Μειωμένη κατά 40% είναι φέτος η ελαιοπαραγωγή της Κρήτης, σύμφωνα με τα στοιχεία της περιφέρειας Κρήτης, γεγονός που πιστοποιεί την τεράστια καταστροφή που υπέστησαν οι παραγωγοί του νησιού, αλλά και τις σημαντικές επιπτώσεις που αυτή έχει συνολικά στην οικονομία του τόπου.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία, η φετινή σοδειά ελαιολάδου ανέρχεται σε 58.000 τόνους, σε επίπεδο νησιού, τη στιγμή που αυτή είχε εκτιμηθεί ότι θα ανέλθει σε 100.000 τόνους στα τέλη του καλοκαιριού. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι από τις παραγόμενες ποσότητες μόλις το 43% του λαδιού είναι έξτρα παρθένο, τη στιγμή που άλλες χρονιές το έξτρα παρθένο συγκέντρωνε ποσοστό 85%. Επίσης το 38% του λαδιού είναι παρθένο, ενώ σε πολύ υψηλό ποσοστό, που φτάνει το 19%, ανέρχεται το βιομηχανικό ελαιόλαδο.
Το πρόβλημα της φετινής σοδειάς, που είχε επιπτώσεις τόσο στην ποιότητα όσο και στην ποσότητα του ελαιολάδου οφείλεται, σύμφωνα με τα στοιχεία, στις έκτακτες μετεωρολογικές συνθήκες που επικράτησαν τη φετινή χρονιά με αυξημένες θερμοκρασίες και υγρασία.
Οι απώλειες της παραγωγής αλλά και η υποβάθμιση του προϊόντος προκαλούν ανησυχία σε ολόκληρη την κοινωνία της Κρήτης, αφού οι επιπτώσεις δεν αφορούν μόνο τον ελαιοπαραγωγό, αλλά αντίθετα αφορούν το μέλλον του τοπικού προϊόντος του νησιού, που κάποτε χαρακτηριζόταν ως το χρυσάφι της Κρήτης.
Η περιφέρεια Κρήτης κατέθεσε στις εργασίες της επιτροπής συγκριτικά στοιχεία που καταδεικνύουν την ποσοτική και ποιοτική υποβάθμιση της παραγωγής, καθώς και τα ασυνήθιστα κλιματολογικά δεδομένα.
Τα στοιχεία αυτά παρέθεσε χθες εκ μέρους της περιφέρειας Κρήτης στην ομάδα εργασίας που έχει αναλάβει τη συμπλήρωση του φακέλου για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων για τους ελαιοπαραγωγός, στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο αρμόδιος αντιπεριφερειάρχης πρωτογενή τομέα Μανόλης Χνάρης, ο οποίος συμμετέχει στην ομάδα εργασίας.
Η επιτροπή συνεδρίασε χθες για δεύτερη φορά υπό τον πρόεδρο καθηγητή Χρήστο Αυγουλά, ενώ τα μέλη της επιτροπής για τις ανάγκες της έρευνας θα έρθουν στην Κρήτη στο τέλος του μήνα, ώστε να έχουν ακριβέστερη εικόνα για την έκταση του προβλήματος. Τέλος, ως χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωση του φακέλου ορίστηκε το τέλος Μαρτίου. Τότε η ομάδα εργασίας θα παραδώσει τον φάκελο στον αρμόδιο υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, προκειμένου αυτός να διαβιβαστεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση με αίτημα την αποζημίωση των ελαιοπαραγωγών του νησιού.
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο εκπρόσωπος της περιφέρειας Μανόλης Χνάρης, ο φάκελος θα είναι άρτιος, πλήρης και ολοκληρωμένος και θα ζητείται οικονομική αποζημίωση για τους παραγωγούς, εξαιτίας των ζημιών που προκλήθηκαν στην παραγωγή λόγω των έκτακτων μετεωρολογικών συνθηκών, ενώ θα ζητηθεί αποζημίωση και από τον κανονισμό της Ε.Ε για ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (de minimis)
Αναλυτικά,
Κατά 40.000τόνους περιορίστηκε η παραγωγή του ελαιολάδου φέτος
Κατά 40.000 τόνους μικρότερη είναι η φετινή ελαιοπαραγωγή της Κρήτης, σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε η περιφέρεια, γεγονός που αποδεικνύει την πρωτοφανή καταστροφή που υπέστησαν οι παραγωγοί του νησιού αλλά και τις αλυσιδωτές συνέπειες που αυτό έχει στην οικονομία του τόπου.
Ειδικότερα, αν και οι αρχικές εκτιμήσεις έκαναν λόγο για παραγωγή 100.000 τόνων λαδιού, τα στοιχεία έδειξαν ότι αυτή ανήλθε σε 58.000 τόνους για όλους τους νομούς του νησιού καταγράφοντας πτώση κατά 40%.
Αξιοσημείωτο είναι ότι από αυτούς τους τόνους μόλις το 43% του λαδιού είναι έξτρα παρθένο, τη στιγμή που άλλες χρονιές το έξτρα παρθένο συγκέντρωνε ποσοστό 85%. Επίσης το 38% του λαδιού είναι παρθένο και το 19% βιομηχανικό.
Το πρόβλημα της φετινής σοδειάς που είχε επιπτώσεις τόσο στην ποιότητα όσο και στην ποσότητα του ελαιολάδου οφείλεται, σύμφωνα με τα στοιχεία, στις έκτακτες μετεωρολογικές συνθήκες που επικράτησαν τη φετινή χρονιά με αυξημένες θερμοκρασίες και υγρασία.
Τα στοιχεία αυτά παρέθεσε χθες εκ μέρους της περιφέρειας Κρήτης στην ομάδα εργασίας που έχει αναλάβει τη συμπλήρωση του φακέλου για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων για τους ελαιοπαραγωγός, στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο αρμόδιος αντιπεριφερειάρχης πρωτογενή τομέα Μανόλης Χνάρης, ο οποίος συμμετέχει στην ομάδα εργασίας.
Η επιτροπή συνεδρίασε χθες για δεύτερη φορά υπό τον πρόεδρο καθηγητή Χρήστο Αυγουλά και με τη συμμετοχή των Γιώργου Στρατάκου, γενικού γραμματέα υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, Μανόλη Χνάρη, αντιπεριφερειάρχη πρωτογενή τομέα Κρήτης, Ανδρέα Στρατάκη από την Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Ηρακλείου, Ανδρέα Ντούλη, από τον ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, της ομότιμης καθηγήτριας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αικατερίνης Χρονοπούλου και της Ελένης Τσουράκη, προϊσταμένης του ΥπΑΑΤ.
Αποστολή της ομάδας εργασίας είναι η υποβολή τεκμηριωμένου φακέλου προς την Ευρωπαϊκή Ένωση για την αποζημίωση των ελαιοκαλλιεργητών της Κρήτης, εξαιτίας των έκτακτων μετεωρολογικών συνθηκών που επικράτησαν τους τελευταίους και καθοριστικούς μήνες του 2019 για την ελαιοπαραγωγή.
Σε σχετικές δηλώσεις του στα «Ρ.Ν.», ο αρμόδιος αντιπεριφερειάρχης πρωτογενή τομέα Μανόλης Χνάρης ανέφερε: «Η περιφέρεια Κρήτης κατέθεσε τα τελικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία αν και οι εκτιμήσεις μας στις τέλος καλοκαιριού έλεγαν ότι θα είχαμε μια παραγωγή 100.000 τόνων τελικά η παραγωγή ανήλθε σε 58.000 τόνους. Υπάρχει μια μείωση της παραγωγής κατά 40.000 τόνους και ένα ποσοστό 40% κάτω. Από κει και πέρα υπάρχει υποβάθμιση της ποιότητας του προϊόντος καθώς το έξτρα παρθένο φτάνει μόλις το 45%.
Η ομάδα εργασίας θα κατέβει στο τέλος του μήνα στην Κρήτη και ο φάκελος θα έχει ολοκληρωθεί και τέλος Μαρτίου θα κατατεθεί στον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, όπου θα τεκμηριώνουμε ότι οι ζημιές στην ελαιοπαραγωγή προκλήθηκαν εξαιτίας των έκτακτων καιρικών φαινομένων. Οι αυξημένες θερμοκρασίες σε συνδυασμό με τις υψηλές υγρασίες δημιούργησαν αυτά τα προβλήματα. Εμείς σαν Κρήτη θα διεκδικήσουμε αποζημιώσεις και από τον οργανισμό της ΕΕ 1308 αλλά και από άλλους τρόπους, όπως το de minimis. Η κ. Χρονοπούλου που είναι μέλος της ομάδας εργασίας είπε ότι σε σχέση με τον μέσο όρο των τελευταίων τριάντα ετών οι μέσες θερμοκρασίες, που εκδηλώθηκαν στην Κρήτη είναι 3-4 βαθμούς παραπάνω, που είναι σημαντική διαφορά. Εμείς θα τεκμηριώσουμε με επιχειρήματα την ανάγκη αποζημίωσης εξαιτίας των έκτακτων καιρικών συνθηκών και διεκδικούμε ταυτόχρονα να δοθούν αποζημιώσεις και από τoν κανονισμό de minimis».
Η απάντηση της υφυπουργού για τις αποζημιώσεις
Την ίδια ώρα απάντηση σε σχετική ερώτηση του βουλευτή Ηρακλείου του ΜέΡΑ25, Γιώργου Λογιάδη, έδωσε το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης για το θέμα των αποζημιώσεων των ελαιοπαραγωγών κατά την οποία γίνεται γνωστό πως κάτι τέτοιο θα γίνει κατά την ολοκλήρωση του σχετικού φακέλου και το επίσημο αίτημα του υπουργείου στην ΕΕ για τις αποζημιώσεις. Η αρμόδια υφυπουργός Φωτεινή Αραμπατζή μεταξύ άλλων απάντησε:
«Αναφορικά με την αποζημίωση των παραγωγών για ζημιές στις καλλιέργειές τους από εντομολογικές και μυκητολογικές προσβολές, σημειώνεται ότι αυτές δεν καλύπτονται ασφαλιστικά από τον ΕΛ.Γ.Α. και ως εκ τούτου δεν αποζημιώνονται, σύμφωνα με τον Κανονισμό Ασφάλισης Φυτικής Παραγωγής.
Έτσι, οι ζημιές που προξενήθηκαν το 2019 στις ελαιοκαλλιέργειες διαφόρων περιοχών της Κρήτης (περιοχές της Π.Ε Ηρακλείου, Χανίων, Ρεθύμνου Λασιθίου), κυρίως από τον δάκο δεν καλύπτονται ασφαλιστικά από τον ΕΛ.Γ.Α. Ωστόσο, οι ανωτέρω ζημιές θα μπορούσαν να ενταχθούν σε πρόγραμμα Κρατικών Οικονομικών Ενισχύσεων (ΚΟΕ) αρμοδιότητας ΠΣΕΑ, όπου απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ζημιά να οφείλεται σε θεομηνίες ή δυσμενείς συνθήκες και οι οποίες δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν, διότι δεν υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα για τον σκοπό αυτόν.
Στις περιπτώσεις αυτές, προκειμένου να τεκμηριωθεί η σοβαρότητα των ζημιών, θα πρέπει να αποδεικνύεται ότι οι εν λόγω προσβολές έχουν αποκτήσει επιδημικό χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να πληγεί μία ευρύτερη περιοχή σε τέτοιον βαθμό ώστε να υπάρχει αντίκτυπο στην οικονομία αυτής.
Για τον σκοπό αυτό έχει οριστεί ένα κατώφλι ζημιάς, πέρα από το οποίο θεωρείται ότι η συγκεκριμένη ζημιά μπορεί να ενταχθεί σε καθεστώς ενισχύσεων.
Το κατώτατο αυτό όριο έχει καθοριστεί στο 30% των ομοειδών ειδών του νομού-Π.Ε. σε σχέση με τη μέση απόδοση των προηγούμενων τριών ετών, με βάση τα επίσημα στατιστικά στοιχεία της χώρας, τα οποία συλλέγονται από τις Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και – 7 – Κτηνιατρικής (ΔΑΟΚ) τον επόμενο χρόνο της συγκομιδής και δίνονται μετά από επεξεργασία στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Επίσης, θα πρέπει να αποδειχθεί ότι δεν υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα αντιμετώπισης των προσβολών. Επιπρόσθετα, και σύμφωνα με τον ανωτέρω κανονισμό του ΕΛ.Γ.Α. θα πρέπει να ισχύουν και τα κάτωθι: α) να τεκμηριώνεται επιστημονικά από επιτροπή, η οποία ορίζεται από το ΥΠΑΑΤ, ότι η απώλεια της παραγωγής είναι αποτέλεσμα μίας δυσμενούς καιρικής συνθήκης (απαραίτητη προϋπόθεση για έναρξη της διαδικασίας) β) τα επίσημα μετεωρολογικά στοιχεία να επιβεβαιώνουν τον χαρακτηρισμό των καιρικών συνθηκών ως δυσμενών, γ) να εγκριθεί η δαπάνη αντιστάθμισης των ζημιών από το γενικό λογιστήριο του κράτους και δ) να έχει ακολουθηθεί η σωστή καλλιεργητική τεχνική και να έχουν ληφθεί τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να αποφευχθεί η ζημιά και η εξάπλωσή της.
Αναφέρεται ότι ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων αναγνωρίζοντας τις προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ελαιοπαραγωγοί ολόκληρης της χώρας, με παρέμβασή του στην τακτική σύνοδο του Συμβουλίου υπουργών Γεωργίας και Αλιείας που πραγματοποιήθηκε στις 18 Νοεμβρίου στις Βρυξέλλες: – ανέδειξε τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ελαιοκαλλιεργητές της Ελλάδας εξαιτίας, μεταξύ άλλων, των ακραίων καιρικών φαινομένων, απόρροια της κλιματικής αλλαγής, – υπογράμμισε ότι «οι ελαιοπαραγωγοί βλέπουν το εισόδημά τους να αφανίζεται για δεύτερη συνεχή χρονιά» και κάλεσε την επιτροπή να συνεκτιμήσει τα δεδομένα και να εξετάσει εναλλακτικές ενίσχυσης του τομέα για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά του.
Επιπλέον, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κατανοώντας την ανάγκη μελέτης, σε επιστημονικό επίπεδο, των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και των ακραίων καιρικών φαινομένων που αυτή προκάλεσε στις ελαιοκαλλιέργειες της Κρήτης, εξέδωσε στις 4 Δεκεμβρίου απόφαση (ΑΔΑ: 669Β4653ΠΓ-ΝΨ1), με την οποία συστήνεται και συγκροτείται ομάδα εργασίας για τον σκοπό αυτό.
Η ανωτέρω ομάδα θα ολοκληρώσει το έργο της σε έξι μήνες παραδίδοντας σχετικό πόρισμα στον υπουργό, ώστε στη συνέχεια το υπουργείο να τεκμηριώσει το αίτημα της χώρας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση για σχετική οικονομική βοήθεια προς τους πληγέντες», ανέφερε μεταξύ άλλων στην απάντηση της η υφυπουργός.