Ένα χρόνο μετά την ήττα των εκλογών και τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά για το ΣΥΡΙΖΑ αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις και όχι μόνο. Οι αγορές αντιδρούν με εμπιστοσύνη και μας δανείζουν με καλύτερους, σε σχέση με το παρελθόν, όρους. Παράλληλα, οι κυβερνητικοί χειρισμοί των δύο σοβαρότατων κρίσεων του 2020, με την Τουρκία στα σύνορα του Έβρου και της πανδημίας του κορωνοϊού, έδειξαν ότι ευκαιρίες παρουσιάζονται τόσο σε θετικές συνθήκες όσο και σε αρνητικές. Η κρίση στον Έβρο έδωσε αφορμή να απαιτήσουμε πιο υποστηρικτική στάση των Ευρωπαίων εταίρων μας, αναδεικνύοντας τα διαχρονικά προβλήματα γειτονίας, αλλά κυρίως θέτοντάς τα σε νέα βάση, ως προβλήματα όχι μόνο των ελληνικών συνόρων αλλά και των ευρωπαϊκών. Ενώ, η μέχρι τώρα ορθή διαχείριση της πανδημίας ανέδειξε μια νέα, σοβαρή και αξιόπιστη Ελλάδα.
Όσο καλύτερα τα πάει η κυβέρνηση τόσο το χειρότερο για την αξιωματική αντιπολίτευση, καθώς το πεδίο αντιπαράθεσης και οι ευκαιρίες σε επίπεδο προγραμμάτων και σχεδιασμών λιγοστεύουν. Παρά τις προσπάθειες του Αλέξη Τσίπρα ή ίσως εξαιτίας αυτών, ο ΣΥΡΙΖΑ δε βρίσκει αντιπολιτευτικά πατήματα. Στον Έβρο άργησε να καταλάβει τι συνέβη, είχε και κάτι προβληματάκια με τη νεολαία του, ενώ στην ανάδειξη εργασιακών θεμάτων που προκύπτουν από τις συνθήκες της πανδημίας, το ΚΙΝΑΛ έδειξε καλύτερα αντανακλαστικά και πιο συγκροτημένα επιχειρήματα. Ταυτόχρονα, το όνειρο της Προοδευτικής Συμμαχίας δε βγαίνει. Η κα. Γεννηματά κρατά αντιστάσεις και ανεβάζει τη δημοτικότητά της από τη μία μεριά (αν και όχι και τα ποσοστά του κόμματός της) και από την άλλη το παραδοσιακό 3% της ριζοσπαστικής Αριστεράς δεν έχει πειστεί για το «άνοιγμα στο κέντρο» και δε φαίνεται να έχει όρεξη για έναν νέο Ανδρέα Παπανδρέου.
Βρισκόμαστε λοιπόν ένα χρόνο μετά τις εκλογές. Τα προβλήματα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι σοβαρά γιατί τα μεν εσωτερικά έχουν βαθιές, ιδεολογικές ρίζες και αντιστάσεις, τα δε αντιπολιτευτικά παιχνίδια παίζονται με γερό αντίπαλο και αυστηρούς κανόνες. Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ βρήκε το φταίχτη της δημοσκοπικής του ανεπάρκειας και τον παρουσίασε στο πανελλήνιο με τηλεοπτικό σποτ. Φταίνε οι ξεπουλημένες δημοσιογραφικές πένες που πήραν 20 εκατομμύρια και λιβανίζουν την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό!
Ο Τύπος θεωρείται η τέταρτη εξουσία. Σε συνθήκες δημοκρατίας δίνει την καθημερινή μάχη της αξιοπιστίας. Σε αυταρχικά καθεστώτα διώκεται και ελέγχεται. Είναι όμως χαρακτηριστικό των λαϊκιστών ηγετών («ηγετών» και κατά δήλωση Τσίπρα) να κατηγορούν τη δημοσιογραφία όταν δε βολεύει. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τα χιλιάδες σχετικά τιτιβίσματα του προέδρου Τραμπ. Στις δημοκρατίες οι αρμοί της εξουσίας δεν ελέγχονται και σε αυτό συμβάλλει και η δημοσιογραφία. Το σποτάκι του ΣΥΡΙΖΑ δεν προσβάλλει μόνο τους/τις δημοσιογράφους, προσβάλει επίσης τους πολίτες που χωρίς να είναι δημοσιογράφοι δημοσιοποιούν τις απόψεις τους και φυσικά τους αναγνώστες. Πιστεύουν πραγματικά όσοι το εμπνεύστηκαν ότι οι πολίτες είμαστε χάνοι, έχουμε μνήμη χρυσόψαρου και ότι η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει λείψει;
Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση οφείλει να δημοσιοποιήσει τις επιλογές της. Το ίδιο βέβαια μπορεί να γίνει και από τα μέσα που χρηματοδοτήθηκαν. Όσο ξέρει η κυβέρνηση που έδωσε 20 εκατομμύρια άλλο τόσο ξέρουν αυτοί που τα πήραν! Χώρο για δημοσίευση πάντως έχουν!