Έντονη ανησυχία επικρατεί στην Κρήτη εξαιτίας των κρουσμάτων «ελληνοποίησης» εισαγόμενων ευρωπαϊκών ελαιολάδων. Τόσο στον κλάδο της παραγωγής, τυποποίησης και πώλησης ελαιολάδου όσο και στον κλάδο της εστίασης έντονος είναι ο προβληματισμός για την ποιότητα του ελαιολάδου που καταναλώνεται ήδη ή πρόκειται να διατεθεί προς κατανάλωση το επόμενο διάστημα, καθώς έχει διαπιστωθεί ότι έχει γίνει εισαγωγή μεγάλων ποσοτήτων λαδιού, από την Ισπανία κυρίως, το οποίο προωθείται στην ελληνική και στην κρητική αγορά όχι ως ευρωπαϊκό, αλλά ως ντόπιο προϊόν.
Σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Τυποποιητών Ελαιολάδου Κρήτης, ελληνικές επιχειρήσεις, εταιρίες τυποποίησης, ακόμα και ελαιουργεία, προωθούν στην αγορά λάδι «ανακατεμένο», γεγονός που έχει ως συνέπεια το κρητικό-ισπανικό ελαιόλαδο να φτάνει στον τελικό καταναλωτή, μέσω καταστημάτων εστίασης και πώλησης παραδοσιακών προϊόντων.
«Εκμεταλλευόμενοι ορισμένοι το πρόβλημα που έχει προκληθεί στην ελληνική αγορά, εξαιτίας της καταστροφής της περσινής ελαιοπαραγωγής, εισάγουν φθηνά λάδια, τα ελληνοποιούν και τα πωλούν ως έξτρα παρθένα. Ποσότητες από την Ισπανία έχουν φτάσει και στην Κρήτη. Κάποιοι κάνουν σωστά τη δουλειά τους και πωλούν ελαιόλαδο με ετικέτα ευρωπαϊκή, όμως κάποιοι άλλοι δεν το κάνουν αυτό.
Επομένως, αν δεν αναφέρουν ότι το προϊόν τους είναι ευρωπαϊκό, το κάνουν σκόπιμα για να παραπλανήσουν τον καταναλωτή και να το διαθέσουν ως κρητικό» ανέφερε χαρακτηριστικά στα «Ρ.Ν.» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Τυποποιητών Ελαιολάδου Κρήτης, κ. Γιώργος Ανδρεαδάκης.
Ερωτώμενος ο κ. Ανδρεαδάκης για τα κίνητρα που οδηγούν τους επιτήδειους στην εισαγωγή και νόθευση του ελαιολάδου, επισημαίνει ότι είναι οικονομικά: «Κίνητρό τους είναι το κέρδος. Ένα μέτριο ισπανικό λάδι μπορεί μια επιχείρηση να το αγοράσει κάτω από 2 ευρώ, όταν εμείς στην Κρήτη αγοράζουμε το ντόπιο ελαιόλαδο 2,90 έως 3,00 ευρώ».
Σημειώνεται ότι το συγκεκριμένο ζήτημα ήρθε στην επικαιρότητα μετά από καταγγελίες που έφτασαν στον Σύνδεσμο Τυποποιητών, ωστόσο σε ότι αφορά το νομό Ρεθύμνου μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει γνωστό κάποιο στοιχείο που να σχετίζεται με τη διάθεση ελληνοποιημένου ελαιολάδου στην τοπική αγορά.
Ο Σύνδεσμος Τυποποιητών Ελαιολάδου Κρήτης σκοπεύει να εντείνει τις προσπάθειές του για την αντιμετώπιση του ζητήματος, τονίζοντας ότι αυτή η τακτική μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφή τον κλάδο της ελαιοπαραγωγής και να υποβαθμίσει την ποιότητα του κρητικού ελαιολάδου.
Σε ανακοίνωση του Συνδέσμου, μεταξύ άλλων, αναφέρονται τα εξής: «Θα θέλαμε να ενημερώσουμε όλους τους εμπλεκόμενους που ασχολούνται με την παραγωγή, τυποποίηση και εμπορία ελαιολάδου, ότι υπάρχουν επιτήδειοι, οι οποίοι πωλούν κρητικό ελαιόλαδο, το οποίο έχει νοθευτεί με ισπανικό ελαιόλαδο.
Η θέση του ΣΥΤΕΚ από την αρχή της εσοδείας, ήταν και παραμένει, ότι όσοι επιθυμούν να εισαγάγουν ισπανικά, ιταλικά και άλλα ελαιόλαδα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μπορούν να το πραγματοποιήσουν, αλλά θα πρέπει να πωλούν ευρωπαϊκό προϊόν στην ετικέτα τους και όχι κρητικό και ελληνικό προϊόν.
Σήμερα, είναι επιτακτική η ανάγκη περισσότερο από ποτέ, να διαφυλάξουμε αυτό το διαμάντι που διαθέτει ακόμη η ελληνική οικονομία και το νησί μας, το ελαιόλαδο, από τους διάφορους επιτήδειους, οι οποίοι τώρα και αρκετά χρόνια, μόνο ζημιά του προκαλούν.
Η ζημιά αυτή προέρχεται, είτε από τη νόθευση του κρητικού ελαιολάδου, είτε από την παραπληροφόρηση του καταναλωτικού κοινού με παραπλανητικές ενδείξεις στις ετικέτες και στα έντυπα προβολής που χρησιμοποιούν, είτε στη διάθεση αυτού, χωρίς να διασφαλίζονται οι συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας που πρέπει να ακολουθούνται».