Ο μεγάλος μας Παντελής Πρεβελάκης, είχε πάντα το Ρέθυμνο στην καρδιά του, παρά το γεγονός ότι ζούσε στην Αθήνα έστω κι αν, για κάμποσο καιρό, κρατούσε μια απόσταση από τους συμπολίτες του.
Θυμάμαι όταν ζούσε, πως δεν ήταν και τόσο απλό να τον αναζητήσεις στο τηλέφωνο. Ήταν μετρημένοι στα δάκτυλα, του ενός χεριού, οι άνθρωποι που είχαν την άνεση να επικοινωνήσουν μαζί του. Κι ένας βέβαια περισσότερο από όλους. Ο γιατρός Γιώργης Αγγελιδάκης.
Ο Γιώργης Αγγελιδάκης ήταν ο μόνος άνθρωπος που εμπιστευόταν απόλυτα ο μεγάλος μας Παντελής Πρεβελάκης για κάθε του πρόβλημα. Κι έτσι ήταν φυσικό να καταφύγουμε, εξ αρχής, σ’ αυτόν για να μας γνωρίσει καλύτερα τον άνθρωπο Παντελή Πρεβελάκη.
Αναφορά στο φίλο
Πάνε χρόνια από τότε. Ο γιατρός έμενε ακόμα στο σπίτι του στη λεωφόρο. Και κει στο ζεστό του πάντα, φιλικό περιβάλλον μίλησε με πολλές λεπτομέρειες για τον φίλο του και μου έδωσε το πρώτο υλικό για το ντοκιμαντέρ μου «Θυμάμαι τον Παντελή Πρεβελάκη».
Ο Παντελής Πρεβελάκης, όπως μου είπε, τότε, μεταξύ άλλων ο γιατρός, ήτανε συμμαθητής με τον αδελφό του Στέλιο. Είχαν την ίδια ηλικία και είχαν δεθεί με στενή φιλία.
Οι σχέσεις τους κάπως αραίωσαν όταν ο Παντελής έγινε φοιτητής στη Φιλολογία και ο Στέλιος Αγγελιδάκης, ακολούθησε Πολυτεχνείο.
Στερούμαι την Κρήτη
Στα νεανικά του χρόνια ο Παντελής Πρεβελάκης με την άνεση που του παρείχε η εύπορη οικογένειά του, εκτός από τις σπουδές του είχε την ευκαιρία να ταξιδέψει και στην Ευρώπη. Γαλλία, Ισπανία κ.λ.π.
Τα ταξίδια του δεν τα διέκοψε ούτε κι όταν για ένα μεγάλο διάστημα απομονώθηκε. Από το 1926 μέχρι το 1961 για την ακρίβεια. Δεν έκανε τίποτα άλλο, στο διάστημα αυτό, παρά να διαβάζει, να μελετά, να συγγράφει και να ταξιδεύει. Έμενε μακριά από τα κοινωνικά δρώμενα του τόπου.
Μπορεί να ήταν μακριά από την πόλη του, αλλά σε μήνυμά του, με την ευκαιρία εκδήλωσης προς τιμήν του το 1961, αναφέρει σχετικά:
«Στερούμαι την Κρήτη εδώ και τριάντα πέντε χρόνια, από την νοσταλγία μου τρέφεται η ιδανική εικόνα της που προσπάθησα να κάνω ορατή με τα έργα μου. Μέσα στις πράξεις ενός λαού, μέσα στον τρόπο της ζωής του, ακόμα και μέσα στο τοπίο που τον περιβάλλει φανερώνεται το ξεχωριστό πνεύμα της, το πνεύμα που δικαιώνει την ύπαρξή του και καταξιώνει τον ιστορικό βίο της. Αποστολή του συγγραφέα, αλλά οφείλω να τονίσω του Εθνικού συγγραφέα, είναι να κάνει με τα έργα του εφικτό το πνεύμα του λαού να το προβάλλει στα ενδότερα φανερώματά του και έτσι να εγκαρδιώνει τον λαό και να τον οδηγεί στην αυτογνωσία του. Αυτό έπραξαν οι ποιητές της αρχαιότητας που μας κληροδότησαν τον ιδανικό κόσμο που εξακολουθεί να μας εξανθρωπίζει. Αυτό πράττει και σήμερα ο ποιητής του δημοτικού τραγουδιού, που απαθανατίζει και εκείνος, με την απέριττη τέχνη του, πρότυπες μορφές και παραδειγματικές πράξεις. Και τη συμφωνία προς την αρχαία αυτή και πάντα ζωντανή παράδοση προσπάθησα να εκφράσω στα συγγράμματά μου, το πνεύμα της Κρήτης και να υμνήσω τα άξια έργα των τέκνων μου. Ένας από εκείνους που έκριναν τελευταίως την εργασία μου έγραψε: «Δεν έχουμε καμιάν άλλη περίπτωση μέσα στη λογοτεχνία μας που τα ιδιαίτερα πατρικά χώματα να ασκούν μια τόσο έντονη και σχεδόν αποπνικτική έλξη, επικαλούμαι αυτά τα λόγια για να δείξω πως η κατεύθυνση της δημιουργίας μου έχει γίνει γενικώς αντιληπτή. Υποθέτω πως έτσι με έχει εννοήσει και η πατρίδα μου, θεωρεί τα έργα μου ως αποδείξεις της ολικής μου αφιέρωσης και μέσα στα έργα μου αναγνωρίζει το πρόσωπό της».
Ήταν μια σαφέστατη εξήγηση για την απομάκρυνση του συγγραφέα όλα αυτά τα χρόνια από τον τόπο του.
Ένας κομψός καρδιοκατακτητής
Σύμφωνα με τον κ. Γιώργη Αγγελιδάκη, ο δημιουργός που έφερε το Ρέθυμνο στα πέρατα του κόσμου μέσα από το έργο του, έδινε την εντύπωση του απόκοσμου δημιουργού αλλά δεν ήταν. Σαν έφηβος και στην πρώτη του νιότη ήταν ένας κομψός νέος, (έκανε πολλές κοριτσίστικες καρδιές να σκιρτήσουν), άνθρωπος που δεν περνούσε απαρατήρητος.
Όταν έφυγε για σπουδές, ερχόταν καμιά φορά τα καλοκαίρια εδώ, αλλά συνήθιζε να κάνει μοναχικούς περιπάτους.
Από το 1937 που με τη συνταξιοδότηση του πατέρα του εγκαταστάθηκε όλη η οικογένεια στην Αθήνα και συγκεκριμένα στην Πλάκα ο Παντελής απομονώθηκε. Ήταν η πρώτη μεγάλη σε διάστημα απομόνωσή του από τα κοινά. Το τηλέφωνό του ήταν απόρρητο, οι επαφές του ελάχιστες κι όταν κάποτε τον ρώτησε ο Αγγελιδάκης γιατί τόση απομόνωση ο Πρεβελάκης του είπε απλά ότι ήθελε απερίσπαστος να αφοσιωθεί στο γράψιμο και αν ζούσε έντονη κοινωνική ζωή δεν επρόκειτο να δώσει αυτά που είχε κατά νου.
Δεν έχουμε καμιά ένδειξη ότι η απομόνωση είχε σαν αφορμή πικρά γεγονότα. Ο Πρεβελάκης δεν είχε λόγο να είναι δυσαρεστημένος με τους Ρεθεμνιώτες. Αν ήταν τώρα και κάπως επιλεκτικός στις παρέες του αυτό ήταν και θέμα χαρακτήρα.
Το έργο που μας παρουσιάζει στο μεταξύ δικαιολογεί και την τόση του απομόνωση. Έργο που αποτελεί σταθμό στα Ελληνικά Γράμματα και ξεπερνά στα σύνορα.
Ξαφνικά σπάει την απομόνωσή του
Κάποια στιγμή ο Πρεβελάκης γίνεται πιο προσιτός, επικοινωνεί με το εξωτερικό του περιβάλλον, συμμετέχει σε πνευματικές εκδηλώσεις μέχρι που θα απομονωθεί και πάλι για ένα και μόνο λόγο αυτή τη φορά. Είναι άρρωστος και δεν θέλει να διακρίνει τον οίκτο στους γύρω του. Ο μόνος που εξακολουθεί να έχει πρόσβαση και στο νέο αυτό άβατο του μεγάλου συγγραφέα είναι και πάλι ο Γιώργης Αγγελιδάκης.
Μας αναφέρει σχετικά:
Ο Παντελής Πρεβελάκης παθαίνει το πρώτο του έμφραγμα στο σπίτι του στην Πλάκα. Αρνείται όμως κατηγορηματικά να πάει στο Νοσοκομείο.
Οι μόνοι που μπορούμε να επικοινωνούμε μαζί του είναι ο αδελφός του ο Λευτέρης κι εγώ.
Μετά από πολλές προσπάθειες πηγαίνει στον Ευαγγελισμό και με την κατάλληλη αγωγή ξεπερνά την κρίση. Από κει μετά είχαμε βέβαια την έγνοια του σε μεγάλο βαθμό.
Ώρες αγωνίας στο Ωδείο
Η επόμενη πιο σοβαρή κρίση βρήκε το συγγραφέα στο Ρέθυμνο. Ήταν στη διάρκεια μιας τιμητικής εκδήλωσης στο Ωδείο. Το Πανεπιστήμιο Κρήτης συγκεκριμένα, τον ανακήρυσσε επίτιμο διδάκτορα. Ήταν μια επιθυμία του Σηφάκη να είναι ο Πρεβελάκης ο πρώτος σημαντικός πνευματικός παράγοντας που θα λάβαινε τον τίτλο αυτό.
Ο συγγραφέας φαινόταν από την αρχή της εκδήλωσης ότι δεν αισθάνεται καλά. Ο Αγγελιδάκης πλάι του, από ένστικτο περισσότερο, δεν σταμάτησε να έχει την έγνοια του. Και κάποια στιγμή τον πήρε από την αίθουσα και με το αυτοκίνητο του Δασκαλοντωνάκη, που βρήκε τυχαία, βγαίνοντας, τον μετέφερε αμέσως στο σπίτι του στη λεωφόρο. Κατέβασε στα γρήγορα, μια καρέκλα στην είσοδο για να τον ξεκουράσει και να του δώσει τις πρώτες βοήθειες. Στο μεταξύ κατέφθασαν και οι δυο καρδιολόγοι που είχε καλέσει, οι οποίοι κι έκαναν την ίδια διάγνωση. Μόλις ένοιωσε καλύτερα ο Πρεβελάκης ο φίλος του ο γιατρός, τον ανέβασε σιγά σιγά πάνω στο σπίτι και τον κράτησε υποχρεωτικά στο κρεβάτι δυο τρεις μέρες μέχρι που συνήλθε.
Πλάι του έμεινε η Άννα Σικελιανού που είχε κατέβει ειδικά για την εκδήλωση μαζί με την Ελένη Αγγελιδάκη για να τον φροντίζουν και να του κρατούν συντροφιά.
Η μοιραία κρίση
Ήρθε όμως κάποια στιγμή και η μοιραία κρίση.
Μας είπε σχετικά ο κ. Αγγελιδάκης:
«Καθημερινά μιλούσαμε με τον αδελφό του το Λευτέρη που πολλές φορές ζήτησε τη παρέμβασή μου να πείσω τον Παντελή να μη μένει μόνος το βράδυ. Μάταια Εκείνος δεν ήθελε κανένα.
Τελευταία φορά που μιλήσαμε με τον Παντελή, (το ίδιο βράδυ πέθανε) του πρότεινα να πάω κοντά του και να μείνω μερικές μέρες μέχρι να καλυτερέψει…
«Όχι» μου απάντησε κοφτά «Άμα σε χρειαστώ εγώ θα στο πω».
Την άλλη μέρα ο αδελφός του ο Λευτέρης Πρεβελάκης, πήγε όπως συνήθως να τον δει, αλλά μάταια κτυπούσε την πόρτα. Βέβαια κι άλλες φορές χρειάστηκε να περιμένει επειδή μέχρι να σηκωθεί ο αδελφός του από το κρεβάτι να του ανοίξει, περνούσε κάποια ώρα. Όσο δεν έπαιρνε όμως απάντηση άσκημα προαισθήματα τον κυρίευσαν. Έσπασε την πόρτα και βρήκε τον Παντελή νεκρό στο κρεβάτι του. Από την περιγραφή και το γεγονός ότι δεν υπήρχαν σημεία αγωνίας θα πρέπει να μην υπέφερε. Ο θάνατος θα τον βρήκε στον ύπνο μετά από μια βαριά καρδιακή προσβολή… Έμεινε στον τόπο όπως λέμε».
Ένα δώρο με σημασία
Έτσι πέθανε ο συγγραφέας τόσο σημαντικών έργων, που κι ο ίδιος ο Καζαντζάκης του έγραφε σε μια επιστολή «Μακάρι Παντελή μου να μπορούσα να σου μοιάσω…».
Πλάι στο κρεβάτι του υπήρχε ένα κομψότατο, ακριβό, ρολόι κι ένα σημείωμα που έγραφε:
«Για το Γιώργη…». Αν και είχε αδελφό με το όνομα αυτό όλοι κατάλαβαν για ποιον προοριζόταν. Και το έδωσαν στο Γιώργο Αγγελιδάκη, που όπως ήταν φυσικό ανέβηκε αμέσως στην Αθήνα για την κηδεία. Και μάλιστα του έβαλε στο φέρετρο ένα στεφάνι από ελιά…
Αυτό το ρολόι το φορά ακόμα και σήμερα ο γιατρός …Και πολλές φορές το κοιτάζει με συγκίνηση σαν να βλέπει τον επιστήθιο φίλο του μέσα από τους δείκτες, να του χαμογελά και να του θυμίζει μια φιλία που δεν έσβησε ποτέ.