Η Μεγάλη Πέμπτη είχε μεγάλη σημασία για τους Ρεθεμνιώτες του πρώτου μισού του περασμένου αιώνα. Γιατί πέρα από το θλιβερό χρονικό της ημέρας θα είχε την ευκαιρία το εκκλησίασμα να ακούσει το «Σήμερον Κρεμάται», όπως το έλεγε μοναδικά ο παπα-Χρύσανθος Βιτσικουνάκης.
Ήταν ένας άγγελος καλοσύνης, ένας υπέροχος λευίτης, ένας άξιος λειτουργός του υψίστου.
Μαρτυρική μορφή, αφού πολύ νέος ανέλαβε το βάρος μιας ολόκληρης οικογένειας.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Ο κατά κόσμον Εμμανουήλ Βιτσικουνάκης ήταν γιος του Νίκου και της Μαρίας το γένος Πωλογιώργη. Γεννήθηκε το 1882 στο Ρέθυμνο και από μικρός έδειχνε μεγάλη κλίση στη μουσική. Ο πατέρας του τον καμάρωνε και ένοιωθε πολύ σίγουρος για την εξέλιξη του πρωτογιού του. Ναι θα τον σπούδαζε. Γιατί να τον αδικήσει; Έδειχνε μια έντονη έφεση στη θεία λατρεία. Κι αυτό ήταν προτέρημα κατά τον πατέρα του. Μακάρι να τον καμάρωνε και δεσπότη!
Έτσι ονειρευόταν ο πατέρας αλλά διαφορετικά τα ήθελε η ζωή. Μόλις είχε πατήσει τα 17 ο Μανόλης, όταν έμεινε ορφανός από τον γεννήτορα. Κι έπρεπε τώρα να νοιαστεί τη μάνα του και τα τρία ακόμα αδέλφια. Η πιο μικρή ήταν η Μαρία, μόλις δύο χρόνων.
Χωρίς να παραπονεθεί ο μικρός Μανόλης με την ωριμότητα μεγάλου ανδρός προσπάθησε να βάλει σε μια τάξη τη ζωή του και να φροντίσει τη μόρφωση των αδελφών του. Όπως δεν είχε άλλη επιλογή αποφάσισε να γίνει κληρικός.
Έγινε πρώτα μοναχός και αργότερα διάκονος λαμβάνοντας το όνομα Χρύσανθος επί της εποχής του επισκόπου Χρυσάνθου Τσεπετάκη. Ιερέας χειροτονήθηκε από τον επίσκοπο Αθανάσιο Αποστολάκη και Αρχιμανδρίτης από τον μακαριστό επίσης Τίτο Σιλιγαρδάκη. Έχουν να λένε ότι επί Χρυσάνθου ήταν ξεχωριστές οι μεγάλες γιορτές της χριστιανοσύνης στην εκκλησία της Κυρίας των Αγγέλων χάρις στην εξαίσια φωνή του.
Ο παπα-Χρύσανθος ήταν και από τα πρώτα μέλη της Φιλαρμονικής Ρεθύμνου. Και σε μια έρευνα που έκανε ο σπουδαίος πολιτιστικός παράγων του τόπου Πολύβιος Τσάκωνας ο συμπαθής ιερέας έκανε την παρακάτω ενδιαφέρουσα μαρτυρία σχετικά με το ρεπερτόριο.
«Εκτός από τον εθνικό Ύμνο και τον Κρητικό Ύμνο, παίζαμε βαλς και διάφορα άλλα κομμάτια, εντός δε του έτους η φιλαρμονική Ρεθύμνης εμφανίστηκε στο κοινό της πόλης ερμηνεύοντας μαρς, βαλς, καντρίλιες, λανσιέδες, πόλκα, μαζούρκα, προντεκάτρ, Ερνάνι, Τροβατόρε, Νόρμα, ντουέτο Τραβιάτα, και διάφορες όπερες, την ιστορική όπερα «Αρκάδι» Γερμανού συνθέτη.
Η Φιλαρμονική εμφανιζόταν δυο φορές την εβδομάδα Πέμπτη και Κυριακή σε διάφορα κέντρα της πόλης. Τον λόγο αποχώρησης του πρώτου Αρχιμουσικού δεν ενθυμούμαι.
Ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος προσέλαβε τον παρεπιδημούντα Αρχιμουσικό Αντώνιο Βιενέλλα διευθυντή εν Ρεθύμνη εγχόρδου ορχήστρας και μετά τον Σωτήριο Ατζού Ιταλό που έμενε στην Αθήνα.
Η Φιλαρμονική επί των ημερών του πραγματοποιούσε και εκδρομές εκτός της πόλης, όπως στις Μονές Αρκαδίου και Πρέβελη. Οι αγαθοί χωρικοί κάτοικοι των χωριών της διαδρομής που άκουγαν πρώτη φορά μουσική καταλαμβάνονταν από ενθουσιασμό και χαρά εσταυροκοπούντο και δάκρυζαν σαν να έβλεπαν κάτι σαν όνειρο και ουρανοκατέβατο.
Ένα χαριτωμένο περιστατικό
Ο παπα-Χρύσανθος στην αφήγησή του αναφέρει κι ένα χαριτωμένο περιστατικό που συνέβη στην Ιερά Μονή Πρέβελη.
Μετά το γεύμα που συνήθως παρείχε πλουσιότατο η Μονή, ο δάσκαλος της Μουσικής ειδοποίησε να είναι όλοι έτοιμοι το απόγευμα για να παίξουν.
Και συνεχίζει ο παπα-Χρύσανθος:
«Προτού να έρθει η ώρα της εκτέλεσης του προγράμματος, όλοι οι μαθητές μπήκαν σε ένα αγκιναρόκηπο κι έφαγαν αρκετές αγκινάρες. Τόσες μάλιστα που προκάλεσαν κάτι απροσδόκητο και κωμικό.
Όταν ήρθε η ώρα για το πρόγραμμα, μαζεύτηκαν οι μοναχοί να καμαρώσουν τους μουσικούς, κι ο δάσκαλος δίνει τι σύνθημα να ξεκινήσει το εμβατήριο «Από φλόγες η Κρήτη ζωσμένη». Εκφωνεί «τα όργανα επί του στόματος» υψώνοντας την μπακέτα του. Με το κατέβασμα του χεριού που σημαίνει άμεση έναρξη κανένας από τους μαθητές δεν μπορεί να αποδώσει φωνή οργάνου.
«Τι πάθατε βρε παιδιά;» φώναζε ο δάσκαλος εκτός εαυτού πια μετά το φιάσκο. Αλλά το «μοιραίο» είχε συμβεί.
Ο αγκιναρόκηπος είχε εκδικηθεί για τον …αποκεφαλισμό του. Με το φάγωμα των αγκιναρών έστυψαν τα χείλη των μουσικών και ήταν αδύνατο να αποδώσουν φωνή. Η εξακρίβωση του αιτίου προκάλεσε θύελλα γέλιου και η εκτέλεση ανεβλήθη για την επομένη το πρωί.
Ο παπα-Χρύσανθος αξιώθηκε να καμαρώσει την αδελφή του Μαρία Παπαϊωάννου, που στο μεταξύ είχε παντρευτεί, μια από τις σημαντικότερες γυναίκες της πόλης με πολυσήμαντο έργο κοινωνικής και πολιτιστικής προσφοράς. Είχε ακολουθήσει σπουδές στο Αρσάκειο και μάλιστα με υπογραφή κηδεμόνα αυτή του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Ο αδελφός του Πέτρος που είχε ακολουθήσει καριέρα στρατιωτικού, ήταν ένα από τα θύματα του εμφυλίου πολέμου. Όσο για την άλλη του αδελφή την Άννα, την σπούδασε στη Χαροκόπειο σχολή Οικοκυρικών της Αθήνας.
«Ιούδες» στους κόλπους της Εκκλησίας
Η σημασία της ημέρας όμως που μας οδηγεί και στον Ιούδα το δόλιο δημιουργεί συνειρμούς με κληρικούς που δεν σεβάστηκαν την ιερή αποστολή τους.
Σε μια ενδιαφέρουσα έρευνά του ο καλός συνάδελφος Αλέκος Ανδρικάκης αναφέρεται στον Παΐσιο και στον σκοτεινό του ρόλο όταν διαδραματιζόταν η τραγωδία του Αρκαδίου.
Από τη σχετική αναφορά στην εφημερίδα «Πατρίς» σταχυολογούμε τα εξής ενδιαφέροντα:
Ένας ιεράρχης ήταν εκείνος που παρέδωσε τη μονή του Αρκαδίου στα χέρια των Τούρκων!
Τη φοβερή καταγγελία που δεν γράφτηκε ποτέ στα βιβλία της Κρητικής ιστορίας, διατύπωσε λίγες ημέρες μετά την ανατίναξη, η Γενική Συνέλευση των Κρητών, αποκηρύσσοντας δημόσια τον επίσκοπο Λάμπης Παΐσιο.
Ο επίσκοπος, δηλαδή που πρόδωσε το Αρκάδι, ήταν εκείνος που είχε στην εκκλησιαστική του σκέπη το μοναστήρι!
Στο κείμενο της αποκήρυξης αναφέρονται και οι επιστολές που αντάλλαξαν ο Παΐσιος με τον Μουσταφά πασά και οι συνεννοήσεις που έκαναν.
Ο ρόλος(;) του Παΐσιου στην υπόθεση του Αρκαδίου σχεδόν ποτέ δεν αναφέρθηκε. Υπάρχει μόνο από όσα έχουμε διαπιστώσει, μια αιχμή για τις περίεργες σχέσεις του με την τουρκική διοίκηση στην «Ιστορία της Κρήτης» του Βασίλειου Ψιλάκη. Οι λόγοι που ο προδοτικός του ρόλος δεν έχει αναδειχτεί δεν μας είναι φυσικά γνωστοί. Είναι όμως σίγουρο ότι ο ιεράρχης που δεν καταγόταν από την Κρήτη, έπαιξε αυτό το ρόλο, καθώς στο Κρητικό Αρχείο εντοπίσαμε και άλλα έγγραφα, επιστολές μοναχών, με τις οποίες καλείται να μεσολαβήσει στην τουρκική διοίκηση προκειμένου αυτοί να έχουν καλή αντιμετώπιση από τους Τούρκους. Μάλιστα τέτοιες επιστολές είναι μεταγενέστερες του Αρκαδίου. Χρονολογούμενες από το καλοκαίρι του 1867, γεγονός που σημαίνει ότι η προδοσία και η αποκήρυξη του Παΐσιου δεν ήταν αρκετά στοιχεία για την απομάκρυνσή του. Και δεν μπορούσαν να είναι, καθώς ο ίδιος· ο τότε μητροπολίτης Κρήτης Διονύσιος είχε κατηγορηθεί πολλές φορές ότι είχε επίσης άριστες σχέσεις με το καθεστώς. Φυσικά η, στη συνέχεια, ανάδειξη του Διονυσίου, επίσης μη Κρητικού, στο αξίωμα του Οικουμενικού Πατριάρχη εξηγεί πολλά για τον τρόπο της λειτουργίας της επίσημης ηγεσίας της εκκλησίας εκείνη την περίοδο. Πάντως και στην Κρήτη η στάση του Διονύσιου και του Παΐσιου δεν αποτελούσε εξαίρεση, τουλάχιστον για τη δράση της πλειοψηφίας των ιεραρχών, η οποία είχε άριστες σχέσεις με τους Τούρκους·; ακόμη και κατά την επανάσταση. Σε αντίθεση με τον μεσαίο και κατώτερο κλήρο, αρχιμανδρίτες, μοναχούς και ιερείς. Άλλωστε η στάση μεταξύ άλλων, του επαναστάτη ηγουμένου του Αρκαδίου Γαβριήλ, του ηγουμένου της μονής Ιερουσαλήμ του Ηρακλείου Μελετίου, των ιερομόναχων Παρθενίων, Περίδη και Κελαϊδή αυτό αποδεικνύει. Με το ένα χέρι κρατούσαν το τουφέκι και το άλλο το Ευαγγέλιο.
Η δημόσια αποκήρυξη του Παΐσιου από τη Συνέλευση των Κρητών Ζούρβα 30-11-1886. Την υπογράφουν και οι δύο ιερομόναχοι Παρθένιοι, των οποίων η πατριωτική δράση είναι σε απόλυτη αντίθεση με την προδοσία του επισκόπου.
Η συγκλονιστική καταγγελία -αποκήρυξη του επισκόπου από τη Συνέλευση, η οποία αναδημοσιεύτηκε στο δεύτερο ο τεύχος της εφημερίδας «Κρήτη» που εξέδιδαν οι επαναστάτες από το Νοέμβριο του 1866 έχει ως εξής:
ΑΠΟΚΗΡΥΞΙΣ
ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ ΛΑΜΠΗΣ ΠΑΙΣΙΟΥ
Λαέ της Κρήτης!
Σας είναι ήδη γνωστόν το επί τρεις ολόκληρους ημέρας παρασταθέν φρικώδες και απαίσιον δράμα εν τω νέω ηρωϊκώ Μεσολογγίω Αρκάδι, εκεί οπού, μη δυνηθέντων των εν αυτώ πολιορκουμένων 250 ένδοξων και αρειμάνιων μαθητών, των μιμηθέντων τους εν Θερμοπύλαις Σπαρτιάτας ν’ ανθέξωσι πλέον εναντίον προσβολής εχθρού, έχοντος δυνάμεις ανωτέρας, και συνεπείς όντες εις τον ιερόν και αμετάτρεπτον όρκον, τον οποίον ενώπιον του Υψίστου έδωκαν του να μη παραδοθώσι ζώντες εις τας χείρας του εχθρού, έθεσαν πυρ και ανετινάχθησαν εις τον αέρα και μετ’ αυτών πλείστα γυναικόπαιδα και πλέον των 2500 Τούρκων. Εκεί οπού, εισβάλοντος του εχθρού, γέροντες εκρεουργήθησαν, ζώντα βρέφη εις φρούρνους κατεκάησαν, εγγύων γυναικών οι κοιλίαι κατεσχίθησαν, ιεροσιλείαι διεπράχθησαν και πλείστα άλλα κακουργήματα, άτινα κατεσυνεκίνησαν όλον τον κόσμον.
Τις δε η αιτία όλων τούτων;
Τις ο οδηγήσας τον εχθρόν εις Αρκάδι;
Τις ο προδώσας αυτό;
Φευ! Ο αρχιερεύς της επαρχίας Λάμπης, ο εφιάλτης ούτος και ουχί λειτουργός του Υψίστου, όστις αντί να μιμηθή εν ταις παρούσαις περιστάσεσι της πατρίδος του τον ένδοξον και αοίδοιμον εν Καλαβρύτοις Αρχιερεα Γερμανόν, τον αναπετάσαντα την σημαίαν της ελευθερίας, αντί να μιμηθή τον χάριν της πατρίδος του υποστάντα τον φρικώδη της αγχόνης θάνατον, τον αθανατον Πατριάρχην Γρηγόριον, τουναντίον εμιμήθη, τον ισκαριώτην Ιούδαν, τον προδώσαντα χάριν αργυρίου, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν.
Όθεν τον τοιούτον εφιαλτην της πατρίδος παραδίδομεν εις τα αράς ολοκλήρου του πανελληνίου.
Συ δε, ω λαέ της Κρήτης, αφού τρις αναθεματίσης τον εφιάλτην τούτον φρόντιζε όπως ανακαλύπτης τους τοιούτους, οίτινες βεβαίως εισίν ολίγιστοι και τιμωρής με θάνατον αυτούς προς παραδειγματισμόν.
Ιδού αι του εφιάλτου προδοτικαί επιστολαί.
α) Του αρχιερέως προς τον Μουσταφάν.
«Εξοχώτατε.
Σας ειδοποιώ ως και προφορικώς εμείναμεν σύμφωνοι ότι εις το Αρκάδι πρέπει να υπάγετε δια να το καταστρέψετε, καθότι δια της καταστροφής αυτού επιτυγχάνετε την καταστροφήν όλων των επαρχιών του τμήματος Ρεθύμνης, καθ’ όσον εντός αυτού υπάρχουσιν αι επιτροπαί και τα πολεμοφόδια των ρηθεισών επαρχιών».
Και
β) η του Πασσά προς τον αρχιερέα.
«Σήμερον αναχωρώ και πηγαίνω εις το Αρκάδι δια να κάμω εκείνο οπού εμείναμεν σύμφωνοι άλλα απορώ πώς δεν μου εστείλετε εκείνα, τα οποία μου υπεσχέθητε και όταν επιστρέψω θέλω να τα εύρω».
(Τ\Σ.) Η Γενική Συνέλευσις των Κρητών
Παύλος Ανδρέου Μοράκης, Ιωσήφ Χ. Βουρδουβάκης, Ιωσήφ Α. Μανουσογιαννάκης, Λ. Ζ. Μπουμπουλάκης, Εμ. Μ. Θεοδωρίδης, Στυλιανός Λημητρακάκης, Στυλ. Παππαδάκης, Αλέξανδρος Μαρκάκης, Μάρκος Τζανουδάκης, Παρθένιος Περίδης, Παρθενιος Κελαϊδής, Δημήτριος Παππαδάκη.
Το γεγονός αναδεικνύει και ο κ. Ηλίας Λουλούδης σε δημοσίευμά του στην εφημερίδα ΡΕΘΥΜΝΟ (9/11/2011 με στοιχεία από την ίδια πηγή.
Ο Εφιάλτης της Κατοχής
Κι ενώ η ιστορία έχει να παρουσιάσει αναρίθμητες μορφές Αρχιερέων και απλών λειτουργών που τίμησαν το ράσο τους και την πατρίδα τους είχαμε και άλλους Ιούδες σε περιόδους κατοχής, που προκαλεί ακόμα ρίγος φρίκης η θύμησή τους.
Χαρακτηριστική περίπτωση ο παπα-Πρασσανός. Μεταξύ των άλλων θεωρείται υπαίτιος της σύλληψης του μεγάλου αγωνιστή Μιχαήλ Μαρούλη, την ημέρα της Παναγίας του 1942.
Οι Πρασσές γιόρταζαν με ευλάβεια τη μεγάλη μέρα. Κι εκεί που ετοίμαζαν οι χωριανοί, το πανηγύρι, αντιλαμβάνονται τους Γερμανούς να έχουν μπλοκάρει το χωριό. Σαν τα θεριά όρμισαν πάνω στους ανύποπτους ανθρώπους. Μάζεψαν στην πλατεία περί τους τριάντα πατριώτες, ανάμεσά τους και ο γιατρός Μιχάλης Μαρούλης.
Από τους συλληφθέντες, τότε, οι περισσότεροι άφησαν τα κόκαλά τους στα γερμανικά στρατόπεδα. Και ο Ιούδας των Πρασσών πέρασε στην ιστορία. Μέχρι και τραγούδι του έβγαλαν με μερικά ακόμα ονόματα προδοτών που είχε γίνει σουξέ μετά τον πόλεμο στη μελωδία του «Κορόιδο Μουσολίνι».
Από προφορικές μαρτυρίες άκουσα και το εξής για τον επίορκο ιερέα.
Με την απελευθέρωση ήταν από τους πρώτους που συνέλαβαν οι αντάρτες και τον έσερναν στη Σοχώρα για να δικαστεί. Ο όχλος ούρλιαζε στο πέρασμά του, γιατί καθένας είχε να θυμηθεί το δικό του θύμα ανεξάρτητα αν δεν έφταιγε για όλους τους αδικοχαμένους από προδοσία ο παπα-Πρασσανός.
Σε μια στιγμή πετιέται μέσα από τον κόσμο ένας και επιχειρεί να ξυρίσει με λεπίδα τον παπα-Πρασσανό. Τότε μπαίνει μπροστά ο Μανούσος Πραματευτάκης, ο γραμματέας της ΕΠΟΝ, που χάθηκε τόσο άδικα στον εμφύλιο του Ρεθύμνου το Γενάρη του 1944. Απλώνει τα χέρια δημιουργώντας μια ασπίδα προστασίας για τον ιερέα.
– Δεν έχετε το δικαίωμα, φώναξε, να πάρετε εσείς αποφάσεις για την τύχη του. Πρέπει να δικαστεί κι άλλοι ν’ αποφασίσουν αποδίδοντας δικαιοσύνη. Κάνετε πέρα λοιπόν…
Ο Μανούσος δεν ήταν πάνω από 18 χρόνων. Όμως ακόμα και οι μεγαλύτεροι τον σέβονταν λόγω του ξεχωριστού, αδαμάντινου χαρακτήρα του. Έτσι και τότε ακούστηκε ο λόγος του. Και ο θλιβερός προδότης σώθηκε από βέβαιο λυντσάρισμα.
Οι μεμονωμένες αυτές περιπτώσεις δεν μπορούν φυσικά να αμαυρώσουν την εικόνα της τοπικής εκκλησίας που κόσμησαν και κοσμούν πρότυπα κληρικών, ήρωες μάρτυρες μεγάλου βεληνεκούς όπως ο Γαβριήλ του Αρκαδίου, ο Αγαθάγγελος του Πρέβελη, ο Διονύσιος Ψαρουδάκης, ο Αντώνιος Ξυδάκης, ο παπα-Γιάννης Αλεβυζάκης, ο παπα-Σκουλάς και αναρίθμητοι άλλοι. Προπύργια πίστης και ελληνισμού που άφησαν έντονο το αποτύπωμά τους σε κάθε δίσεκτο καιρό.