράδυ.
Το 1970 σε ηλικία 17 ετών εμφανίζεται για πρώτη φορά στην δισκογραφία παίζοντας λαούτο σε 8 συνολικά δίσκους του πατέρα του. Την ίδια χρονιά ο πατέρας του άνοιξε δικό του μαγαζί στο Αιγάλεω με όνομα «Νεράιδα», στο οποίο εμφανίζονταν τόσο ο Μανώλης (πατέρας), ο Βασίλης (αδερφός) και ο ίδιος όσο και άλλοι καλλιτέχνες όπως ο Νίκος Βενιανάκης (Βενιανός), ο Νίκος Σκευάκης κ.α.
Το 1973 η «Νεράιδα» κλείνει και ο Γιώργος Κατσαμάς αφού τελείωσε την στρατιωτική του θητεία συνέχισε να ασχολείται με το λαούτο συνοδεύοντας τον πατέρα του, τον Κώστα Μουντάκη, τον Νίκο Βενιανάκη, τον ανερχόμενο τότε Μιχάλη Αλεφαντινό με τον οποίο είναι και ξαδέρφια, και για δυόμιση χρόνια τον «μαέστρο» Λεωνίδα Κλάδο.
Το 1981 σε ηλικία 28 ετών, έπιασε στα χέρια του την λύρα, ένα όργανο που δεν ξανά άφησε ποτέ μέχρι και το τέλος της ζωής του. Όπως έχει δηλώσει ο ίδιος στο παρελθόν, ο πατέρας του ήθελε να τον αντικαταστήσει – «διαδεχθεί» ή αυτός ή ο αδερφός του ο Βασίλης, ώστε να συνεχιστεί η οικογενειακή παράδοση των λυράρηδων.
Εκτός από τα αδέρφια του, σαν λυράρης πλέον είχε συνεργαστεί για μεγάλο διάστημα με τον Μανώλη Κακλή με τον οποίο ήταν και συντέκνοι. Από τους αγαπημένους συνεργάτες ο Μανώλης Βερδινάκης, που ξεκίνησε μαζί του και είχε ιδιαίτερη αδυναμία όπως έλεγε αλλά και άλλοι πραγματικά ξεχωριστοί μουσικοί.
Δισκογραφικά, εκτός με τον πατέρα του πολλές και αξιόλογες ήταν και οι συμμετοχές του ως λαουτιέρης σε δίσκους πολλών καλλιτεχνών.
Ακολούθησαν και άλλες δισκογραφικές δουλειές όπως: Νυχτερινός Διαβάτης, Ψεύτικο γέλιο, Ίντα τση κάνεις τση καρδιάς (Κατσαμάδες), Στιγμές να σου θυμούμαι (αφιέρωμα στον πατέρα του Μανώλη και τον αδερφό του Βασίλη, με τη συμμετοχή των: Μανώλη Κακλή και Νικηφόρου Κατσαμά), Μουσικά Μονοπάτια (1 και 2) κ.α.
Τα τελευταία χρόνια συνεργαζόταν με τα ανίψια του τον Μανόλη και τον Σήφη, γιοι του αδελφού του Νικηφόρου.
Μιλώντας για τα ανίψια του έλεγε με συγκίνηση «τα παιδιά αυτά είναι η συνέχειά μας…».
Έχοντας διανύσει πάνω από 40 χρόνια σεβαστής καριέρας, ο Γιώργης Κατσαμάς προσέφερε ακούραστα στην Κρητική Παράδοση μέσα από την δισκογραφία αλλά και τις ζωντανές του εμφανίσεις. Ήταν υπόδειγμα οικογενειάρχη και χαραχτήρα. Με την γυναίκα του Κούλα έφτιαξαν μια ωραία οικογένεια με δυο κόρες.
Η συμβουλή – προτροπή που έλεγε συχνά στους νέους καλλιτέχνες και όχι μόνο ήταν: «το πιο μεγάλο πράγμα, είναι να διαλέγεις το σωστό πρότυπο…».
Σε ευχαριστούμε Γιώργη Κατσαμά για τις υπέροχες παρέες που μας χάρισες…
Η παρέα σου