Μπορεί να παρακολουθούσα «Εν ξυπνητόν όνειρον» αλλά ήταν φορές που αναρωτήθηκα αν πράγματι ονειρεύομαι. Αυτό συνέβη φυσικά στο γνωστό χώρο του Θεατρικού Περίπλου, που είχε προχθές πρεμιέρα με τη νέα του παραγωγή, που προσθέτει περισσότερο φως στην ευλογημένη παρουσία της Μαρίας Καντιφέ στη θεατρική ζωή του τόπου.
Ο Παπαδιαμάντης αυτή τη φορά προκάλεσε τη Μαρία να ξανοιχτεί σε τεράστιο πέλαγος και ν’ αποδειχτεί για μια ακόμα φορά «σκαρί» πεντάγερο, ικανό ν’ αντέξει τις κάθε λογιών τρικυμίες από το άχθος της καθαρεύουσας μέχρι το σκόπελο του μονόλογου στη σκηνή.
Το σκηνικό ήταν εκπληκτικό. Έμοιαζε με το σαλόνι της γιαγιάς που οι δαντέλες και οι καλαίσθητες λεπτομέρειες στα έπιπλα εποχής σου δημιουργούσαν την αίσθηση ότι ο χρόνος σταμάτησε σε ευτυχισμένες μέρες. Παιδί εσύ απολάμβανες το στολισμένο σπίτι χωρίς τις σημερινές υπερβολές, αλλά με μια ατμόσφαιρα μοναδική, αρχοντιάς και άψογης νοικοκυροσύνης. Κι εκείνα τα μπιμπελό και τα κηροπήγια ακόμα προκαλούσαν, την παλιά παιδική λαχτάρα να τ’ αγγίξεις και να τα καμαρώσεις από κοντά.
Κι έπειτα βγήκε στη σκηνή η Μαρία. Πόσο έντονα θύμιζε στους θεατρόφιλους, μιας κάποιας ηλικίας, εκείνα τα ιερά τέρατα της θεατρικής σκηνής, που την κατακτούσαν και με μια κίνηση μόνο. Θύμιζε εκείνες τις μεγάλες μορφές του θεάτρου, αλλά δεν ήταν καμιά από αυτές. Ήταν η Μαρία Καντιφέ. Είχε το δικό της ύφος. Εκείνη τη μοναδική έκφραση, εκείνη τη σιγουριά ότι ελέγχει τα πάντα. Αυτοδύναμη και γεμάτη έμπνευση πάνω στη σκηνή σε κατακτούσε από το πρώτο λεπτό.
Κι έπειτα δέσμιοι της ερμηνείας της αφεθήκαμε στη γοητεία του Παπαδιαμάντη, που πάντα συγκινεί κυρίως μέρες σαν κι αυτές.
Μιλούσε η Μαρία Καντιφέ, υποτίθεται ότι έκανε θέατρο αναλογίου. Εκείνη όμως είχε βαλθεί να μας αναδείξει το πνεύμα του Κοσμοκαλόγερου, σε όλο του το μεγαλείο, μέσα από θεατρική δράση. Φορές νόμιζες πως δεν ήταν μόνη της στη σκηνή. Ο διάλογος ξεδιπλωνόταν, όχι με τη χάρη της αφήγησης, αλλά με τη ζωντάνια των χαρακτήρων που τον δημιουργούσαν.
Πόση ώρα να πέρασε; Τι σημασία έχει; Παρακαλούσες η αναχώρηση από τη σκηνή, για να ξεκινήσει το επόμενο διήγημα, να μην ήταν και το τέλος. Κι αυτή η σκηνοθεσία του αδελφού της Θωμά Καντιφέ, κορύφωνε τη συναισθηματική φόρτιση με τις ευρηματικές της ιδέες, με τα γνωστά ηχητικά εφέ, την υπέροχη μουσική, την έξυπνη απασχόληση του θεατή, έτσι ώστε να μην αισθανθεί υποχρεωμένος να παρακολουθήσει.
Πρωθιέρεια της υψηλής τέχνης η Μαρία σε είχε καθηλώσει σε μια μυσταγωγία. Ο Παπαδιαμάντης φάνταζε ακόμα ομορφότερος, ακόμα πιο συγκλονιστικός. Ακόμα και η σειρά στην επιλογή των διηγημάτων ακολουθούσε την ιεραρχία που επιτάσσει η εμπνευσμένη σκηνοθεσία. Με πρελούδιο το «Άνθος του γιαλού» απολαύσαμε τη θεία μελωδία της γλώσσας του Παπαδιαμάντη με τον «Έρωτα στα χιόνια» στο επίκεντρο, σε μια ακολουθία συναισθημάτων που είχε σαν κρεσέντο την πολύπαθη σταχομαζώχτρα με τα ορφανά εγγονάκια της.
Κι έλεγα μετά, συγκινημένη από την παράσταση που είχα παρακολουθήσει, πόσο τυχεροί σταθήκαμε και φέτος οι θεατρόφιλοι Ρεθεμνιώτες που δεν έχουμε τη δυνατότητα της καλλιτεχνικής ενημέρωσης των κατοίκων της πρωτεύουσας. Η «Ειρήνη» του Αριστοφάνη από τη μια, ο Παπαδιαμάντης από την άλλη, «Εν ξυπνητόν όνειρο» όπως θέλει ο τίτλος, γέμισαν την ψυχή μας.
Και λέω τώρα εγώ με το φτωχό και μίζερο μυαλό μου. Κοτζάμ πόλη, έδρα πανεπιστημίου και με θεωρητικές σχολές, δεν θα μπορούσε να αξιοποιήσει τον Θωμά και τη Μαρία Καντιφέ, σε εκπαιδευτικά προγράμματα; Θα ήταν τόσο δύσκολο να μπουν οι άνθρωποι αυτοί στα σχολειά για να ζωντανέψει η γνώση μέσα από τη θεατρική δράση;
Είδαμε με πόσο ταλέντο διαχειρίζονται δύσκολα έργα του διεθνούς δραματολογίου. Γιατί να μην τα φέρουν κοντά στα παιδιά και στους έφηβους;
Με τον Μουσικό Καρπό στη μουσική και τον Θεατρικό Περίπλου στο θέατρο, δεν θα ήθελε το αυριανό μας κοινό καλύτερους δασκάλους. Γιατί λοιπόν δεν τολμάμε ένα βήμα μπροστά; Δεν αξίζουν τα παιδιά μας το καλύτερο;