Ας αναφερθούμε και σήμερα σε μερικούς ανάργυρους γιατρούς που σε καιρούς που οι επιδημίες θέριζαν ήταν κοντά στο συνάνθρωπο και χωρίς να υπολογίζουν χρήματα ή ν’ αποβλέπουν σε κάποια οφέλη. Συμπτωματικά όλοι που θ’ αναφέρουμε προέρχονται από την επαρχία Αγίου Βασιλείου.
Γεώργιος Βούλγαρης
Ο Γεώργιος Κων/νου Βούλγαρης ή Βουλγαράκης, γεννήθηκε το 1903 στις Μέλαμπες της τότε επαρχίας Αγ. Βασιλείου Ρεθύμνης.
Τελείωσε το δημοτικό σχολείο στο χωριό του στις Μέλαμπες και μετά το γυμνάσιο στο Ρέθυμνο.
Υπηρετώντας ακόμη τη στρατιωτική του θητεία, γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Παν/μίου Αθηνών, όπου στη συνέχεια φοίτησε.
Μόλις πήρε το δίπλωμά του, το 1928, γύρισε στη γενέτειρά του, όπου παράλληλα με την ιδιότητα του ιατρού, άρχισε ν’ ασχολείται και ν’ αναμειγνύεται έντονα με τα κοινά.
Εκλέχτηκε πρόεδρος του Γεωργικού Συνεταιρισμού Μελάμπων και δήμαρχος -σφύζοντας από ζωή- του τότε δήμου του. Οι συνδημότες του τον τίμησαν πολλές φορές με την ψήφο τους στο αξίωμα του δημάρχου, επικροτώντας έμπρακτα με τον τρόπο αυτό την προσφορά του στην τοπική κοινωνία. Μόνο η κλήση της πατρίδας στην Αλβανία για να πολεμήσει και ακόλουθα η φυλάκισή του από τους Γερμανούς κατακτητές τον στέρησαν προσωρινά από τον δήμο των αγαπημένων του Μελάμπων.
Στο 2ο Παγκόσμιο πόλεμο υπηρέτησε ως έφεδρος Υπίατρος στο αλβανικό μέτωπο, πάντα αγωνιζόμενος με αυτοθυσία, σε διάφορα νοσοκομεία και με δική του πρωτοβουλία σε ορεινά χειρουργεία για να σώσει Έλληνες τραυματίες. Για τη δράση του αυτή τιμήθηκε από την πατρίδα με πολλά παράσημα.
Μόλις επανήλθε στην Κρήτη, στις αρχές του 1942, αναμίχθηκε αμέσως στην αντιστασιακή οργάνωση «Εθνική Οργάνωση Ρεθύμνης», από τις θέσεις της Νομαρχιακής Επιτροπής και σαν στρατιωτικός και πολιτικός υπεύθυνος της Επαρχιακής Επιτροπής.
Εργάστηκε πάντοτε συστηματικά και επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο και πατριωτισμό. Έτσι μετά από λίγο ανέλαβε και τη διοίκηση του λόχου του ανατολικού τμήματος της επαρχίας και από τη θέση του Οπλαρχηγού.
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής συνέχισε την αντιστασιακή και εθνικοαπελευθερωτική του δράση, βοηθώντας με κάθε τρόπο τον αγώνα. Σ’ αυτά τα πλαίσια και σαν γιατρός βοήθησε συχνά τους πατριώτες που είχαν επιστρατευθεί από τις γερμανικές αρχές κατοχής σε εκτελούμενα καταναγκαστικά έργα, ενώ συμμετείχε σε σαμποτάζ ενάντια στη γερμανική διοίκηση, γεγονός που οδήγησε στην παραδειγματική του τιμωρία με τον δημόσιο ραπισμό του από τον Γερμανό διοικητή της περιοχής. Όμως την αδούλωτη ψυχή του, τίποτα δεν σταμάτησε, συνεχίζοντας μέχρι τέλος τη δράση του με διάφορους τρόπους μεταξύ των οποίων και η άμεση βοήθεια-ιατρική συνδρομή και τροφοδοσία πατριωτών, αλλά και η φυγάδευση Άγγλων που αγωνίζονταν στο πλευρό τους.
Για τη δράση του αυτή φυλακίστηκε από τους Γερμανούς κατακτητές στις φυλακές της Αγυιάς το Νοέμβριο του 1942 για μεγάλο χρονικό διάστημα αντιμετωπίζοντας τις κατηγορίες της κατασκοπείας, αντιστασιακής δράσης και περίθαλψης Άγγλων.
Μόλις αποφυλακίστηκε επανήλθε στην επαρχία του και συνέχισε το πατριωτικό του έργο, για το οποίο του αποδόθηκαν μετά την απελευθέρωση τιμές.
Μετά την αποχώρηση των Γερμανών και την απελευθέρωση της χώρας προσπάθησε η οργάνωση μέσα από την οποία αγωνίστηκε ν’ ασχοληθεί μόνο με το έργο της ανόρθωσης και την ανάπτυξης και μακριά από διχαστικές λογικές.
Με την ιδιότητα του γιατρού, αρχικά στην επαρχία Αγίου Βασιλείου και αργότερα στην πόλη του Ρεθύμνου, διακρίθηκε για την Επιστημονική του κατάρτιση και την κοινωνική προσφορά, την επαγγελματική ευσυνειδησία και την ανιδιοτέλειά του.
Αξίζει ν’ αναφερθεί η παραχώρηση του κτιρίου στην κοινότητα των Μελάμπων που στεγάζεται σήμερα το αγροτικό ιατρείο.
Μιχάλης Μαμαλάκης
Ο γιατρός Μιχάλης Μαμαλάκης γεννήθηκε στις Μέλαμπες τον Απρίλιο του 1944. Άριστος μαθητής στο δημοτικό, άριστος και στο γυμνάσιο. Πέτυχε με την πρώτη στην Ιατρική Αθηνών. Αγωνίστηκε να την τελειώσει δουλεύοντας στις οικοδομές και αργότερα σαν βοηθός του νευροχειρούργου Ζαχαρία Καψαλάκη στο Γερουλάνειο Νοσοκομείο. Ήταν το όνειρό του από μικρός να γίνει γιατρός και τα κατάφερε. Και το σπουδαιότερο, έγινε ο γιατρός του λαού.
Δεν ήταν μόνο ένας άριστος επιστήμονας χειρουργός, αλλά ένας άνθρωπος που συνδύαζε τη γνώση και τη σοφία με την αγάπη και την ανθρωπιά. Ήταν ο γιατρός που με αυτοθυσία ασκούσε το ιατρικό επάγγελμά ως λειτούργημα.
Για το Μιχάλη Μαμαλάκη ο άνθρωπος ήταν το κέντρο της φιλοσοφίας του. Προικισμένος, με σπάνιο ήθος, μακριά από μικρότητες και μικροψυχίες, έδινε μόνο χαρά και βοήθεια στους άλλους.
Οι γνώσεις του δεν περιορίζονταν μόνο στον χώρο της ιατρικής, της οποίας ήταν και διδάκτορας, αλλά εκτείνονταν και στον χώρο της ιστορίας, της λογοτεχνίας, της λαογραφίας και της πολιτικής.
Αγαπούσε τη ζωή και αγωνιζόταν για να γίνει καλύτερη και δικαιότερη.
Για τον Μιχάλη η γη όλη ήταν μια αγκαλιά.
Πέρα από όλα αυτά όμως ήταν λάτρης της κρητικής παράδοσης και του παραδοσιακού τρόπου ζωής. Αγαπούσε τις Μέλαμπες καλύτερα από κάθε άλλη γωνιά της Ελλάδας.
Ασχολήθηκε πολύ με τη συλλογή στοιχείων της κρητικής μουσικής, των παλιών λυράρηδων και λαγουτιέρηδων της Κρήτης και της μαντινάδας. Η παρέα του στα Μελαμπιανά γλέντια θα μείνει αξέχαστη.
Το Σάββατο 15 του Νοέμβρη του 1997 αυτή η μεγάλη καρδιά σταμάτησε ξαφνικά να χτυπά.
Εμμανουήλ Παπαδάκης
Ο Εμμανουήλ Ι. Παπαδάκης γεννήθηκε στα Σακτούρια το 1904, τρίτο παιδί της πολυμελούς οικογένειας των Ιωάννη και Άννας Παπαδάκη.
Τελείωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στο Ρέθυμνο και εισήχθη στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1922, από την οποία απεφοίτησε το 1928.
Ειδικεύτηκε στην παθολογία στο τότε δημοτικό νοσοκομείο Αθηνών και μετά το πέρας της ειδίκευσης αποφάσισε να εξασκήσει την ιατρική στην ιδιαιτέρα του πατρίδα, παρά τις προτάσεις που είχε από το εν λόγω νοσοκομείο να παραμείνει και να κάνει καριέρα στην Αθήνα.
Η απόφαση αυτή είχε να κάνει και με το γεγονός ότι ο κατά κύριο λόγο αγροτικός πληθυσμός του τόπου καταγωγής του είχε τεράστιες ανάγκες ιατρικής περίθαλψης και φροντίδας και θεώρησε ιερό καθήκον του την ενεργό συμμετοχή του στην προσπάθεια βελτίωσης των συνθηκών ζωής των συντοπιτών του παραβλέποντας τα οικονομικά οφέλη από την παραμονή του στην πρωτεύουσα.
Είναι γνωστό στους παλαιότερους ότι εργάστηκε με αυταπάρνηση μέσα σε αντίξοες συνθήκες για περίπου πέντε δεκαετίες (ακόμη και μετά τη συνταξιοδότησή του το 1970) βοηθώντας τους ασθενείς, αλλά γενικότερα τους έχοντας ανάγκης βοήθειας και συμπαράστασης με κάθε τρόπο και μέσο που είχε στην διάθεσή του.
Επισημαίνεται ότι ούτε ο βαρύτατος τραυματισμός του στο αλβανικό μέτωπο το 1940 ( απώλεια φωνητικής χορδής και άλλα σοβαρά τραύματα) δεν τον εμπόδισαν να εξασκεί το ιατροκοινωνικό του έργο με απόλυτη αυταπάρνηση, παράδειγμα προς μίμηση για τους νεώτερους.
Απεβίωσε στην Αθήνα το 1987 (δύο χρόνια μετά τον θάνατο της συζύγου του Ιουλίας του Αντωνίου και της Άννας Περογιαννάκη) και κηδεύτηκε στις Μέλαμπες.
Μιχάλης Χριστοφοράκης
Ο Μιχάλης Γ. Χριστοφοράκης Ιατρός-Παθολόγος γεννήθηκε στις Μέλαμπες το 1910 από φτωχούς γονείς σε μια πολυμελή οικογένεια. Αργότερα σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μετά τις σπουδές του επέστρεψε στο χωριό.
Το 1939 παντρεύτηκε την Άννα Ι. Αυγουστάκη.
Το 1940 στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπηρέτησε την πατρίδα του πηγαίνοντας στην Αλβανία εν συνεχεία επιστρέφει στο χωριό του εξασκώντας την ιατρική. Αποκτά τρία παιδιά (Γιώργης, Ιουλία, Γιάννης) συγχρόνως αναμειγνύεται στην πολιτική (ΕΑΜ, ΕΛΑΣ).
Για την αντιστασιακή του δράση χρειάζονται δυο αφιερώματα και πάλι δεν θα καλυφθεί όλη η δράση του .
Μετά τον εμφύλιο συνεχίζει το ιατρικό επάγγελμα στις Μέλαμπες μέχρι το 1954 όπου μετακομίζει οικογενειακώς στο Ρέθυμνο.
Εκεί παρέμεινε έως τον θάνατο του στις 7 Ιουλίου 1985.
Όλα αυτά τα χρόνια συνδύασε την ενασχόληση του με την πολιτική ως υποψήφιος βουλευτής (ΕΔΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ) και την επιτέλεση του ιατρικού του έργου με αγάπη και συνέπεια.
Δημήτρης Προκοπάκης
Ο Δημήτρης Προκοπάκης γεννήθηκε στις Καρίνες Αγίου Βασιλείου το 1889 και ήταν γόνος της πολυμελούς οικογένειας του Γιώργη Προκοπάκη. Μητέρα του ήταν η Μαρία Τσουδερού από τον Ασώματο. Είχε πέντε αδέλφια που πάντα τον θαύμαζαν κι εκείνος τους πρόσφερε αφειδώλευτα την αγάπη και το ενδιαφέρον του.
Ο νεαρός Προκοπάκης είχε δυο πάθη. Ένα για τη γνώση και το άλλο για την πατρίδα. Και ήταν αποφασισμένος να υπηρετήσει και τα δυο με απόλυτη αφοσίωση. Η αγάπη του για τον συνάνθρωπο και η διάθεσή του να προσφέρει τον ώθησε να σπουδάσει Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Κι αφού έλαβε με επιτυχία το πολυπόθητο πτυχίο, στράφηκε στον δεύτερο στόχο του και κατετάγη στο στρατό. Εκεί υπηρετώντας και σαν στρατιωτικός γιατρός βρισκόταν απολύτως στο στοιχείο του.
Για ένα μικρό διάστημα διέκοψε για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο Σπήλι κι έπειτα επέστρεψε και πάλι στο στρατό, όπου και συνταξιοδοτήθηκε με το βαθμό του Αρχιάτρου.
Είχε υπηρετήσει και ως Διευθυντής στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης όπου επέδειξε τις άριστες διοικητικές του ικανότητες και ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα.
Η γνωριμία του με τον Ελευθέριο Βενιζέλο ήταν από τις καθοριστικής σημασίας στιγμές που σημάδεψαν τη ζωή του. Λάτρεψε τον Εθνάρχη και τον ακολουθούσε με απόλυτη αφοσίωση σε όλες τις δύσκολες στιγμές της ζωής του. Δεν έλειψε και από το Κίνημα της Θεσσαλονίκης το 1917.
Εκτός από ψυχικές αρετές τον είχε προικίσει πλουσιοπάροχα η φύση με ομορφιά που ξεχώριζε. Ήταν ψηλός, ευθυτενής, λεβέντης με όλη τη σημασία της λέξης. Με την πρώτη ματιά κέρδιζε όποιον τον γνώριζε. Μα κυρίως ξεχώριζε για τα ψυχικά του χαρίσματα και κυρίως την ανθρωπιά του και τον ακέραιο χαρακτήρα του.
Υπηρέτησε με αυταπάρνηση και μεγάλο ηρωισμό στο Μικρασιατικό Μέτωπο. Με θαυμασμό περιγράφουν τις ανδραγαθίες του ο Νικόλαος Λυράκης και ο Χριστόφορος Σταυρουλάκης.
Γεώργιος Τσουδερός
Από τους εκλεκτούς της ιστορικής οικογένειας των Τσουδερών ένας ακόμα Γεώργιος. Αυτός ήταν γιατρός και λαοφιλέστατος.
Ο γιατρός γεννήθηκε το 1896 στα Χανιά, όπου βρισκόταν τότε η οικογένειά του.
Ο πατέρας του ήταν επίσης ιατρός και χρημάτισε Γενικό Αρχηγός της Επαρχίας Αγίου Βασιλείου, βουλευτής της Κρητικής Πολιτείας και Σύμβουλος του Πρίγκηπος Γεωργίου.
Μετά το πέρας των γυμνασιακών Σπουδών του, ο Γεώργιος γράφτηκε στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Κοντά στο πτυχίο άρχισαν οι περιπέτειες της Ελλάδας στα μέτωπα. Το χρέος αυτό γινόταν στόχος ζωής για κάθε νέο πατριώτη. Έτσι και ο Γεώργιος Τσουδερός μόλις πήρε πτυχίο, κατατάχτηκε στο στρατό και υπηρέτησε ως ανθυπίατρος στο μέτωπο της Μικράς Ασίας.
Το 1924 με το απολυτήριο στην τσέπη έφυγε και πήγε στο Παρίσι με στόχο την ειδίκευση στην Παθολογία και τη Μικροβιολογία. Γύρισε το 1926 και εγκαταστάθηκε πια μόνιμα στο Ρέθυμνο.
Ο Γεώργιος Τσουδερός είχε ξεχωρίσει τον Μιχάλη Μαρούλη τον μεγάλο αγωνιστή και αργότερα μάρτυρα. Μαζί του ίδρυσε το 1928 την πρώτη Πολυκλινική επιδιώκοντας να προωθήσει τη νηπιώδη τότε στον Νομό μας ιατρική.
Κι ήρθε ο πόλεμος. Ο Γεώργιος Τσουδερός όπως κάθε φλογερός πατριώτης δεν περίμενε ειδική πρόσκληση. Έσπευσε και μάλιστα θέλησε να πολεμήσει στην πρώτη γραμμή με τον επίσης εξαίρετο Ηρακλειώτη συνάδελφό του Στέλιο Γιαμαλάκη.
Απ’ όπου κι αν πέρασε ο γιατρός Γεώργιος Τσουδερός άφησε έντονα τα χνάρια της προσφοράς που έφθανε κάποιες φορές και στα όρια της αυτοθυσίας.
Ήρθαν και οι καιροί της ειρήνης με τρομερά προβλήματα όμως για τους απλούς ανθρώπους που στέναζαν μέσα στη φτώχια και την μιζέρια. Οι ανάγκες που έβλεπε γύρω του και το πάθος να βοηθήσει για μια καλύτερη ζωή τους συμπολίτες του τον ωθεί και πάλι στην πολιτική.
Πόσο σημαντικός γιατρός ήταν το διαπιστώνουμε και από ένα χρονογράφημα στην Κρητική Επιθεώρηση (5-9-1948) με τίτλο «Κολυμπήθρα Σιλωάμ».
Περιγράφει τον συνωστισμό που γινόταν στο ιατρείο του. Άνθρωποι κάθε λογής και κάθε κοινωνικής τάξης. Είχαν την καλύτερη αντιμετώπιση και την πιο έγκυρη διάγνωση. Κι όταν ερχόταν η στιγμή να πληρώσουν εκείνος χαμογελούσε με το υπέροχο μειλίχιο ύφος του. Τίποτα δεν ζητούσε. Λέγεται πως όποιος είχε δυνατότητα έβαζε κάτι σε ένα κουτί. Οι άλλοι που δεν είχαν χρήματα έφευγαν μουρμουρίζοντας ευχές σε όλο το δρόμο.
Κάποτε μια γριούλα δεν ήθελε να φύγει χωρίς να πληρώσει. Βγάζει λοιπόν το μοναδικό της δεκάρικο και λέει:
«Πάρε γιατρέ μου δεν έχω άλλο…».
Κι εκείνος αντί να πάρει το δεκάρικο, βγάζει από την τσέπη του ένα εικοσάρικο, της το δίνει και της λέει «Πάρε και αυτό να πάρεις οπωσδήποτε το φάρμακο που σου έγραψα. Μην το παραλείψεις …Χάθηκες…».
Ανάργυρος με όλη τη σημασία της λέξης ο γιατρός Τσουδερός.
Από τις τελευταίες επιδιώξεις του ήταν η υποστήριξη του ανιψιού του Ιωάννου Εμμ. Τσουδερού που επίσης διακρίθηκε στην πολιτική.
Ο γάμος του με την Ιωάννα Β. Σπανδάγου, του έδωσε την ευτυχία μιας υπέροχης οικογένειας, που πλούτισε η παρουσία ενός γιου που ακολουθώντας τα χνάρια των γονέων του εξελίχθηκε σε έναν λαμπρό επιστήμονα και άνθρωπο.
Εκεί στο καθήκον, Φεβρουάριο του 1963, βρήκε ο θάνατος τον Γεώργιο Τσουδερό ενώ υπηρετούσε τον πάσχοντα συνάνθρωπο. Έτσι έφυγε απροσδόκητα σε ηλικία 67 χρόνων ένας πραγματικός ιεραπόστολος στη ζούγκλα της ζωής, όπως τον χαρακτήριζε εύστοχα ο χρονογράφος της εποχής.
Ένα λαμπρό παράδειγμα άριστου επιστήμονα, ανάργυρου γιατρού και αξιοπρεπούς ανθρώπου.
Θα συνεχίσουμε όμως και με άλλες μεγάλες μορφές ανάργυρων γιατρών του Ρεθύμνου
ΠΗΓΕΣ
* Τιμητική εκδήλωση συλλόγου Μελαμπιανών για τους ανάργυρους γιατρούς
* Πολιτιστικό Ρέθυμνο: Μορφές