Πρωί ξύπνησε ο κηπουρός. Με βιάση για τον κήπο του κίνησε.
Καθημερινή συνήθεια, χρόνια τώρα! Πότισμα και φροντίδα θέλανε τα λουλούδια του.
Και με ξεβοτάνισμα να τους δώσει ανάσες. Δίχως ζιζάνια και αγκάθια να τους φράζουν…
Έτσι, με νερό δροσίζει τριαντάφυλλα, γαρδένιες, υάκινθους, ορχιδέες. Όλα τους ευωδιαστά και πολύχρωμα…
Χαιρόντουσαν κι αγαλλιάζανε το μάτι σ’ εκείνον τον μπαξέ και η όσφρησή σου…
Μ’ απ’ όλα, με ξεχωριστή φροντίδα και μ’ αγάπη περισσή, ένα βασιλικό αγκαλιάζει!
Το βασιλικό, π’ απ’ την εξώπορτα κοντά του κήπου τέτοιαν και τόση είχε μυρουδιά κι ομορφιά, τον κόσμο ολάκερο λες κι είχε καταχτήσει…