Από τις ακούραστες ερευνήτριες και του Καρναβαλιού η εκλεκτή συμπολίτισσα κ. Αιμιλία Μιχελιδάκη-Ρακιντζή. Η έρευνά της προκάλεσε μια ακόμα συζήτηση μεταξύ μας εξαιρετικά ενδιαφέρουσα για την πορεία του θεσμού. Κι από τις ερωταποκρίσεις που τροφοδοτούσαν και την ανταλλαγή γνωστικών εμπειριών από παράλληλες έρευνες, δόθηκε μια ακόμα εικόνα της πορείας του Ρεθεμνιώτικου Καρναβαλιού. Αξίζει να προσέξουμε τις λεπτομέρειές της που έχουν κάτι να δώσουν από τη πνευματική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή της πόλης μιας άλλης άγνωστης εποχής.
Οι πρώτες αναφορές
Οι πρώτες αναφορές που έχουμε για το Καρναβάλι μας αφορούν την εποχή της Κρητικής Πολιτείας με τους Ρώσους, οι οποίοι επηρεάζουν την ψυχαγωγία των Ρεθεμνιωτών. Σαφής είναι και η επιρροή του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου. Από αφήγηση του Θεμιστοκλή Βαλαρή διαπιστώνουμε πως η πρώτη ελεύθερη περίοδος γιορτάζεται έντονα από τον κόσμο, υποδέχονται μεταμφιεσμένοι και πετούν φασόλια και μπιζέλια. Διαπιστώνουμε ότι διοργανώνεται καρναβάλι από το 1901, σύμφωνα με την εφημερίδα «Πατρίς», διότι έχουμε προσφωνήσεις, αντιφωνήσεις καρνάβαλου. Διοργανώσεις Καρναβαλιού έχουμε και από τον Καλομενόπουλο σε δυο χαρακτηριστικά του ποιήματα «Παλιές Απόκριες» και «Πολύ παλιές απόκριες». Το 1912 – 1913 είναι σε εξέλιξη ο πόλεμος. Από αφήγηση του Μιχάλη Παπαδάκη δικηγόρου από το Βάτο Αγίου Βασιλείου, διαπιστώνουμε ότι έκαναν παρέλαση καρναβαλιού με άρμα. Το ίδιο και το 1916, όπου από λεπτομέρειες που διέσωσε πάλι ο Παπαδάκης, πληροφορούμαστε ότι υπάρχουν στοιχεία αποκριάτικων εκδηλώσεων του καρναβαλιού. Με την υποδομή που δημιούργησε ο Σπανδάγος, το περίφημο «Ιδαίον Άντρο», ξεκινούν οι αποκριάτικοι χοροί, οι οποίοι είναι προσαρμοσμένοι σε ευρωπαϊκά πρότυπα, μιλάμε για καντρίλιες, Σοτίς και Λανσέδες. Οι λιγοστές εύπορες οικογένειες του Ρεθύμνου συμμετέχουν στους χώρους και μάλιστα ράβουν τις τουαλέτες τους ακόμη και στο Παρίσι. Το διαπιστώνουμε στο κείμενο της αντιφώνησης του Καρνάβαλου, που τους «ξεφωνίζει»! Διοργανώνονται λοιπόν οι χοροί, με πρωτοστάτες το Σύλλογο των Κυριών και το Λύκειο των Ελληνίδων.
Ο απλός κόσμος διασκέδαζε σε οικογενειακές συναθροίσεις και σε επισκέψεις από σπίτι σε σπίτι. Σε αυτές τις ομάδες των επισκεπτών αρκούσε να είναι ένας γνωστός για να γίνουν δεκτοί και οι υπόλοιποι της παρέας. Επίσης, δεν υπήρχε ώρα κοινής ησυχίας. Τα σπίτια ήταν ανοιχτά ανά πάσα στιγμή για να δεχτούν φίλους μασκαρεμένους. Παρ’ όλα αυτά δεν παρατηρούνταν έκτροπα. Όλα γίνονταν με σεβασμό στις κυρίες και στις δεσποινίδες του σπιτιού.
Οι Μικρασιάτες έφεραν και το κέφι
Τη δεκαετία του ‘20 από περιγραφή του Λεωνίδα Καούνη, ο οποίος γεννήθηκε το 1920 και παρακολούθησε το καρναβάλι του 1926 πληροφορούμαστε ότι η βασίλισσα του καρναβαλιού ήταν άνδρας, αφού απαγορευόταν σε γυναίκες να συμμετέχουν στην παρέλαση.
Αυτό που παρατηρούμε είναι πως, ο απλός λαός, από το ‘23 και μετά αποκτά μια ασυνήθιστη ζωντάνια στις αποκριάτικες εκδηλώσεις. Σε αυτό συνέβαλε και η άφιξη των Μικρασιατών που έφεραν τις συνήθειες από τα περίφημα καρναβάλια της Σμύρνης που ήταν από τα σημαντικότερα. Οι πρόσφυγες συμμετείχαν με θέληση και κέφι στις αποκριάτικες εκδηλώσεις που διοργανώνονταν στο Ρέθυμνο. Ήταν άνθρωποι οικογενειάρχες και κάποιοι εξ αυτών πρωτοστάτησαν στα γλέντια όπως ο Κώστας Καννάς, Μικρασιάτης ο ίδιος και αργότερα πρόεδρος της Περιηγητικής Λέσχης.
Οι μουσικοί ήταν ελάχιστοι εκείνη την περίοδο στην πόλη και σίγουρα δεν μπορούσαν να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες σε χώρους που διοργανώνονταν. Στα γλέντια του λαού λοιπόν όσοι δεν είχαν τη δυνατότητα μουσικής χρησιμοποιούσαν ταψί για να δώσουν ρυθμό. Προσφιλής δε συνήθεια των Μικρασιατών ήταν να πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι. Ήταν όλοι καλοδεχούμενοι. Μάλιστα τα παιδιά έπαιρναν οδηγίες για να είναι φρόνιμα την ώρα των επισκέψεων. Από μαρτυρία της κυρίας Καζαβή μαθαίνουμε πως, προκειμένου να αποφανούν στον ξένο, οι γονείς έκοβαν από τη μερίδα του φαγητού του παιδιού σε αντίθεση με τις μεταγενέστερες γενιές που προτεραιότητα είχαν πάντα τα παιδιά. Στα αποκριάτικα γλέντια των Μικρασιατών ξεχωριστή θέση είχαν τα δρώμενα με την περίφημη περιβολιανή καμήλα.
Κι ήρθε ο πόλεμος
Ο πόλεμος σταμάτησε κάθε αποκριάτικη δραστηριότητα. Πριν από αυτόν, από το ‘36 έως το ‘40 έχουμε τη δικτατορία του Μεταξά. Μεταπολεμικά ακολούθησε ο Εμφύλιος που δεν έπληξε τόσο την Κρήτη όμως, ο κόσμος είχε πένθος διότι οι Γενίτσαροι του Σούμπερτ έκαψαν χωριά. Οι Γερμανοί κατακτητές την περίοδο του πολέμου εφάρμοσαν την πολεμική νομοθεσία σε αντίθεση με τους γενίτσαρους που προέβαιναν σε βανδαλισμούς και στο κάψιμο ολάκερο χωριών βυθίζοντας και τη ρεθεμνιώτικη κοινωνία στο πένθος.
Στην ύπαιθρο πάλι σύμφωνα με μαρτυρία του Γιανναράκη, ακόμη και τη δεκαετία του πολέμου του 1940 έχουμε γλέντια, στα χωριά στον Πλακιά γίνεται αναβίωση του εθίμου του πεθαμένου που προϋπέθετε να είναι κάποιος ακινητοποιημένος χωρίς να αντιδρά στα πειράγματα που δεχόταν.
Στη δεκαετία του ‘50 ομάδα νεαρών, ξεκινά την αναβίωση του καρναβαλιού φτιάχνοντας μόνοι τους τις στολές. Έχουμε και φωτογραφία με τον μετέπειτα μεγαλοξενοδόχο τον Νίκο Δασκαλαντωνάκη και τον Γαγάνη ντυμένους μασκαράδες. Πάντοτε βέβαια υπό το αυστηρό βλέμμα των αστυφυλάκων δεδομένης της απαγόρευσης χρήσης μάσκας μέχρι που και οι αστυνομικοί το συνήθισαν. Οι μασκαρεμένοι έκαναν ατελείωτες βόλτες στην πόλη με ροκάνες και φωνές ξεσηκώνοντας όλη την πόλη. Συνήθως κατέληγαν στο σπίτι του Γαγάνη για να κάνουν την αποκριάτικη γιορτή.
Οι πρώτες διοργανώσεις με την αναβίωση του Καρναβαλιού
Το 1957 και 1958 οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι που σας προανέφερα συνθέτουν τον πυρήνα του καρναβαλιού και ξεκινάει η εποχή της Περιηγητικής. Το καρναβάλι διοργανώνεται αρχικά με τη συνεργασία φορέων: Της Περιηγητικής Λέσχης, του Συνδέσμου Διάδοσης Καλών Τεχνών και του Λυκείου Ελληνίδων.
Με πρόταση του Λυκείου Ελληνίδων, η θεματική του πρώτου καρναβαλιού της περιόδου εκείνης δίδει την αίσθηση παραμυθιού. Έτσι κατασκευάζεται το άρμα της Χιονάτης με Χιονάτη τη Ρούσα Λίτινα που ήταν και η πρώτη παιδαγωγός που έδωσε ζωντάνια στους παιδαγωγούς, συμμετέχει η Σχολή Οικοκυρικής της Ελένης Παπαδογιάννη, ενώ ενισχύεται από τη δημιουργική ομάδα των εικαστικών με Μπάμπη Πραματευτάκη, την κατασκευαστική επιμέλεια των Τάκη και Απόστολου …ειδικά των αρμάτων της γόνδολας και της χελώνας και χορηγό του άρματος της γόνδολας τον Δεληγιώργη.
Ως νάνοι ντύθηκαν τότε τα παιδιά της Προέδρου του Λυκείου Ελληνίδων η Φέφη και ο Μιχάλης Βαλαρής. Η αισθητική είναι άψογη στο αποτέλεσμα και εμφανής η προσοχή στη λεπτομέρεια. Το καρναβάλι έχει και σατιρική διάθεση που αποτυπώνονταν στο άρμα των ανθρωποφάγων κανιβάλων, το οποίο χρησιμοποιήθηκε και σε άλλες διοργανώσεις: σ’ ένα μεγάλο καζάνι μαγειρεύονταν ο λευκός αρχι-καρνάβαλος, ενώ ο Λευτέρης Κορωνάκης χτυπούσε στο κεφάλι τον άτυχο λευκό με ένα τεράστιο κουτάλι. Ο Κίμωνας Τζέτζος φορούσε ένα παντελόνι από το οποίο κρέμονταν λουκάνικα και κρατούσε δοχείο νυκτός γεμάτο με ρετσίνα και ράντιζε τους θεατές. Συνοδός καρνάβαλου ήταν ο Μάρκος Γιουμπάκης, ο οποίος άφησε εποχή με τα αστεία του.
Και μακάβριες φάρσες
Οι ντόπιοι κάνουν μακάβριες φάρσες, όπως πληροφορούμαστε από σχετικό δημοσίευμα στην Κρητική Επιθεώρηση του 1965. Παρόμοια φάρσα αφηγείται ο Γιώργος Γιανναράκης με συμμαθητές εποχής. Στο σινεμά «Ευφροσύνη» της πόλης πρωινή αύρα πρόβαλαν ταινία πορνό. Από κει πέρασε η πομπή του νεκρού με την ωρυόμενη χήρα η οποία εισβάλλει στο σινεμά και μαδιέται για τις τσόντες που έβλεπε ο εκλιπών σύζυγός της! Αυτή η πλάκα συνεχίστηκε ακόμη και στα χρόνια της Χούντας…
Την περίοδο της Περιηγητικής οι ομάδες του καρναβαλιού ήταν ολιγομελείς, ήταν όμως πάρα πολλοί οι θεατές. Σήμερα έχουν αντιστραφεί οι ρόλοι: οι θεατές είναι λιγότεροι από τους καρναβαλιστές και εναλλάσσονται λόγω της μεγάλης διάρκειας της παρέλασης.
Το 1972, ο Κώστας Καννάς ζητά από τους στρατιωτικούς να του διαθέσουν αυτοκίνητο για να μεταφερθούν τα άρματα του καρναβαλιού στην έναρξη της παρέλασης. Ο στρατιωτικός διοικητής βλέποντας τα πλήθη, απαγορεύει την παρέλαση από φόβο μήπως εκδηλωθούν αντιδράσεις εναντίον του καθεστώτος και να γίνουν επεισόδια. Ο διορισμένος τότε Δήμαρχος Ρεθύμνου Δημήτρης Αρχοντάκης παρεμβαίνει με τη γνώριμη τακτική του και πείθει τον στρατιωτικό διοικητή να επιτρέψει τον εορτασμό, διαφορετικά θα βρει το μπελά του από τον κόσμο. Ο Καλαϊτζάκης (Διευθυντής Κρητικής Επιθεώρησης) όμως δεν γνωρίζει την εξέλιξη αυτή και γράφει ένα πύρινο άρθρο. Οδηγήθηκαν στο αυτόφωρο άμεσα και ο εκδότης και ο Κώστας Καννάς.
Το 1973 όμως, κάλεσαν τον Κανά στην 5η Μεραρχία στα Χανιά για να του ανακοινώσουν πως θα θέσουν στη διάθεσή του ότι τροχοφόρο χρειάζεται, με αποτέλεσμα να διοργανωθεί το καρναβάλι του 1973, το οποίο ήταν πολύ καλό.
Κατά την ίδια περίοδο, στα καρναβάλια που διοργάνωνε η Περιηγητική, την έναρξη έκανε ένας προπομπός, ένα αυτοκίνητο που το ακολουθούσαν οι μαζορέτες. Έφερναν δε, μπάντα από άλλη πόλη και φυσικά πρόσεχαν πολύ τα θέματα, λόγω χούντας. Η κοσμοσυρροή ήταν μεγάλη. Το καρναβάλι τότε είχε στολές από παραμύθια και ζώα, ο Σιδέρης Μαρίνος έκανε φιγούρες και η σάτιρα ήταν εμφανής: σατίριζαν προβλήματα της καθημερινότητας όπως τα αυξημένα κρούσματα γρίπης αλλά και γενικά θέματα όπως την προσπάθεια των ναυτιλιακών γραμμών για πλοίο, ενώ οι ιθαγενείς χόρευαν στη μέση του δρόμου, καθώς και την έλλειψη τηλεόρασης στην πόλη.
Έντονες οι ταξικές διαφορές
Σύμφωνα με τον Μανόλη Καρνιωτάκη που διαθέτει και πλουσιότατο αρχείο φωτογραφιών, ενώ το Καρναβάλι έδινε ζωή στην πόλη και το περίμενε ο κόσμος με μεγάλη λαχτάρα ήταν μια ακόμα δραστηριότητα που υπογράμμιζε τις ταξικές διαφορές.
Τις περίφημες κεφάλες τις φορούσαν έναντι συμβολικής αμοιβής οι κοινωνικώς αδύναμοι συμπολίτες. Περνούσαν λοιπόν όλη την κοπιαστική διαδικασία γιατί ήταν και βαριές και προκαλούσαν σχετική δυσφορία οι κεφάλες αυτές προκειμένου να πάρουν κάτι για να φέρουν λίγο ψωμί στο σπίτι. Και στα άρματα είχαν θέση μόνον οι κοινωνικά εύρωστοι Ρεθεμνιώτες. Μια άποψη που ο καλός φίλος έχει υποστηρίξει και σε πολλές εκπομπές του.
Αναβίωση εθίμων
Από την αρχή του αιώνα έχουμε αναβίωση αποκριάτικων εθίμων όπως το «Γαϊτανάκι» και την περίφημη «Περβολιανή Καμήλα». Μάλιστα, μετά τον πόλεμο ο Τσακμάκας από τα Περβόλια, κατεβάζει την «Καμήλα» ως αξιοθέατο την περίοδο της Αποκριάς και βγάζει καπέλο και ζητά χρήματα. Χρησιμοποιεί δηλαδή ένα αποκριάτικο έθιμο για λόγους επιβίωσης.
Την περίοδο που η Περιηγητική έχει αναλάβει την διοργάνωση του καρναβαλιού άνθρωποι του Ρεθύμνου όπως ο Ευτύχης Τσαγκαράκης και ο Τάσος Τσάκαλης ετοίμαζαν φαγητό σε λαμαρίνες, το πήγαιναν στο χώρο που δούλευαν τα συνεργεία της περιηγητικής την αίθουσα του Αγίου Φραγκίσκου, ενώ τακτικός χορηγός σε τροφοδοσία των εθελοντών ήταν ο γιατρός – ακτινολόγος ο Βογιατζής.
Συνεισέφερε ο κόσμος, οι φίλοι των διοργανωτών με ότι είχαν σε φαγητό, σε εργατικά χέρια, σε υλικά…
Η ένταση είχε και συνέπειες
Την περίοδο που δήμαρχος της πόλης ήταν ο Σκουλούδης, δημιουργήθηκε μια δυσάρεστη κατάσταση. Φέρθηκε με απρέπεια στον Μιχάλη Καραδάκη, τον αρχηγό των «Τρομοκρατών», ο οποίος ήταν από τα πιο δυναμικά στελέχη του καρναβαλιού, συμπεριφορά που εξόργισε τον παρόντα στη συζήτηση Κώστα Καννά, ο οποίος αποσύρθηκε λέγοντας στον δήμαρχο πως αδυνατεί να συνεργαστεί με κάποιον που φέρεται με αυτόν τον απαράδεκτο τρόπο σε έναν εκ των πρωτεργατών του καρναβαλιού. Έκτοτε η Περιηγητική Λέσχη δεν διοργάνωσε ξανά καρναβάλι.
Μετά την αποχώρηση της Περιηγητικής από τη διοργάνωση του καρναβαλιού, επιχείρησαν κάποιοι μεμονωμένοι, υπό τη σκέπη του Πολιτιστικού Συλλόγου, να κάνουν καρναβάλι βγήκε όμως ένα ακαλαίσθητο αποτέλεσμα.
Η θαυματοποιός παρέμβαση του Καρά
Έτσι φτάνουμε στη δεκαετία του 90 όπου παρεμβαίνει εκ νέου ο Μιχάλης Καραδάκης με την ομάδα του «Τρομοκράτες» και με τη βοήθεια δημοσιογράφου διοργανώνουν το πρώτο καρναβάλι, μετά την πολύχρονη απουσία του από την πόλη. Ενδεικτικό της δίψας του κόσμου να επανέλθει το καρναβάλι στο Ρέθυμνο είναι η θερμή ανταπόκρισή του στο κάλεσμα Καραδάκη για να συναντηθούν έξω από το μαγαζί του όπου μαζεύτηκαν 200 άνθρωποι. Το ‘92 και με το Κυνήγι του θησαυρού ο δήμαρχος της πόλης Δημήτρης Αρχοντάκης πιέζεται για να αναλάβει ο Δήμος τη διοργάνωση του καρναβαλιού. Ο κόσμος ήταν έτοιμος, ο Δήμος τα βρήκε έτοιμα.
Σήμερα το Ρεθεμνιώτικο Καρναβάλι συναγωνίζεται τα μεγαλύτερα της χώρας και για το λόγο αυτό είναι αξιέπαινοι εκείνοι που του έδωσαν συνέχεια. Μπορεί να μην έχει αρκετή σάτιρα. Είναι όμως και θέμα ευρύτερης πολιτιστικής παιδείας. Μπορεί να στερείται πια την ομορφιά της προσωπικής συμμετοχής στη δημιουργία. Τι να περιμένεις όμως από μια εποχή που όλα είναι αποτέλεσμα μαζικής παραγωγής; Ο χαρακτήρας του κορυφαίου μας θεσμού, σίγουρα άλλαξε και η φιλοσοφία του δεν έχει καμιά σχέση με αυτή του παρελθόντος. Άλλες εποχές όμως, άλλα ήθη. Η ζωή συνεχίζεται κι όλα διαφοροποιούνται στο διάβα της. Μια αλήθεια είναι κι αυτή. Πώς να το κάνουμε; Αρκεί που ο κόσμος διασκεδάζει. Και αν πραγματικά μάθει να διασκεδάζει χωρίς υπερβολές στην κατανάλωση οινοπνεύματος, αν σταματήσουν οι ολέθριες συνέπειες μετά την παρέλαση και οι εικόνες που αντικρίζουμε στο νοσοκομείο όλα θα είναι πολύ καλύτερα. Γένοιτο!