Δήμος Ρεθύμνης, ευλογημένος από το Θεό έχει να επιδείξει μια πανέμορφη πόλη, απέραντες παραλίες, γραφικά χωριά, εξαιρετικά προϊόντα, αγνούς και φιλόξενους κατοίκους.
Πυλώνες της οικονομίας του Ρεθύμνου, κατά γενική παραδοχή, είναι ο τουρισμός και ο πρωτογενής τομέας παραγωγής. Χιλιάδες τουρίστες παραθερίζουν κάθε καλοκαίρι στο Ρέθυμνο. Θα φάνταζε λοιπόν λογικό οι, κάθε είδους, χώροι εστίασης να απορροφούν το σύνολο της τοπικής παραγωγής.
Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι οι τουρίστες του Ρεθύμνου καταναλώνουν (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) αρνί Νέας Ζηλανδίας, τυροκομικά Ολλανδίας, πουλερικά Ρουμανίας, σταφίδες Βουλγαρίας, κονσέρβες φρούτων και αποξηραμένα σύκα Τουρκίας, όσπρια από χώρες της Λατινικής Αμερικής, κ.α. την ίδια στιγμή που τα ντόπια προϊόντα παραμένουν αδιάθετα ή διατίθενται σε εξευτελιστικές τιμές. Το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλαίου που παράγεται στο Ρέθυμνο, αλλά και σε άλλες τουριστικές περιοχές από τον τουρισμό, επιστρέφει στις χώρες κυρίως της κεντρικής Ευρώπης, αφού πρέπει να πληρωθούν οι Eυρωπαίοι παραγωγοί που εξήγαγαν τα προϊόντα τους στα ξενοδοχεία και στα εστιατόρια του Ρεθύμνου.
Το πρόβλημα βεβαίως δεν είναι καινούριο αλλά έχει αναγνωριστεί και διατυπωθεί από τους εκπροσώπους των παραγωγικών φορέων. Η ευχή της διασύνδεσης του τουρισμού με τους άλλους δυο τομείς της παραγωγής και η διάχυση των ωφελειών του στην ενδοχώρα δεν έχει δυστυχώς, στην πράξη, ευοδώσει καρπούς. Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν και σίγουρα το σημερινό απαρχαιωμένο μοντέλο των συνεταιρισμών ή η κάθε μορφής «κολεκτιβοποίηση της παραγωγής» δεν είναι αυτό που θα δώσει την επιθυμητή λύση.
Η νέα Δημοτική Αρχή μπορεί και πρέπει να αποτελέσει το φορέα για το συντονισμό συνεχών δράσεων που θα φέρουν κοντά τους ανθρώπους της παραγωγής με τους ανθρώπους της διάθεσης των αγροτο-κτηνοτροφικών προϊόντων, την ενημέρωσή τους από ειδικούς τεχνοκράτες για τα επιτυχημένα παραγωγικά μοντέλα άλλων χωρών (π.χ. τρόπος λειτουργίας ανώνυμων αγροτικών εταιριών, ποιοτικά πρότυπα παραγωγής, τυποποίηση, συνεχής διάθεση προϊόντων με σύγχρονες μεθόδους – logistics, οικονομίες κλίμακας, μέθοδοι ελαχιστοποίησης κόστους παραγωγής, branding αγροτικών προϊόντων, σχέδια marketing κ.α.).
Από την πλευρά των χώρων εστίασης πρέπει να αναδειχθεί η σημαντικότητα της παρουσίας των τοπικών προϊόντων στο portfolio τους, να αναλυθούν οι σύγχρονες γαστρονομικές τάσεις με έμφαση στις ethnic και τοπικές κουζίνες και να πεισθούν τόσο με επιχειρήματα όσο και με παραδείγματα στην χρήση των ποιοτικών τοπικών προϊόντων αντί υποδεέστερων εισαγόμενων, ώστε να μπορεί να διαθέτει το προϊόν του ο κτηνοτρόφος και ο γεωργός ενός χωριού λίγα χιλιόμετρα έξω από το Ρέθυμνο στις τουριστικές επιχειρήσεις της πόλης, αντί του κτηνοτρόφου της Νέας Ζηλανδίας που βρίσκεται, κυριολεκτικά, στην άλλη πλευρά του πλανήτη!