Ευτύχησα να γνωρίσω τον Παύλο Βαρδινογιάννη από πολύ κοντά και σ’ αυτόν οφείλω τις όποιες γνώσεις χρειαζόταν ο δημοσιογράφος του καιρού μου για να μπορεί να έχει μια πρώτη εκτίμηση της πολιτικής κατάστασης.
Εκεί στο τόσο φιλόξενο σπίτι του αείμνηστου Κωστή Ψυχογιουδάκη, στην οδό Βοσπόρου, καθόμασταν συχνά απολαμβάνοντας τις νοστιμιές που ετοίμαζε η ακούραστη οικοδέσποινα, ενώ ο Παύλος μας έλεγε πάντα κάτι από την πολυκύμαντη ζωή του.
Είχα εντυπωσιαστεί πολύ από την άνεσή του να μιλά σε τρία διαφορετικά τηλέφωνα και σε αντίστοιχες γλώσσες Μέχρι και Αραβικά.
Ο Παύλος ήθελε την άμεση επαφή με το λαό.
Εκείνο το περίφημο «ίντα ψήνεις θειά», όταν με το θάρρος έμπαινε στα σπίτια κάνοντας περιοδεία στα χωριά τον είχε καταξιώσει στις καρδιές.
Καλύτερα να σε «ψηφούν»
– Ξέρεις τι χαίρομαι από τους ανθρώπους Εύα; μου είπε μια μέρα. Το γεγονός ότι με ψηφούν. Άλλο ποιοι με ψηφίζουν. Το να σε ψηφάνε είναι το παν για έναν πολιτικό.
Ήταν ένας σπουδαίος άνθρωπος ο Παύλος Βαρδινογιάννης. Και δικαιολογούσα πάντα τον αξέχαστο Στέλιο Κιαγιαδάκη που ήθελε με κάθε τρόπο να κρατά άσβεστη τη μνήμη του.
Κάνοντας ένα αφιέρωμα στη μνήμη του, θα προσπαθήσω να σταθώ σε σημεία από τη ζωή και το έργο του που δεν είναι πολύ γνωστά.
Για τους νεότερους αναγνώστες μόνο να σημειώσουμε πως ο Παύλος Βαρδινογιάννης γεννήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου του 1925. Πρώτο από τα δέκα παιδιά που έμελλε ν’ αποκτήσει το ζευγάρι Ιωάννης Βαρδινογιάννης και Χρυσή Θεοδωρουλάκη η καταγωγή των οποίων ήταν από τον Άη – Γιάννη και τ’ Ασφέντου των Σφακίων αντίστοιχα. Κατοικούσαν πριν από τον γάμο τους η μεν Χρυσή Θεοδωρουλάκη στο Γεράνι Ρεθύμνης, ο δε Ιωάννης Βαρδινογιάννης στην Επισκοπή Ρεθύμνης όπου και διέμειναν και μετά τον γάμο τους.
Ο Παύλος Βαρδινογιάννης, μαθήτευσε στο Γυμνάσιο Ρεθύμνης έως και την 2α Γυμνασίου οπότε και πήγε στον Πειραιά, όπου παρακολούθησε την 3η και 4η τάξη στο γυμνάσιο Πειραιώς. Ταυτόχρονα αυτά τα δύο χρόνια παρακολουθούσε και μαθήματα Γαλλικών στο Γαλλικό σχολείο. Επέστρεψε πάλι στο Ρέθυμνο όπου στο εκεί Γυμνάσιο συνέχισε κι επεράτωσε τις γυμνασιακές του σπουδές. Αποφοίτησε σε ηλικία, μόλις, 16 ετών.
Αν και έφηβος ακόμη, στη διάρκεια της κατοχής του 1940, είχε λάβει μέρος στον αντιστασιακό αγώνα. Συνελήφθη από τους Γερμανούς και με συνοπτικές διαδικασίες, καταδικάστηκε σε θάνατο. Κλείστηκε στις Φυλακές Αγυιάς Χανίων.
Τότε ο θείος του, Γεώργιος Θεοδωρουλάκης, μόλις ειδοποιήθηκε για την σύλληψη του Παύλου, φεύγει κατευθείαν από το Γεράνι και πηγαίνει τα Χανιά. Εκεί βρήκε γνωστό δικηγόρο, ο οποίος είχε μεγάλη πρόσβαση, λόγω ιδιότητας, στο Γερμανικό Στρατοδικείο Χανίων. Και του ζήτησε να μεσολαβήσει για τον Παύλο.
Ο δικηγόρος συμφώνησε αλλά ζήτησε δέκα χρυσές λίρες για τη μεσολάβηση ποσόν αστρονομικό για την εποχή.
Μάταια ο θείος τον παρακαλούσε να περιοριστεί σε λάδι, είτε λάστιχα, είτε αδιάβροχα, ό,τι είχε δηλαδή ο καημένος να διαθέσει. Ανένδοτος ο Χανιώτης επέμενε στις δέκα χρυσές.
Είδε κι απόειδε ο δυστυχής και πήρε το δρόμο της επιστροφής.
Περνώντας από το Βάμο κουρασμένος καθώς ήταν κτύπησε την πόρτα του Μποτωνάκη πρώτου ξαδέλφου του.
Εκεί που έπιναν το κρασί τους άφησε τον πόνο του να ξεχειλίσει. Η σκληρότητα του δικηγόρου τον είχε εξοργίσει. Μα να θέλει να βγάλει λεφτά όταν ένα παλικάρι κινδυνεύει να στηθεί στον τοίχο;
Ο ξάδελφος τον καθησύχασε. Είχε ο ίδιος ένα ολόκληρο πεντόλιρο. Θα του το έδινε με χαρά προκειμένου να σωθεί ο Παύλος. Έβγαλε φτερά ο Θεοδωρουλάκης μπροστά στη λεβέντικη χειρονομία του ξαδέλφου του. Πήγε στην Επισκοπή βρήκε άλλες τρεις λίρες και ξανά πήρε το δρόμο για Χανιά.
Αυτή τη φορά ο δικηγόρος δέχτηκε τις 8 λίρες κι έτσι ο Παύλος βρέθηκε λεύτερος. Μα δεν κάθισε ήσυχος.
Είχε μάλιστα την ευκαιρία να τον καλέσουν για διερμηνέα στο Γερμανικό Φυλάκιο Μυριοκεφάλων, οπότε μπορούσε να δρα ανενόχλητος. Όχι για πολύ όμως.
Μια μέρα τον κάλεσε ο διοικητής του Φυλακίου ένας αξιοπρεπής Αυστριακός που λάτρευε τον Παύλο γιατί έβλεπε στο πρόσωπό του το γιο του που πολεμούσε στο Στάλινγκραντ.
Χωρίς περιστροφές του είπε ότι είχε εντολή από τα Ες Ες να τον συλλάβει αλλά αυτός θα του χάριζε τη ζωή για χάρη του γιου του.
Ο Παύλος τον κοίταξε με ευγνωμοσύνη κι έφυγε βιαστικά μουρμουρίζοντας ευχαριστίες.
Ο διοικητής κοίταξε στην πόρτα που μόλις είχε κλείσει πίσω του ο νεαρός διερμηνέας και είπε στενάζοντας:
«Είθε ο Θεός να σας προστατεύη και τους δυό», εννοώντας τον γιο του και τον Παύλο.
Κυνηγημένος ο Παύλος έφυγε για την Ασή Γωνιά.
Γυρνούσε από λιμέρι σε λιμέρι μαζί με τους Εγγλέζους οι οποίοι κάποια στιγμή του επισήμαναν τον κίνδυνο να συλληφθεί και του ζήτησαν να φύγει στην Αθήνα, όπως κι έγινε.
Σύντομα όμως αποκαλύφθηκε η φυγή του και οι ναζί άρχισαν να τον ψάχνουν αυτή τη φορά στην πρωτεύουσα. Και λίγο πριν τον πλησιάσουν κατάφερε με τη βοήθεια των Άγγλων να φύγει για την Αίγυπτο.
Εκεί έμεινε περίπου έναν χρόνο και τότε έμαθε τις πρώτες του λέξεις στην Αραβική γλώσσα, γλώσσα την οποία αργότερα μιλούσε απταίστως. Από την Αίγυπτο επέστρεψε στην Κρήτη ως Εγγλέζος Ανθυπολοχαγός και λόγω του ότι μιλούσε απταίστως και την Αγγλική και την Γερμανική γλώσσα όλοι οι Γερμανοί στο τέλος της κατοχής παρεδόθησαν σε αυτόν ή μέσω αυτού.
Με την απελευθέρωση σπούδασε Νομική Οικονομικά και Πολιτικές Επιστήμες.
Η φτώχεια που τον δυνάστευε τότε δεν τον επηρέασε στις αποφάσεις του να χορτάσει τη γνώση.
Με το Μάρκο και τον Θεόδωρο Φουντουλάκη έμεναν οι τρεις σε όλη τους τη φοιτητική ζωή σε μια καμαρούλα στο Παγκράτι.
Αυτά τα χρόνια τους ένωσαν σε στενούς δεσμούς φιλίας μέχρι το τέλος της ζωής τους.
Από το 1947 ο Παύλος αφιερώθηκε στα κοινά έχοντας την πολύτιμη στήριξη του Σοφοκλή Βενιζέλου που τον είχε ορίσει ιδιαίτερο γραμματέα στο πολιτικό του γραφείο.
Οι γνώσεις του και η άνεσή του στις ξένες γλώσσες τον έφεραν πολλές φορές με ελληνικές αντιπροσωπείες σε διεθνείς συναντήσεις όπως στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στα Ηνωμένα Έθνη.
Τότε ήταν που τον προσκάλεσε η Ελεονώρα Ρούσβελτ στην κατοικία της στο Χάυντ Παρκ. Εκεί ο Παύλος γνώρισε και συνδέθηκε με βαθειά φιλία με τον Νεχρού Γιαβαχαρλάλ (Γκάντι), τον πρώτο πρωθυπουργό της ανεξάρτητης Ινδίας και πατέρα της μετέπειτα πρωθυπουργού, της Ίντιρα Γκάντι.
Το 1952 με ψυχραιμία, ως Διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του Σ. Βενιζέλου, ο Παύλος Βαρδινογιάννης, παρηκολούθησε τις πικρές στιγμές της συντριβής των Φιλελευθέρων και την ομαδική διαρροχή των στελεχών του προ του Συναγερμό. Στιγμές που τον έκαναν ν’ αποφασίσει ν’ αναμιχθεί πλέον ενεργότερα με την πολιτική.
Το 1954, τα πολιτικά του προσόντα επιβραβεύονται με την εκλογή του, από το Πανεπιστημιακό Συνέδριο, ως Πρόεδρος της Μορφωτικής Επιτροπής Ευρώπης.
O πολιτικός Παύλος Βαρδινογιάννης
Το 1956, για πρώτη φορά θέτει υποψηφιότητα και μάλιστα ως ανεξάρτητος Βουλευτής Ρεθύμνης και εκλέγεται.
Στις εκλογές του 1958 ο Παύλος Βαρδινογιάννης εκλέγεται πρώτος βουλευτής Επικρατείας.
Τον ίδιο χρόνο, το 1958, μαθαίνει μέσα σ’ έναν μήνα μόνος του Ρώσσικα για να μεταβεί επικεφαλής της Ελληνικής αντιπροσωπείας συνοδεύοντας τον Σοφοκλή Βενιζέλο στην Μόσχα, όπου είχε προγραμματισθεί συνάντησις με τον τότε Υπουργό Εξωτερικών, Γκρομύκο. Στην αντιπροσωπεία εκείνη μετείχον αντιπρόσωποι όλων των κομμάτων. Ο Παύλος Βαρδινογιάννης εξελέγη Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδος, στην οποία παρίσταντο 600 Βουλευτές – αντιπρόσωποι απ’ ολόκληρον κόσμο. Κατά τη διάρκεια της εκεί παραμονής του σε ομιλία από τον τοπικό Ραδιοφωνικό Σταθμό, αλλά και ενώπιον του συνεδρίου, προέβαλε τα Ελληνικά θέματα τόσο επιδέξια που ο τότε Έλληνας πρεσβευτής στην Μόσχα, Παππάς, απέστειλε λίαν εγκωμιαστικής έκθεσι για τον Παύλο Βαρδινογιάννη προς το Υπουργείο Εξωτερικών.
Το 1959, ως Βουλευτής Ρεθύμνης, ήταν ένας από τους 11 βουλευτές από ολόκληρη την Ευρώπη που προσεκλήθησαν από τον Δήμαρχο της Βιέννης στην Ευρωπαϊκή Συνδιάσκεψη, όπου συνεζητήθησαν όλα εκείνα τα θέματα τα οποία απασχολούσαν την Ευρώπη.
Την ίδια επίσης χρονιά, του 1959, ωρίσθη ως αντιπρόσωπος του Ελληνικού κοινοβουλίου στην Επιτροπή Νέων Πολιτικών Ηγετών του Ν.Α.Τ.Ο.
Το 1960, μετέβη στην Αμερική, όπου είχε επαφές μ’ ολόκληρη την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής: τον Πρόεδρο Αϊζενχάουερ, τον αντιπρόεδρο Νίξον, τους προέδρους Βουλής και Γερουσίας, Κυβερνήτες διαφόρων Πολιτειών, τις οποίες επεσκέφθη προσκεκλημένος της Αμερικανικής κυβερνήσεως.
Ήταν δε ο πρώτος και ο μόνος Βουλευτής που συναντήθηκε με τον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο Κέννεντυ.
Κατά την επίσκεψη του Παύλου Βαρδινογιάννη στην Νέα Υόρκη, ο τότε Δήμαρχος της Αμερικανικής μεγαλουπόλεως μετονόμασε κεντρική πλατεία της πόλεως σε «Πλατεία Νήσου Κρήτης», τιμής ένεκεν.
Την ίδια χρονιά, επισκέφθηκε τον Καναδά, ως προσκεκλημένος της Καναδικής κυβερνήσεως και συναντήθηκε με τον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό Εξωτερικών του Καναδά.
Το 1960, στο Συνέδριο της Ουάσιγκτον εξελέγη εκπρόσωπος του Νοτιοανατολικού Τμήματος της Ευρώπης.
Το 1961 ο λαός του Ρεθύμνου έχοντας εκτιμήσει τις μεγάλες υπηρεσίες του Παύλου Βαρδινογιάννη τον επανεξέλεξε Βουλευτή με συντριπτική πλειοψηφία.
Αμέσως αρχίζει ο ανένδοτος αγώνας και ο Παύλος Βαρδινογιάννης βρίσκεται στην πρώτη γραμμή.
Το 1962 τον βρίσκει πρόμαχο και υπερασπιστή των δικαίων αγώνων του Ελληνικού λαού. Με σειρά αγορεύσεών του στην Βουλή, επί διαφόρων θεμάτων γενικού ενδιαφέροντος, καθώς και με επερωτήσεις, για τα εργατικά θέματα και την εξωτερική πολιτική, δίνει πάντοτε το παρόν σ’ όλους τους αγώνες.
Την ίδια χρονιά, 1962, με την συμμετοχή του σε τρία διεθνή συνέδρια, έλαβε ενεργό μέρος για την προβολή γενικών θεμάτων.
Στο συνέδριο της Βόννης προήδρευσε της Συνελεύσεως των Πολιτικών Ηγετών του Ν.Α.Τ.Ο. Επισκέφθηκε τους Έλληνες εργάτες στην Γερμανία και μελέτησε τις συνθήκες διαβιώσεως κι εργασίας τους.
Αξίωσε την καταβολή Γερμανικών αποζημιώσεων
Μετά την επάνοδό του πρότεινε την λήψη σειράς μέτρων, ώστε οι εκεί εργάτες να τύχουν κρατικής στοργής και να παύσουν να είναι αντικείμενο εκμεταλλεύσεως. Αξίωσε μάλιστα την καταβολή των Γερμανικών επανορθώσεων και την αποζημίωση και συνταξιοδότηση των θυμάτων της κατοχής.
Το 1963 επανεκλέγεται βουλευτής και καλείται να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο υπουργείο Εξωτερικών ως ιδιαίτερος συνεργάτης του αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως και Υπουργού των Εξωτερικών Σοφοκλή Βενιζέλου. Λόγω εξαιρετικής εμπιστοσύνης η Κυβέρνηση, κατ’ εντολήν του Υπουργού Εξωτερικών Σοφοκλή Βενιζέλου του ενεπιστεύθη το σοβαρότατο θέμα της μελέτης των φακέλων της διακυβερνήσεως της Ε.Ρ.Ε. και την έρευνα των μυστικών κονδυλίων του Υπουργείου Εξωτερικών.
Ως μέλος της Ελληνικής αντιπροσωπείας μετέβη στην ετήσια σύνοδο του Ν.Α.Τ.Ο. στο Παρίσι, όπου συζητήθηκε για πρώτη φορά το θέμα των αμυντικών δαπανών και έγιναν δεκτές οι Ελληνικές απόψεις.
Αναμίχθηκε επίσης ενεργά στην επίλυση της κρίσεως του Κυπριακού και τέλος συναντήθηκε με τον τότε Πρωθυπουργό της Γαλλίας, Πομπιντού κι άλλες ηγετικές προσωπικότητες του Δυτικού κόσμου.
Κατά τη διάρκεια της κηδείας του Κέννεντυ, τον Νοέμβριο του 1963 θα σχολιασθεί και θα γίνει θέμα συζητήσεων, ένας νεαρός, σχεδόν σαραντάρης τότε, για την άνεση και την ευχέρεια με την οποία εκινείτο ανάμεσα στις τρανές, εξέχουσες προσωπικότητες οι οποίες συνομιλούσαν μαζί του. Μα το πιο παράξενο ήταν ότι όλες αυτές οι προσωπικότητες, βασιλείς, αρχηγοί Κρατών, πολιτικοί, οικονομικοί παράγοντες κι ακόμη άνθρωποι των τεχνών και των γραμμάτων διαφόρων και διαφορετικών χωρών του κόσμου, συνομιλούσαν με τον νεαρό εκείνο ο καθένας τους στην δική του γλώσσα, την οποία ο νεαρός με ευχέρεια καταφαινόταν να χειρίζεται.
Πολλοί ερώτησαν τότε ποιος είναι αυτός ο νεαρός, για να λάβουν ως απάντηση: «Ο Παύλος Βαρδινογιάννης. Ο Έλληνας πολιτικός».
Όταν το 1963, μετά τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, σχηματίσθηκε η πρώτη κυβέρνηση της Ενώσεως Κέντρου, ανετέθη στον Παύλο Βαρδινογιάννη το υφυπουργείο Προεδρίας Κυβερνήσεως, αρμόδιον επί θεμάτων Τύπου. Στην κρίσιμη αυτή θέση, ο Παύλος Βαρδινογιάννης, επέδειξε ιδιαίτερη δραστηριότητα για την επίλυση φλεγόντων ζητημάτων του δημοσιογραφικού χώρου.
Εξ αιτίας της επιτυχούς του παραμονής σ’ αυτό το λειτούργημα, ο Γ. Παπανδρέου παρ’ ότι ήτο πιστός φίλος του πρόσφατα θανόντος Σοφοκλή Βενιζέλου, του ανέθεσε στην δεύτερη κυβέρνηση που προήλθε από τις εκλογές της 19ης Φεβρουαρίου 1964, την θέση του υπουργού άνευ χαρτοφυλακίου με αρμοδιότητα σε θέματα Τύπου και Διεθνών Σχέσεων.
Το 1964 στις 24 Σεπτεμβρίου παντρεύτηκε την Λήδα Κατακουζηνού, την τελευταία απόγονο του Βυζαντινού οίκου των Κατακουζηνών.
Πιστός στο Γέρο της Δημοκρατίας
Στις 15 Ιουλίου 1965 πέφτει η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου. Ο Παύλος Βαρδινογιάννης παρά τις τρομακτικές πιέσεις και τις «υπέροχες» υποσχέσεις να προσχωρήσει στους αποστάτες, παραμένει πιστός στον Γέρο της Δημοκρατίας, τον Γεώργιο Παπανδρέου.
Τον Αύγουστο του 1965 ο Παύλος Βαρδινογιάννης πάει, μέσω Ηρακλείου και όχι μέσω Χανίων, όπως συνήθιζε, στην Κρήτη για πρώτη φορά μετά την αποστασία.
Ο Κρητικός λαός του επεφύλαξε αναπάντεχη υποδοχή.
Βγαίνοντας από τ’ αεροπλάνο αντίκρισε μια απέραντη λαοθάλασσα. Μπήκε στ’ αυτοκίνητό του και ξεκίνησε για το Ρέθυμνο ακολουθούμενος από τα αυτοκίνητα εκείνης της λαοπλημμύρας. Όταν το αυτοκίνητο του Παύλου έφθανε στο Πέραμα Ρεθύμνης πολλά από τα αυτοκίνητα της πομπής δεν είχαν μπορέσει ακόμη να ξεκινήσουν από το Ηράκλειο, για ν’ αποτελέσουν μέρος της συνοδείας.
Φτάνοντας στο Ρέθυμνο, αυθόρμητα στάθηκε και μίλησε στην πλατεία του Αγνώστου Στρατιώτου. Ο λαός είχε κατακλύσει ολάκερη την παραλία, απ’ άκρη σ’ άκρη και τους γύρω δρόμους της.
Το αφιέρωμά μας θα κλείσει αύριο γιατί υπάρχει ακόμα μια άγνωστη πλευρά του πολιτικού Παύλου Βαρδινογιάννη που αξίζει να αναφερθεί.