Με ιδιαίτερη προσοχή και «χειρουργικές κινήσεις» προχωρούν το έργο τους οι τεχνίτες που έχουν αναλάβει την αποκατάσταση του μιναρέ του Τεμένους Χουσεΐν Πασά, γνωστότερου ως «Νερατζέ Τζαμί» στην παλιά πόλη.
Οι λίθοι, που απαρτίζουν το Μουσουλμανικό μνημείο, αποκαθηλώνονται ένας – ένας προκειμένου να αποκατασταθούν και στη συνέχεια, αφού έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία για το σύνολό τους, να ξεκινήσει και πάλι η αναδόμηση του μνημείου.
Σημαντική παρέμβαση είναι η απομάκρυνση των παλαιών σιδηρών στοιχείων που πλαισίωναν το κτίριο και η αντικατάστασή τους με νέα ανοξείδωτα μέταλλα αλλά και με μολύβι, που θεωρείται ιδιαίτερα χρήσιμο υλικό για αυτού του είδους τις ανακατασκευές.
Σύμφωνα με τον πολιτικό μηχανικό και μελετητή του έργου κ. Άρη Χατζηδάκη, αντικείμενο του έργου είναι η αποκατάσταση του μνημείου στην αρχική του μορφή, η συντήρηση των μελών του και η εν γένει βελτίωση της απόκρισής του στις περιβαλλοντικές δράσεις.
Όπως σημείωσε ο ίδιος μιλώντας στην εφημερίδα μας «η αρχιτεκτονική αποκατάσταση του μνημείου ακολουθεί την αρχή της πιστής τήρησης της σημερινής μορφολογίας του και της επαναδόμησης των καθαιρεμένων τμημάτων του με βάση τη λεπτομερή αποτύπωση που θα προηγηθεί της καθαίρεσης των. Τα αρχιτεκτονικά μέλη θα καθαριστούν προσεκτικά και θα συμπληρωθούν όπου απαιτείται.»
Καθαίρεση και αναδόμηση
Σύμφωνα με τον κ. Χατζηδάκη πραγματοποιείται καθαίρεση του άνω τμήματος του εναπομείναντος μιναρέ μέχρι και τις τελευταίες σειρές του κάτω εξώστη. Το τμήμα αυτό εμφανίζει σημαντικές φθορές και η ύπαρξη των μεταλλικών συνδέσμων καθιστά προβληματική την συντήρησή του. Η καθαίρεση γίνεται με κάθε προσοχή, αφού αριθμηθούν και καταγραφούν πλήρως οι υπάρχοντες δόμοι. Η αρίθμηση των δακτυλίων έχει γίνει στα σχέδια και έχει σημειωθεί επί του μιναρέ με κηρομπογιά.
Κατά την καθαίρεση, γίνεται επιλογή των λίθων, που είναι δυνατόν να επαναχρησιμοποιηθούν, ενώ αντίστοιχα θα εξεταστούν και τα τμήματα του λίθινου υλικού, που απομάκρυνε προ ετών η 28η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, για να κριθεί ποια από αυτά θα τοποθετηθούν και πάλι στη θέση τους και ποια θα αντικατασταθούν.
Τα λίθινα σκαλοπάτια από την εικόνα που έχει η μελέτη είναι σχεδόν όλα επαναχρησιμοποιήσιμα. Όσα λίθινα τεμάχια έχουν όψεις με διακοσμητικές λαξεύσεις θα πρέπει να γίνει προσπάθεια να επαναχρησιμοποιηθούν, αφού συντηρηθούν και συμπληρωθούν κατάλληλα. «Η συντήρηση και η συμπλήρωση των λίθων θα γίνει ώστε να προκύψουν μεγαλύτερα δομικά μέλη, με στόχο να έχουμε μία κατά το πάχος του δακτυλίου πέτρα και λιγότερες κατά την περίμετρο δομικές μονάδες», σημειώνει ο κ. Χατζηδάκης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η επαναδόμηση του μιναρέ θα γίνει με τη χρήση ασβεστοκονιάματος και ποζολανικών υλικών. Θα χρησιμοποιηθούν συστηματικά μεταλλικοί σύνδεσμοι από ανοξείδωτο χάλυβα AISI 316 τόσο υπό μορφή οριζοντίων συνδέσμων από λάμες μορφής Π μεταξύ των διαδοχικών μελών ενός δακτυλίου, όσο και υπό μορφήν κατακόρυφων γόμφων για τη σύνδεση διαδοχικών καθ’ ύψος σειρών δακτυλίων. Ειδική διάταξη συνδέσμων γίνεται στις θέσεις των εξωστών, σύμφωνα με τα σχέδια. Όλοι οι μεταλλικοί σύνδεσμοι θα τοποθετηθούν εντός καταλλήλων εντορμιών και θα μολυβδοχοηθούν μέχρι να καλυφθούν πλήρως από μολύβι.
Όπως περιγράφεται στην τεχνική έκθεση, που έχει εγκριθεί θα επανατοποθετηθούν τα εμφανή μεταλλικά κλειδιά κατ’ αντιγραφή των υπαρχόντων στα δύο πολυγωνικά τμήματα του μιναρέ πάνω από τον πρώτο εξώστη, θα γίνει περίσφιξη του μιναρέ σε δύο θέσεις ακριβώς πάνω από τους εξώστες. Αυτό σημαίνει ότι θα συμπληρωθεί ο πρώτος μετά τον εξώστη δακτύλιος με το κατώφλι της αντίστοιχης πόρτας και ο πλήρης πλέον δακτύλιος θα περισφιχθεί με ανοξείδωτη λάμα, τα κιγκλιδώματα των εξωστών θα επαναχρησιμοποιηθούν μετά από κατάλληλο καθαρισμό με αμμοβολή και αντισκωρικές βαφές και ολόκληρο το δάπεδο των εξωστών θα καλύπτεται με φύλο μολύβδου για να αποτραπεί η κατείσδυση των όμβριων μέσα στο σώμα της κατασκευής. Το ίδιο φύλο μολύβδου θα καλύπτει αναδιπλούμενο στην άκρη και την μεταλλική περίσφιξη.
Μετά την διακοπή της λίθινης ελικοειδούς κλίμακας, θα επανατοποθετηθεί ο μεταλλικός σωληνωτός στύλος στον άξονα του μιναρέ, επί του οποίου θα συγκλίνουν οι ακτινωτές ενισχύσεις της κολουροκωνικής απόληξης του μιναρέ.
Επίσης κατά την επαναδόμηση θα αξιοποιηθούν οι μεταλλικές κάσες των θυρών των δύο εξωστών, ώστε να δομηθούν σαν στοιχείο ενίσχυσης των λαμπάδων των ανοιγμάτων και της κατά το δυνατόν αποκατάστασης της ασυνέχειας του φορέα που δημιουργούν τα ανοίγματα.
Σύμφωνα με τον κ. Χατζηδάκη, το κυλινδρικό τμήμα κάτω από τον πρώτο εξώστη και μέχρι τη βάση του μιναρέ, δεν παρουσιάζει ιδιαίτερα προβλήματα. Η συνολική του παραμόρφωση είναι μικρή και οι αλλοιώσεις λίθων περιορισμένες. Στο τμήμα αυτό προβλέπονται οι απαραίτητες αντικαταστάσεις λίθων της όψης.
Αφού ολοκληρωθούν όλες οι τεχνικές επεμβάσεις και αποκατασταθεί το μνημείο σύμφωνα με όσα επιβάλλει η σύγχρονη επιστήμη για την διάσωση τέτοιων μνημείων, προβλέπεται ηλεκτρολογική εγκατάσταση φωτισμού, ενώ θα τοποθετηθεί αλεξικέραυνο για την προστασία του μνημείου από τους κεραυνούς.
Το έργο είναι συνολικού προϋπολογισμού 380.000 ευρώ, που εξασφαλίστηκαν από τομεακό πρόγραμμα του υπουργείου Πολιτισμού.
Ένα σπουδαίο μνημείο της παλιάς πόλης
Σύμφωνα με την αρχαιολογική και ιστορική τεκμηρίωση της μελέτης, που υπογράφει ο αρχαιολόγος Κωστής Γιαμπιτζόγλου, το συγκρότημα του Γκαζί Ντελί Χουσεΐν Πασά αρχικά περιελάμβανε τζαμί, ιμαρέτι, βιβλιοθήκη και ένα σχολείο. Ιδρύθηκε από τον Γκαζί Ντελί Χουσεΐν Πασά, τον κατακτητή του Ρεθύμνου και αρχιστράτηγο του οθωμανικού στρατού στην Κρήτη μεταξύ 1646-1656. Στην πραγματικότητα, ο Χουσεΐν Πασάς δεν κατασκεύασε νέα κτήρια, αλλά χρησιμοποίησε τα υφιστάμενα ενετικά, δίδοντάς τους νέες χρήσεις. Το τζαμί και η βιβλιοθήκη, που ιδρύθηκαν το έτος 1646 και έχουν κηρυχθεί ιστορικά διατηρητέα μνημεία, προήλθαν από την μετατροπή του καθολικού της Μονής της Παναγίας των Αυγουστινιανών μοναχών και του παρεκκλησιού, αφιερωμένου στο Corpus Christi (σώμα του Χριστού), αντίστοιχα. Λίγα χρόνια αργότερα, το έτος 1654, σύμφωνα με καταχώρηση στο κατάστιχο του καδή του Ρεθύμνου, μετέτρεψε και το Καθολικό της γειτονικής μονής του Αγίου Φραγκίσκου σε ιμαρέτι του συγκροτήματος του τζαμιού. Ο ίδιος, για την συντήρησή τους, δημιούργησε ένα ευαγές ίδρυμα (βακούφι) που περιελάμβανε τις προσόδους 11 οικισμών από τις επαρχίες Ρεθύμνου, Αγίου Βασιλείου, Χανίων και Κισσάμου. Το έτος 1658 στα βακούφια του τζαμιού περιλαμβανόταν και ο κοντινός στην πόλη του Ρεθύμνου, οικισμός του Χρωμοναστηρίου. Το τζαμί και το ιμαρέτι αναφέρονται και από τον Οθωμανό περιηγητή Εβλιά Τσελεμπί κατά την διάρκεια της επίσκεψής του στην Κρήτη το 1669.
Η λειτουργία του τζαμιού έπαψε πάντως το 1923, μετά την αποχώρηση και των τελευταίων μουσουλμάνων από το Ρέθυμνο. Για μικρό διάστημα, το 1925, το τζαμί χρησιμοποιήθηκε σαν αποθήκη, ενώ το ίδιο έτος έγινε μια αποτυχημένη προσπάθεια λειτουργίας του ως ναού αφιερωμένου στον Άγιο Νικόλαο.
Σήμερα το μνημείο ανήκει στον Σύνδεσμο Διαδόσεων Καλών Τεχνών Ρεθύμνου και χρησιμοποιείται για τις ανάγκες λειτουργίας του Ελληνικού Ωδείου, ενώ φιλοξενεί σημαντικές πολιτιστικές και κοινωνικές εκδηλώσεις στην κυρίως αίθουσά του, η οποία έχει μετονομαστεί σε «Αίθουσα Παντελή Πρεβελάκη».