Διαχρονικά οι πλέον φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις στη χώρα μας ήταν αυτές της ανανεωτικής αριστεράς και της οικολογίας. Πίστευαν και πιστεύουν στην ανάγκη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και έχουν συνήθως την πληρέστερη άποψη για τις διαδικασίες και τις μεθόδους που ακολουθούνται εντός της Ε.Ε. τόσο για τη διεκδίκηση ευκαιριών και πόρων αλλά και για την εξίσου σημαντική υιοθέτηση εθνικών θέσεων ως ευρωπαϊκών.
Η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου παρουσίαζε ως τη μόνη λύση τις θέσεις Μανιάτη για τον ορυκτό πλούτο της χώρας αλλά και για τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις. Στη πραγματικότητα, όμως αποδέχτηκε πλήρως την επιλογή της Ε.Ε. για την ένταξη της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας (μέσω Κρήτης – Κύπρου) – Ισραήλ στα διευρωπαϊκά δίκτυα παρά τις προφανείς συνέπειες στη γεωπολιτική θέση και στις διεθνείς σχέσεις της χώρας μας. Η διασύνδεση με το Ισραήλ είχε χαρακτηριστεί -ορθά- ως φαραωνικό μεγαλεπήβολο σχέδιο από τις δυνάμεις της Αριστεράς. Ειδικότερα, η πρώην κυβέρνηση, προχώρησε, στο έργο της διασύνδεσης της Ηπειρωτικής Ελλάδας – Κρήτης με εθνικούς πόρους που επιβάρυναν τους καταναλωτές της ΔΕΗ και δε πέτυχε σχετική χρηματοδότηση από την Ε.Ε., παρά την ένταξη του στα διευρωπαϊκά δίκτυα. Το έργο συνδέθηκε άμεσα με την υλοποίηση μεγαλεπήβολων έργων ΒΑΠΕ στη Κρήτη που εγκρίθηκαν με διαδικασίες fast track μεγάλων διεθνών ομίλων που έχουν προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις στο νησί με συνέπεια τη δημιουργία του Παγκρητίου Κινήματος κατά των ΒΑΠΕ.
Την περασμένη Πέμπτη, ο αρμόδιος υπουργός για θέματα ενέργειας, κ. Π. Λαφαζάνης, έθεσε για πρώτη φορά το θέμα στη σωστή του βάση ως έξης: «Θεωρούμε για ευνόητους λόγους, απόλυτα αναγκαίο και στρατηγικής σημασίας έργο την ενεργειακή διασύνδεση Κύπρου-Κρήτης-ηπειρωτικής Ελλάδας, το οποίο πρέπει να ενταχθεί στο σύνολό του στα έργα κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και να τύχει, επίσης στο σύνολό του, γενναίας χρηματοδότησης. Στην ίδια κατεύθυνση θεωρούμε εύλογη και δίκαιη την ευρωπαϊκή στήριξη στην ενεργειακή διασύνδεση των νησιών του Αιγαίου, με κύριο στόχο την περαιτέρω ανάπτυξη του αιολικού τους δυναμικού και τον δραστικό περιορισμό των εκπομπών αερίων». Δηλαδή διεκδικούμε, πια, ηλεκτρικές διασυνδέσεις, που αφορούν τη χώρα μας, σύμφωνα με τα συμφέροντα της χώρας και όχι των ιδιωτικών εταιριών ή των «εταίρων» μας, επηρεάζοντας τις θέσεις της Ε.Ε., και τη διεκδίκηση της υλοποίησης τους με ευρωπαϊκούς πόρους.
Παράλληλα όμως πρέπει να προχωρήσουν, η ακύρωση των έργων π.χ. ΒΑΠΕ που εγκρίθηκαν με διαδικασίες fast track, η ενίσχυση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και η πιστή εφαρμογή της. Αναμένεται ακόμα, η χάραξη μακροχρόνιου εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού, η χάραξη πολιτικής εξοικονόμησης ενεργείας, η αξιοποίηση στο μέγιστο βαθμό των δυνατοτήτων έργων μικρής και μεσαίας κλίμακας ΑΠΕ, η θεσμοθέτηση αυστηρών διαδικασιών κοινωνικού έλεγχου σε μεγάλες επενδύσεις ΑΠΕ, η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών ψηφιοποίησης του ηλεκτρικού δικτύου κλπ. Υπάρχουν ανοικτά και τεχνικά ζητήματα, όπως η ισχύς του καλωδίου και ο ιδιόκτητης του καλωδίου.
Ως τοπική κοινωνία, στη Κρήτη, με κύριο προϊόν τον τουρισμό, οφείλουμε να δώσουμε την πρέπουσα προσοχή στο θέμα και να είμαστε σε διαρκή επαγρύπνηση, κύρια λόγω του μεγάλου οικονομικού ενδιαφέροντος για την «αξιοποίηση», χωρίς όρια, του δυναμικού ΑΠΕ του νησιού μας από πολυεθνικούς ομίλους για δικό τους όφελος.
Πολλοί πιστεύουμε ότι η μακροβιότητα της σημερινής κυβέρνησης θα κριθεί κύρια από τον τρόπο διαχείρισης των προβλημάτων εσωτερικού ενδιαφέροντος. Πρέπει, δηλαδή, καθημερινά, να επιβεβαιώνουμε την αριστερή μας ταυτότητα στην πράξη με διαφοροποιήσεις από την υφιστάμενη έως τώρα τακτική. Χρειαζόμαστε λοιπόν ενέργειες, κύρια από την πλευρά της κυβέρνησης, με θετικό πρόσημο, συγκρινόμενες με ότι ίσχυε μέχρι σήμερα.
Βλέπουμε, δηλαδή, ότι η πιστή εφαρμογή του προγράμματός μας είναι που θα κάνει τη διαφορά και θα ξεσκεπάζει τα πραγματικά συμφέροντα που υπηρετούσαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
* Ο Μανόλης Ντουντουνάκης είναι M.Sc. ηλεκτρολόγος μηχανικός Ε.Μ.Π.,
υποψήφιος διδάκτορας – ΕΔΙΠ Πολυτεχνείου Κρήτη