Ένα ασφαλές σχολικό περιβάλλον με σχέσεις βασισμένες στην εμπιστοσύνη μεταξύ των παιδιών, των εκπαιδευτικών και των γονιών τους, αποτελούν τα βασικότερα εργαλεία για την πρόληψη και την αντιμετώπιση των περιστατικών ενδοσχολικής βίας. Η επιμόρφωση δασκάλων και καθηγητών σε επιστημονικό επίπεδο, αλλά και η ψυχολογική στήριξη και ενίσχυσή τους από ειδικούς, καθώς και η συνεργασία τους με τις οικογένειες, χαρακτηρίζονται απαραίτητα στοιχεία για να καλλιεργήσουν υγιείς και στέρεες βάσεις στα σχολεία όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης.
Τα παραπάνω αποτελούν μερικά μόνο από τα χρήσιμα συμπεράσματα που προέκυψαν από την υλοποίηση του προγράμματος που έγινε στα σχολεία σε συνεργασία του Δήμου Ρεθύμνου με το Πανεπιστήμιο Κρήτης με θέμα: «Εκστρατεία κατά του Σχολικού Εκφοβισμού».
Χθες στη διάρκεια σχετικής εκδήλωσης, η επιστημονική ομάδα που συμμετείχε στο πρόγραμμα παρουσίασε τα αποτελέσματα του προγράμματος, τονίζοντας πως οι παρεμβάσεις στα σχολεία πρέπει να συνεχιστούν με κάθε τρόπο, ώστε αφενός οι ίδιοι οι παιδαγωγοί να εκπαιδευτούν στην αναγνώριση και διαχείριση των περιστατικών βίας και να δείξουν στα παιδιά υγιείς τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων τους και παράλληλα σε συνεννόηση και συνεργασία με τους γονείς να υπάρξει η κατάλληλη ενημέρωση και συμβουλευτική στήριξη.
«Ο εκφοβισμός είναι σαν ένα μικρόβιο, εάν δεν κάνουμε κάτι εξαπλώνεται παντού»
Στο πλαίσιο του προγράμματος η Λούση Σιρινιάν, συνεργάτης του προγράμματος «Αριάδνη» στο Πανεπιστήμιο Αθηνών που αφορά παρεμβάσεις κατά του εθισμού του διαδικτύου στο πλαίσιο της εκστρατείας ενημέρωσης, συνομίλησε με περισσότερα από 3.500 παιδιά πάνω σε θέματα που έχουν να κάνουν με τη χρήση του διαδικτύου από τα παιδιά. Όπως ανέφερε ήδη από το Δημοτικό και συγκεκριμένα μετά την τετάρτη του Δημοτικού, τα παιδιά έχουν δημιουργήσει λογαριασμούς στο Facebook, κάτι που όπως είναι απαγορευτικό, ενώ αυξάνεται κατά πολύ η ενασχόλησή τους με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, κάτι που όπως τόνισε, διαμορφώνει τη μετέπειτα συμπεριφορά τους: «Στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού εγκαθίστανται και οι συμπεριφορές που θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια είτε για το cyber bullying, δηλαδή τα παιδιά γίνονται επιθετικά ή δέχονται επιθέσεις στο διαδίκτυο και επιπλέον έχουν μια τάση να ασχολούνται ολοένα και περισσότερο με τον ηλεκτρονικό υπολογιστή και τα κινητά. Στο Γυμνάσιο τα παιδιά ασχολούνται κατά κόρον στο Facebook, έχουν πάρα πολλούς φίλους -υπήρχαν περιπτώσεις παιδιών που ανέφεραν 4.000 φίλους -φανταστείτε πόσο καλά γνωρίζει αυτά τα άτομα ένα παιδί του Γυμνασίου. Εκεί αρχίζει και η δημοσίευση προσωπικών φωτογραφιών οι selfies των κοριτσιών και το σερφάρισμα των αγοριών σε ακατάλληλες ιστοσελίδες. Στο Λύκειο πάμε λίγο παραπέρα, εκεί υπάρχει έντονη χρήση του διαδικτύου για πολλές ώρες την ημέρα, πάρα πολλοί φίλοι και σε αυτό προστίθεται το sexting, δηλαδή η αποστολή γυμνών φωτογραφιών μεταξύ των παιδιών, τα οποία συνάπτουν δεσμούς και εκεί είναι το πρόβλημα το οποίο υπάρχει. Συνήθως αποστέλλονται φωτογραφίες κοριτσιών από τους πρώην φίλους τους για λόγους κοροϊδίας».
Η κυρία Σιρινιάν έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στην ανάγκη στελέχωσης των σχολείων με ειδικούς ψυχολόγους που θα μπορούν να στηρίζουν μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικούς: «Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν στα σχολεία σχολικοί ψυχολόγοι. Τα παιδιά θέλουν πολύ ένα άτομο το οποίο θα μπορούν να συζητούν τα θέματα που τους απασχολούν. Θέματα που έχουν σχέση με το άλλο φύλο, αλλά και ζητήματα κοινωνικοποίησης δηλαδή πως τα πάνε με τους φίλους τους και τον περίγυρό τους.
Στις μικρότερες ηλικίες υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα, αυτά φαίνονται στη χρήση του διαδικτύου-ένα παιδάκι που έχει πρόβλημα στην οικογένεια σαφώς και θα βρει χαλάρωση στην «αγκαλιά του διαδικτύου» και αυτό είναι κάτι το οποίο δεν το θέλουμε. Χρειάζονται λοιπόν έναν άνθρωπο στο σχολείο. Μέχρι τώρα αυτό το κάνουν οι καθηγητές και τα παιδιά μιλούν σε αυτούς. Χρειάζονται λοιπόν ψυχολόγοι για να μπορούν να συμβουλεύουν τα παιδιά σε αυτό το θέμα και τις οικογένειές τους. Από ‘κει και πέρα χρειάζεται μια συγκροτημένη στρατηγική και πολιτική κατά του σχολικού εκφοβισμού, ώστε να εκλείψει και ο διαδικτυακός- ο οποίος εξαρτάται άμεσα από τον σχολικό.
Όταν υπάρχει σχολικός εκφοβισμός, συνήθως υπάρχει και διαδικτυακός. Από ‘κει και πέρα δράσεις στα σχολεία όπως θεατρικά, συναυλίες διαγωνισμοί, αγώνες σχολικοί-δεν είναι ανάγκη να έχουν πάντα θέμα το διαδίκτυο ή τον εκφοβισμό, αλλά είναι θέματα τα οποία μας κάνουν να δούμε τον συνάνθρωπό μας λίγο διαφορετικά και να τον σεβαστούμε.
Γενικότερα, χρειάζεται μια πολύ καλή συνεργασία σχολείου -οικογένειας η οποία αυτή την στιγμή δεν υπάρχει και θα πρέπει να εγκατασταθεί αν θέλουμε να δούμε αποτέλεσμα στο θέμα. Θα πρέπει να ενημερωθεί όλη η κοινωνία. Ο εκφοβισμός είναι σαν ένα μικρόβιο που αν δεν κάνουμε κάτι γι’ αυτό εξαπλώνεται παντού. Πρέπει να είμαστε ενήμεροι όλοι».
Ενίσχυση των εκπαιδευτικών σε επιστημονικό και ατομικό επίπεδο
Ο Ηλίας Κουρκούτας, καθηγητής Ψυχολογίας και Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Κρήτης, αναφέρθηκε στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί οι οποίοι αδυνατούν να διαχειριστούν τα αυξημένα περιστατικά βίας και επιθετικότητας των παιδιών. Όπως είπε, μέσω του προγράμματος δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε επιστημονικό επίπεδο, αλλά και στην ψυχολογική και συναισθηματική στήριξή τους.
Μεταξύ άλλων σε σχετικές δηλώσεις του ο κ. Κουρκούτας, σημείωσε: «Το συγκεκριμένο πρόγραμμα επειδή ακριβώς και λόγω κρίσης έχει αυξηθεί πάρα πολύ ο αριθμός των οικογενειών που αντιμετωπίζουν προβλήματα, αλλά και η κοινωνία η ελληνική έχει γίνει πολύ πιο σύνθετη, πολύ πιο περίπλοκη,τα παιδιά μεταφέρουν τα προβλήματά τους στο σχολείο και από ‘κει και πέρα δυστυχώς είναι στην ευθύνη του εκπαιδευτικού να αναλάβει όλες αυτές τις καταστάσεις.
Ο εκπαιδευτικός, δυστυχώς, δεν είναι αρκετά υποστηριζόμενος. Δεν υπάρχουν οι ανάλογες δομές, δεν είναι αρκετά επιμορφωμένος και το πρόγραμμα αυτό είχε σκοπό να πλαισιώσουμε και να υποστηρίξουμε τους εκπαιδευτικούς και σε ψυχολογικό, συναισθηματικό επίπεδο -διότι οι εκπαιδευτικοί βιώνουν εντάσεις, άγχη, εκνευρισμό, θυμό. Άρα εμείς, προσπαθήσαμε να προσφέρουμε ένα πλαίσιο υποστήριξης στους εκπαιδευτικούς και να τους επιμορφώσουμε -όσον αφορά στην ψυχολογία των παιδιών- γιατί πίσω από κάθε παιδί με προβλήματα συμπεριφοράς και επιθετικότητας κρύβεται πάντοτε ένα παιδί που είναι σε κατάσταση σύγχυσης, ένα παιδί που υποφέρει, δεν μπορεί να διαχειριστεί αυτά τα οποία έχει βιώσει στην οικογένειά του και για διάφορους λόγους επιλέγει την επιθετικότητα ως μέσο διαχείρισης των προβλημάτων και των δυσκολιών που αντιμετωπίζει.
Θέλαμε να τους υποστηρίξουμε και επαγγελματικά, σε επιστημονικό επίπεδο και ατομικά σε συναισθηματικό, ώστε να μάθουν όσο είναι εφικτό να διαχειρίζονται τις δύσκολες καταστάσεις στο σχολειο, δηλαδή τις καταστάσεις κρίσης».
Από την πλευρά της η κυρία Ελένα Βιταλάκη, εκπαιδευτικός Διδάκτωρ Αναπτυξιακής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, τόνισε: «Είχαμε μεγάλη συμμετοχή από εκπαιδευτικούς, αλλά και γονείς που προσήλθαν στις Σχολές Γονέων που οργανώσαμε. Το ενδιαφέρον των εκπαιδευτικών μας δείχνει ότι πλέον κινούνται στο πεδίο της πρόληψης. Οι εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να διαχειριστούν τέτοιες καταστάσεις, δεν γνωρίζουν τα σημάδια. Οι συμπεριφορές των παιδιών έχουν δυσκολέψει αρκετά, με αποτέλεσμα και οι ίδιοι να μην ξέρουν τι να κάνουν. Από την άλλη οι εκπαιδευτικοί δυσκολεύονται πολύ να προσελκύσουν τον γονέα, δηλαδή χρειάζονται ενίσχυση στον τομέα συμβουλευτικής με σεμινάρια, συναντήσεις και κατά τη γνώμη μου θα ήταν ουσιώδης η συνεκπαίδευση εκπαιδευτικών και γονέων για να γνωρίσουν και οι μεν και οι δε τα προβλήματα που απασχολούν τις δυο πλευρές. Θεωρώ ότι ούτε οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουν απόλυτα το κομμάτι της ψυχολογίας του γονέα και αντίστοιχα ο γονέας δυσκολεύεται να μπει στη θέση του εκπαιδευτικού».
Η σχολική σύμβουλος Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Μαργαρίτα Γερούκη, στην εισήγησή της αναφέρθηκε σε προτάσεις για τη διαχείριση των περιστατικών σχολικής βίας που βασίζεται στην καλλιέργεια ενός ασφαλούς σχολικού περιβάλλοντος, όπου θα υπάρχει ειλικρίνεια και εμπιστοσύνη: «Τα παιδιά μέσα στο σχολείο πρέπει να νιώσουν ότι όλη η σχολική κοινότητα είναι εκεί για να τα υποστηρίξει, για να τα προστατέψει και να βάλουμε κάποια όρια, τα οποία φυσικά δεν θα επιτρέπουν τις συμπεριφορές bullying. Υπάρχουν κάποιοι τρόποι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο σχολείο.
Πιλοτικά έχουμε δουλέψει αυτή τη μέθοδο στα σχολεία, δηλαδή να καταγράφουμε τα περιστατικά και να υποστηρίζουμε τα θύματα και ταυτόχρονα λέμε και στους θύτες ότι αυτό που έχουν κάνει δεν είναι αποδεκτό από τη σχολική κοινότητα και ότι η σχολική κοινότητα θα πάρει τα μέτρα της. Η προσέγγιση αυτή μπορεί να έχει αποτέλεσμα στο να δημιουργήσουμε ένα κλίμα ασφάλειας για το σχολείο.
Πρέπει να αφήσουμε ένα μύθο πίσω μας. Περιστατικά ενδοσχολικής βίας υπάρχουν, όμως δεν είναι τόσο συχνά -σύμφωνα με τα στοιχεία ένα 5% των παιδιών δηλώνουν ότι παρενοχλούνται συχνά και ένα 8% ότι παρενοχλούνται πολλές φορές.
Τα περιστατικά δεν είναι πολλά, όμως όταν έχουμε να κάνουμε με την υγεία ψυχική -σωματική -συναισθηματική, ακόμα και για ένα παιδί είναι αρκετό για να μας προβληματίσει.
Η διαχείριση των περιστατικών μπορεί να γίνει όταν οι εκπαιδευτικοί είναι ενημερωμένοι, όταν είναι ξεκάθαρο το ποιο περιστατικό αποτελεί σχολικό εκφοβισμό και ποιό μια απλή σύγκρουση που συμβαίνει καθημερινά στη ζωή μας, πότε πρέπει να παρέμβουν και κυρίως με ποιό τρόπο για να διαχειριστούν αυτό το περιστατικό».