«Τον πυροβόλησα γιατί δεν είχα άλλη επιλογή. Για τα υπόλοιπα ντρέπομαι». Αυτή τη φράση μόνο ανέφερε απευθυνόμενος στην πρόεδρο της έδρας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Ρεθύμνου ο 45χρονος, ο οποίος κατηγορείται ως φυσικός αυτουργός της δολοφονίας του 70χρονου κτηνοτρόφου Παντελή Δουρουντάκη, στη Χώρα Σφακίων, και την ταφή της σορού του σε λάκκο βάθους 6 μέτρων σε περιοχή του Αλικιανού Χανίων, έγκλημα που τελέστηκε στις 7 Μαρτίου 2018.
Η εκδίκαση της υπόθεσης άρχισε χθες το πρωί στο ΜΟΔ Ρεθύμνου κάτω από αυστηρά αστυνομικά μέτρα υπό τον φόβο επεισοδίων, ενώ στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας πολλές φορές στη δικαστική αίθουσα επικράτησε ένταση.
Στο εδώλιο του κατηγορουμένου, εκτός του 45χρονου, κάθονται ο 40χρονος αδελφός του καθώς και ο 34χρονος φίλος τους από τον Αλικιανό, σε οικοπεδικό χώρο του οποίου ετάφη η σορός του θύματος και το αυτοκίνητο του. Και οι δυο κατηγορούνται για υπόθαλψη εγκληματία και περιύβριση νεκρού.
Χθες κατέθεσαν, ως μάρτυρες κατηγορίας, η 55χρονη χήρα του θύματος, η 34χρονη κόρη του καθώς και ένας αστυνομικός της υποδιεύθυνσης ασφαλείας Χανίων, ο οποίος ασχολήθηκε με την υπόθεση από την πρώτη ημέρα εξαφάνισης του 70χρονου κτηνοτρόφου και τις έρευνες που ακολούθησαν έως και την ημέρα που ομολόγησε ο 45χρονος τη δολοφονία του Δουρουντάκη και αποκάλυψε το σημείο στο οποίο είχε θάψει τη σορό του και το αυτοκίνητο του, περίπου 80 χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο του εγκλήματος.
Αρκετές φορές η χήρα του θύματος, ενόσω κατέθετε αλλά και όσο παρακολουθούσε την εξέλιξη της δίκης από το ακροατήριο, ξέσπασε κατά των κατηγορουμένων αλλά και κατά των συνηγόρων τους, όταν της υπέβαλλαν ερωτήσεις.
Η κόρη του θύματος, αν και περισσότερο ήρεμη και αυτή, κάποιες φορές έχασε την ψυχραιμία της στη διάρκεια της κατάθεσης της.
Πολύωρη ήταν η κατάθεση του αστυνομικού της υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Χανίων, που ως ο βασικότερος ίσως μάρτυρας της υπόθεσης, εξιστόρησε λεπτομερώς τα γεγονότα, όπως τα γνωρίζει ο ίδιος λόγω της συμμετοχής του στις έρευνες αναζήτησης του επί 3,5 μήνες αγνοούμενου 70χρονου. Ιδιαίτερα ανατριχιαστική ήταν η κατάθεση του στο σκέλος που αφορά την επιχείρηση να ξεθάψει με συναδέλφους του τη σορό του θύματος.
Πολιτική αγωγή και συνήγοροι υπεράσπισης με τις ερωτήσεις τους προς τους μάρτυρες καταβάλλουν προσπάθειες, για τους εντολείς της η κάθε πλευρά, να αναδείξουν ότι το μεν θύμα δολοφονήθηκε χωρίς λόγο και αιτία, για δε τον δράστη ότι βρέθηκε σε άμυνα και για να σώσει τη δική του ζωή πυροβόλησε τον 70χρονο εφόσον εκείνος τον είχε πυροβολήσει πρώτος. Γεγονός που αντικρούει κατηγορηματικά η άλλη πλευρά.
Από την εξέταση των μαρτύρων οι συνήγοροι του κατηγορουμένου προσπάθησαν επίσης να αναδείξουν την προσωπικότητα του θύματος επιμένοντας σε ερωτήσεις που αφορούσαν τόσο την ψυχική υγεία του θύματος, όσο και πράξεις για τις οποίες είχε κατηγορηθεί στο παρελθόν και ιδιαίτερα εναντίον του ίδιου του αδελφού του.
Η δίκη θα συνεχιστεί την Παρασκευή 4 Οκτωβρίου, στις 10 το πρωί, οπότε θα ολοκληρώσει την κατάθεση του ο μάρτυρας αστυνομικός και θα συνεχιστεί με την εξέταση άλλων μαρτύρων.
Συνήγοροι υπεράσπισης είναι ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης, Νίκος Κοτζαμπασάκης, Γιάννης Φρατζεσκάκης, Γιώργος Κομισόπουλος.
Συνήγοροι πολιτικής αγωγής είναι οι Γιώργος Περράκης και Διονύσης Βέρρας.
«Υποψιάστηκα τα δυο αδέλφια από τις πρώτες μέρες εξαφάνισης του συζύγου μου»
Η χήρα του θύματος που κατέθεσε πρώτη εξεταζόμενη υποστήριξε ότι ο σύζυγος της είχε άριστες σχέσεις με τον δράστη και τον αδελφό του, έπιναν μαζί καφέ, όπως είπε, και επανειλημμένα η οικογένεια της είχε κάνει τραπέζια σε ταβέρνα που διατηρούσαν στην Ίμπρο Σφακίων τα δυο αδέλφια.
Η μάρτυρας υποστήριξε ότι ο δράστης και ο αδελφός του, που να σημειωθεί διατηρούσαν επιχείρηση λατομείου στη Χώρα Σφακίων, χρησιμοποιούσαν τον επαγγελματικό τους αυτόν χώρο για παράνομες δραστηριότητες και συγκεκριμένα για λαθρεμπόριο και παράνομη διακίνηση μεταναστών. Και πρόσθεσε ότι αυτό μόνο ήταν το θέμα για το οποίο ο σύζυγος της αντιδρούσε αφού, όπως είπε, έχοντας δίπλα από το λατομείο βοσκοτόπια ο κατηγορούμενος και ο αδελφός του πατούσαν με τα οχήματα τους τα συρματοπλέγματα του, γεγονός που τον ενοχλούσε, όπως τον ενοχλούσε και η σκέψη ότι σε περίπτωση που οι διωκτικές αρχές ανακάλυπταν την παράνομη δραστηριότητα των κατηγορουμένων θα έβρισκε και ο ίδιος τον μπελά του. Ανέφερε επίσης ότι το λατομείο ήταν παράνομο καθώς και ότι τα δυο αδέλφια έκαναν παράνομη αμμοληψία από γειτνιάζον ποτάμι και παράνομη λήψη χαλικιού.
Η αναφορά της μάρτυρος περί λαθρεμπορίου από πλευράς κατηγορουμένων προκάλεσε την έντονη αντίδραση των συνηγόρων υπεράσπισης, οι οποίοι επικαλέστηκαν πολλάκις το λευκό ποινικό μητρώο του 45χρονου εντολέα τους.
Για την ημέρα της εξαφάνισης του συζύγου της ερωτώμενη η μάρτυρας ανέφερε ότι το θύμα το πρωί πήγε όπως έκανε πάντα στα ζώα του, επέστρεψε και παρέμεινε στο σπίτι μέχρι τις 6 οπότε ξανάφυγε για τα ζώα του. Λίγο αργότερα τηλεφώνησε στον γιο του να πάει σε συγκεκριμένο σημείο να τον βοηθήσει να πιάσει μια κατσίκα που είχε φύγει από το κοπάδι. Ο γιος επέστρεψε στο σπίτι κατά τις 7 ενώ ο σύζυγος της δεν επέστρεψε ποτέ.
Ερωτώμενη η μάρτυρας εάν το μεσημέρι εκείνης της ημέρας ο σύζυγος της ανέφερε αν διαπληκτίστηκε με κάποιον, εκείνη κατηγορηματικά ανέφερε όχι προσθέτοντας ότι θα της το είχε πει. (Η πλευρά του δράστη υποστηρίζει ότι το θύμα είχε πάει στο λατομείο και τον είχε απειλήσει λέγοντας του ότι ο χώρος είναι δικός του. Για διαπληκτισμό όμως έχει καταθέσει ανακριτικά και ο γιος του θύματος κάτι που του είχε αποκαλύψει ο πατέρας του όπως έχει καταθέσει).
Όταν η μάρτυρας ερωτήθηκε γιατί ο κατηγορούμενος και ο αδελφός του έχουν ισχυριστεί ότι ήταν εριστικός ο σύζυγος της, εκείνη απάντησε ότι «όταν κάποιος λέει την αλήθεια χαρακτηρίζεται εριστικός και κακόβουλος», επαναλαμβάνοντας ότι τα δυο αδέλφια ήταν καταπατητές τμήματος της περιουσίας της οικογένειας της. Απηύθυνε κι άλλες κατηγορίες εναντίον τους λέγοντας ότι δήμος και άλλες υπηρεσίες τους κάλυπταν.
Αν και αρχικά σε ερώτηση αν γνωρίζει να σημειώθηκε κάποιο περιστατικό το πρωί προς μεσημέρι την ημέρα εξαφάνισης του θύματος και η απάντηση ήταν αρνητική, αργότερα είπε ότι 2-3 μέρες μετά έμαθε από τον γαμπρό της πως όντως κάτι είχε γίνει.
Ερωτώμενη η μάρτυρας αν ο σύζυγος της είχε όπλο-πιστόλι απάντησε κατηγορηματικά πως η ίδια ποτέ δεν τον είχε δει να κρατάει όπλο.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης θέλοντας να αναδείξουν χαρακτηριστικά επιθετικότητας του θύματος ρώτησαν τη σύζυγο εάν έπασχε από κάποια ψυχική ασθένεια και έκαναν λόγο για διπολική διαταραχή, εκείνη κατηγορηματικά απάντησε ότι έπασχε από κατάθλιψη και δεν είχε επιθετική συμπεριφορά.
Η μάρτυρας ανέφερε ότι από τις πρώτες μέρες οι υποψίες της έπεσαν στα δυο αδέλφια κι ότι του έχουν κάνει κακό. Αναφερόμενη στους 3,5 μήνες αναζήτησης του συζύγου της είπε ότι ο δράστης και ο αδελφός του συνέχιζαν κανονικά την εργασία τους στο λατομείο σα να μην συμβαίνει τίποτα και πως όταν έμαθαν ότι η οικογένεια τούς έχει ενοχοποιήσει έστελναν διάφορους διαμεσολαβητές να πείσουν την ίδια και τα παιδιά της ότι είναι αθώοι και δεν γνωρίζουν κάτι για την εξαφάνιση του 70χρονου.
«Ο τρόπος δολοφονίας δείχνει μεγάλο μίσος. Δεν πρόκειται να δεχτώ ποτέ τη συγγνώμη τους. Δεν είναι μόνο ο φόνος αλλά και τα υπόλοιπα που ακολούθησαν» είπε η μάρτυρας.
«Ήμουν σίγουρη πως ο πατέρας μου είχε πάθει κακό κι είχα φορέσει μαύρα»
Καταθέτοντας η 34χρονη κόρη του θύματος, όπως είπε γνώριζε μόνο τα δυο αδέλφια και όχι τον τρίτο κατηγορούμενο, επαναλαμβάνοντας αυτό που ανέφερε και η μητέρα της για τις άριστες σχέσεις του πατέρα της με τα δυο αδέλφια.
Για την εξαφάνιση του πατέρα της έμαθε ξημερώματα της επόμενης μέρας όταν τηλεφωνικά την ενημέρωσε ο αδελφός της ότι δεν είχε επιστρέψει την προηγούμενη το βράδυ.
Ζώντας στα Χανιά η ίδια δεν είχε γνώση κάποιας προστριβής του πατέρα της με τον δράστη, όπως είπε, ούτε γνώριζε να είχαν οι δυο πλευρές περιουσιακές διαφορές. Η γνώμη της, όπως είπε, είναι πως αιτία της δολοφονίας του πατέρα της ήταν η παράνομη δραστηριότητα των δυο αδελφών. «Γνώριζε πως έκαναν παράνομες δραστηριότητες και δεν ήθελε να τις κάνουν μέσα από τη δική μας περιουσία. Για να μην μπλέξει η οικογένεια μας», ανέφερε. Ερωτώμενη η μάρτυρας αν υπήρχε κάποια καταγγελία για την παράνομη δραστηριότητα που επικαλείται απάντησε αρνητικά κάνοντας λόγο για ομερτά.
Η μάρτυρας ανέφερε πως ήταν βέβαιη από τις πρώτες μέρες εξαφάνισης του πατέρα της, από ένστικτο, ότι του είχε συμβεί κάποιο κακό γι’ αυτό και είχε φορέσει μαύρα ρούχα πολύ πριν την ανεύρεση της σορού.
Ερωτώμενη γιατί η μητέρα της είχε υποψιαστεί από τις πρώτες μέρες τα δυο αδέλφια ως ενόχους που προκάλεσαν κακό στον πατέρα της, απάντησε ότι τους στοχοποίησε διότι γνώριζε την αντιπαράθεση των δυο πλευρών.
Καρέ-καρέ μάρτυρας αστυνομικός αναφέρθηκε στις έρευνες και στην αποκάλυψη του εγκλήματος
Ο μάρτυρας-αστυνομικός της υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Χανίων ξετύλιξε» όλο το κουβάρι της υπόθεσης, από την ώρα που ενημερώθηκε η υπηρεσία του το πρωί της 8/3/2018 για την εξαφάνιση του 70χρονου έως και το πρωινό του Ιουνίου που με συναδέλφους του ξέθαψαν πρώτα το αυτοκίνητο του θύματος και ύστερα τη σορό του, από ένα λάκκο βάθους 6 μέτρων, σε οικόπεδο του τρίτου κατηγορούμενου στον Αλικιανό Χανίων.
Ο μάρτυρας αναφέρθηκε στις πολυήμερες αναζητήσεις για τον κτηνοτρόφο, σε επιχειρήσεις που συμμετείχαν Αστυνομία, Λιμενικό, Πυροσβεστική, ΕΜΑΚ, εθελοντές. Χτενίστηκαν όπως είπε γκρεμνά και λαγκάδια, φαράγγια, μαδάρες, χωρίς αποτέλεσμα. Μεταξύ άλλων απαντώντας σε ερωτήσεις της πολιτικής αγωγής αλλά και της έδρας ο μάρτυρας ανέφερε:
«Αναζητούσαμε έναν άνθρωπο και το αυτοκίνητο του ως αγνοούμενο. Οι έρευνες αφού ήταν άκαρπες τις πρώτες μέρες στη συνέχεια έγινε ανακοίνωση στα ΜΜΕ για την εξαφάνιση του. Παράλληλα με την περίπτωση ατυχήματος αρχίσαμε τις έρευνες και για άλλο ενδεχόμενο. Κάναμε εκτεταμένες έρευνες, επισκεφθήκαμε και το λατομείο των δυο αδελφών. Από πληροφορίες που συλλέξαμε μάθαμε για ένα διαπληκτισμό που είχαν με τον 70χρονο. Εξετάσαμε όλες τις κάμερες καταγραφής που μπορούσαμε, ζητήσαμε άρση τηλεφωνικού απορρήτου για τα τηλέφωνα και του θύματος και των αδελφών.
Το λατομείο μας έδωσε κάποια στοιχεία με ενδείξεις δολοφονίας στον χώρο. Σε μια από τις κάμερες εντοπίσαμε το όχημα του θύματος να κινείται σε συγκεκριμένο δρόμο που οδηγεί στο λατομείο. Από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου διαπιστώσαμε επαφή των δυο αδελφών με τον τρίτο κατηγορούμενο.
Καλέσαμε για εξέταση τα δυο αδέλφια. Έπεσαν σε αντιφάσεις. Καλέσαμε και τον τρίτο κατηγορούμενο κι αυτός έπεσε σε αντιφάσεις.
Φέραμε από την Αθήνα εξειδικευμένο κλιμάκιο της ΕΛΑΣ, που διαθέτει ειδικό σύγχρονο μηχανισμό εντοπισμού κηλίδων αίματος. Στο λατομείο, τελικά, ανιχνεύτηκαν δυο κηλίδες αίματος, οι οποίες βρισκόταν κάτω από ένα στρώμα πυρηνόξυλου. Τις στείλαμε στα εγκληματολογικά εργαστήρια για να γίνει ταυτοποίηση με το DNA του 70χρονου και περιμέναμε τα αποτελέσματα.
Από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου διαπιστώσαμε ότι το ένα τηλέφωνο του θύματος που χρησιμοποιούσε κατά κόρον είχε σταματήσει να δίνει στίγμα στις 18:36 την ημέρα της εξαφάνισης του. Τελευταίο στίγμα ήταν περιοχή Χώρας Σφακίων. Το δεύτερο τηλέφωνο εξέπεμπε στίγμα μέχρι και την επομένη μέρα στις 9:28 το πρωί από περιοχή Αλικιανού.
Το τηλέφωνο του δράστη αν και την ημέρα εξαφάνισης του θύματος είχε πολύ μεγάλη δραστηριότητα με τηλεφωνήματα στον αδελφό του, είδαμε ότι δεν είχε απολύτως καμία κλήση από τις 17:14 έως τις 23:30. Μας προκάλεσε εντύπωση. Σε αυτό το διάστημα χρονολογείται η φόρτωση της σορού και του αυτοκινήτου του θύματος και η μεταφορά τους στον Αλικιανό.
Την επόμενη μέρα το τηλέφωνο του δράστη ενεργοποιήθηκε επίσης στον Αλικιανό. Είχαμε ένα καλό υλικό πλέον στα χέρια μας. Λάβαμε και τα αποτελέσματα ταυτοποίησης των κηλίδων αίματος που βρέθηκαν στο λατομείο με το DNA του αγνοούμενου.
Όλα τα στοιχεία τα παρέλαβε η ανακρίτρια και εξέδωσε εντάλματα σύλληψης εις βάρος των τριών κατηγορουμένων. Συνελήφθησαν και οι τρεις χωρίς να έχει βρεθεί το πτώμα του θύματος.
Συνελήφθησαν και οι τρεις για ανθρωποκτονία. Λίγες ώρες πριν εκπνεύσει η προθεσμία για την απολογία τους στον ανακριτή, ξημερώματα 22ας Ιουνίου 2018, ο ένας εκ των αδελφών, ο 45χρονος, ζήτησε να μας μιλήσει. Τότε μας αποκάλυψε το έγκλημα, το ομολόγησε και μας υπέδειξε τον τόπο στον οποίο είχε θάψει τη σορό του θύματος και το φορτηγό του».
Ο μάρτυρας στη συνέχεια περιέγραψε αναλυτικά την επιχείρηση εκταφής της σορού και του αυτοκινήτου στον χώρο του 32χρονου, ο οποίος να σημειωθεί πως ισχυρίζεται ότι δεν γνώριζε για την πράξη του 45χρονου.
Όπως ανέφερε ο αστυνομικός, ο δράστης είχε φορτώσει σε τράκτορα πρώτα τη σορό του θύματος κι ύστερα το όχημα του, αφού πρώτα το είχε πολτοποιήσει με μηχάνημα για να πιάνει λιγότερο χώρο. Από πάνω έριξε μεγάλη ποσότητα χαλίκι και οδηγώντας έφτασε στον Αλικιανό, όπου έθαψε στον βαθύ λάκκο και άνθρωπο και αυτοκίνητο. Όπως ανέφερε, ο δράστης όταν ομολόγησε το έγκλημα είπε στους αστυνομικούς ότι πρώτος ο 70χρονος τράβηξε όπλο και το έστρεψε εναντίον του και βρισκόμενος σε άμυνα τον πυροβόλησε μια φορά με την κυνηγετική καραμπίνα που είχε στο λατομείο.
Αναφορικά με την εκταφή οχήματος και σορού, ο αστυνομικός ανέφερε ότι άρχισαν να σκάβουν τον λάκκο με σκαπτικό μηχάνημα μέχρι που εμφανίστηκαν οι τροχοί του αυτοκινήτου του θύματος. Το ανέσυραν και συνέχισαν να σκάβουν οι αστυνομικοί με φτυάρια και τσάπες όσο πιο προσεκτικά μπορούσαν για να μην αλλοιώσουν τη σορό. Στα 6 μέτρα άρχισαν να εμφανίζονται μέλη της σορού. Κατά τον αστυνομικό η σορός βρισκόταν σε κατάσταση προχωρημένης σήψης. «Πρώτα είδαμε ένα άρβυλο με κνήμη και περόνη του ποδιού. Μετά είδαμε άλλο άρβυλο με την κνήμη (αποκομμένα από την υπόλοιπη σορό) και στη συνέχεια το τμήμα του κορμιού από το κεφάλι μέχρι τα μηριαία οστά», ανέφερε ο μάρτυρας αστυνομικός.
Για την κατάσταση της σορού η πολιτική αγωγή υποστηρίζει ότι ο δράστης είχε προχωρήσει σε διαμελισμό της, κάτι που αρνείται κατηγορηματικά η υπεράσπιση. Αυτό το σημείο αποτέλεσε και πεδίο έντονης αντιπαράθεσης στο δικαστήριο χθες. Ερωτώμενος σχετικά ο αστυνομικός λέγοντας την άποψη του θεώρησε πολύ πιθανόν ότι η σορός δεν ήταν ενιαία λόγω της αποσύνθεσης, αφού παρέμεινε τόσο μεγάλο διάστημα στον λάκκο. «Όταν η σορός βρίσκεται σε σήψη είναι πολύ εύκολο να αποκολληθούν μέλη της» είπε.
Άλλο πεδίο αντιπαράθεσης πολιτικής αγωγής-υπεράσπισης αποτέλεσε το όπλο που βρέθηκε μέσα στο θαμμένο αυτοκίνητο του 70χρονου. Ένα πιστόλι που ιδιοκτήτης του φέρεται το θύμα και φέρεται κατά τους συνηγόρους του κατηγορουμένου να είναι αυτό με το οποίο πυροβόλησε κατά του 45χρονου, ενώ η πολιτική αγωγή εμμέσως πλην σαφώς υποστηρίζει ότι μέσα στο αυτοκίνητο του θύματος το έβαλε ο δράστης για να δημιουργήσει άλλοθι σε περίπτωση που το έγκλημα του αποκαλυπτόταν.
Σύμφωνα με τον αστυνομικό μάρτυρα, το όπλο βρέθηκε ανάμεσα στα δυο καθίσματα αλλά, όπως είπε, είναι αδύνατον να μπορεί κάποιος να πει αν εκεί το είχε ο 70χρονος ή αν εκ των υστέρων το τοποθέτησε τρίτο άτομο.
Ερωτώμενος εάν βρέθηκαν αποτυπώματα στο όπλο και στις δυο σφαίρες που βρέθηκαν στην τσέπη του παντελονιού του θύματος, ο αστυνομικός μάρτυρας απάντησε ότι εστάλησαν στα εγκληματολογικά εργαστήρια αλλά δεν ήταν δυνατόν να ανιχνευθούν αποτυπώματα λόγω της πολύ κακής κατάστασης που ήταν λόγω της πολύμηνης παραμονής τους στον λάκκο και στα χώματα.
Ερωτώμενος ο μάρτυρας εάν από τις έρευνες συνέλεξε πληροφορίες για τον χαρακτήρα του θύματος, απάντησε ότι από συγχωριανούς του έμαθε πως επρόκειτο για δύσκολο και δύστροπο άνθρωπο.