Σε μια περίοδο που ο ιός βρίσκεται σε έξαρση, με τα κρούσματα που καταγράφονται τις τελευταίες ημέρες σε όλη την χώρα, αλλά και την Κρήτη να σημειώνουν ανοδικές τάσεις έχοντας προκαλέσει την εύλογη ανησυχία της επιστημονικής κοινότητας και της κοινωνίας, η συμπεριφορά των νέων απέναντι στην πανδημία μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στον περιορισμό της διασποράς του ιού.
Αυτό επισημαίνει μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ο καθηγητής Γενικής Ιατρικής και Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Χρήστος Λιονής. Όπως τονίζει το μήνυμα πρέπει να είναι σαφές και ξεκάθαρο σε ό,τι αφορά την νεολαία, η οποία καλείται να δείξει υπεύθυνη αλλά και ταυτόχρονα ευαίσθητη στάση απέναντι στην κοινωνία, καθώς, όπως είπε, η λήψη των μέτρων προφύλαξης από τους νέους ουσιαστικά προστατεύει τους ηλικιωμένους και τους ανθρώπους που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες.
Ο ίδιος έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο κομμάτι της νεολαίας τονίζοντας χαρακτηριστικά:
«Φοβάμαι ότι υπάρχει μια πολυγλωσσία σήμερα που δημιουργεί σύγχυση… Αυτή τη στιγμή ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού ή δεν δέχεται ή δεν καταλαβαίνει ή δεν αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει και αυτό έχει να κάνει και με την κουλτούρα του ίδιου του ανθρώπου και με το επίπεδο το διανοητικό και πολλά άλλα. Νομίζω ότι το πρώτο θέμα είναι να υπάρχει μια πιο επεξεργασμένη στρατηγική επικοινωνία που δεν πρέπει να φοβίζει, αλλά συγχρόνως το περιερχόμενο, το ύφος και ο τρόπος να είναι πιο ταιριαστός σε διάφορες πληθυσμιακές ομάδες. Ο κύριος αποδέκτης τώρα πρέπει να είναι ο νέος. Στον νέο θα έπρεπε να μιλήσουμε τη δική του γλώσσα, με τα δικά του μέτρα και κυρίως να τον παρακινήσουμε να συναισθανθεί τον κίνδυνο των μεγαλύτερων. Αυτό είναι το μεγάλο θέμα, γιατί εκεί είναι ο κίνδυνος. Το ότι προσβάλλονται οι νέοι προσβάλλονται και θα προσβληθούν. Το μεγάλο θέμα δεν είναι να μην κολλήσει ο νέος αλλά να μην μεταδώσει ο ίδιος τον ιό μέσα στην κοινότητα και συγκεκριμένα στους ηλικιωμένους. Αυτό είναι το μήνυμα. Πρέπει ο νέος να έχει μεγάλη προσοχή όταν πάει να δει τον παππού του ή ένα μέλος της οικογένειάς του που ανήκει σε ευάλωτες ομάδες. Εκεί πρέπει να φορά τη μάσκα, να έχει πλύνει τα χέρια του και να κρατά απόσταση. Αυτό το μήνυμα δεν έχει περάσει και δεν έχει υιοθετηθεί».
Ο δεύτερος στόχος, σύμφωνα με τον καθηγητή Ιατρικής είναι η πιστή εφαρμογή των μέτρων από τους υγειονομικούς και τους ανθρώπους που φροντίζουν τους ηλικιωμένους τόσο στις κλειστές όσο και στις ανοιχτές δομές φροντίδας: «Πρέπει να αλλάξει η πρακτική αυτών που φροντίζουν ασθενείς και ηλικιωμένους (γηροκομεία ή βοήθεια στο σπίτι), απαιτεί μεγάλη προσοχή. Έχεις δυο μεγάλες ομάδες: τους νέους που πρέπει να τους περάσεις ένα μήνυμα για να τους παρακινήσεις για να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους απέναντι στις ευάλωτες ομάδες και τους επαγγελματίες υγείας, οι οποίοι αν μη τι άλλο θα πρέπει να τηρούν σχολαστικά τα μέτρα για να μην μεταδώσουν τον ιό στους ανθρώπους τους οποίους εξετάζουν και φροντίζουν. Το μεγάλο θέμα είναι η αλλαγή κουλτούρας και πρακτικής».
«Παίρνω μέτρα για να προστατέψω τους άλλους και όχι τον εαυτό μου»
Το μήνυμα είναι ότι λαμβάνω μέτρα προφύλαξης για να προστατέψω τους άλλους και όχι τον εαυτό μου, ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Λιονής, ο οποίος έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη χρήση προστατευτικής μάσκας: «Την μάσκα τη φοράς για να προστατέψεις κυρίως τους άλλους. Όχι μόνο τον εαυτό σου. Η μάσκα βοήθα να αλλάξεις τις συνήθειες, τις πρακτικές. Στο μυαλό μας θα πρέπει να μεταφέρουμε ότι η μάσκα είναι ένα μέσο να σκέπτεσαι τον άλλον. Αυτό το μήνυμα δεν έχει περάσει. Έχει περάσει το μήνυμα του καταπιεσμένου, του καταναγκαστικού, του τιμωρητικού. Δεν αλλάζει η συμπεριφορά έτσι. Όχι ότι δεν πρέπει να υπάρχουν νόμοι, διατάξεις και ποινές όμως μακροπρόθεσμα χρειάζεται μια μεγάλη προσπάθεια, με εμπλοκή του σχολείου, με εμπλοκή όλων των φορέων» τόνισε.
«Η αυτοδιοίκηση πρέπει να έχει ένα μεγαλύτερο ρόλο»
Ο κ. Λιονής σημείωσε πως ο ρόλος της αυτοδιοίκησης είναι καθοριστικός για αυτό και θα πρέπει να είναι μεγαλύτερος εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού. Όπως τόνισε αυτός δεν θα πρέπει να περιορίζεται στην εφαρμογή των μέτρων «η αυτοδιοίκηση θα πρέπει να έχει ένα μεγαλύτερο ρόλο. Όχι μόνο στην μετάγγιση του μηνύματος, στη διανομή, στην επεξεργασία του αλλά ακόμα και στις αποφάσεις, πάντα βέβαια κάτω από την επίβλεψη και τον συντονισμό των κεντρικών οργάνων. Λυπάμαι που το λέω αλλά δεν έχουν. Για μένα είναι ισχυρές φωνές. Βλέπω ότι ακόμα και εμείς σαν υγειονομικοί προσκαλούμε τους πολίτες να έρθουν, δεν έχουν την ίδια ανταπόκριση. Όταν όμως τους καλέσει ο εκπρόσωπός τους ο αυτοδιοικητικός η απήχηση είναι μεγαλύτερη, δηλαδή η φωνή της αυτοδιοίκησης είναι ισχυρή, θα μπορούσε να έχει ένα μεγαλύτερο ρόλο, που αν μη τι άλλο τους τον έχει δώσει ο νομοθέτης. Θα μπορούσαν πολύ περισσότερο να συνεισφέρουν. Και το λέω σε σχέση με την οργάνωση και την στρατηγική αυτής της επικοινωνίας αλλά και της ενθάρρυνσης και της υποστήριξης των πολιτών στην αλλαγή των αποφάσεων. Άλλωστε για να εξετάσουμε το μέλλον ενός τόπου θα εξαρτηθεί κυρίως από την ουσιαστική συμβολή της αυτοδιοίκησης. Πιστεύω ότι η αυτοδιοίκηση θα πρέπει να έχει περισσότερο ρόλο στο να παρακινούν τους πολίτες να ακολουθούν τα μέτρα. Το να τους αναθέτεις μόνο τον τιμωρητικό χαρακτήρα κατά την άποψή μου και τους υποβαθμίζεις και τους αναθέτεις κάτι που εξ ορισμού δεν το θέλουν» τόνισε.
Ο καθηγητής Γενικής Ιατρικής δεν παρέλειψε να επαναλάβει και το μεγάλο ρόλο της πρωτοβάθμιας φροντίδα υγείας λέγοντας χαρακτηριστικά πως: «Μεγάλο θέμα είναι ο ρόλος της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας που εξακολουθεί να μην είναι αυτός που κάποιος θα ανάμενε. Οι κινητές μονάδες υγείας που είναι μια πολύ σημαντική κίνηση -εάν μείνουν μόνο στο ρόλο των δειγματοληψιών, αυτός δεν είναι αρκετός. Θα πρέπει αν ενσωματωθούν στις πρωτοβάθμιες δομές υγείας, να συντονιστούν με το έργο των δομών που εξακολουθώ να μην βλέπω την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας έτοιμη και προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει ένα δεύτερο κύμα πανδημίας».
Τέλη Αυγούστου ολοκληρώνεται η οροεπιδημιολογική μελέτη
Έως το τέλος του μήνα θα έχουμε τα πρώτα αποτελέσματα από την οροεπιδημιολογική μελέτη που γίνεται στο νησί με ευθύνη του Εργαστηρίου Κλινικής Ιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης και του Τομέα Κοινωνικής Ιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Π.Κ. Πρόκειται για μια μελέτη, στόχος της οποίας είναι η χαρτογράφηση του ανοσολογικού προφίλ του πληθυσμού της Κρήτης, ο εντοπισμός δηλαδή του επιπέδου αντισωμάτων και ο καθορισμός του επιπέδου ανοσίας.
Όπως είπε ο κ. Λιονής καταβάλλεται προσπάθεια για την ολοκλήρωσή της, που θα δώσει χρήσιμα συμπεράσματα σε σχέση με τον κορωνοϊό στην Κρήτη. «Δεν έχουμε δεδομένα αυτή τη στιγμή. Τρέχουμε τη μελέτη την οποία προσπαθούμε να ολοκληρώσουμε. Θα θέλαμε να είχαμε μεγαλύτερο αριθμό συμμετεχόντων, δεν είναι εύκολο τεχνικά. Χρειαζόμαστε προσωπική επικοινωνία, πρέπει να πείσουμε τους ανθρώπους. Όμως μόνο με τέτοιες μετρήσεις μπορείς να ξέρεις πόσοι είναι ασυμπτωματικοί. Με την μέτρηση των αντισωμάτων μπορείς να καταλάβεις τους τελευταίους 2-3 μήνες αν έχεις περάσει τη λοίμωξη. Κανένας δεν ξέρει πόσοι είναι οι ασυμπτωματικοί. Λογικά η Κρήτη θα έχει ασυμπτωματικούς, οι πρώτες μας μετρήσεις δείχνουν ότι ακόμη και στην καραντίνα και μετά είχε ασυμπτωματικούς», ανέφερε και υποστήριξε ότι σίγουρα παίζουν ρόλο παράγοντες γενετικοί και κοινωνικοψυχολογικοί επισημαίνοντας πως: «Έχει σημασία το γενετικό υλικό και η ανοσία, καθώς και άλλοι κοινωνικοψυχολογικοί παράγοντες. Αυτοί οι παράγοντες, τους οποίους του ξέρουμε για την Κρήτη -δηλαδή ξέρουμε ότι ο Κρητικός έχει ένα πλούσιο κοινωνικό δίκτυο, ξέρουμε ότι το χρόνιο στρες του δεν είναι το ίδιο με του Σκανδιναβού, του Βέλγου και του Βορειοϊταλού και εκτιμούμε ότι το ανοσιακό του σύστημα είναι καλύτερο. Δεν μπορεί να συγκριθεί με τις δυτικές κοινωνίες, με τα πολύ ψηλά ποσοστά ανεργίας, με βιομηχανικός εργάτες, με χρόνιο στρες. Το χρόνιο στρες είναι δεμένο με την φλεγμονή, με την ευαλωτότητα είναι δεμένο με την σοβαρότητα της λοίμωξης. Άρα εξ ορισμού η Κρήτη που δεν έχει τόσο μεγάλα αστικά κέντρα, με εξαίρεση το Ηράκλειο, δεν θα περιμένει κανένα λογικά να έχει το βαθμό της προσβολής που θα έχουν άλλες περιφέρειες και ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα της χώρας μας. Άρα παρά την υψηλή απήχηση που έχει σε εισερχόμενο τουρισμό, άρα και σε εισερχόμενες περιπτώσεις οροθετικές, θα έλεγε κανένας ότι η Κρήτη και παρά την απουσία δεδομένων σε επίπεδο πληθυσμού είναι κανείς συγκρατημένα αισιόδοξος. Παρόλο που η Κρήτη είναι ένας ιδιαίτερος λαός με ψήλο επίπεδο περηφάνιας, επιθυμίας και αυτοδυναμίας, βλέπω τάσεις συμμόρφωσης. Είναι πειθαρχημένος λαός και νομίζω ότι και τα μηνύματα αυτά αν μεταγγιστούν και πολλαπλασιαστούν με διαφορετικό τρόπο και εδώ είναι το δεύτερο σημείο της κριτικής μου, έλεγα ότι η Κρήτη θα μπορεί να αποφύγει σοβαρά μέτρα δηλαδή ακόμα και τοπικές καραντίνας».