Μέρος Β’
Η παραίτηση του από το Ρωμαϊκό στρατό και η καταδίκη του σε θάνατο
Αυτά, όταν τα έμαθαν ο Πιλάτος, οι Αρχιερείς και το Συνέδριο των Ιουδαίων, έστρεψαν κατά του Λογγίνου όλο το μίσος που είχαν κατά του Χριστού και ζητούσαν ευκαιρία να τον θανατώσουν. Ο Εκατόνταρχος, μόλις πληροφορήθηκε από ένα φίλο του το σχέδιο των Ιουδαίων και για να απαλλαγεί, όσο το δυνατόν νωρίτερα απ’ αυτούς, τους φθονερούς και δολοφόνους, απορρίπτει τη ζώνη και τη χλαμύδα, περιφρονεί το αξίωμά του, απαρνείται τους συναδέλφους του, τους συνεργάτες του, τους συγγενείς και τους φίλους του και πηγαίνει στην πατρίδα του, την Καππαδοκία σε ένα κτήμα πατρογονικό του, μαζί με δύο στρατιώτες της συνοδείας του που πίστευσαν στον Χριστό και έκτοτε ζούσαν μια ζωή ασκητική και ατάραχη.
Εκεί, λοιπόν, γίνεται -μετά των συντρόφων του- κήρυκας των παραδόξων και θαυμασίων του Χριστού και άλλος απόστολος. Κηρύττει όσα έζησε κατά την Σταύρωση και Ανάσταση. Ομολογεί τον Χριστό Υιό του Θεού. Η ομολογία του διαδόθηκε σχεδόν σ’ όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Χωρίς φόβο κηρύττει, ότι ο Εσταυρωμένος Ιησούς είναι Θεός αληθινός.
Αυτό, όταν το έμαθαν οι Ιουδαίοι, όχι μόνο θορυβήθηκαν, αλλά και ξέσπασαν το μίσος τους για το Χριστό εναντίον του. Μαζεύτηκαν και κατάφεραν τον Πιλάτο να γράψει κατηγορίες για τον Λογγίνο προς τον Αυτοκράτορα της Ρώμης Τιβέριο.
Ο Πιλάτος ανέφερε, ότι ο Λογγίνος περιφρόνησε το αξίωμά του και την πίστη του και κήρυττε έναν άνθρωπο Ιησού Χριστό για βασιλέα αιώνιο, παρέσυρε στη γνώμη αυτή τους περισσοτέρους από τους Καππαδόκες. Οι Ιουδαίοι, μαζί με την επιστολή προς τον Τιβέριο, έστειλαν και χρυσάφι για να τον πείσουν να καταδικάσει το Λογγίνο σε θάνατο. Δεν πέρασε πολύς καιρός και φτάνει από τη Ρώμη η απάντηση με το πρόσταγμα του Τιβέριου. Να τιμωρηθεί με θάνατο ο Λογγίνος, ως εχθρός της Αυτοκρατορίας. Μια και δυο σηκώνεται ο Πιλάτος και ορίζει τους στρατιώτες που θα πάνε στη Καππαδοκία να εκπληρώσουν τη διαταγή και να φέρουν στην Ιερουσαλήμ το κεφάλι του Εκατόνταρχου. Και μαζί με τον Εκατόνταρχο, πρόσταξε ο Πιλάτος να αφανιστούν κι οι δύο σύντροφοι, που είχαν παρατήσει μαζί με το Λογγίνο το στρατιωτικό αξίωμα και κήρυτταν εκεί, όπως κι αυτός, το Χριστό.
Η φιλοξενία των δημίων του
Κινήσανε οι αποσταλμένοι της εξουσίας και εξετάζανε τα μέρη, γυρεύοντας να βρουν το Λογγίνο και ρωτώντας πού ζει. Και μαθαίνοντας πως τραβήχτηκε στο πατρικό χωριό του, πήρανε βιαστικά το δρόμο του χωριού εκείνου. Και πορεύονταν μυστικά, αναζητώντας το Λογγίνο και ρωτώντας γι’ αυτόν σα να του φέρνανε μήνυμα χαρμόσυνο και τιμές. Έτσι, το θέλημα του Θεού ήταν, ν’ ανταμώσουν οι στρατιώτες του Πιλάτου το Λογγίνο στην άκρη του χωριού. Και κείνος, καθώς ήτανε γεμάτος από Άγιο Πνεύμα, τους γνώρισε και κατάλαβε τί θέλανε. Σηκώθηκε να τους καλωσορίσει, τους μίλησε με αγάπη λόγια εγκάρδια και προσφέρθηκε να τους υπηρετήσει, χωρίς να γνωρίζουν ποιος τους φιλοξενούσε. Ο Λογγίνος έπειτα ενημέρωσε τους δύο πρώην στρατιώτες του να έρθουν στο σπίτι του καθώς και να τους προετοιμάσει για το μαρτύριό τους.
Η αποκάλυψή του στους δημίους και η αποκεφάλισή του
Αφού τους φιλοξένησε ένα βράδυ, το επόμενο πρωί κι αφού ο Λογγίνος με τους δύο φίλους του προσευχήθηκαν για την επερχόμενη ώρα της θυσίας τους και στη συνέχεια τους αποκάλυψαν ποιοι ήταν και για ποιο λόγο εκείνοι είχαν έρθει. Αρχικά οι απεσταλμένοι των Ιουδαίων δίστασαν, πώς θα μπορούσαν να κάνουν ένα τόσο μεγάλο κακό σε αυτόν που τους φιλοξένησε. Εκείνος όμως και οι δύο φίλοι ήταν έτοιμοι να θυσιαστούν για το Χριστό και αφού τους έπεισαν να κάνουν αυτό για το οποίο είχαν έρθει τους αποκεφάλισαν και τους τρεις. Την τίμια κεφαλή του Εκατόνταρχου οι στρατιώτες την πήγανε στον Πιλάτο, μαρτυρία του θανάτου. Κι οι Ιουδαίοι βγάλανε απόφαση και την πετάξανε έξω από την πόλη στα σκουπίδια. Κι έμεινε η κεφαλή πεταμένη πέρα από τα τείχη, ώσπου τη σκεπάσανε ολότελα τα χώματα και τα σκουπίδια της πόλεως. Ο Κύριος όμως δεν άφησε την τιμία κεφαλή να μείνει εκεί περιφρονημένη στην κοπριά που την έριξαν. Την φύλαξε αόρατη και την προστάτευε από το βρωμερό μέρος που την έριξαν. Μετά από λίγους αιώνες τη βρήκε μια τυφλή γυναίκα μετά από θαύμα ζητώντας να ξαναβρεί την όρασή της, κατόπιν μετά από υπόδειξη του Αγίου Λογγίνου, η Τιμία Κάρα του μεταφέρθηκε στην πατρίδα του τη Σανδιάλη της Καππαδοκίας όπου και χτίστηκε Ιερός Ναός προς τιμήν του. Η μνήμη του εορτάζεται κάθε χρόνο στις 16 Οκτωβρίου.
Πηγές: Ο Άγιος Λογγίνος ο Εκατόνταρχος, Αρχιμανδρίτου Χαραλάμπους Βασιλόπουλου, εκδόσεις Ορθόδοξος Τύπος Αθήνα 1997