Για μία τουριστική περίοδο που κινείται στην «κόψη του ξυραφιού» κάνει λόγο σε ανακοίνωσή του ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), ο οποίος ασκεί δριμεία κριτική στη φημολογούμενη πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης, η οποία σε συνδυασμό με την έλλειψη σταθερότητας που υπάρχει λόγω της παράτασης στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, δημιουργεί πλέον έντονη ανησυχία ότι δεν θα είναι εφικτό να καταστεί επιτυχής η επίτευξη των στόχων για αφίξεις και έσοδα το 2016.
Στην ανακοίνωσή του ο ΣΕΤΕ σημειώνει, μάλιστα, ότι τα έσοδα και οι αφίξεις είναι πολύ πιθανόν να κινηθούν τελικώς σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά του 2015. Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τα οριστικά στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, πέρσι οι αφίξεις τουριστών έφθασαν στα 26,1 εκατομμύρια, ενώ τα έσοδα κινήθηκαν στα επίπεδα των 14,1 δισ. ευρώ. Η αρχική εκτίμηση που είχε δώσει ο ΣΕΤΕ, όσον αφορά τη φετινή χρονιά, έκανε λόγο για 27,5 εκατ. αφίξεις και 15 δισ. ευρώ σε έσοδα, παρουσιάζοντας μία αρκετά καλή αύξηση σε σχέση με τα νούμερα του 2015Βασικές προϋποθέσεις για την επίτευξη των στόχων είναι η σταθερότητα και η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας στο διεθνές τουριστικό περιβάλλον. Προϋποθέσεις που δεν δείχνουν να ισχύουν την τρέχουσα περίοδο, η οποία θεωρείται ιδιαίτερα κρίσιμη, καθώς το επόμενο διάστημα διαμορφώνεται ο κύριος όγκος των κρατήσεων για τη χώρα μας.
Αξιολόγηση
Όπως επισημαίνει στην ανακοίνωσή του ο ΣΕΤΕ, όσο παρατείνεται η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, τόσο ενισχύεται η πεποίθηση ότι η χώρα μας δεν μπορεί να παρέχει σταθερότητα και ασφάλεια, με αποτέλεσμα να πλήττεται σημαντικά ο ελληνικός τουρισμός και οι τουριστικοί προορισμοί. «Το αποτέλεσμα της καθυστέρησης αυτής, εκ των πραγμάτων, οδηγεί την κυβέρνηση στην επιβολή επιπρόσθετων φόρων και επιβαρύνσεων, όπως π.χ. η οριζόντια αύξηση ΦΠΑ από το 23% στο 24%. Οδηγεί όμως και σε ακόμα πιο στείρα και παράλογη πολιτική επιβαρύνσεων, όπως το φημολογούμενο ‘ειδικό τέλος διανυκτέρευσης καταλυμάτων’. Η χώρα μας έχει, ήδη, δημιουργήσει μια σειρά φορολογικών αντικινήτρων τόσο για τη λειτουργία των τουριστικών επιχειρήσεων όσο και για την προσέλκυση επενδύσεων, ενώ παράλληλα, έχει ‘παγώσει’ αδικαιολόγητα κάθε ουσιαστική δράση στήριξης της πραγματικής οικονομίας, της αγοράς. Σε αυτούς τους τομείς η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση σε σχέση με ανταγωνίστριες χώρες, όπως η Κύπρος, η Κροατία, η Τουρκία, η Ισπανία και η Ιταλία», αναφέρει χαρακτηριστικά ο ΣΕΤΕ.
Το πρόβλημα διευρύνεται από τον αρνητικό αντίκτυπο που επιφέρει στην εικόνα της χώρας ο αρνητικός αντίκτυπος από τη διαχείριση του μεταναστευτικού / προσφυγικού ζητήματα. «Είναι πλέον ορατό το ενδεχόμενο να καταγραφούν σοβαρές απώλειες στα βασικά μεγέθη του ελληνικού τουρισμού. Κατά προέκταση, το ίδιο θα συμβεί στην εθνική οικονομία, στην απασχόληση και σε όλους τους άλλους κλάδους και επαγγέλματα που διασυνδέονται με την τουριστική δραστηριότητα» τονίζεται στην ανακοίνωση του συνδέσμου των τουριστικών επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με την άποψη του ΣΕΤΕ αλλά και πολλών παραγόντων της αγοράς, ο ελληνικός τουρισμός είχε φέτος την ευκαιρία να αξιοποιήσει, στον βαθμό που θα μπορούσε, σημαντικές ευκαιρίες που παρουσιάσθηκαν λόγω διεθνών συγκυριών και που θα προσέδιδαν πρόσθετη δυναμική στα μεγέθη του. Με την εικόνα, όμως, που δημιουργείται από την παράταση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης και το προσφυγικό, είναι αρκετά δύσκολο να πειστούν οι Ευρωπαίοι τουρίστες να προτιμήσουν την Ελλάδα, δεδομένου κιόλας ότι σε αρκετές περιπτώσεις είναι πιο «ακριβός» προορισμός λόγω της αυξημένης φορολογίας.