Β’ Ενότητα: Ρεθύμνιοι, κρυπτοχριστιανοί και εξισλαμισθέντες
(Το παρόν άρθρο αποτελεί τη συνέχεια της Α’ Ενότητας που δημοσιεύτηκε στο προηγούμενο φύλλο, με τίτλο: Τα Ρεθεμνιώτικα επώνυμα πριν 350 χρόνια)
Διαφοροποίηση των Ρεθεμνιώτικων επωνύμων
Σε μια αρχική θεώρηση μπορούμε να διακρίνουμε, ξεκινώντας από τη ύστερη Ενετική περίοδο, τρεις φάσεις διαφοροποίησης των Ρεθεμνιώτικων επωνύμων.
Η 1η είναι εκείνη της Ενετικής περιόδου, όπως αποτυπώνεται στο κατάστιχο ΤΤ 822.
Η 2η είναι της Οθωμανικής περιόδου, με κύριο χαρακτηριστικό την εμφάνιση των Τουρκοκρητικών επωνύμων,
και η 3η φάση είναι η τελευταία περίοδος από τις αρχές του 1900 και την ανεξαρτησία του νησιού, ως και την εποχή του μεσοπολέμου, με κύριο χαρακτηριστικό τη μεγάλη ποσοστιαία αύξηση των επιθέτων που λήγουν σε -άκης, όπως: από Μαρνέλος σε Μαρνελάκης, από Τσιγώνης σε Τσιγωνάκης, από Χούρδος σε Χουρδάκης και πολλά άλλα.
Η Οθωμανική περίοδος
Ωστόσο ολοκληρωμένοι κατάλογοι σαν μεταγενέστερη αναθεώρηση εκείνου του κατάστιχου του 1670 δεν έχουν διασωθεί. Δεν γνωρίζουμε βέβαια εάν αυτός ο αρχικός κατάλογος ανανεώνονταν και εμπλουτίζονταν κατά καιρούς. Σίγουρα κατά το 1878 οπότε διενεργήθηκαν οι πρώτες δημοτικές εκλογές θα συντάχτηκαν εκλογικοί κατάλογοι που όμως δεν συμπεριελάμβαναν τα γυναικεία ονόματα, αφού εκλογείς ήταν μόνο άνδρες. Ωστόσο οι κατάλογοι αυτοί είναι άγνωστο αν κάποιοι τουλάχιστον έχουν διασωθεί. Αυτό βέβαια το θέμα με τα διασωθέντα Οθωμανικά αρχεία της Κρήτης, είναι ένα υπαρκτό πρόβλημα που δυστυχώς 100 και πλέον χρόνια μετά, δεν έχει διερευνηθεί διεξοδικά. Αφενός υπάρχει η αντικειμενική δυσκολία με το ότι οι ερευνητές θα πρέπει να γνωρίζουν Τούρκικα αλλά και αφετέρου η γραφειοκρατική δυσκολία που προβάλουν οι υπηρεσίες της γείτονος χώρας. Είναι γνωστό όμως, κυρίως από ξένους ιστορικούς μελετητές, ότι υπάρχουν πλήθος τέτοιων αρχείων είτε στην Κωνσταντινούπολη είτε και στη Άγκυρα που κρύβουν θησαυρούς ιστορικών πληροφοριών. Τέτοια πολύτιμα αρχεία είχε την ευκαιρία και τη δυνατότητα να εξερευνήσει και στην Ινσταμπούλ και στην Άγκυρα η Αμερικανίδα καθηγήτρια ιστορίας του πανεπιστημίου Princeton των Η.Π.Α., Molly Green. Το κύριο χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου, είναι η ύπαρξη της κοινωνικής και θρησκευτικής τάξης των Τουρκοκρητικών, που προέκυψε από τον αναγκαστικό εξισλαμισμό ντόπιων χριστιανών. Οι εξισλαμισμοί αυτοί, ειδικά κατά τις πρώτες δεκαετίες του 1700, αλλά και τις δύο πρώτες δεκαετίες του 1800, προέκυπταν μετά από οργανωμένους και αφόρητους εκβιασμούς και πιέσεις από μεριάς των Οθωμανών, στις οποίες υπέκυπταν οι δύσμοιροι Κρήτες, αφού διακυβεύονταν οι περιουσίες τους, η αξιοπρέπειά τους ή ακόμη και η ζωή τους. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αναφέρονται από την παράδοση, ως ομαδικοί εξισλαμισμοί ακόμη και ολόκληρων χωριών, όπως ήταν τα χωριά Διονύσι και Αξέντι στο Ηράκλειο αλλά και χωριά του Σελίνου των Χανίων καθώς και τα χωριά Βαβούλοι, Δάφνη, Ζάκανθος, Κουτελιώνας και Λαμνώνι στο Λασίθι (Εμμ. Πεπονάκης, 1994).
Όνομα Μουσουλμανικό και επώνυμο Κρητικό
Οι εξισλαμισθέντες αυτοί, τις περισσότερες φορές διατηρούσαν το επώνυμό τους και άλλαζαν μόνο το κύριο όνομά τους. Το ίδιο συνέβαινε και με τα παιδιά τους. Έτσι προέκυψε η πλειονότητα των επωνύμων των Τουρκοκρητικών που έχουν κατάληξη σε -ακης σαν ένα τυπικό Κρητικό επώνυμο. Πολλά από τα επώνυμα των Τουρκοκρητικών ήταν νεοεμφανισθέντα την εποχή εκείνη και αυτά χαρακτηρίζονταν από ρίζα με μουσουλμανικό θέμα όπως: Μαχμουτάκης από το ισλαμικό κύριο όνομα Μαχμούτ, Χοτζάκης από το Χότζα, Ρισβαναγαδάκης από το Ρισβάν και το μουσουλμανικό Αγάς, Καντιδάκης από τη μουσουλμανική λέξη Καντής και πολλά άλλα. Υπήρχαν βέβαια και κάτοικοι της Κρήτης και του Ρεθύμνου που είχαν αμιγή Οθωμανικά ονοματεπώνυμα, αφού προέρχονταν είτε από τις τάξεις του Οθωμανικού στρατού ή ήταν Οθωμανοί έποικοι όπως: Ιμπραχήμ Μπουσταφά, Χουσείν Βασφή, Μουσταφά Νουρή, Σελήμ Εφένδης, Αλή Μπιτζαξή, Χουσείν Σελιμές και πολλοί άλλοι. Ένας σημαντικός παράγοντας στο τέλος της περιόδου αυτής με τις επαναλαμβανόμενες εξεγέρσεις των Κρητών ήταν οι εκχριστιανισμοί μουσουλμάνων που είχαν πάρει μεγάλες διαστάσεις. Πολλοί εξισλαμισθέντες χριστιανοί, με την αλλαγή των συσχετισμών υπέρ των χριστιανών ξαναγυρνούσαν στο προηγούμενό τους δόγμα. Κάποιοι μάλιστα από αυτούς και τις οικογένειές τους διατηρούνταν και για πολλά χρόνια ως κρυπτοχριστιανοί. Τέτοιες οικογένειες κρυπτοχριστιανών η παράδοση μνημονεύει τουλάχιστον δύο στον ορεινό Μυλοπόταμο. Την οικογένεια του Αχμέτ Εφένδη Χατζηδάκη, στον Άγιο Ιωάννη και την οικογένεια των Κερίμηδων στην Επισκοπή. Όλοι αυτοί οι εκχριστιανισθέντες έπαιρναν χριστιανικά κύρια ονόματα διατηρώντας όμως τα Τουρκοκρητικά επώνυμά τους.
Η περίοδος της ανεξαρτησίας και της Ένωσης
Η περίοδος της ανεξαρτησίας από τις αρχές του 1900 χαρακτηρίζεται από τα παρακάτω γεγονότα:
– Οι μουσουλμάνοι κάτοικοι του Ρεθύμνου είτε προέρχονταν από τις τάξεις των Τουρκοκρητικών, είτε ήταν αμιγείς Οθωμανοί, είχαν αρχίσει να μεταναστεύουν σε άλλες περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
– Με την Μικρασιατική καταστροφή το 1922 και την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάνης που υπαγόρευε την ανταλλαγή των πληθυσμών, 3.000 περίπου εναπομείναντες Τουρκοκρητικοί υποχρεώθηκαν να αποχωρήσουν από το Ρέθυμνο.
– Παράλληλα με την αποχώρηση των Τουρκοκρητικών μερικές χιλιάδες ξεριζωμένων Ελλήνων της Μικράς Ασίας έφθασαν και εγκαταστάθηκαν ως πρόσφυγες στο Ρέθυμνο.
Οι εθνικο-κοινωνικές αυτές συνθήκες στις αρχές του 1900 επηρέασαν την ονοματολογική σύνθεση των κατοίκων του Ρεθύμνου. Κατ’ αρχήν εξέλειπαν τα επώνυμα των περισσότερων Τουρκοκρητικών όπως: Κλειναντάκης, Τσολακάκης, Τζιντζαραπάκης, Πελτεκάκης, Φαρφουράκης, Βραχναδάκης, Γιουμπασάκης, Τζαρολάκης, και πολλά άλλα. Διατηρήθηκαν μόνο κάποια ελάχιστα τέτοια επίθετα τα οποία ανήκαν ομού και σε χριστιανούς και σε μουσουλμάνους, όπως: Καντιδάκης, Σαριδάκης, Σερντεδάκης, Σπαχής, Μαχμουτάκης, Δροσουλάκης, Λαμπαρδάκης, Μοσχάκης και άλλα. Συγχρόνως βέβαια τα Ρεθεμνιώτικα επώνυμα εμπλουτίστηκαν από μερικές εκατοντάδες επώνυμα των Ελλήνων προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στη πόλη μας και τα χωριά του Ρεθύμνου.
Κοινωνικές ανακατατάξεις και αλλαγές επωνύμων
Ήταν η περίοδος από τις αρχές του 1900 ως και τα χρόνια του μεσοπολέμου όπου ο Ελευθέριος Βενιζέλος ως Πρωθυπουργός, πάσχιζε να μπουν τα θεμέλια του Ελληνικού Έθνους και να αποκτήσει υπόσταση η Ελληνική Δημοκρατία και η Ελληνική κοινωνία. Ήταν ακόμη η περίοδος των κοινωνικών ανακατατάξεων και στο απελευθερωμένο πια νησί μας, που μόλις είχε εξασφαλίσει την Ένωσή του με την Ελλάδα. Έτσι και στο Ρέθυμνο συνέβησαν σημαντικές κοινωνικές ανακατατάξεις στον ντόπιο πληθυσμό. Στα πλαίσια αυτών των ανακατατάξεων ήταν και οι αλλαγές επωνύμων ή και η δημιουργία νέων, δοθείσης κάποιας ευκαιρίας. Τέτοια επώνυμα προέκυψαν και ως κάτωθι:
– Από τον τόπο καταγωγής κάποιου νεοφερμένου, όπως για παράδειγμα: Ρεθεμνιωτάκης, Χανιωτάκης, Γερανιωτάκης, Σπηλιανάκης, Μουνδριανάκης, Πρινιωτάκης και άλλα.
– Από την απασχόληση ή την προσφιλή δραστηριότητα κάποιου όπως: Κυνηγός, Ψαράς, Κρασανάκης, Περδικάκης, Λαγός, Καρεκλάς, Λυραντζής, Σταφυλάκης, Λαδάκης, Λαϊνάκης και άλλα.
– Δεν ήταν επίσης σπάνιο το φαινόμενο να αλλάζουν επώνυμο άτομα ή κλάδοι οικογενειών με αφορμή κοινωνικές ή οικογενειακές συγκρούσεις. Άλλαζαν τα επώνυμά τους και έπαιρναν συνήθως νεοεμφανιζόμενα επώνυμα ή επώνυμα άλλων φιλήσυχων οικογενειών. Το παράδειγμα αυτό το συναντούμε στα Ανώγεια Μυλοποτάμου όπου άτομα και κλάδοι οικογενειών έπαιρναν το επώνυμο Σαλούστρος, καθότι η οικογένεια των Σαλούστρων θεωρούνταν ιδιαίτερη φιλήσυχη. Έτσι το επώνυμο Σαλούστρος είχε και έχει τη μεγαλύτερη εξάπλωση στη κωμόπολη των Ανωγείων χωρίς όμως όλοι τους να είναι κατ’ ανάγκην συγγενείς εξ’ αίματος μεταξύ τους.
Επίμετρον
Γνωρίζουμε πως τα κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά των ονομάτων και των επωνύμων που χαρακτηρίζουν Γενιές και Φάρες πάντα καθόριζαν και καθορίζουν την ιστορική πορεία πολλών λαών όπως των Βαλκάνιων, των Ποντίων και άλλων Παρευξείνιων λαών, όπως και των Κρητών. Αυτό ακριβώς μας επιβεβαιώνεται και στη Βίβλο και στη προφητεία του Ησαΐα ότι ο Μεσσίας θα προήρχετο από τη Γενιά του Βασιλιά Δαυίδ!
Και πράγματι ο προφήτης δεν άσφαλε! Ο Ιωσήφ στη Γενιά του Δαυίδ ανήκε!