Αποχαιρετώντας τις Απόκριες του 2021 από τις πιο στερημένες που έζησαν ποτέ οι σύγχρονες γενιές ανατρέχουμε στο αρχείο του Πολιτιστικού Ρέθυμνου ιχνηλατώντας τον τρόπο διασκέδασης άλλων εποχών.
Το πρώτο μισό του περασμένου αιώνα και πριν μεσολαβήσει ο πόλεμος, βλέπουμε τους Ρεθεμνιώτες να συνεχίζουν την παράδοση του άκρατου γλεντιού.
Μια ομάδα νεαρών της εποχής ήταν ο κινητήριος μοχλός κάθε γλεντιού, το περίφημο «Κομιτάτο».
Κάποιοι από τους παραδοσιακούς αυτούς γλεντζέδες «είχαν τον τρόπο τους». Κάποιοι άλλοι κυνηγούσαν το μεροκάματο. Όταν έσμιγαν όμως κανένας δεν τους ξεχώριζε. Κι ήταν μια ομορφιά να τους βλέπεις να γλεντούν τόσο όμορφα κυρίως αποκριάτικες μέρες και νύχτες.
Αυτοί οι άνθρωποι σχημάτιζαν το περίφημο «Κομιτάτο» με ειδικότητες και ιδιότητες που θα βοηθούσαν και στην οργάνωση Καρναβαλιού.
Με το άνοιγμα του Τριωδίου ήταν σε γενική …επιστράτευση όλοι αυτοί, ηθοποιοί, γελωτοποιοί, μουσικοί, ερασιτέχνες όλοι, εραστές της καθωσπρέπει διασκέδασης και της αθώας, έστω και με κάποιες υπερβολές σάτιρας.
Όπως μας ενημερώνει ο Μιχαήλ Μυρ. Παπαδάκις, οι μουσικοί, οι οργανοπαίκτες και οι τραγουδιστές της εποχής όλων των τάξεων, επιστήμονες, μαραγκοί, υποδηματοποιοί, υπάλληλοι ήταν άριστα καταρτισμένοι τόσο στην κλασική μουσική όσο και στη σύγχρονη της μαντολινάτας, της τετραφωνίας και την Κρητική. Καθόλου τυχαίο αυτό από τη στιγμή που η Δημοτική Φιλαρμονική ήταν ένα σχολείο και μάλιστα με άριστους δασκάλους. Και να δεις που το Ρεθεμνάκι μας ξεχώριζε, γιατί καμιά άλλη πόλη, πουθενά στην Ελλάδα, δεν είχε τόση πρόοδο στη Μουσική και στις Τέχνες.
Αλησμόνητες παρέες
Μια από τις περίφημες παρέες μας γνωρίζει παρακάτω ο Κώστας Μαμαλάκης.
Μια παρέα που έδιδε «ζωή» στο Ρέθυμνο και δεν άφηνε να πέσει ο τόνος της κοσμικής και κοινωνικής του κίνησης.
Γλεντζέδες αμεριμνοαμέριμνοι τις ώρες της «σχολής» τους, αετοί όμως τις ώρες της «αιχμής» στους τομείς της δραστηριότητάς τους.
Ο καλόκαρδος λεβέντης Μιχάλης Βαλαρής.
Ο γλυκομίλητος -ροδόσταμο έσταζε η ομιλία του- Βαγγέλης Πλειαδάκης.
Ο εγκάρδιος, με το γερμένο ελαφρά κεφάλι στον ώμο και το ύφος το συλλογισμένο, Μανόλης Σκευάκης. Ο «υψικάρηνος» εύστροφος και δημοφιλέστατος ρέκτης Δήμαρχος. Μανώλης Γοβατζιδάκης, με «κορώνα» της παρέας τον ψυχικά αριστοκράτη Αριστείδη Κορωνάκη.
«Απόψε θα το κάψουμε και θα πεθάνει ο χάρος!», μονολογούσε συμβολικά ένας ακόμα ρέκτης, ο Βασίλης Τζανιδάκης, ο Καναρίνης με το όνομα.
Ένας ομορφάνθρωπος, καθώς ντυμένος πάντα στην «τρίχα» χρησιμοποιούσε και μια αργκό που δεν σόκαρε όμως.
Και το καλαμπούρι δεν θέλει κόπο θέλει τρόπο.
Ο Ζαχαρίας Πωλιουδάκης κοσμαγάπητος όταν περπατούσε δεν πρόφταινε να ανταποδίδει χαιρετισμούς. Ήταν περιζήτητος στις συντροφιές, γιατί δεν στέρευε ποτέ η ανεξάντλητη δεξαμενή ανεκδότων που διέθετε. Είχε το θείο χάρισμα να σκορπίζει τη χαρά και το γέλιο ελιξίριο της ζωής.
Κι ένα από τα μεγαλύτερα πειραχτήρια επίσης και πάντα έτοιμος για καλή παρέα ήταν ο Στέλιος Δρακάκης, που τάραζε το Γεώργιο Δαφέρμο με την απαίτησή του να αλλάξει την επωνυμία «Πυρφόρος» από το περιοδικό και να το κάνει «Καραφωτιάς»!!!
Κανακάκηδες – Μουνδριανάκηδες
Περίφημοι γλεντιστές ήταν μεταξύ άλλων, οι αδελφοί Μουντριανάκηδες, ο Κούνουπας, οι Κανακάκηδες που έδιναν με το μεταδοτικό κέφι τους, άλλη γεύση στην αποκριά.
Οι λεράδες στα χωριά
Πως όμως γλεντούσαν στην ενδοχώρα. Ο Κώστας Ξεξάκης με τις αφηγήσεις του μας παίρνει από το Ρέθυμνο για να ζήσουμε στην ύπαιθρο του νομού «Τσι Μεγάλες Αποκρές που κουζουλαίνονται κι οι γρες».
Και μας τις περιγράφει με το γνωστό του, γλαφυρό τρόπο, έτσι όπως τις ζούσε στα δικά του παιδικά χρόνια:
«Οι μικρές Αποκρές, μας εξηγεί, είναι τις παραμονές του Σαραντάημερου και οι μεγάλες πριν τη μεγάλη Σαρακοστή.
Οι μεγάλες αρχίζουν την Τσικνοπέμπτη με το σφάξιμο του χοίρου είτε του Μαρτί (χρονιάρικο οικόσιτο αρνί) που ανατρέφει ο κάθε νοικοκύρης ειδικά για τις αποκρές.
Όλοι οι νοικοκύρηδες έχουν φροντίδα για το μαρτί τους να βγει οκάδες πολλές και ότινος «βγει» πάνω από είκοσι οκάδες να το διαφημίζει με υπερηφάνεια.
Μπελάς για μια «μουρίδα»
Από μέρες πριν τις Απόκριες τα κοπελάκια είχαν γίνει ανυπόφορος μπελάς για τον μπαμπά των.
«Πότε μπαμπά θα πας στη χώρα;
Κι ο λόγος ήταν:
«Να μου πάρεις μια μουρίδα».
Κάμποσα παιδιά ήταν τυχερά. Ο μπαμπάς έφερνε μια δυο μάσκες από τη χώρα. Ύστερα μαζεύονταν όλα κάπου κι άρχιζαν τις προετοιμασίες πως θα ντυθούν «Λεράδες». Θα φορούσαν δηλαδή κουδούνια.
Από τους κουραδάρηδες του χωριού εδανείζονταν κάμποσα λέρια, είτε μερικά παιδιά είχαν δικά των φυλαγμένα για την περίπτωση αυτή. Εστολίζοντο με παλιόρουχα φανταχτερά ανδρικά είτε γυναικεία.
Οι Λεράδες ήταν σημαντικό γεγονός, που το περίμεναν με αγωνία, όλο το χρόνο, αλλά και οι μεγάλοι για να γελάσουν κι αυτοί.
Η πρώτη εμφάνιση γινόταν την Τσουκνοπέμπτη είτε την Κρέτινη Κυριακή.
Το τσούρμο των Λεράδων είχε κάποια ορισμένη τάξη στη σύνθεσή του. Κύριο πρόσωπο -πρωταγωνιστής- Αρχηγός ήταν ο «Αράπης», αυτός φορούσε μια κατάμαυρη μασκάρα. Ήταν ο πιο φανίσιμος μεγαλόσκυλος και κεφάτος. Μόνο ο Αράπης φορούσε πολλά κουδούνια -λέρια μικρά και μεγάλα.
Ήταν όλα περασμένα σε ένα σκοινί που το ‘χε ζωσμένο στη μέση του. Οι αποδέλοιποι φορούσαν πολύχρωμες και φανταχτερές μασκάρες κι ένα δυο μικρά κουδούνια και παρίσταναν άλλος τον ντελικανή, άλλος τη γριά άλλος τον γιατρό, τον κουτσό κλπ.
Στους δρόμους που περνούσαν ο Αράπης εταρακουνούσε τα κουδούνια του, που χτυπούσαν δαιμονισμένα κι οι άλλοι θορυβούσαν όσο μπορούσαν περισσότερο και τα μικρά παιδιά τρομοκρατημένα, επαραμέριζαν και μετά ακολουθούσαν όλα μαζί ένα τσούρμο.
Οι κουδουνάδες ή λεράδες, μας πληροφορεί ο Νίκος Ψιλλάκης, σε μια περίφημη μελέτη του, απαντώνται σε όλη σχεδόν την Κρήτη και αποτελούν μια από τις πιο συνηθισμένες μεταμφιέσεις των κατοίκων ορεινών περιοχών του νησιού. Πρόκειται για ομάδες μασκαράδων που ντύνονται με δέρματα ζώων και φορούν κουδούνια, τα οποία χτυπούν συνήθως ρυθμικά, στους σκοπούς των αποκριάτικων χορών. Τα κουδούνια αποτελούν σύμβολα ιεράρχησης των μελών του αποκριάτικου θιάσου, καθώς ο επικεφαλής κάθε ομάδας (ονομάζεται και Αράπης) φορά περισσότερα κουδούνια από τους υπόλοιπους.
Μια τρελή τρελή παράσταση
Έμπαιναν λοιπόν οι Λεράδες, αράδα στα σπίτια κι εκεί έδιναν μια τρελή παράσταση. Χόρευαν δηλαδή κι πηδούσαν όλοι μαζί. Ο Αράπης ταρακουνούσε τα κουδούνια του και φοβέριζε γύρω γύρω, οι άλλοι ούρλιαζαν, κάποιος έπεφτε κάτω «άρρωστος» και τον παραλάβαινε ο γιατρός, άλλος διπλάρωνε τη γριά κι ο καθένας έκανε κι ένα νούμερο που ταίριαζε στην εμφάνισή του.
Στο τέλος έβγαζαν τις μουρίδες εξεμασκαρώνοντο και «Για ξάνοιξε του λόγου σου, ποιος είναι τουτοσές». Ακολουθούσε κέρασμα, κρασάκι, μυζηθρόπιτες κι άλλα αποχερίδια.
Έτσι με το σαματά των Λεράδων άναβαν τα αίματα για να καταλήξουν το βράδυ μικροί μεγάλοι στο χορό που εστελιώνετο σε κάποιο ευρύχωρο σπίτι, είτε συνηθέστερα στο σχολείο, όπου μαζευόταν όλο το χωριό και ξενυχτούσαν γλεντοκοπώντας.
Όπως βλέπουμε και στις αναμνήσεις του Κώστα Ξεξάκη ούτε η φτώχεια ούτε η αβεβαιότητα που ταλάνιζε τους ανθρώπους ήταν απαγορευτικές στα γλέντια και στην ανάγκη για λίγη διασκέδαση.
Και με μπροστάρηδες τα παιδιά «έκλεβαν» και οι μεγάλοι μια του χάρου τις Μεγάλες Αποκρές …Μήπως και σήμερα έτσι κάπως δεν γίνεται;
Αξέχαστες καντρίλιες
Για τα γλέντια μιας άλλης εποχής μας δίνει ενδιαφέρουσα πληροφορία με το γνωστό του μοναδικό τρόπο ο βάρδος του Ρεθύμνου Γιώργης Καλομενόπουλος
Τους παλιούς κείνους καιρούς
είχαμε άλλους χορούς
μ’ ομορφιές και χάρες χίλιες
μα ζωήρευε η χαρά
σαν ηρχόταν η σειρά
να χορέψουμε καντρίλιες
Ήταν πολύ γραφικός
και χορός ομαδικός
με ωραίες γαρνιτούρες
Είχε σχήματα πολλά
παιγνιδίσματα τρελλά
και σκερτσόζικες φιγούρες
Ήθελε όμως αρχηγό
και πολύπειρο οδηγό
παραγγέλματα να δίνει
να τα λέει γαλλικά
κι άξια και μαστορικά
το χορό να διευθύνει
Αρχηγός τερτιπιτζής
ήτανε ο Γοβατζής
Ο Γιαννάκος με μουσάκι
μα χαμε κι άλλο δεινό
Αρχηγό κι αυτόν τρανό
τον κυρ Πέτρο Μανουσάκη
Κι είχε μείνει ιστορικό
για χορό μοναδικό
που απόκριες ένα βράδυ
δόθηκε η προσταγή
Η καντρίλια έξω να βγει
μες στης νύχτας το σκοτάδι
Και τα ζεύγη στη γραμμή
βγήκαμε απ την πισινή
του Ιδαίου την πορτούλα
Κα με βόλτα κυκλική
μπήκαμε απ’ την κεντρική
ενώ ρόδιζε η αυγούλα
Χορός στο λεκανοπέδιο
Από τους χορούς που άφησαν εποχή ήταν και αυτό του ιστορικού συλλόγου Ρεθυμνίων Αττικής «Το Αρκάδι» με πρωτεργάτη του κεφιού τον Ανδρέα Ροδινό.
Λεπτομερές ρεπορτάζ διαβάζουμε στον τύπο μέρες σαν και αυτές του 1932.
Οι Ρεθύμνιοι της Αττικής το «Αρκάδι», μετά την επιτυχία του χορού που είχαν οργανώσει την προηγούμενη χρονιά (1931) αποφάσισαν να επαναλάβουν τη διοργάνωση και να δώσουν την ευκαιρία στα μέλη τους να ξεφαντώσουν. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο χορός αυτός ήταν κατά κάποιον τρόπο η πρόβα τζενεράλε του μεγάλου χορού της Παγκρητίου Ενώσεως που είχε βάλει στόχο να είναι ανώτερη και από τον χορό των Συντακτών. Είχαν καταρτίσει λοιπόν και μια επιτροπή αποτελούμενη από τους Ευάγγελο Θεμ. Παπαδάκη (πρόεδρο), Ιωάννη Χαλκιαδάκη δικηγόρο και Εμμ. Ζαχαριουδάκη διευθυντή Εθνικού Τυπογραφείου.
Ο χορός δόθηκε στην πολυτελέστατη αίθουσα του «Τριανόν», την Τρίτη 8 Μαρτίου 1932.
Αν και δεν είχαν δοθεί οδηγίες όλοι είχαν προσέλθει με επίσημη ενδυμασία, φράκο οι κύριοι, τουαλέτα οι κυρίες, ενώ οι αξιωματικοί φορούσαν τη μεγάλη τους στολή. Και το θέαμα ασφαλώς αναβάθμιζε το γόητρο της διοργάνωσης. Ο χορός άρχισε στις 10:00 το βράδυ και είχε ποικίλο πρόγραμμα μέχρι και ορχήστρα τζαζ. Κατά τα μεσάνυκτα είπαν να κάνουν ένα διάλειμμα και να χορέψουν κρητικούς χορούς που οι άλλοι τους είδαν σαν ατραξιόν.
Ξέρετε ποιος έπαιζε λύρα; Ο μεγάλος μας Ανδρέας Ροδινός. Ήταν δύο χρόνια πριν από τον τραγικό χαμό του και μάλιστα τόσο νέος.
Αυτό που δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε είναι η παρουσία κυρίως Αρσακειάδων που είχαν μια ευκαιρία να νιώσουν πως είναι κοντά στην πατρική εστία με τον χορό αυτό του Συλλόγου Ρεθυμνίων Αττικής το «Αρκάδι».
Εκείνο το βράδυ ο Ροδινός είχε ξεπεράσει τον εαυτό του. Όλοι είχαν μαγευτεί και το κέφι ανέβηκε στα μεσούρανα. Ο ενθουσιασμός κορυφώθηκε όταν σηκώθηκαν ο βουλευτής Ι. Γοβατζιδάκης με άλλους Ρεθεμνιώτες να σύρουν τον χορό.
Μετά τους κρητικούς χορούς μοιράστηκαν άφθονα και πλούσια κοτιγιόν σε όλους τους χορευτές και ακολούθησε λαχειοφόρος αγορά με αξιοπρόσεκτα δώρα. Ήταν ένα κρητικό μαχαίρι αριστουργηματικής κατασκευής και μια ωραιότατη κατακόκκινη μπατανία μεγάλης αξίας και αυτή. Ακολούθησαν ευρωπαϊκοί χοροί για να τους διαδεχθούν οι Ρωσικοί.
Όπως διαπιστώνετε θα ξεφάντωσαν εκείνο το βράδυ οι Ρεθεμνιώτες του λεκανοπεδίου που είχαν παρευρεθεί στον χορό του συλλόγου τους. Μέχρι το πρωί χόρευαν χωρίς να δείχνει κανένας το ελάχιστο σημείο κόπωσης. Είχαν κλέψει μια του χάρου για τα καλά.
Ποιοι τώρα διακρίθηκαν στον χορό αυτό είτε σαν χορευτές είτε και σαν παρουσίες. Ας τους μνημονεύσουμε κι αυτούς. Ο πρόεδρος του συλλόγου φυσικά Μενέλαος Σακόραφος, καθηγητής Πανεπιστημίου, Ανδρουλακάκης λοχαγός πυροβολικού ως εκπρόσωπος του υπουργού Στρατιωτικών, οι βουλευτές Κρήτης Γοβατζιδάκης και Ευστράτιος Γεωργιλαδάκης και πολλοί άλλοι.
Παρατράγουδα δια του τύπου
Είναι πολλά τα ρεπορτάζ στον τύπο της εποχής που μας δίνουν το κλίμα των ημερών. Κάποια όμως δείχνουν και την αυστηρά κριτική ματιά της δημοσιογραφίας όταν κάποιες πένες βουτούσαν στη χολή όταν ξεκινούσαν να γράφουν.
Ορισμένα έφθαναν και μέχρι την υπερβολή, δίνοντας την εντύπωση ότι με την ευκαιρία της αναφοράς έβγαζαν και απωθημένα των συντακτών για ομάδες με τις οποίες είχαν προηγούμενα.
«Κυανόαιμοι και Μπουρζουαζία»
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έχει ημερομηνία 7-3-1933 και αναφέρει:
«Οι Απόκριες εορτάστηκαν και φέτος με πολλή ζωηρότητα. Είχαμε χρόνια να δούμε τόσους πολλούς μασκαράδες. Και το μασκάρεμα και το κέφι ήταν γενικό. Τόσον εις τας λαϊκάς τάξεις όσον και εις την μπουρζουαζίαν του γνωστού δια τους κυανοαίμους του Ρεθεμνακίου. Και τα λαρύγγια των νεαρών μας, στερουμένων κατά κανόνα από αυτά, συνετάραξαν τους ύπνους των μουρμούρηδων που αποσύρονται με τις όρνιθες.
Το «γελεκάκι» εις όλους τους χρωματισμούς της φωνής του, με ποικιλίαν κοσμητικών αυτοσχεδίου εμπνεύσεως.
Δεν έλειψαν δε από τη Συμφωνική αυτή ορχήστρα και οι σπουδαστές της Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης. Επωφελούμενοι της μοναδικής αυτής ευκαιρίας να καλύπτονται από τη μάσκα. Αλλά δυστυχώς το μάθημα της Ωδικής εδιδάχθη ελάχιστα στα σχολεία μας.
Και οι γλεντζέδες μαθηταί …γκάριζαν δυστυχώς χειρότερα από τους μεγαλύτερούς των. Ηλπίζομεν ότι οι νέαι γενεαί χάρις εις τους φωνογράφους και την εκλαίκευσιν τη μουσικής θα παρουσιάζονται μελωδικότεραι. Αλλά φαίνεται ότι δεν αφήνει η κληρονομικότης και ως γνωστόν οι παλιότεροι ούτε ιδέαν έχουμε περί μουσικής εκτός από το ένρινο ΠΑ ΒΟΥ ΓΑ ΔΙ.
Οι Απόκριες παρά τον όλον επιβαρυντικόν που είχαν, ότι συνέπεσαν εις αρχήν της τελευταίας προεκλογικής εβδομάδος επέρασαν χωρίς τοποθέτην σκοπόν. Θα ηδύνατο να υπερηφανεύεται αληθώς η Αστυνομία μας δια την μοναδικήν αυτήν τάξιν και ασφάλεια και προτίστως δικαιούται να υπερηφανεύεται ο νομοταγέστατος λαός νομού Ρεθύμνης».
Άλλες εποχές άλλα ήθη
Αυτά συνέβαιναν άλλες εποχές και στη πόλη μας. Σήμερα ξενίζει ο τρόπος αυτός διασκέδασης τους νέους που έχουν άλλα ακούσματα. Είχε όμως έναν ιδιαίτερο τρόπο εκείνη η μορφή γλεντιού που έδινε την ακριβή έννοια του ξεφαντώματος. Εκείνοι οι άνθρωποι ήξεραν να γλεντούν και στην πιο μίζερη εποχή.
Άλλες εποχές άλλα ήθη. Ας ελπίσουμε ότι του χρόνου θα μπορέσουμε να γιορτάσουμε απόκριες κι ας μην έχουν τα χαρακτηριστικά των εποχών που μνημονεύουμε στα νοσταλγικά μας οδοιπορικά.