Προκειμένου να κλείσει το ζήτημα της κινητικότητας, η κυβέρνηση φέρεται να πρότεινε και να έχει γίνει κατ’ αρχήν αποδεκτή από την Τρόικα, τη μετάταξη του συνόλου των δυνάμεων της δημοτικής αστυνομίας, δηλαδή περίπου 4.000 άτομα, στις τάξεις της Ελληνικής Αστυνομίας.
Η είδηση προκάλεσε αμηχανία και σε τοπικό επίπεδο, καθώς παρά τα προβλήματά της, η Δημοτική Αστυνομία στο Ρέθυμνο, με δυναμικό 13 άτομα, διαχειρίζεται θέματα που σχετίζονται με την στάθμευση, τον δακτύλιο, το παρεμπόριο, την έκδοση εγγράφων και άλλα ζητήματα καθημερινής λειτουργίας της πόλης.
«Η Δημοτική Αστυνομία χρειάζεται στους Δήμους, γιατί το έργο των ΟΤΑ είναι πιο κοντινό στον πολίτη. Εμείς προσπαθούμε με την Δημοτική Αστυνομία όχι να τιμωρήσουμε αλλά να ενημερώσουμε και να περιφρουρήσουμε κάποια πράγματα. Η τιμωρία είναι το έσχατο. Όμως, αν δεν έχουμε προσωπικό δεν μπορούμε να λειτουργήσουμε» δήλωσε στα «Ρ.Ν.» ο δήμαρχος Ρεθύμνου Γιώργος Μαρινάκης.
Ερωτώμενος για την εικόνα διάλυσης που παρουσιάζει η Δημοτική Αστυνομία και την εμφανή έλλειψη αστυνομικών ακόμα και σε κεντρικά σημεία της πόλης, ο κ. Μαρινάκης απάντησε: «Είναι τρομακτικό το εύρος της ευθύνης και πάρα πολύ μικρή η δύναμη της Δημοτικής Αστυνομίας. Εννιά άτομα είναι η δύναμή μας, πως θα βγουν οι βάρδιες, πως θα εξυπηρετηθούν όλες οι ανάγκες που υπάρχουν;».
Καταλήγοντας ο δήμαρχος Ρεθύμνου επεσήμανε ότι οι υπηρεσίες των Δήμων έχουν ανάγκη ενίσχυσης και όχι αποδυνάμωσης: «Είναι ανησυχητικό το φαινόμενο να αποψιλώνεται ολοένα και περισσότερο το προσωπικό των Δήμων, με διάφορες οργανωτικές προφάσεις. Η Δημοτική Αστυνομία ιδρύθηκε για να έχει μια συγκεκριμένη αποστολή. Όταν όμως οι Δήμοι μεγεθύνονται σε ανάγκες, απαιτήσεις και σε έκταση, αλλά δεν έχουμε δικαίωμα να αναπληρώσουμε το προσωπικό που φεύγει, είναι λογικό αυτό το σύστημα να εμφανίζεται αποδυναμωμένο και ανήμπορο στα μάτια του πολίτη.
Όλες οι δραστηριότητες και οι τομείς ευθύνης του Δήμου πρέπει να έχουν το κατάλληλο προσωπικό για να μπορούν να αντεπεξέλθουν. Φοβάμαι ότι είναι έντεχνη αυτή η απομείωση των συστημάτων για να καταστούν αναξιόπιστα και στη συνέχεια να απορροφηθούν. Αυτό το καταγγέλλουμε και σε καμιά περίπτωση δεν μας βρίσκει σύμφωνους».
Σημειώνεται ότι οι πληροφορίες αναφέρουν πως οι Δημοτικοί Αστυνομικοί που θα μετακινηθούν στην ΕΛ.ΑΣ. θα αναλάβουν καθήκοντα ανάλογα αυτών που είχαν στο πρότερο εργασιακό τους καθεστώς, δηλαδή το κυνήγι του παρεμπορίου, διαχείριση εγγράφων, κλήσεις κλπ.
Την έντονη αντίδρασή της στο ενδεχόμενο κατάργησης της Δημοτικής Αστυνομίας και μετάταξης 4.000 δημοτικών αστυνόμων στην Ελληνική Αστυνομία εκφράζει η ΚΕΔΕ. «Θέλουμε να υπογραμμίσουμε προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν μπορεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση, να είναι το μόνιμο «θύμα», που καλείται για πολλοστή φορά να «πληρώσει» τις αστοχίες κάποιων άλλων», υπογράμμισε σε δήλωσή του ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ Κ. Ασκούνης.
Ο κ. Ασκούνης πρόσθεσε: «Δηλώνουμε ότι ουδέποτε είχε τεθεί τέτοιο θέμα, πολλώ δε μάλλον συζητηθεί με την Κυβέρνηση. Μάλιστα εμείς, ως ΚΕΔΕ, έχουμε διατυπώσει εγγράφως επείγον αίτημα για συνάντηση με τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης, μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του, προκειμένου να συζητήσουμε όλα τα ζητήματα που αφορούν στην κινητικότητα των υπαλλήλων στους δήμους, για την οποία έχουμε συγκεκριμένη πρόταση προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι λειτουργικές ανάγκες των δήμων με ορθολογικό τρόπο».
Και συμπλήρωσε: «Θέλουμε να υπογραμμίσουμε προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν μπορεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση, να είναι το μόνιμο «θύμα», που καλείται για πολλοστή φορά να «πληρώσει» τις αστοχίες κάποιων άλλων. Και δεν είναι δυνατόν μια αρμοδιότητα που έχει δοθεί στους δήμους εδώ και 28 χρόνια, που προσφέρει υπηρεσίες και διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία των πόλεών μας, να καταργείται με τρόπο αιφνιδιαστικό και στη λογική του «πονάει δόντι κόβει κεφάλι».
Καταλήγοντας ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ ανέφερε ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση έχει συμβάλει τα μέγιστα στην εξυγίανση της δημόσιας διοίκησης και «δεν υπάρχει κανένα πλέον περιθώριο για καμία άλλη βίαιη προσαρμογή».