Μια από τις σημαντικότερες μορφές του πνευματικού Ρεθύμνου και η Άννα Αποστολάκη. Θα μπορούσε να μείνει άγνωστη στους νεότερους, αν ο εκλεκτός συμπολίτης κ. Γιώργης Αγγελιδάκης δεν την ανέφερε συχνά, ενθαρρύνοντας λογίους του τόπου μας να ασχοληθούν με τη μεγάλη αυτή προσωπικότητα κι αν το Λύκειο Ελληνίδων Ρεθύμνου, τιμώντας την εθνική αποστολή του δεν της πρόσφερε την οφειλόμενη τιμή πριν από καιρό. Ήταν μια λαμπρή εκδήλωση που δικαίωνε όπως πάντα την προσφορά του Λυκείου μας. Αυτό που μας ξενίζει είναι η έλλειψη επαρκούς γνώσης των νεοτέρων για τη γυναίκα αυτή που τίμησε την Αρχαιολογία και την Λαϊκή μας Παράδοση με έργο αξιομνημόνευτο και μοναδικό. Και μας έκανε τόσο περήφανους, όπως και η Καλλιρρόη Σιγανού Παρρέν. Γυναίκες που διέπρεψαν την ίδια περίπου χρονική περίοδο.
Μια αξιοσέβαστη συγγενής
Ο κ. Αγγελιδάκης έτρεφε ιδιαίτερο σεβασμό για την εξαδέλφη της μητέρας του, ίσως γιατί εκείνη την ξεχώριζε, επειδή είχαν κοινά, πολλά κοινά, ενδιαφέροντα και την ίδια αγάπη για την παράδοση. Όπως η Χρυσή Αγγελιδάκη έτσι και η εξαδέλφη της Άννα Αποστολάκη είχε μια ιδιαίτερη αγάπη για κάθε στοιχείο του λαϊκού μας πολιτισμού. Κι έλεγε πάντα πόσο θα ήθελε να το υπηρετήσει με ουσιαστική προσφορά.
Σαν τόπο καταγωγής ο κ. Αγγελιδάκης, προσδιορίζει την Αρχαία Ελεύθερνα, γενέτειρα του πατέρα της.
Σε μια πληρέστερη αναφορά στη ζωή και στο έργο της που υπογράφει ο Μιχάλης Τρούλης και δημοσιεύτηκε σε τοπική εφημερίδα, τόπος γέννησης αναφέρονται οι Μαργαρίτες, όπου η Άννα είδε το πρώτο φως της ζωής το 1885.
Όπως κάθε κοπέλα οικογενείας με παράδοση ακολούθησε σπουδές στο Αρσάκειο και υπηρέτησε την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Είχε όμως μια ακόρεστη δίψα για μάθηση. Και συνέχισε σπουδές στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, κάτι ιδιαίτερα πρωτοποριακό για την εποχή της, όταν το πτυχίο της δασκάλας ήταν και η ανώτατη βαθμίδα εκπαίδευσης, που θα μπορούσε να κατακτήσει μια κοπέλα. Ούτε και αυτή η κατάκτηση ικανοποίησε την Άννα, που έκανε άλματα εξέλιξης για τον καιρό της. Ασχολήθηκε με ζήλο στην εκπόνηση διδακτορικής διατριβής, που της χάρισε και τον τίτλο της διδάκτορος το 1906. Ήταν η πρώτη Ελληνίδα που απέκτησε αυτό τον τίτλο.
Προστασία του αρχαιολογικού πλούτου
Η αγάπη της για την ιστορία και την παράδοση δεν την άφηναν σε ησυχία, ιδιαίτερα όταν τα δεινά της ανθρωπότητας άρχισαν να βάζουν σε δοκιμασία και τους αρχαιολογικούς θησαυρούς απειλώντας τους με αφανισμό.
Έτσι αφοσιώθηκε στη διάσωση, προστασία και ανάδειξη των μνημείων που μετά τον πρώτο πόλεμο άρχισαν να αντιμετωπίζουν σημεία φθοράς. Αυτά της τα ενδιαφέροντα την έφεραν κοντά στην Χριστιανική και Αρχαιολογική Εταιρία, της οποίας ήταν από τα παλαιότερα μέλη.
Η Καλλιρρόη Παρρέν επίσης δεν άργησε να αναγνωρίσει τις σπουδαίες ικανότητες της συμπατριώτισσάς της και φρόντισε να την έχει πλάι της στο Λύκειο Ελληνίδων Αθηνών, σαν μέλος του Δ.Σ. και σαν γνωμοδοτική σύμβουλο του Τμήματος Ιματιοθήκης Εθνικών Ενδυμασιών και υπεύθυνη διατήρησης και διάδοσης των Εθνικών Εθίμων και Παραδόσεων.
Και στους δύο τομείς δράσης η Άννα Αποστολάκη έδωσε τον καλύτερο εαυτό της εργαζόμενη ακούραστα με ιδιαίτερο μεράκι και αφοσίωση.
Η προσφορά της αυτή την έφερε κοντά σε δυο επίσης μεγάλες προσωπικότητες. Ήταν ο ποιητής Γεώργιος Δροσίνης και ο αρχαιολόγος Γεώργιος Κουρουνιώτης ιδρυτές του Πρώτου Λαογραφικού Μουσείου της Ελλάδας, που έφερε την επωνυμία Μουσείο Ελληνικών Χειροτεχνημάτων. Ήταν μια πρώτη κιβωτός για τη διάσωση του λαϊκού μας πολιτισμού.
Επιμελήτρια στο Μουσείο Ελληνικών Χειροτεχνημάτων
Ενθουσιασμένος από τη γνωριμία της ο Δροσίνης και διαπιστώνοντας το πάθος της για το αντικείμενο και της δικής του προσπάθειας, προσέλαβε την Άννα ως επιμελήτρια.
Ήταν το 1924. Το Μουσείο είχε αναπτύξει τις δραστηριότητές του και είχε μετονομαστεί Εθνικό Μουσείον Κοσμητικών Τεχνών, επειδή προσετέθη, στις δράσεις του, η περισυλλογή κάθε είδους χειροτεχνίας, ιδίως κεντημάτων και υφαντών.
Η Άννα Αποστολάκη, ανταποκρίθηκε με όλη τη θέρμη της και στα καθήκοντα αυτά.
Ασχολήθηκε κυρίως με τον καθαρισμό, τη συντήρηση και την έκθεση των παλαιών κοπτικών υφασμάτων των 4ου-7ου. Χ. αιώνων, που είχαν βρεθεί σε τάφους στην Αίγυπτο, αλλά και με την επιστημονική τους κατάταξη και μελέτη. Το 1932 παρουσίασε τον πρώτο συνολικό τόμο της δουλειάς της, του πλούσιου ερευνητικού και συγγραφικού έργου της, τον μοναδικό κατάλογο με τον τίτλο: «Τα κοπτικά υφάσματα του εν Αθήναις Μουσείου Κοσμητικών Τεχνών», έκδοση του υπουργείου Παιδείας, που την έκανε γνωστή και πέρα των ελληνικών συνόρων. Το βιβλίο αυτό είναι ένας από τους πρώτους εμπεριστατωμένους καταλόγους κοπτικών υφασμάτων στη διεθνή βιβλιογραφία και το μοναδικό στη γλώσσα μας τότε.
Παράλληλα φρόντισε για τον εμπλουτισμό του Μουσείου με νέα δυσεύρετα εκθέματα, τα οποία, επίσης, καθάρισε, συντήρησε και ενέταξε στην έκθεση.
Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών
Ήταν φυσικό να εκτιμηθεί η προσφορά της και να της ανατεθεί η διεύθυνση του Μουσείου, που υπηρέτησε επί 21 χρόνια και του έδωσε κύρος και ευρωπαϊκή λάμψη.
Στο μεταξύ το Μουσείο είχε μετονομαστεί από το 1931 σε Μουσείον Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, για να επανέλθει όμως το 1935, στους στόχους και στο περιεχόμενο της προηγούμενης επωνυμίας του. Αυτό κρίθηκε απαραίτητο όταν άρχισε να δημιουργείται ξανά θέμα με τις θεωρίες του Φαλμεράγερ περί σλαβικής καταγωγής των νεότερων Ελλήνων.
Και η πιο πειστική απάντηση θα ήταν η ανάδειξη του λαϊκού μας πολιτισμού.
Η Άννα Αποστολάκη γνώριζε βαθιά και τον Κρητικό Πολιτισμό. Σημαντικές εργασίες της αναφέρονται στην κεντητική και υφαντική τέχνη της Κρήτης.
Για τη βαθύτατη γνώση της επιστήμης και της τέχνης που υπηρετούσε, την κλασική παιδεία που αποτέλεσε το βασικό καμβά που αποτύπωσε το πολυσήμαντο έργο που λάβαμε ως πολύτιμη κληρονομιά, η Ακαδημία Αθηνών της απένειμε το Αργυρούν Μετάλλιο, στις 30 Δεκεμβρίου 1954.
Επίσης μια διάκριση σε γυναίκα της Κρήτης ξεχωριστή, αλλά επάξια ανταμοιβή έργου ζωής.
Ιδιαίτερη τιμή από τη Δημόσια Βιβλιοθήκη
Σύμφωνα με την εργασία του κ. Μιχάλη Τρούλη, η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ρεθύμνου έθεσε πρώτη προτεραιότητά του, να οργανώσει στο νέο της χώρο ημερίδα με θέμα: «Άννα Αποστολάκη: Η ζωή, η δράση και το έργο της» και να πραγματοποιήσει παράλληλη έκθεση υλικού τεκμηρίωσης. Επίσης, να βρει τον τρόπο να εκδώσει την ανέκδοτη εργασία της: «Κρητικά Κεντήματα».
Θα πάρει επίσης και την ανάλογη θέση στο νέο κτίριο, η βιβλιοθήκη της που δωρίθηκε στη Δημόσια Βιβλιοθήκη με την φροντίδα της Μανίνας Μαντζούνη στις 25 Ιουνίου 1964.
Ιεροφάντις του πολιτισμού μας
Όπως ανέφερε, χαρακτηριστικά, σε μια παρουσίαση για τις γυναίκες του Ρεθύμνου, ο κ. Γιώργος Βλατάκης του Συλλόγου Ρεθυμνίων το «Αρκάδι», η Άννα Αποστολάκη μαζί με την Καλλιρρόη Παρρέν, πρέπει να είναι η μόνη Ρεθεμνιώτισσα των γραμμάτων που αναφέρεται στα εγκυκλοπαιδικά λεξικά. Τα δημοσιεύματά της θεωρούνται σήμερα κλασικά και είναι περιζήτητα. Ανάμεσα στις δημοσιευμένες εργασίες της (υπάρχουν και αδημοσίευτες) συγκαταλέγονται και μερικές που αναφέρονται στην κρητική κεντητική και υφαντική και δείχνουν, μέσα από έναν άψογο υπομνηματισμό και μια υποδειγματική τεκμηρίωση, τη βαθιά γνώση της για τον κρητικό πολιτισμό. Έχει μάλιστα χαρακτηριστεί «ιεροφάντις του πολιτισμού μας».
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει για την περίφημη αυτή γυναίκα επιστήμονα και ο κ. Γιώργος Εκκεκάκης στο βιβλίο του «Ρεθεμνιώτες που πέρασαν αφήνοντας ίχνη».
Μέχρι το τέλος της ζωής της η Άννα Αποστολάκη εργαζόταν στο αντικείμενο που έκανε έργο δια βίου με ξεχωριστή αφοσίωση. Έφυγε το καλοκαίρι του 1958 έχοντας διαγράψει μια λαμπρή πορεία και επάξια κατακτήσει μια θέση στο πάνθεον των προσωπικοτήτων που τίμησαν τον τόπο τους διεθνώς.