Διάβαζα, προ ημερών, ξανά Αριστοτέλη. Και διαπίστωσα για μιαν ακόμη φορά ότι σε πολλά από τα γραφτά του έχει τόσο δίκιο, ώστε η ισχύς τους παραμένει ακόμα και σήμερα, τόσους αιώνες μετά το θάνατο του Σταγιρίτη φιλοσόφου, θαλερή και ακλόνητη…
Ας σταθούμε, λοιπόν, σήμερα στη «Ρητορική» του Αριστοτέλη, απ’ όπου ανιχνεύσαμε ένα σπουδαίο εδάφιο διαχρονικής αξίας περί της βαρύτητας των αδικημάτων των πολιτών στη δημόσια ζωή τους: «Ένα αδίκημα είναι πιο βαρύ όσο πιο μεγάλη είναι η αδικία που το προκάλεσε. Αυτός είναι ο λόγος που εντελώς ασήμαντα αδικήματα είναι μερικές φορές πολύ βαριά, όπως εκείνο π.χ. για το οποίο ο Καλλίστρατος κατηγόρησε τον Μελάνωπο, ότι εξαπάτησε τους ναοποιούς και τους πήρε τρία ιερά ημιωβόλια (στην περίπτωση, πάντως, των δίκαιων πράξεων συμβαίνει το αντίθετο). Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι αυτά εμπεριέχονται δυνάμει σ’ εκείνα· αυτός, πράγματι, που έκλεψε τρία ιερά ημιωβόλια θα ήταν ικανός για οποιοδήποτε αδίκημα. Μερικές φορές λοιπόν το μεγαλύτερο αδίκημα μετριέται με αυτόν τον τρόπο, ενώ κάποιες άλλες με τη βλάβη που προκλήθηκε. Μεγαλύτερο είναι επίσης το αδίκημα για το οποίο δεν υπάρχει ισοδύναμη με αυτό τιμωρία, αλλά όλες οι τιμωρίες είναι μικρότερές του. Επίσης αυτό για το οποίο δεν υπάρχει γιατρειά: πρόκειται για αδίκημα που είναι δύσκολο, μπορεί και αδύνατο να αντιμετωπισθεί. Επίσης αυτό για το οποίο ο παθών δεν μπορεί να προσφύγει για την τιμωρία του ενόχου στο δικαστήριο, επειδή είναι αδίκημα που δεν σηκώνει γιατρειά – η δίκη είναι, πράγματι, και κολασμός και γιατρειά. […] Επίσης το αδίκημα που ο δράστης το έκανε ή μόνος αυτός, ή πρώτος αυτός, ή ως ένας από τους λίγους που το έκαναν. Βαρύ είναι επίσης να κάνει κανείς ξανά και ξανά το ίδιο σφάλμα. […] Όσο πιο κτηνώδες, επίσης, ένα αδίκημα, τόσο βαρύτερο. Το ίδιο και αυτό που προμελετήθηκε επί περισσότερο χρόνο. […] Επίσης τα πιο ατιμωτικά αδικήματα. Επίσης αν διέπραξε αδίκημα σε βάρος αυτού που τον ευεργέτησε· γιατί στην περίπτωση αυτή έχουμε περισσότερα αδικήματα: πρώτον κάνει κακό στον ευεργέτη του, δεύτερον δεν του ανταποδίδει το καλό που του χρωστάει. Είναι επίσης μεγαλύτερο αδίκημα αυτό που γίνεται κατά παράβαση των άγραφων κανόνων του δικαίου· γιατί δείχνει ανώτερο άνθρωπο, αν είναι κανείς δίκαιος δίχως να τον υποχρεώνει τίποτε – οι γραπτοί νόμοι έχουν το στοιχείο του υποχρεωτικού, οι άγραφοι όχι. Από μιαν άλλη άποψη: αν το αδίκημα έγινε παρά τους γραπτούς νόμους· γιατί αυτός που διαπράττει αδικήματα αδιαφορώντας για τις ανησυχητικές συνέπειες και για τις προβλεπόμενες ποινές, θα έκανε βέβαια και τα αδικήματα για τα οποία δεν προβλέπονται ποινές» (μετάφραση Δ. Λυπουρλή).
Εσείς τι λέτε διαβάζοντας τα ανωτέρω; Έχει ο Αριστοτέλης δίκιο ή όχι; Δε μοιάζουν όλα τα παραπάνω σαν να έχουν γραφεί και για ορισμένους ανθρώπους και κοινωνίες των ημερών μας;