Την αγανάκτηση χιλιάδων συνταξιούχων έχουν προκαλέσει οι κρατήσεις και η φορολόγηση ακόμα και αυτού του πενιχρού επιδόματος, που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ βάφτισε προκλητικά «13η σύνταξη». Η άγρια φορολογία πάνω σε ποσά των 300 και 400 ευρώ του επιδόματος, αλλά και οι κρατήσεις 6% για τον κλάδο Υγείας, στο όνομα του ότι είναι σύνταξη και όχι επίδομα δεν δείχνουν μόνο την κοροϊδία σε βάρος των απόμαχων της δουλειάς, αλλά αποδεικνύουν και κάτι ακόμα, πιο σημαντικό: Ότι παρά την προπαγάνδα της κυβέρνησης, περί «τέλους των μνημονίων», το αντιλαϊκό νομοθετικό πλαίσιο που θεσπίστηκε τα προηγούμενα χρόνια, από ΝΔ – ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκεται σε πλήρη εφαρμογή και λειτουργία. Και ότι μέσα σε αυτό το αντιλαϊκό πλαίσιο, που παραμένει ακλόνητο και επεκτείνεται με νέους νόμους στήριξης της κερδοφορίας των πλουσίων, ακόμα κι αυτά τα λίγα που δίνει η κυβέρνηση, κάτω από την πίεση των αγώνων, θα γίνονται ατμός. Να γιατί χρειάζονται συνολική εναντίωση στην αντιλαϊκή πολιτική και πάλη για την ανατροπή της. Να γιατί δεν πρέπει να πέσουν οι εργαζόμενοι στην παγίδα του «μικρότερου κακού», που τον στέλνει από τον έναν δήμιο στον άλλον, όπως δείχνει και ο καβγάς ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ, που είναι «κατά συρροή και κατά εξακολούθηση» οι δήμιοι των συντάξεων και των ασφαλιστικών δικαιωμάτων.
Η αντιλαϊκή πολιτική και τα βάσανα που φόρτωσαν στους εργαζόμενους έχουν κοινούς ιδιοκτήτες. Δεν τεμαχίζονται, δεν ξεχωρίζονται. Όπως, τη σφραγίδα όλων έχουν και οι νόμοι για τη στήριξη του κεφαλαίου, με φοροαπαλλαγές, προνόμια και μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για την εργοδοσία.
Γι’ αυτό οι εργαζόμενοι, την Κυριακή, μπροστά στην κάλπη, πρέπει να μην «τεμαχίσουν» και τη δική τους απάντηση. Με ενιαία ψήφο και στις τρεις κάλπες, ψηφίζοντας ΚΚΕ στις ευρωεκλογές και «Λαϊκή Συσπείρωση» σε τοπικές και περιφερειακές εκλογές, να καταδικάσουν τα κόμματα των μνημονίων και της αντιλαϊκής πολιτικής. Ελπίδα, για την ανάκτηση των απωλειών και το δυνάμωμα της πάλης για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών.
* Ο Στέλιος Αλεξάκης, είναι υποψήφιος σύμβουλος για τον Δήμο Ρεθύμνης με τη «Λαϊκή Συσπείρωση»