Ένα ταξίδι στο χρόνο, μια αναδρομή στην πόλη του Ρεθύμνου και την ιστορία της. Μια πόλη που στην πορεία άλλαξε. Τόποι, κτίρια, άνθρωποι, κουλτούρες και πολιτισμοί που διασταυρώθηκαν σε αυτή την πόλη που γνωρίσαμε μόνο μέσα από βιβλία ή διηγήσεις των παππούδων και των γιαγιάδων και άλλα πιο πρόσφατων χρόνων που οι λίγο μεγαλύτεροι θυμούνται από τις παιδικές τους μνήμες.
«Φωτίζοντας το Ρέθεμνος… των αλλοτινών χρόνων» είναι ο τίτλος της πραγματικά πολύ ενδιαφέρουσας φωτογραφικής έκθεσης που εγκαινιάστηκε το βράδυ της Τετάρτης στο κτίριο της Αντιπεριφέρειας (πρώην Νομαρχία). Η ιδέα ήταν του Συλλόγου Μηχανικών Δημοσίου Δυτικής Κρήτης που είναι και ο διοργανωτής και βρήκε την στήριξη της περιφέρειας Κρήτης-Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου και του Δήμου Ρεθύμνου.
Ένα ταξίδι, μέσα από 250 περίπου φωτογραφίες, που ξεκινάει από το μακρινό 1880, φτάνοντας μέχρι και το 1970, αναδεικνύοντας ενδιαφέρουσες πτυχές της τότε καθημερινότητας, υπό το πρίσμα της σύγχρονης εποχής. Επαγγέλματα, ενδυμασίες, κτίρια, πορτραίτα τοπικών παραγόντων αλλά και απλών κατοίκων, κοινωνικές συναθροίσεις και απλές καθημερινές στιγμές, αναδύονται από τη λήθη και «ξαναζωντανεύουν» στα μάτια των επισκεπτών.
Η έκθεση ήδη από τα χθεσινοβραδινά εγκαίνια προσέλκυσε αρκετούς συμπολίτες. Η πρόσκληση εξ άλλου των διοργανωτών είχε προϊδεάσει το κοινό: «Λίγες μόνο δεκαετίες μετά την πρώτη ανακάλυψη της φωτογραφικής αποτύπωσης, το ειδυλλιακό Ρέθυμνο βρίσκεται ήδη αποτυπωμένο στη φωτογραφική πλάκα.
Το Ρέθυμνο, μία πόλη πολυπόθητη, όπου η συνύπαρξη των πολιτισμών διαμόρφωσαν αποτυπώματα έκδηλα στο διάβα κάθε περαστικού, κατοίκου ή επισκέπτη.
Κάθε πέτρα, κάθε μορφή, κάθε έκφραση στα πρόσωπα των ανθρώπων αποκαλύπτει πολλά για τον τρόπο ζωής του χθες.
Οι θεματικές ενότητες από τη γενική εικόνα της πόλης, στην καθημερινότητα και τον τρόπο ένδυσης, αποτελούν άξονες παράδοσης στοιχείων για τη ζωή τους.
Στις πρώτες φωτογραφίες η μικρή μας πόλη φαίνεται να κουρνιάζει γαντζωμένη στα πόδια του ενετικού κάστρου. Στα ταραγμένα χρόνια που ακολούθησαν, μέσα σε μικρό διάστημα γνώρισε μεγάλες ιστορικές αλλαγές. Ενετοκρατία, Οθωμανική κατάκτηση, Γερμανική Κατοχή, Προστασία των Μεγάλων Δυνάμεων, ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.
Εκτός όμως από τις μεγάλες αυτές ιστορικές μεταβάσεις και αλλαγές που συνέβησαν στον τόπο μας υπάρχει κάτι που παραμένει αμετάβλητο και σταθερό, το οποίο μάλιστα δίνει ψυχή και νόημα στα γεγονότα και το χώρο. Είναι η ανθρώπινη ύπαρξη και παρουσία στη ζύμωσή της με τον αέναο χρόνο και τον ορισμένο τόπο.
Ανθρώπινες φευγαλέες φιγούρες που δίνουν ζωή στα μικρά σοκάκια, αλλά και μορφές του ανθρώπινου μόχθου, επαγγέλματα και έθιμα που υπήρχαν κάποτε αμετάβλητα στο πέρασμα των αιώνων, στενόχωρα δρομάκια που χώρεσαν όμως για αιώνες και φύλαξαν τα μυστικά, τους ψιθύρους και την οχλοβοή της πόλης μας και την έπλασαν για πάντα μέσα στη συνείδησή μας ως την «πόλη που μας ακολουθεί» κατά την Kαβαφική Έκφραση».
Της τελετής των εγκαινίων προηγήθηκε στον αύλειο χώρο του κτιρίου της Αντιπεριφέρειας (στην πλατεία) σχετική εκδήλωση όπου παρουσιάστηκε η ιδέα και ο σκοπός της έκθεσης από τον Πρόεδρο του Συλλόγου Μηχανικών Δημοσίου Δυτικής Κρήτης, κ. Μάνο Νικολουδάκη και την καλλιτεχνική επιμελήτρια της έκθεσης κ. Βίκυ Κολυβάκη, ενώ χαιρετισμό απηύθυναν η αντιπεριφερειάρχης κ. Μαρία Λιονή, ο δήμαρχος κ. Γιώργος Μαρινάκης, καθώς και ο αρχαιολόγος κ. Κώστας Γιαπιτζόγλου.
Στα εγκαίνια παραβρέθηκαν, μεταξύ άλλων, ο επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης του δήμου Θοδωρής Νίνος, περιφερειακοί και δημοτικοί σύμβουλοι, αρκετοί συνάδελφοι των διοργανωτών, εκπαιδευτικοί, μέλη του Επιμελητηρίου Ρεθύμνου κ.α.
Η αστική πόλη, το παράκτιο μέτωπο, η καθημερινότητα στον οικισμό, οι ενδυμασίες
Η ανάγκη του Συλλόγου Μηχανικών Δημοσίου Δυτικής Κρήτης να συμμετέχει ενεργά στα τοπικά πολιτιστικά δρώμενα αποτέλεσε την κινητήριο δύναμη, για την δημιουργία αυτής τα έκθεσης, όπως τόνισε στα «Ρ.Ν.» ο πρόεδρος του Συλλόγου, κ. Μάνος Νικολουδάκης, αναφέροντας: «Ο Σύλλογος Μηχανικών συμμετέχει στα πολιτιστικά δρώμενα του τόπου. Εκπροσωπούμε 10.800 μηχανικούς πανελληνίως σε όλο το δημόσιο τομέα, με μηχανικούς όλων των ειδικοτήτων, αρχιτεκτόνων, πολιτικών μηχανικών, τοπογράφων, μηχανικών χωροταξίας, μηχανικών περιβάλλοντος, μηχανολόγων και ηλεκτρολόγων μηχανικών. Θα δούμε φωτογραφίες του παλιού Ρεθύμνου, ανά διάφορα διαστήματα, έχουμε 4 ενότητες, σε δύο ορόφους. Από το 1880 και μετά, μέχρι το 1970. Το υλικό μας το έχουν προσφέρει φωτογράφοι από Ρέθυμνο και Χανιά από το αρχείο τους. Πήραμε την πρωτοβουλία να επικοινωνήσουμε μαζί τους και να ζητήσουμε την πρώτη ύλη. Παρατηρώ σαφώς διαφορά στους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς, καθώς οι τωρινοί, είναι πιο προσαρμοσμένοι στην σύγχρονη εποχή».
Η κ. Βίκυ Κολυβάκη, η οποία ανέλαβε και την καλλιτεχνική επιμέλεια όλου του εγχειρήματος, μας μίλησε για την φιλοσοφία πίσω από την επιλογή των φωτογραφιών και τις διαφορετικές επιδράσεις που η κάθε μία στοχεύει να έχει στους επισκέπτες.
«Είχα την καλλιτεχνική επιμέλεια της έκθεσης, κάναμε μία σύνθεση, δηλαδή χωρίσαμε κατά θεματικές ενότητες, τι θα μπορούσε να ικανοποιεί τον σημερινό άνθρωπο. Αρχικά είχαμε ονομάσει την έκθεση «Ιχνηλατώντας το παλιό Ρέθυμνο, μέσω οπτικών μετασχηματισμών» γιατί στα μάτια κάθε επισκέπτη μετασχηματίζεται διαφορετικά. Η φιλοσοφία της έκθεσης είναι ότι κάθε ενότητα προσπαθεί να δώσει κάτι στον επισκέπτη και τις αφομοιώνει με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με την ψυχοσύνθεσή του, η οποία τον εισαγάγει στον τότε κόσμο. Ο επισκέπτης θα θαυμάσει φωτογραφίες που αφορούν ενότητες για το Ρέθυμνο ως πόλη αστική, το παράκτιο μέτωπο, την καθημερινότητα στον οικισμό, το σιτάρι, τους οικισμούς, τις ενδυμασίες, τους αξιωματούχοι, τις Μονές και τον ρόλο τους την περίοδο των αγώνων.
Χρονικά είναι η περίοδος από την Κρητική Πολιτεία και μετά, από του Ρώσους που έρχονται και είναι οι προστάτες της Κρητικής πολιτείας, για αυτό εξάλλου και η έκθεση διαδραματίζεται στο κτίριο της Περιφέρειας», ενώ παρατηρεί μια ομοιότητα στην εποχή του 2020 και στις παλλαϊκές κοινωνίες, προσθέτοντας: «Τότε η ζωή ήταν πιο δύσκολη για τον λαϊκό άνθρωπο, απλά τώρα είναι δύσκολο σε άλλα πλαίσια. Κάθε νόμισμα έχει πάντα δύο όψεις. Ήταν πιο ανθρώπινη και ίσως στη σύγχρονη εποχή του 2020, με τον covid-19 έχουμε έρθει όλοι λίγο πιο κοντά, έχουμε εμφανίσει λίγο περισσότερο την ανθρώπινη πλευρά μας, όπως τότε» επεσήμανε.
Η αντιπεριφερειάρχης κ. Μαρία Λιονή μιλώντας στα «Ρ.Ν.», αναφέρθηκε στην προσφορά της συγκεκριμένης έκθεσης για την πολιτιστική ανάπτυξη της πόλης και στην θετική ώθηση που δίνουν στο μέλλον, οι αναδρομές στο παρελθόν. Ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Σήμερα εγκαινιάσαμε την έκθεση του Ρεθύμνου των αλλοτινών χρόνων, που έγινε από τον Σύλλογο ΕΜ.ΔΥ.ΔΑΣ, πολλά μέλη από τα οποία τυχαίνει να είναι και υπάλληλοι της Περιφέρειας, δηλαδή συνεργάτες μας. Η ιδέα μας άρεσε και την ενισχύσαμε οικονομικά ως περιφέρεια γιατί πιστεύουμε ότι το ταξίδι στο παρελθόν είναι αυτό το οποίο μπορεί να σηματοδοτήσει και το ταξίδι στο μέλλον, ενός τόπου και των ανθρώπων. Είδαμε φωτογραφίες του Ρεθύμνου του παρελθόντος, του Ρεθύμνου της αρχοντιάς και του Ρεθύμνου της ανθρωπιάς. Λάθη που έγιναν στο παρελθόν και καμιά φορά αποτυπώνονται στο σήμερα, να μην ξαναγίνουν στο μέλλον. Η έκθεσή μας ταξιδεύει πολλά χρόνια πίσω και πραγματικά η ιστορία του Ρεθύμνου είναι και πολύ παλιά αλλά και πολύ «βαριά. Μόνο όποιος ξέρει την ιστορία του μπορεί να προχωρήσει με ασφάλεια στο μέλλον».
Το φωτογραφικό υλικό της έκθεσης είναι «δανεισμένο» από φωτογράφους των Χανίων και του Ρεθύμνου. Ένα μεγάλο μέρος των φωτογραφιών που εκτίθενται προέρχονται από το αρχείο του Ρεθεμνιώτη φωτογράφου Αντώνη Χριστοφοράκη, ο οποίος τις προσέφερε με πολύ χαρά τονίζοντας πως: «Όταν βλέπεις τον κόσμο να παρατηρεί τις φωτογραφίες σου, μόνο όμορφα μπορείς να νιώσεις».
Η έκθεση θα παραμείνει ανοικτή για το κοινό, μέχρι και τις 26 Σεπτεμβρίου 2020, από τις 6:00 μ.μ. – 9:00 μ.μ., ωστόσο υπάρχουν βλέψεις και ελπίδες, το υλικό να αξιοποιηθεί και μεταγενέστερα ως παρακαταθήκη, όπως αποκαλύπτει η κ. Βίκυ Κολυβάκη: «Ελπίζουμε η έκθεση να ταξιδέψει. Αυτό είναι θέμα της περιφέρειας, που είχε την πρωτοβουλία και την χορηγία και με την κ. Λιονή έχουμε συζητήσει για πιθανή τύπωση της έκθεσης σε κάποιο έντυπο βιβλίο, το οποίο θα δωρίζεται στους επισκέπτες του Ρεθύμνου και ίσως και στο εμπόριο».