Ήταν από τις πρώτες μέρες που γνώριζα το Ρέθυμνο. Ήμουν ξένη στους ξένους. Είχα μπει στο βιβλιοπωλείο «ΡερΆκη» να πάρω κάτι όταν με καθήλωσε μια φωνή.
Θεέ μου τι αυτοπεποίθηση διέκρινα στη φωνή αυτή που ανέλυε ένα φιλολογικό ζήτημα. Μια και βρέθηκα στο στοιχείο μου «έστησα» αυτί συνεχίζοντας να θαυμάζω την κυρία αυτή που είχε αποστομώσει δυο κυρίους. Αργότερα τους γνώρισα κι αυτούς και ήταν εκλεκτοί στο χώρο της εκπαίδευσης.
Κάποια στιγμή με πρόσεξε η άγνωστη κυρία που είχα τώρα τον καιρό να διαπιστώσω ότι ήταν και σπάνιας ομορφιάς. Ψηλή, επιβλητική, με ιδιαίτερα λεπτά χαρακτηριστικά και τόσο κομψή.
– Εσάς δεν σας θυμάμαι μου απευθύνθηκε και κοκκίνισα ολόκληρη από την ταραχή. Δεν σας είχα μαθήτρια.
Έσπευσα να συστηθώ και αμέσως με διέκοψε.
– Α μάλιστα. Είστε η «νέα» πένα της «Κρητικής Επιθεώρησης». Θα πρέπει να είχατε καλούς βαθμούς στα Ελληνικά.
Μέσα σε λίγα λεπτά είχα «ψηλώσει» ξαφνικά.
Έτσι γνώρισα την Πόπη Τσάκωνα Αστρινού και από εκείνη την πρώτη μέρα πήρε δεσπόζουσα θέση στην καρδιά μου.
«Κομίζω γλαύκα εις τας Αθήνας» αν μιλήσω εγώ για την κα Ποπούλα όπως τη λέγαμε με απέραντο σεβασμό και αγάπη.
Είναι τόσοι αυτοί που θα έχουν περισσότερα και ουσιαστικότερα να πουν.
Από ιστορική οικογένεια
Η Πόπη Τσάκωνα Αστρινού ήταν κόρη του Πολύβιου Τσάκωνα και της Αθηνάς Πρεβελάκη.
Τον πατέρα δεν ευτύχησα να τον γνωρίσω. Τον θαύμασα όμως μέσα από τα όσα βρίσκω γι’ αυτόν στις έρευνές μου κι από όσα δεν σταμάτησε να μου διηγείται ο μεγάλος μας συνθέτης Μπάμπης Πραματευτάκης που τον θεωρούσε πάντα δεύτερο πατέρα του.
Γνώρισα όμως την κα Αθηνά και σιγά σιγά κατάλαβα πόσο δίκιο έχουν όσοι μιλούν για την επίδραση της οικογένειας στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών.
Η Πόπη είχε την μεγάλη τύχη να μεγαλώσει πλάι σε ένα πατέρα στυλοβάτη της πολιτιστικής και πνευματικής ζωής του Ρεθύμνου και σε μια μητέρα με σπάνιες ευαισθησίες.
Άξια κόρη δικαίωσε τη φήμη της οικογενείας της με τις διακρίσεις της στο σχολείο.
Συνέχισε τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο από όπου και επέστρεψε στον τόπο της με το πτυχίο της φιλολογίας.
Όλα τα βλέμματα στρέφονταν πάνω της από όπου περνούσε. Είχε στο μεταξύ γίνει μια πραγματική καλλονή.
Ένας μόνο κατάφερε να κερδίσει την προσοχή της. Ήταν ο Μανός Αστρινός ο πρώτος πτυχιούχος δημοτικός υπάλληλος.
Μια υπέροχη οικογένεια
Ενώσανε τη ζωή τους το 1958 και δημιούργησαν μια υπέροχη οικογένεια που ήρθαν τρία παιδιά να της δώσουν όλα τα χρώματα της ευτυχίας. Ο Γιώργος και τα δίδυμα Βασίλης και Αθηνά.
Στο μεταξύ η Πόπη διέπρεπε στη Β/Βαθμια Εκπαίδευση που υπηρετούσε με εξαιρετική συνέπεια.
Η έμφυτη ικανότητά της να μεταδίδει τη γνώση ήταν η βασική αφορμή για να γίνει η δημοφιλέστερη καθηγήτρια της εποχής της.
Ο Παντελής Πρεβελάκης καμάρωνε για την ανεψιά. Μπορεί για όλους να ήταν απρόσιτος, αλλά η πόρτα του ήταν πάντα ανοικτή για την Πόπη από τότε που φοιτήτρια ακόμα είχε το μεγάλο προνόμιο να τον επισκέπτεται.
Οι επιδόσεις της νεαρής φιλολόγου δεν άργησαν να της ανοίξουν το δρόμο στην ιεραρχία του κλάδου της.
Κι εδώ αξίζει να σταθούμε λίγο περισσότερο. Η Πόπη είχε όλες τις προϋποθέσεις να εξασφαλίσει μια άνετη θέση στην πόλη. Ανήκε σε μια από τις πλέον επιφανείς οικογένειες που έχαιραν σεβασμού και εκτίμησης.
Κι όμως εκείνη αναζητούσε τις προκλήσεις της ίσης μεταχείρισης και μάλιστα τις επιδίωκε. Άριστη οδηγός δεν έλειψε ούτε λεπτό από τα σχολείο που υπηρέτησε. Αμέσως μετά το σχολείο επέστρεφε στο σπίτι και στα καθήκοντα της νοικοκυράς, της συζύγου, της μητέρας.
Στο σπίτι ήταν η απλή γυναίκα που επέμεινε να ξεπερνά κάθε προσδοκία με τα «ποιήματα» των χειρών της.
Είχε σπάνιο ταλέντο και στη μαγειρική και στη ζαχαροπλαστική. Όσο κουρασμένη κι αν ήταν δεν έμενε το σπίτι χωρίς γλυκό που έκανε η ίδια με περισσή φροντίδα. Φρόντιζε μάλιστα να διπλασιάζει τις δόσεις προκειμένου να φιλέψει και φίλους της.
Κοντά στις εξετάσεις είχε πάντα την έγνοια της στα παιδιά που, ενώ είχαν προσόντα να προχωρήσουν στις σπουδές τους, δεν τους επέτρεπε η οικονομική τους δυνατότητα να εξασφαλίσουν λίγη βοήθεια κοντά σε έναν έμπειρο προγυμναστή.
Και κοντά στ’ άλλα εύρισκε χρόνο για τα κοινωνικά της καθήκοντα. Θυμόταν πάντα τα γενέθλια και τις προσωπικές γιορτές των φίλων της. Και το τηλεφώνημά της ήταν το πρώτο που δέχονταν με ευχές.
Καριέρα με επιτυχίες
Από όποιο σχολείο πέρασε άφησε εποχή.
Θυμάμαι όταν υπηρετούσε στο Γυμνάσιο Σπηλίου. Κάποια μέρα πληροφορηθήκαμε ότι θα γινόταν μια μεγάλη τελετή για να παραδοθεί στο σχολείο μια σημαντική δωρεά βιβλίων από την Άννα Σικελιανού.
Η δωρεά βέβαια γινόταν προς τιμήν της διευθύντριας του σχολείου. Κι αυτή την τιμή η Πόπη δεν μπορούσε να μην την ανταποδώσει με μια εκδήλωση αντάξια του γεγονότος.
Η πρόθυμη πάντα Βασιλική Μόσιαλου η τότε νομάρχης είχε αποδεχτεί την πρόταση να τεθεί υπό την αιγίδα της Νομαρχίας η τελετή παράδοσης.
Στο αρχείο του «Πολιτιστικού Ρεθύμνου» υπάρχουν τα ηχητικά ντοκουμέντα από την υπέροχη εκείνη βραδιά που χτυπούσε στο Σπήλι ο πολιτιστικός παλμός του τόπου.
Ελπίζουμε η βιβλιοθήκη αυτή να διατηρείται γιατί από κάποιο χρονικό σημείο και μετά δεν είχαμε απαντήσεις στα ερωτήματα που είχαμε θέσει αγωνιώντας για την τύχη της μεγάλης αυτής πνευματικής δωρεάς.
Το ίδιο σημαντική ήταν η θητεία της Πόπης Τσάκωνα Αστρινού και στην Κοξαρέ.
Μετά ήρθε στην πόλη για να κάνει το 2ο Γυμνάσιο και Λύκειο «μικρό Πανεπιστήμιο».
Κοντά στο μαθητή
Η Πόπη Τσάκωνα Αστρινού δεν ήταν μόνο μια άριστη φιλόλογος. Είχε το χάρισμα να πλησιάζει το μαθητή και να κερδίζει την εμπιστοσύνη του. Κάποτε μάλιστα εκείνη και ο Αντώνης Σανουδάκης τόλμησαν να κάνουν την μεγάλη επανάσταση στην εκπαίδευση φέρνοντας το μαθητή ακόμα πιο κοντά στον καθηγητή. Ξόρκισαν με την παιδαγωγική της καρδιάς το μοντέλο του καθηγητή τιμωρού και άλλαξαν εντελώς τα δεδομένα αγνοώντας τις όποιες αντιδράσεις είχαν από συναδέλφους τους της «παλιάς κοπής».
Η χαρισματική αυτή γυναίκα με τη μεγάλη καρδιά δοκιμάστηκε στη ζωή της χάνοντας προσφιλή πρόσωπα. Ο θάνατος του αδελφού της Βασίλη ήταν ένα από τα πικρά ποτήρια που ήπιε μέχρι ρανίδας. Αφοσιώθηκε και στην ανατροφή της ανιψιάς της σαν δεύτερη μητέρα.
Είχε τόσο απόθεμα αγάπης αυτή η γυναίκα που μπορούσε να το προσφέρει γενναιόδωρα σε όποιον χρειαζόταν την φροντίδα της.
Κοντά στο Πανεπιστήμιο
Η Πόπη Τσάκωνα Αστρινού είχε διαδραματίσει ενεργό ρόλο και στην εδραίωση του Πανεπιστημίου.
Θυμάμαι όταν άρχισαν να έρχονται οι καθηγητές η Πόπη πρωτοστατούσε με τη συνεργασία κυριών από τα διάφορα σωματεία για την άνετη εγκατάστασή τους και την σύνδεσή τους με την τοπική κοινωνία.
Αξέχαστη μια βραδιά στη ΧΕΝ, όπου κάθε κυρία είχε ετοιμάσει κι ένα φαγητό και γλυκό για τους καλεσμένους καθηγητές. Ήταν ένα καλωσόρισμα που άφησε άριστες μνήμες. Σ’ αυτό το μπουφέ είχε, θυμάμαι, διαπρέψει η Ποπούλα με τις δημιουργίες της.
Και στα εγκαίνια του Καλλιτεχνικού Σταθμού θυμόμαστε το βλέμμα του Παντελή Πρεβελάκη που την αναζητούσε αν κάτι ήθελε γύρω από τον οργανωτικό τομέα.
Αυτό που μας έκανε εξαιρετική εντύπωση γιατί οι αφορμές που βρισκόμασταν δεν ήταν και λίγες ήταν η πάγια τακτική της να μην εμπλέκεται σε θέματα που ήταν της αρμοδιότητας του συζύγου της.
Σε όσες συνεντεύξεις τύχαμε, για κάποιο θέμα που μας ενδιέφερε η τοποθέτηση του Μανού Αστρινού πέρα από την περιποίηση του συνεργείου, εκείνη δεν έδειχνε καμιά διάθεση έστω σχολιασμού. Αυτό ήταν και το κοινό σημείο του ζεύγους που είχε πρότυπο όλο το Ρέθυμνο.
Αμοιβαίος σεβασμός για το έργο του καθενός, αλληλοβοήθεια όταν αυτή χρειαζόταν.
Η Πόπη έκλεισε την εκπαιδευτική της καριέρα στο Πανεπιστήμιο όπου πρόσφερε τις υπηρεσίες της στον διδακτικό τομέα.
Τα τελευταία χρόνια μου είχε διαθέσει αρκετό χρόνο για τη συμμετοχή της σε επετειακά ντοκιμαντέρ για την ιστορία του τόπου μας. Κι ήταν πάντα ανοικτή και ακούραστη να βοηθήσει. Η δοκιμασία της υγείας της και τα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας στάθηκαν μοναδικές αφορμές να μην εμφανίζεται πια στις αίθουσες εκδηλώσεων. Γιατί μέχρι τότε δεν έλειπε από καμιά και δεν παρέλειπε στο τέλος να δικαιώνει τον κόπο των διοργανωτών με τις εύστοχες παρατηρήσεις και τον έπαινό της.
Αυτή ήταν η Πόπη Τσάκωνα Αστρινού που αποχαιρετούμε με οδύνη. Ήταν ένα κομμάτι από το Ρέθυμνο των Γραμμάτων, της Πρεπιάς και της Αρχοντιάς. Κι έτσι θα τη θυμόμαστε πάντοτε.