Η απουσία υποδομών στερεί τις μεγάλες προοπτικές τουριστικής ανάπτυξης στο νότιο Ρέθυμνο.
Η περιοχή του νότου κάθε καλοκαίρι προσελκύει έναν πολύ μεγάλο αριθμό επισκεπτών, οι οποίοι το επιλέγουν για τις καλοκαιρινές τους διακοπές. Επισκέπτες όλων των ηλικιών από μαθητές, ζευγάρια, οικογένειες μέχρι και συνταξιούχους έχουν εξελιχτεί σε φανατικούς θαυμαστές του επιβλητικού τοπίου και επαναλαμβάνουν για σειρά ετών τη διαμονή τους στα νότια παράλια του νομού. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής με τις καταγάλανες παραλίες με θεά το Λιβυκό πέλαγος, το μοναδικού κάλλους φυσικό τοπίο σε συνδυασμό με τις κλιματολογικές συνθήκες, αλλά και τους φιλικούς και φιλόξενους ανθρώπους, καθιστούν τη νότια περιοχή του νομού ως ένα ειδυλλιακό, δημοφιλή προορισμό για τους τουρίστες.
Ήδη φέτος τα στοιχεία καταγράφουν αύξηση στις κρατήσεις για τον μήνα Μάιο με τις πληρότητες να ξεπερνούν το 75%, ενώ το επόμενο τετράμηνο του έτους το σύνολο των ξενοδοχειακών κλινών θα είναι καλυμμένες, σύμφωνα με τα στοιχεία του Συλλόγου Ξενοδόχων Νοτίων Παραλιών.
Ωστόσο, η συγκεκριμένη περιοχή διαθέτει όλα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα για την προσέλκυση επισκεπτών περισσότερους μήνες του χρόνου και κυρίως τον Απρίλιο, τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο, λόγω των κλιματολογικών συνθηκών. Παρόλα αυτά όμως δεν είναι ελκυστική για τους επισκέπτες, αφού δεν διαθέτει βασικές υποδομές και οργάνωση για να μπορεί να υποδεχτεί ανθρώπους φυσιολάτρες, που επιλέγουν εναλλακτικές μορφές τουρισμού, οι οποίοι αναζητούν βιωματικές εμπειρίες στη φύση.
Αυτό σύμφωνα με τον επιχειρηματικό κόσμο οφείλεται στο γεγονός ότι δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον και καμιά μέριμνα για την τουριστική ζώνη του νότου από την ίδια την πολιτεία για την ενίσχυση των εναλλακτικών μορφών τουρισμού, όπως την πεζοπορία και τις καταδύσεις, μορφές οι οποίες όπως λένε θα μπορούσαν δυναμικά να εξελιχθούν στον νότο και να τον καταστήσουν ένα δυναμικό προορισμό εναλλακτικού τουρισμού.
Αντιθέτως όπως επισημαίνουν η τουριστική κίνηση στο νότιο Ρέθυμνο παραμένει καθηλωμένη στα ίδια επίπεδα την τελευταία δεκαετία με ελάχιστες αυξομειώσεις στις αφίξεις, που είναι ανάξιες αναφοράς, όπως λένε οι ξενοδόχοι τόσο από πλευράς κίνησης όσο και από πλευράς εσόδων. Οι ίδιοι επισημαίνουν πως η συγκέντρωση των επισκεπτών τους μήνες αιχμής δεν αφήνει κανένα περιθώριο αισιοδοξίας για τους επιχειρηματίες του κλάδου, οι οποίοι όπως λένε εργάζονται μόλις τέσσερις μήνες τον χρόνο. Η ανάπτυξη των εναλλακτικών μορφών τουρισμού με οργανωμένα μονοπάτια και επαρκή σήμανση για να γίνονται περιηγήσεις, αναρριχήσεις, ορειβασία, η ενίσχυση του καταδυτικού τουρισμού και η προβολή του τόπου ως προορισμό για εναλλακτικές μορφές τουρισμού αποτελούν μονόδρομο για την ανάδειξη και εξέλιξη της περιοχής ως τουριστικό προορισμό, διαφορετικά, όπως υποστηρίζουν οι επιχειρηματίες, η εικόνα δεν θα αλλάξει και η ευρύτερη περιοχή του Πλακιά δεν θα μπορέσει να αναπτυχθεί όπως μπορεί και όπως της αξίζει. Παράλληλα επισημαίνουν ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία από μόνη της δεν μπορεί να αποδώσει καρπούς.
Αναλυτικά,
Αυξημένη είναι φέτος η τουριστική κίνηση στα νότια του Ρεθύμνου με τις πληρότητες τον μήνα Μάιο σε όλα τα ξενοδοχεία να ξεπερνούν το 75%, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία το επόμενο δεκαπενθήμερο και μέχρι το Σεπτέμβριο θα καλυφθεί σχεδόν το σύνολο των ξενοδοχειακών κλινών.
Η νότια Κρήτη, η άγρια και επιβλητική ομορφιά του φυσικού τοπίου σε συνδυασμό με τις καταγάλανες παραλίες, τη θέα στο Λιβυκό Πέλαγος, αλλά και το κλίμα της περιοχής, καθιστούν τις τουριστικές περιοχές του Δήμου Αγίου Βασιλείου έναν ιδανικό προορισμό για φυσιολάτρες και όχι μόνο, που τα τελευταία χρόνια αποκτά ολοένα και περισσότερους φανατικούς και επαναλαμβανόμενους επισκέπτες.
Την ίδια στιγμή οι δεσμοί φιλίας που αναπτύσσονται ανάμεσα στον επισκέπτη και ολόκληρη την τοπική κοινωνία και η συμμετοχή του τουρίστα στις κοινωνικές εκδηλώσεις και στην καθημερινότητα των κατοίκων, διαφοροποιούν τη διαμονή στην περιοχή από τις διακοπές στην πόλη.
Ωστόσο, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του νότου όπως η φύση, το τοπίο και οι κλιματολογικές συνθήκες δεν έχουν αξιοποιηθεί μέχρι σήμερα με σωστό τρόπο, ώστε να μπορέσει η περιοχή να αναπτυχθεί και να προσελκύσει επισκέπτες που επιθυμούν εναλλακτικές μορφές τουρισμού όπως η πεζοπορία, οι καταδύσεις -και άλλους μήνες του χρόνου όπως τον Απρίλιο, τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο- κάτι που σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συλλόγου Ξενοδόχων Νότιων Παραλιών, οφείλεται στην μεγάλη απουσία βασικών υποδομών, οι οποίες όπως λέει δεν είναι κοστοβόρες, απλώς απαιτούν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον και μια μέριμνα για να οργανωθούν και να μπορέσει ο νότος του Ρεθύμνου να προβληθεί ως προορισμός εναλλακτικών μορφών τουρισμού στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συλλόγου Ξενοδόχων Νότιων Παραλιών, Δημήτρη Ηλιάκη, τα μέχρι στιγμής στοιχεία δείχνουν ότι η χρονιά θα είναι πολύ καλή σε γενικές γραμμές σε ό,τι αφορά τις πληρότητες και τις διανυκτερεύσεις εν τούτοις επισημαίνει ότι οι εισπράξεις θα παραμείνουν καθηλωμένες με την έννοια ότι οι ξενοδόχοι δεν μπορούν να έχουν κέρδος, αφού όπως λέει από την μια η υπέρμετρη φορολογία και από την άλλη τα αυξημένα κόστη δεν αφήνουν περιθώρια κέρδους.
Σε σχετικές δηλώσεις του στα «Ρ.Ν.» ο κ Ηλιάκης ανέφερε: «Από τέλη Απριλίου έχουν ανοίξει οι ξενοδοχειακές μονάδες. Ο φετινός Μάιος είναι καλύτερος από τον περυσινό. Όσον αφορά στην υπόλοιπη σεζόν, και πέρυσι τα ξενοδοχεία ήταν γεμάτα. Η διαφορά η θετική είναι ότι φέτος ο Μάιος έχει αυξημένες πληρότητες που ξεπερνούν το 75% και αναφέρομαι σε επισκέπτες κυρίως από την Γερμανία και την Κεντρική Ευρώπη. Πιστεύω ότι χρόνο με το χρόνο η Ελλάδα δείχνει να είναι πιο αξιόπιστη χώρα, με την έννοια ότι τα πρακτορεία ποντάρουν πλέον στο ότι, παρά τα όσα έχουν συμβεί οικονομικά, υπάρχει μια σταθερότητα. Δεν είμαστε μια χώρα που προκαλεί εντάσεις. Είμαστε μια χώρα ήρεμη, όμορφη, ευπρεπέστατη και χρόνο με το χρόνο υπάρχει όλο και περισσότερη εμπιστοσύνη ότι δεν θα συμβεί κάτι κακό. Από την άλλη η ίδια ενδοχώρα προσελκύει ανθρώπους, οι οποίοι την επιλέγουν σκόπιμα. Είναι άνθρωποι που δεν ανήκουν σε γκρουπ. Επιλέγουν την περιοχή γιατί τους αρέσει. Πολλοί από αυτούς επιλέγουν να την επισκέπτονται ξανά και ξανά. Αυτό φαίνεται περισσότερο κατά τις πιο ήρεμες περιόδους όπως είναι οι Μάιος, ο Οκτώβριος. Έχουμε μια μόνιμη πελατεία η οποία αυξάνεται συνεχόμενα. Φέτος έχουμε παρατηρήσει περισσότερο επαναλαμβανόμενο τουρισμό. Δεν μπορούμε να το προσδιορίσουμε ακριβώς αν δεν ολοκληρωθεί ο μήνας, αλλά προς το παρόν έχουμε μια καλή εικόνα».
Ο πρόεδρος των ξενοδοχείων Νοτίων Παραλιών, Δημήτρης Ηλιάκης ξεκαθάρισε ωστόσο ότι η όποια αύξηση σε αφίξεις και διανυκτερεύσεις δεν μεταφράζεται και σε αύξηση τζίρου με δεδομένη, όπως είπε, την πολύ κακή οικονομική κατάσταση των ξενοδοχειακών μονάδων και χαρακτηριστικά τόνισε: «Όλες οι τουριστικές επιχειρήσεις είναι καταχρεωμένες. Από τη μια είναι ότι με την έλευση του ευρώ παγιώθηκαν οι τιμές σ’ επίπεδο μη βιωσιμότητας και από την άλλη πλευρά είναι ότι οι απαιτήσεις του κόσμου μεγαλώνουν, πράγμα που σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις έχουν περισσότερα έξοδα. Μέσα σε όλα αυτά μην ξεχνάμε τα υψηλά ασφάλιστρα και την δυσβάστακτη φορολογία. Δεν διαμαρτύρομαι. Απλώς περιγράφω την πραγματικότητα. Κάθε χρόνο βγάζουμε τις πιο 500 κερδοφόρες επιχειρήσεις της Ελλάδας. Δεν υπάρχει ποτέ ένα ξενοδοχείο μέσα σε αυτή την λίστα. Τα ξενοδοχεία που βλέπουμε συνεχώς να κτίζονται το κάνουν για να έχουν ένα όγκο εργασίας και όχι για περισσότερα κέρδη. Ο όγκος εργασίας εξασφαλίζει τουλάχιστον μια βιωσιμότητα. Γι’ αυτό το λόγο κτίζονται. Δηλαδή, επεκτείνω το ξενοδοχείο με 5 επιπλέον δωμάτια, έχοντας το ίδιο προσωπικό. Φτάνουμε σε ένα σημείο όπου ο μαζικός τουρισμός καθιστά τις επιχειρήσεις μη βιώσιμες».
Η απουσία υποδομών στερεί τις προοπτικές εξέλιξης του εναλλακτικού τουρισμού στον νότο
Το απέραντο γαλάζιο του Λιβυκού, οι αχανείς παραλίες, το ήπιο κλίμα, αλλά και οι ομορφιές της φύσης, όπως εξηγεί ο πρόεδρος του Συλλόγου Ξενοδόχων Νοτίων Παραλιών, διαφοροποιούν τις νότιες περιοχές του Ρεθύμνου από την πόλη. Το φυσικό κάλλος αλλά και η δυνατότητα που έχουν οι επισκέπτες να γνωριστούν με τους επιχειρηματίες και τους κατοίκους και να καλλιεργήσουν φιλικές σχέσεις κατά την παραμονή τους στην περιοχή, σε συνδυασμό με την παράδοση και τα ιστορικά στοιχεία που έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν από πρώτο χέρι, κατατάσσουν τον νότο του Ρεθύμνου ως έναν από τους πλέον ελκυστικούς προορισμούς, αφού μπορεί να προσφέρει εναλλακτικούς τρόπους διακοπών. Ωστόσο οι προοπτικές ανάπτυξής του είναι πολύ μεγαλύτερες εν τούτοις η περιοχή παραμένει αναξιοποίητη και αυτό αποτελεί μεγάλο μειονέκτημα.
Εδώ και δεκαετίες απλές και μικρού κόστους υποδομές, όπως επισημαίνει ο πρόεδρος του συλλόγου Ξενοδόχων παραμένουν ζητούμενο για μια περιοχή που θα μπορούσε να αποτελέσει τον ιδανικό προορισμό εναλλακτικού προορισμού. Η ίδια η φύση και το τοπίο που μέχρι σήμερα έλκουν τους επισκέπτες δεν μπορούν να θεωρούνται πλέον ως μοναδικό πανάκεια, αφού ο επισκέπτης αποζητά τη δυνατότητα να απολαύσει δραστηριότητες που θα τον συνδέσουν με το φυσικό περιβάλλον. Δραστηριότητες οι οποίες όπως υποστηρίζει δεν μπορούν να υλοποιηθούν από την περιοχή, η οποία έχει εγκαταλειφθεί, αφού στοιχειώδεις, όπως αναφέρει υποδομές, όπως τα μονοπάτια είναι ανύπαρκτες.
Χαρακτηριστικά αναφέρει: «Γενικά απουσιάζουν υποδομές. Για να προσελκύσουμε περισσότερο κόσμο την χαμηλή περίοδο (Απρίλιο και Οκτώβριο), πρέπει να προσφέρουμε περισσότερες δυνατότητες στους τουρίστες. Συνήθως τον Απρίλιο, Μάιο και Οκτώβριο, έρχονται τουρίστες οι οποίοι είναι φυσιολάτρες, ποδηλάτες, βοτανολόγοι. Το κλίμα και οι θερμοκρασίες στην περιοχή μας είναι ακόμα ήπιες, και οι τιμές χαμηλότερες, έρχονται πολλά γκρουπ που έχουν τέτοια ενδιαφέροντα. Δυστυχώς, δεν έχουμε βελτιωθεί και δεν έχουμε αξιοποιήσει σωστά παροχές και πακέτα που να απευθύνονται σε αυτού του είδους τουρίστες. Δεν έχουμε ένα μονοπάτι στο Ρέθυμνο το οποίο να μην είναι φραγμένο και να είναι προσβάσιμο. Ναι μεν στους χάρτες δείχνουμε τέτοια μονοπάτια όμως δεν έχουμε αξιοποιήσει κανένα από αυτά. Δεν υπάρχει σήμανση στα μονοπάτια, δεν υπάρχει ο βαθμός ευκολίας ή δυσκολίας, οι κατηφόρες ή ανηφόρες. Δεν υπάρχει τίποτα. Όταν αναφέρονται τέτοια μονοπάτια στους χάρτες. Δεν γίνεται ο κάθε τουρίστας να διασχίζει ένα μονοπάτι που δεν τηρεί τις απαραίτητες προδιαγραφές. Όλες οι εναλλακτικές μορφές τουρισμού από το κράτος είτε νομοθετικά είτε ανέξοδα δεν έχουν αξιοποιηθεί. Αυτές οι παρεμβάσεις δεν είναι μεγάλες επενδύσεις. Υπάρχουν πολλές δραστηριότητες όπως η αναρρίχηση, το diving τα οποία έχουν αναλάβει μεμονωμένα κάποια παιδιά να αξιοποιήσουν αλλά αυτό δεν καθιστά τον τόπο ιδανικό και για αυτού του είδους τουρισμού. Δεν παρέχουμε στους τουρίστες εναλλακτικές μορφές τουρισμού με διάφορες ενδιαφέρουσες δραστηριότητες. Δεν προβάλουμε τον τόπο μας ως ιδανικό για τέτοιες δραστηριότητες. Για να έχουμε λοιπόν τουρίστες και Μάιο, Απρίλιο και Οκτώβριο πρέπει να στραφούμε και στον εναλλακτικό τουρισμό και να επενδύσουμε και σε αυτόν. Το ίδιο συμβαίνει και με την Τρίτη ηλικία. Θα μπορούσε ένας γέροντας να έρθει και να ηρεμήσει, να ξεφύγει από το βαρύ χειμώνα της Βόρειο Ελλάδας και να απολαύσει το χειμώνα εδώ. Η νότια Κρήτη έχει κλίμα Αφρικής. Είμαστε κοντά με τα παράλια της Τυνησίας. Ο χειμώνας μας είναι ήπιος. Αυτά δεν έχουν προβληθεί. Όλα αυτά είναι στο περιθώριο. Έχουμε όλοι πέσει με τα μούτρα στο μαζικό τουρισμό ο οποίος ναι μεν αυξάνεται αλλά δεν επιμηκύνει την τουριστική περίοδο. Επομένως αν θέλουμε να επιμηκύνουμε την τουριστική περίοδο πρέπει να κάνουμε υποδομές που διευκολύνουν και τον εναλλακτικό τουρισμό. Οι υποδομές αυτές δεν έχουν τόσο μεγάλος κόστος. Και ένα δήμος μπορεί να τις υλοποιήσει. Γίνονται προσπάθειες για εναλλακτικό τουρισμό από ιδιώτες. Όμως οι ιδιώτες δυστυχώς αντέχουν για λίγο, αν το κράτος δεν παρέχει στήριξη και παρουσία σε όλη την Ελλάδα. Αυτά τα λέμε 30 χρόνια. Έχουμε βαρεθεί. Όλοι είναι εργολάβοι και συζητούν μόνο μεγάλα έργα. Την λεπτομέρεια και την καθημερινότητά μας, δεν την κοιτάζει κανείς. Χρειάζεται μέριμνα και δουλειά. Δεν χρειάζονται λεφτά. Είναι πράγματα που απαιτούν δουλειά. Όμως όταν κάτι δεν απαιτεί χρήματα αλλά δουλειά και φροντίδα, δεν υλοποιείται. Και αυτά που γίνονται, πάλι δεν τηρούν τις απαραίτητες προδιαγραφές. Τα πράγματα δεν είναι απλά. Πολλοί σε κάποιους δήμους κάνουν «απλά» ένα μονοπάτι. Η σωστή δουλειά όμως δεν γίνεται έτσι. Υπάρχουν ομοσπονδίες στην Αθήνα που θα ορίσουν τα αναγνωρίσιμα μονοπάτια και θα κατατοπίζουν σχετικά με την οργάνωση, παρέχοντας έναν χάρτη με πλήρη ενημέρωση. Προπαντός, να συντηρείται αυτό το μονοπάτι. Αυτά δεν θέλουν χρήματα αλλά απαιτούν ενδιαφέρον, μέριμνα και δουλειά».