Toυ ΜΙΧΑΛΗ ΠΕΤΡΑΚΑΚΗ *
Μέρος Β’
Στο πρώτο μέρος του άρθρου έγινε αναφορά στο ιστορικό της δημιουργίας των νέων Δήμων στο Αμάρι και σε βασικούς αναπτυξιακούς στόχους, που η επίτευξή τους μπορεί να συμβάλλει στην υπέρβαση της στασιμότητας που βιώνει η Περιοχή και συγκεκριμένα:
– Στην ανάγκη υλοποίησης του Αμαριώτικου Δρόμου, κάθετου συνδετήριου Βορρά-Νότου του νησιού που διασχίζει την Περιοχή και συνδέει την παραγωγική Μεσσαρά με το Ρέθυμνο, του παλαιότερου ώριμου οδικού έργου της Κρήτης, που οι χρόνιες καθυστερήσεις για την κατασκευή του ενέχουν τον κίνδυνο να οδηγηθεί τελικά η ολοκλήρωσή του στις Ελληνικές καλένδες.
– Στην αξιοποίηση των πλούσιων Υδάτινων Πόρων της Περιοχής, με ιδιαίτερη αναφορά στις επιφανειακές απορροές της μεγάλης Λεκάνης του ΠΛΑΤΥ, με ορατό πάλι τον κίνδυνο να μεταφερθούν τα νερά στην Μεσαρά και να μείνει εκτός το μεγαλύτερο μέρος του Αμαρίου, μετά και την απόφαση της Δημοτικής αρχής να ακυρώσει την κατασκευή του Χωροθετημένου και Μελετημένου μικρού Φράγματος «Ελενών -Γερακαρίου» 1,7 εκατομ. κυβικών.
Και να τονιστεί συμπληρωματικά και επεξηγηματικά, ότι αυτή η άστοχη απόφαση αποσυνδέει την κατασκευή του μεγάλου Φράγματος του Πλατύ νότια του Πετροχωρίου από το μικρό Φράγμα, που ενιαία έχουν μελετηθεί και ενιαία έχουν συμφωνηθεί να κατασκευαστούν και να λειτουργήσουν (Συμφωνία Πολύκεντρου Μοιρών 2004), προκειμένου να υπάρξει συναίνεση των κατοίκων και των φορέων του Αμαρίου για τη μεταφορά των νερών σε γειτονικές Περιοχές εκτός της Λεκάνης του Πλατύ.
Έτσι ανεξάρτητα πλέον θα μπορεί να δημοπρατηθεί και να κατασκευαστεί το Φράγμα του Πλατύ (επίσημα προαναγγέλθηκε πρόσφατα στη Βουλή η δημοπράτησή του) και θα εκτραπούν ετήσιες απορροές 17 εκατομ. m3 νερού για τον Ταμιευτήρα της Φανερωμένης, 18 εκατομ. m3 νερού για τα αρδευτικά δίκτυα της Μεσαράς και η περίσσεια των νερών θα διατίθεται για τον εμπλουτισμό του υδροφορέα της Μεσαράς.
Και στο Δήμο Αμαρίου θα ψάχνουν για νέες χρονοβόρες χωροθετήσεις και μελέτες έργων ταμίευσης νερού, χάνοντας έτσι η Περιοχή το μοναδικό ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο που διαθέτει, τη συμφωνία για Δημοπράτηση και των δυο (2) Φραγμάτων όπως έχουν μελετηθεί σαν ένα ενιαίο έργο.
Να αναλογιστεί κανείς την αντιμετώπιση που θα έχει η Περιοχή αν τα νερά ξεφύγουν και οδεύσουν προς Μεσαρά, όταν και σήμερα που απαιτείται (νομικά) η συναίνεσή του Αμαρίου για να προχωρήσουν τα έργα, ο τόπος αντιμετωπίζεται κυνικά και άδικα:
α) Mε τη μη επέκταση των ζωνών άρδευσης σε μεγάλο μέρος της Αμπαδιάς.
β) Mε την κατάκλιση τεράστιων εκτάσεων (1640 στρεμμάτων) των οικισμών Πετροχωρίου – Λαμπιωτών – Βυζαρίου από τα νερά του Φράγματος Πλατύ, παρά τις διαβεβαιώσεις για μείωση του όγκου του.
γ) Mε την μη αποσαφήνιση των ανταποδοτικών τόσο για τον Δήμο, όσο και για τους τρείς (3) Οικισμούς που υφίστανται δυσμενείς επιπτώσεις .
Επανερχόμενοι ωστόσο στα θέματα του δεύτερου μέρους του άρθρου, το ζήτημα άλλωστε των νερών του Πλατύ θα έχει συνέχεια και δεν μπορεί να κλείσει με τον τρόπο που μεθοδεύεται, επικεντρωνόμαστε στην Αξιοποίηση του Φυσικού και Πολιτιστικού Περιβάλλοντος του Αμαρίου και στην Επαναλειτουργία της Σχολής Ασωμάτων σημαντικοί αναπτυξιακοί στόχοι, που αλληλοσυνδέονται και αλληλοσυμπληρώνονται με τους παραπάνω και αποτελούν την κινητήριο δύναμη για μια διαφορετική πορεία του Τόπου.
Αξιοποίηση Φυσικού και Πολιτιστικού Περιβάλλοντος
Το σχεδόν αναλλοίωτο Φυσικό Περιβάλλον του Αμαρίου αποτελεί στις μέρες μας ένα τεράστιο Κεφάλαιο.
Το ανάγλυφο με τις συχνές εναλλαγές του τοπίου, οι ορεινοί όγκοι, τα οροπέδια, οι περιοχές Natura, τα φαράγγια, τα ποτάμια, το Φράγμα των Ποταμών, η Χλωρίδα με την ποικιλία των ενδημικών φυτών και πολλά άλλα στοιχεία της Φύσης συνθέτουν ένα μοναδικό Οικολογικής και Αισθητικής αξίας Σύνολο, που κοσμεί την όμορφη Περιοχή του Αμαρίου.
Η προστασία του από αλόγιστες ανθρώπινες επεμβάσεις είναι αυτονόητη, ένα ανέπαφο, υγιές και καθαρό Φυσικό Περιβάλλον, πέρα των άλλων, μπορεί να προσελκύει ντόπιους και ξένους επισκέπτες συμβάλλοντας στην οικονομική και τουριστική ανάπτυξη.
Το Πολιτιστικό Περιβάλλον επίσης, που τα στοιχεία του αποτυπώνονται στην ταυτότητα και τη φυσιογνωμία του «Αμαριώτη « κάτοικου, έχει εξέχουσα σημασία και αξία.
Από τα πρώτα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας 6.000 π.χ. στην Περιοχή ως τις μέρες μας, συνεχής και αδιάλειπτη υπήρξε η ζωή και η δράση στον Τόπο, που πιστοποιείται από τα ευρήματα στους Αρχαιολογικούς Χώρους και από τα διάσπαρτα Βυζαντινά, Μεταβυζαντινά και Νεότερα Μνημεία.
Σύμφωνα με τον αρχαίο Γεωγράφο και Φιλόσοφο Στράβωνα (64 π.χ.) «Οι Κουρήται το αρχαιότατον έθνος των Ελλήνων, που ήτο περίφημοι δια την μεγάλη ανδρείαν και τους καλούς των νόμους, κατώκησαν εις τας δυτικομεσημβρινάς υπωρίας της Ίδης την νυν Αμαρίαν».
Από την Μινωϊκή περίοδο η κοιλάδα του Αμαρίου ήταν η φυσική έξοδος και το πέρασμα από την εύφορη πεδιάδα της Μεσαράς και τα νότια παράλια της Κρήτης στις βόρειες περιοχές της, με ενδιάμεσους σταθμούς τους Αρχαιολογικούς Χώρους του Αποδούλου, Μοναστηράκι, Σύβριτος και Βένι.
Οι κάτοικοι του Αμαρίου αξιοπρεπείς, εργατικοί και φιλόξενοι, αγάπησαν τον Τόπο τους και τον υπερασπίστηκαν με γενναιότητα και ευψυχία (Βενετοκρατία, Τουρκοκρατία κ.λ.π.) μέχρι και τη Γερμανική Κατοχή που η Περιοχή υπήρξε το κέντρο του Αντιστασιακού Αγώνα.
Η Διαφύλαξη και Ανάδειξη της Ιστορικής και Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς, που διατηρεί ζωντανή την μνήμη και την ξεχωριστή ταυτότητα της Περιοχής, μπορεί να συμβάλλει στην προσπάθεια για ανάταξη και πρόοδο του Τόπου.
Η συνέχιση των ανασκαφικών εργασιών στους Αρχαιολογικούς χώρους, η συντήρηση των Παλαιοχριστιανικών και Βυζαντινών Ναών, η προστασία των Παραδοσιακών Οικισμών και των Νεότερων Μνημείων, πρέπει να αποτελεί το διαρκές μέλημα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Όπως και η διάσωση των ηθών και εθίμων και η ανάδειξη της ζωής και του έργου Πνευματικών ανθρώπων του Αμαρίου και Αγωνιστών που πρωτοστάτησαν στους απελευθερωτικούς αγώνες της Πατρίδας.
Και φέτος δινόταν μια επί πλέον ευκαιρία με τον εορτασμό των 200 Χρόνων από την Επανάσταση του 1821 να πραγματοποιηθούν σχετικές εκδηλώσεις στον Τόπο, όπως γίνεται σε κάθε γωνιά της Χώρας.
Σχολή Ασωμάτων
Η Σχολή Ασωμάτων, μετά από δέκα (10) χρόνια εξαγγελιών για Αναβάθμιση, Αναζωογόνηση, Επαναλειτουργία κ.λ.π., σήμερα βρίσκεται πλήρως εγκαταλειμμένη.
Από τους τριάντα (30) και πλέον υπάλληλους και εργαζομένους, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και τους επιστημονικούς συνεργάτες που είχε η Σχολή, έμεινε τελευταία να τη διαχειρίζεται ένας συμβασιούχος.
Το 2012 που δόθηκε η νομική δυνατότητα στην Αυτοδιοίκηση να αξιοποιεί δημόσια περιουσία, εκπονήθηκε Μελέτη από την Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση Ρεθύμνου για το μέλλον της Σχολής και παρουσιάστηκε το 2014 στο Επιμελητήριο Ρεθύμνου.
Μετά από πέντε (5) χρόνια τον Μάρτιο του 2019 πραγματοποιήθηκε στο «Πάνακρον» συγκέντρωση για την παραχώρηση της Σχολής στην Περιφέρεια Κρήτης, παρουσία αρχών και κατοίκων και προβλήθηκε ξανά η Μελέτη, όπου ακούστηκαν πάλι οι υποσχέσεις για Αναβίωση και Επαναλειτουργία της Σχολής, για Μεσογειακό Ερευνητικό και Εκπαιδευτικό Κέντρο και για ανάπτυξη της Περιοχής.
Στη συνέχεια συστάθηκε η Εταιρεία με την επωνυμία « Δίκτυο Έρευνας και Κτηνοτροφικής Ανάπτυξης Σχολής Ασωμάτων « και συγκροτήθηκε το Δ.Σ. από 4 μέλη της Περιφέρειας, 2 του Δήμου και ένα 1 μέλος του ΕΛΓΟ – Δήμητρα και πριν λίγο καιρό (7/7/21) υπογράφηκε και η προγραμματική σύμβαση μεταξύ των μερών.
Πραγματικά απίστευτες γραφειοκρατικές διαδικασίες, χρειάστηκαν δέκα (10) τόσα χρόνια για την υπογραφή της παραχώρησης της Σχολής και τη σύσταση του φορέα Διαχείρισης και εύλογα διερωτάται κανείς, πόσος χρόνος θα απαιτηθεί για τα επόμενα δυσκολότερα και περισσότερο χρονοβόρα βήματα, την υλοποίηση των έργων και την εφαρμογή του Προγράμματος.
Από τη Μελέτη άλλωστε απουσιάζει εντελώς Χρονοδιάγραμμα που συνοδεύει κάθε υλοποιήσιμο και πειστικό σχεδιασμό.
Ας υποθέσουμε ωστόσο ότι θα χρηματοδοτηθούν και θα υλοποιηθούν τα προβλεπόμενα έργα και συγκεκριμένα η μεταφορά των σταυλικών εγκαταστάσεων στη θέση «Κούπος», η κατασκευή του στεγάστρου, ο θάλαμος απογαλακτισμού και πάχυνσης, το αρμεκτήριο, το εργαστήριο, τα γραφεία και θα ξεκινήσει η λειτουργία της Κτηνοτροφικής Μονάδας, αρκεί αυτό άραγε για να στεφθεί με επιτυχία το όλο εγχείρημα;
Κατ’ αρχήν καμία αναφορά και κανείς προγραμματισμός έργων δεν γίνεται για τον άλλο βασικό στόχο του Προγράμματος, την δημιουργία και λειτουργία του Εκπαιδευτικού Κέντρου.
Ποιο θα είναι το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, ποια η δομή του, θα αναφέρεται σε μαθητές (όπως το παλιό Πρακτικό Σχολείο που εκπαίδευε σε τεχνικές δεξιότητες μαθητές από όλη την Κρήτη), θα είναι επιμορφωτικό για νέους Κτηνοτρόφους και Αγρότες, με ποια υλικοτεχνική υποδομή τη στιγμή που δεν προγραμματίζεται (δεν αναφέρεται καν) η δημιουργία της, αναπάντητα ερωτήματα που δημιουργούν βάσιμες αμφιβολίες για την επιτυχή υλοποίηση αυτών που με τόση ευκολία εξαγγέλλονται.
Να θυμηθούμε ότι ο Σταθμός που λειτουργούσε στη Σχολή έχει πραγματοποιήσει αρκετές Μελέτες για το πρόβατο της φυλής Σφακίων, για την εξυγίανση από την προϊούσα πνευμονία, για τη βελτίωση υποβαθμισμένων βοσκοτόπων, για τα χαρακτηριστικά της ντόπιας Αίγας κ.λ.π. δηλαδή υλοποιούσε Ερευνητικό πρόγραμμα πάνω στην Αιγοπροβατοτροφία ίδιο με αυτό που προτείνεται.
Να υπογραμμιστεί δε ότι η όλη λειτουργία των υπηρεσιών της Σχολής στηρίχθηκε οικονομικά στη σταθερή χρηματοδότηση της Πολιτείας.
Η Οικονομοτεχνική Μελέτη που παρουσιάστηκε προβλέπει ότι το νέο Πρόγραμμα θα λειτουργήσει με Αυτοχρηματοδότηση από τα κέρδη της εμπορίας των προϊόντων των αιγοπροβάτων, που είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να επιβιώσει με αυτούς τους οικονομικούς πόρους.
Συμπερασματικά η διάθεση και αγωνιώδη προσπάθεια της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης Ρεθύμνου για επίλυση του ζητήματος της Σχολής, δεν είναι ρεαλιστικό να βασιστεί στα στενά πλαίσια της συγκεκριμένης μονοδιάστατης Μελέτης.
Η απογοήτευση που θα προκαλέσει ένα αποτυχημένο εγχείρημα για την Αναβίωση της Σχολής, θα έχει δυσμενή αντίκτυπο για την Πολιτεία, την Αυτοδιοίκηση και αρνητικά επακόλουθα για το μέλλον της Περιοχής, γι’αυτό απαιτείται Συμπληρωματικός Σχεδιασμός.
Ένας Σχεδιασμός που θα λαμβάνει υπόψη όλα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Σχολής Ασωμάτων και τις αναπτυξιακές δυνατότητες του Τόπου.
Μια νέα Μελετητική προσπάθεια σε συνεργασία με Πανεπιστημιακό Ίδρυμα που θα ενσωματώνει την υπάρχουσα Μελέτη, αλλά θα λαμβάνει υπόψη και άλλες παραμέτρους και θα κατευθύνει και σε άλλες προοπτικές για την Αξιοποίηση της Σχολής.
Η θέση της Σχολής Ασωμάτων π.χ. στην καρδιά της Ενδοχώρας με το μοναδικό Φυσικό Περιβάλλον, την Ιερά Μονή (που με τις προσπάθειες της Μητρόπολης προχωρεί η συντήρηση των κτηρίων της), το Πάνακρον, τα γύρω γραφικά Χωριά με το παραδοσιακό τους χρώμα, τους Αρχαιολογικούς Χώρους, τους σημαντικούς Βυζαντινούς Ναούς στην γύρω Περιοχή κ.λ.π. μπορεί να αποτελέσει Κέντρο Εναλλακτικών μορφών Τουρισμού.
Στις καλλιεργήσιμες και αρδευόμενες εκτάσεις επίσης μπορεί να αναπτυχθεί Γεωργική Έρευνα για τη γενετική βελτίωση φυτών, τεχνογνωσία σε νέες καινοτόμες ποικιλίες κ.λ.π. με την καθοδήγηση του ΕΛΓΟ – ΔΗΜΗΤΡΑ.
Ένας ευρύτερος πολυδιάστατος Σχεδιασμός που θα αποτελέσει αντικείμενο Διαβούλευσης με τους Τοπικούς φορείς και τους κατοίκους (πράγμα που στην προηγούμενη Μελέτη δεν έγινε) και ενωμένες οι δυνάμεις του Τόπου να προχωρήσουν για το δύσκολο εγχείρημα.
Η τοπική Κοινωνία προσδοκά οφέλη από την Αξιοποίηση της περιουσίας της Σχολής και η παραχώρηση των εκτάσεων θα ήταν σκόπιμο να γίνει στον Δήμο Αμαρίου, στο πλησιέστερο κέντρο εξουσίας που ενδιαφέρεται άμεσα για το ζήτημα, άλλωστε στους κατοίκους της Περιοχής ανήκαν παλαιότερα οι εκτάσεις και δωρίθηκαν στην Μονή για να τις περισώσουν από τον κατακτητή.
Ο Δήμος Αμαρίου θα πρέπει να έχει και την πλειοψηφία στα Δ.Σ. των οργάνων με τους εμπλεκόμενους φορείς για να μπορεί να διασφαλίζει ότι οι σχετικές αποφάσεις θα αφορούν την Περιοχή.
Επομένως παράλληλα με τους τωρινούς σχεδιασμούς και το εν εξελίξει Πρόγραμμα, απαιτούνται νέες πρωτοβουλίες και δράσεις και όχι εφησυχασμός και βεβαιότητες για την επιτυχία του προτεινόμενου προγράμματος.
Και εν τω μεταξύ βέβαια δεν είναι λογικό οι εκτάσεις που έχουν παραχωρηθεί να παραμένουν χέρσες και ανεκμετάλλευτες, ούτε ασφαλώς να βλέπουμε το ένα μετά το άλλο τα ετοιμόρροπα κτήρια του συγκροτήματος της Σχολής να γκρεμίζονται.
Μια στοιχειώδη υποστύλωση των επικίνδυνων κτηρίων επιβάλλεται να γίνει, μπορεί επίσης να καλλιεργηθεί η πηγή της Αγίας Παρασκευής και να συντηρηθούν τα αντλιοστάσια των Πηγαδιών με τα δίκτυά τους για άρδευση των παρακείμενων εκτάσεων και αφού περιφραχθεί το σύνολο των εκτάσεων που έχουν παραχωρηθεί να ενοικιασθούν σε νέους αγρότες της Περιοχής για καλλιέργεια και παραγωγή, έως ότου πάρει «σάρκα και οστά» η όλη προσπάθεια.
Σημείωση
Τα παραπάνω ελπίζω να προκαλέσουν δεύτερες σκέψεις στους αρμόδιους για λήψη βελτιωτικών αποφάσεων, που θα προσδώσουν στην επιχειρούμενη προσπάθεια Αναβίωσης και Επαναλειτουργίας της Σχολής Ασωμάτων πιθανότητες επιτυχίας.
* Ο Μιχάλης Πετρακάκης είναι πρώην δήμαρχος Συβρίτου