Η μάχη αυτή αποτελεί το απαύγασμα της συνέπειας προς τον όρκο που έδωσαν άλλοτε στην εικόνα του Αγίου Φανουρίου στην Ιερά Μονή Βαρσαμόνερου Βοριζίων το 1941. Ανήμερα της γιορτής της Παναγίας η ομάδα του Πετρακογιώργη κοινωνά από τον ηγούμενο της Ι.Μ. Βροντισίου, κοντά στο μοναστήρι και σε πλαγιά του Ψηλορείτη. Μετά τη θεία κοινωνία, ακολούθησε γεύμα λιτό, αλλά εορτάσιμο που όμως δεν τελείωσε. Το όνειρο που είχε δει ο 46χρονος Πλατανιανός Αλέξης Ανυφαντάκης (γαμπρός Λοχριανός του Γεωργίου Κρυοβρυσανάκη και σύντεκνος του Πετρακογιώργη), δυστυχώς βγήκε αληθινό.
Είχε δει ότι το φαγητό τους, τους το έφαγαν τα όρνια. Οι Γερμανοί γνώριζαν κάθε λεπτομέρεια των κινήσεων των ανταρτών και αποφάσισαν να χτυπήσουν την ώρα του φαγητού. Το τραπέζι διακόπηκε όταν οι Γερμανοί κατέφθασαν από τρεις διαφορετικές μεριές, από Ηράκλειο, Ρέθυμνο και Τυμπάκι.
Προσπάθησαν να φτάσουν στη θέση Σταλίστρα που ήταν πλεονεκτική όπως καθηλώθηκαν στη θέση Τραχήλι το απόγευμα, ενώ συγχρόνως τους έβαζε και το πυροβολικό από το Τυμπάκι.
Οι γερμανικές δυνάμεις ήταν περίπου 2.000, ενώ οι αντάρτες 180. Οι απώλειες για τους Γερμανούς ήταν 58 νεκροί και αρκετοί τραυματίες, ενώ από τους αντάρτες επτά νεκροί και τέσσερις τραυματίες.
Συνολικά επτά ήταν οι νεκροί, από τους οποίους δυο ήταν από τη Λοχριά. Ο Χαράλαμπος Κατσούγκρης (30 ετών) και ο χωροφύλακας Γεώργιος Ηλ. Κρυοβρυσανάκης (40 ετών) ενώ οι άλλοι ήταν: Αλέξανδρος Ανυφαντάκης (Πλάτανος), Διον. Φραγκιαδάκης (Βορίζα), Γ. Σαρτζετάκης (Κρύα Βρύση), Κ. Αποστολάκης (Μιαμού) και Πολ. Λιανουδάκης (Σκούρβουλα).