Η ανακοίνωση για τη νέα αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα αφήνει, ξανά, απέξω το ζήτημα της ενδοοικογενειακής (και συντροφικής γενικότερα) έμφυλης βίας.
Και, είναι ευνόητο, δεν αναφερόμαστε, βεβαίως, στο αδίκημα της απλής σωματικής βλάβης. Μιλάμε μόνο για τα αδικήματα της επικίνδυνης και βαριάς σωματικής βλάβης, τα οποία στα πλαίσια των συζυγικών-συντροφικών σχέσεων, όπου η γυναίκα είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στην μυϊκή ανωτερότητα του «αρσενικού», θα έπρεπε, σύμφωνα με το δίκαιο, να αναγορευτούν σε κακουργήματα.
Κάποιοι θα προτρέξουν εδώ να πουν ότι το ζήτημα αυτό καλύπτεται, γενικώς, με την επαναφορά σε ισχύ, που γίνεται τώρα, κάποιας παλαιότερης αυστηρότερης διάταξης σχετικά με την βαριά σωματική βλάβη. Όμως αυτοί βρίσκονται -τουλάχιστον- σε πλάνη.
Αφενός, επειδή παραβλέπουν το έγκλημα της επικίνδυνης σωματικής βλάβης. Αφετέρου, ότι μια τέτοια, γενική, διάταξη, δεν μπορεί να επιδράσει προληπτικά-αποτρεπτικά πάνω στους «θεριακλήδες» συζύγους-συντρόφους. Δεν θα περάσει καν από το μυαλό τους ότι μπορεί να πιάνει και την δική τους βία, ούτε το αφτί τους θα ιδρώσει στο ελάχιστο.
Διότι πρέπει να το λέμε και ξαναλέμε, πως στο κοινωνικό αυτό πρόβλημα η πρόληψη και αποτρεπτικότητα είναι ακριβώς το ζητούμενο. Ώστε, τελικά, η αυστηροποίηση πρέπει να αφορά την ενδοοικογενειακή-συντροφική βία ρητά και ειδικά, και μάλιστα στο επίπεδο και της επικίνδυνης σωματικής βλάβης.
Βέβαια και δυστυχώς, όπως όλα δείχνουν, το πράγμα δεν το βλέπουν έτσι οι νομοθέτες μας, οι ταγοί και εκπρόσωποι του έθνους: σύσσωμο το σώμα της Βουλής, αφού από καμιά πτέρυγα αυτής δεν έχει ακουστεί παρόμοια φωνή…
Θα έπρεπε πάντως να αναλογιστούν τις ευθύνες τους απέναντι σε όσες γυναίκες πέφτουν θύματα σκληρής βίας, με τους συντρόφους τους να τους χτυπούν το κεφάλι σε σκαλοπάτια είτε να τις χτυπούν ούσες εγκύους…
Αν μη τι άλλο, οι τελευταίες τους έχουν δώσει την ψήφο τους.