Αναξιοποίητος παραμένει ο θησαυρός των απολιθωμάτων του νησιού, ο οποίος αν και διασώζεται δίδοντας χρήσιμα στοιχεία και χαρακτηριστικά για την ζωή στην Κρήτη πριν εκατομμύρια χρόνια, εν τούτοις στην πλειοψηφία τους οι Κρητικοί και ειδικότερα οι Ρεθεμνιώτες αγνοούν τη ύπαρξή του αλλά και την ιστορία του.
Μέρος των θηλαστικών, ελέφαντες και ελάφια εκτίθενται στο Παλαιοντολογικό Μουσείο Ρεθύμνου, ενώ το Ρέθυμνο λόγω της πλούσιας παρουσίας απολιθωμάτων έχει χαρακτηριστεί ως η «Κνωσός της Παλαιοντολογίας στην Μεσόγειο».
Την ίδια στιγμή πριν από 30 χρόνια ένας φανατικός συλλέκτης, Έλληνας που ζει στην Γερμανία, ο κ. Πασχάλης Ζησίου ήρθε σε επαφή με τον γεωλόγο Βασίλη Σιμιτζή και έκτοτε ξεκίνησαν την συγκέντρωση απολιθωμάτων από διάφορες περιοχές του νησιού με το Ρέθυμνο να αποδεικνύεται για μια ακόμα φορά πλούσιο σε απολιθώματα ασπόνδυλων αυτή τη φορά ζώων (clypeaster), όπως τα εχινόδερμα (αχινοί). Ο ίδιος ιδιωτικός συλλέκτης με χιλιάδες απολιθώματα από όλο τον κόσμο έχει εδώ και χρόνια εκφράσει την επιθυμία του να δωρίσει την συλλογή του στον Δήμο Ρεθύμνου προκειμένου αυτή να εκτίθεται σε ένα χώρο-μουσείο. Μέχρι σήμερα, το αίτημα αυτό δεν έχει ικανοποιηθεί.
Ο κ. Πασχάλης Ζησίου, βρέθηκε το απόγευμα της Τετάρτης στο Παλαιοντολογικό Μουσείο, όπου συμμετείχε σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε με τίτλο: «1989-2018, 29 χρόνια έρευνας και συλλογής απολιθωμάτων clypeaster στην Κρήτη».
Ο κ Ζησίου μιλώντας στα «Ρ.Ν.» ανέφερε: «ξεκίνησα το 1982 να συλλέγω απολιθώματα διαφόρων ειδών. Την πρώτη φορά που ήρθα στην Κρήτη και γνώρισα τον κ. Σιμιτζή ήταν το 1989 και αρχίσαμε να πηγαίνουμε στα βουνά και να συγκεντρώνουμε απολιθώματα. Τα clypeaster είναι απολιθώματα εχινόδερμα -είναι αχινοί- που ζούσαν κατά την καινοζωική εποχή στην Κρήτη. Αυτά τα εντοπίσαμε σε όλους τους νομούς του νησιού, τα καθάρισα και τα εκθέτω για να δει ο κόσμος της Κρήτης τι υπήρχε στην πατρίδα του από την καινοζωική ζωή, δηλαδή πριν 5 με 7 εκατομμύρια χρόνια. Όλα αυτά ζούσαν στην θάλασσα γιατί τότε ήταν θάλασσα εκείνες οι περιοχές».
Οι περιοχές του Ρεθύμνου, είναι γεμάτες από απολιθωμένα κοχύλια, πεταλίδες, όστρακα, σφουγγάρια, κοράλλια, ψάρια και αχινούς, των μειοκαινικών και πλειοκαινικών θαλασσών της Κρήτης. Αυτά τα θαλασσινά ιζήματα με τα δισεκατομμύρια απολιθώματα, βρίσκονται σε υψόμετρα έως και 600 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η αναζήτηση των απολιθωμένων αχινών του είδους Clypeaster, έφεραν για πρώτη φορά στο Ρέθυμνο το 1989 τον Πασχάλη Ζησίου από το Frechen της Γερμανίας συλλέκτη και ερασιτέχνη παλαιοντολόγο.
Μέσα σε 30 χρόνια επισκέφθηκε την Κρήτη πολλές φορές, εντόπισε δεκάδες θέσεις με Clypeaster, και αφιέρωσε χιλιάδες ώρες στην μελέτη, συντήρηση και τον προσδιορισμό του υποείδους των Clypeaster, μιλώντας και αλληλογραφώντας με ειδικούς παλαιοντολόγους καθηγητές και επιστήμονες, τους χειμώνες στο σπίτι του στην Γερμανία.
Ο ίδιος ανέφερε πως οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν για τα απολιθώματα και την ιστορία τους για αυτό επανέλαβε την ανάγκη της μόνιμης έκθεσης απολιθωμάτων αλλά και την επιθυμία του να διαθέσει στον Δήμο την υπεράριθμη συλλογή του, την οποία έχει συγκεντρώσει, έχει ταξινομήσει με όλα τα στοιχεία του κάθε απολιθώματος, τα οποία ο ίδιος συντηρεί εδώ και τριάντα χρόνια και εκθέτει ως ιδιώτης στην Γερμανία. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως για να γίνει αυτό είναι να βρεθεί ένας κατάλληλος. Άλλωστε, όπως είπε, πρόκειται για απολιθώματα παγκοσμίου ενδιαφέροντος, τα οποία θα μπορούσαν να διαδραματίσουν καθιστικό ρόλο στην τουριστική ανάπτυξη δεδομένου ότι προσελκύουν πλήθος επισκεπτών ανά την Ευρώπη. Ειδικότερα, ο κ. Ζησίου, υπογράμμισε: «Οι περισσότεροι Κρητικοί δεν γνωρίζουν τα απολιθώματα. Τα εχινόδερμα οι αχινοί, ζούσαν στην Κρήτη. Πλέον το είδος αυτό έχει «σβήσει» εδώ και ζει μόνο στην Ασία ή στην Λατινική Αμερική, καθώς εξαφανίστηκαν από την Κρήτη. Όταν υπάρχει ένα μουσείο με απολιθώματα έρχεται ο κόσμος και τα βλέπει για να μαθαίνει και να γνωρίζει τι υπήρχε στον τόπο του πριν 3-5 εκ. ή 200.000 χρόνια» και πρόσθεσε ότι «έχω σχεδόν ολοκληρώσει την συλλογή μου και ήθελα να βρούμε ένα τρόπο να κάνουμε ένα μουσείο για να τα εκθέσουμε, όμως το ενδιαφέρον του Δήμου δεν είναι αυτό που πρέπει. Όλη η Κρήτη έχει απολιθώματα τα περισσότερα όμως έχουν εντοπιστεί στον Νομό Ρεθύμνου. Εδώ και τριάντα χρόνια, τα συγκεντρώνω όχι μόνο από την Κρήτη αλλά από όλο τον κόσμο. Τα έχω ταχτοποιήσει, τα έχω οργανώσει με φωτογραφίες, με την πλήρη ονομασία τους, την τοποθεσία, την προέλευσή τους και είναι έτοιμα για να εκτεθούν. Η αξία τους και η σημασία τους είναι ανεκτίμητη. Θα ήταν εύκολο να γίνει η αρχή για να μπορέσουν αυτά να εκτεθούν στην πόλη σας, όμως λείπει το χρήμα και η θέληση. Όλοι οι ξένοι τουρίστες ενδιαφέρονται πάρα πολύ για τα απολιθώματα, στις πατρίδες τους έχουν. Εγώ έχω ένα μουσείο, ιδιωτικό στην Γερμανία, όμως θέλω να φέρω την συλλογή μου στο Ρέθυμνο, εδώ για μην φύγω από τη ζωή και μείνει ο θησαυρός αυτός αναξιοποίητος. Χρήματα στη Ελλάδα δεν υπάρχουν, εγώ αν είχα τα χρήματα θα νοικιάζαμε αίθουσα και θα τα εξέθετα. Όμως είναι δύσκολο να βρω μια τέτοια αίθουσα στο κέντρο της πόλης. Το ενδιαφέρον για τα μουσείο δυστυχώς είναι λιγοστό παρά την τεράστια σημασία και το ρόλο που αυτά επιτελούν».
Ο Βασίλης Σιμιτζής, γεωλόγος από την πλευρά του αναφέρθηκε στη συνεργασία που έχει με τον κ. Ζησίου από τον 1989: «Ο κ. Ζησίου το 1989 είχε έρθει για διακοπές στα Μάλια και διέθεσε δύο ημέρες στην επίσκεψή του στο Ρέθυμνο. Την πρώτη μέρα πήγαμε στο Μαλάκιο που συναντήσαμε το πρώτο Clypeaster και από τότε αποφάσισε ότι εφόσον υπάρχουν εδώ τέτοια απολιθώματα αποφάσισε να τα συγκεντρώσει. Στα 29 χρόνια έχει επισκεφτεί την Κρήτη περισσότερες από 15 φορές. Τον ακολουθούμε και εμείς και εγώ μαζί και μαθαίνουμε όχι μόνο να τα εντοπίζουμε αλλά ακόμα και να τα καθαρίζουμε. Δουλειά πολύ σπουδαία, που κάνει ο ίδιος στο σπίτι του, που είναι ο καθαρισμός τους».
Αναφερόμενος στην σημασία των απολιθωμάτων είπε: «Για την Κρήτη τα εχινόδερμα είναι πολύ χαρακτηριστικά για τη περίοδο του μειόκαινο (πρώτη γεωλογική εποχή της Νεογενούς Περιόδου και εκτείνεται από 23 εκατομμύρια μέχρι 5,332 εκατομμύρια χρόνια πριν). Είναι πάρα πολύ σπουδαία γιατί καθοδηγούν τον επιστήμονα και του δείχνουν τι ηλικία έχει και το συγκεκριμένο πέτρωμα της Κρήτης. Η Κρήτη πριν από 14 εκ. χρόνια μαζί με όλη την υπόλοιπη Ελλάδα, αναδύθηκε από τη θάλασσα της Τηθύος. Όλο το Αιγαίο ήταν στεριά και τα νησιά συνδέονται μεταξύ τους με στεριά παράλληλα με κάποιες λίμνες. Σε αυτήν τη περίοδο γύρω από την Κρήτη υπήρχαν θάλασσες και στεριές που είχαμε σπουδαία ζώα που όμως δεν κράτησε και πολύ γιατί οι κλιματικές αλλαγές έκοψαν την Κρήτη και την Ελλάδα σε πολλά κομμάτια, την έκαναν νησιά. Η Κρήτη για παράδειγμα στα 10 εκ. χρόνια ήταν ένα αρχιπέλαγος από νησιά που σημαίνει ότι γύρω από το Ηράκλειο είχαμε απολιθώματα, μεγάλα ζώα. Για παράδειγμα στο Σελί είχαμε τον καρχαρία, αλλά και σε άλλες περιοχές βρήκαμε πολλά απολιθώματα όπως στο Ρουσσοσπίτι, στο Όρος, στο Χρωμοναστήρι, στην Αγία Ειρήνη. Γύρω από το Βρύσσινα τα ιζήματα έχουν τέτοια χαρακτηριστικά άρα μας είναι χρήσιμα».
Ο κ. Σιμιτζής μίλησε για τα απολιθώματα των ασπόνδυλων ζώων, τα οποία μάζευαν και απλοί άνθρωποι τονίζοντας μεταξύ άλλων: «Είναι πανέμορφα απολιθώματα, έχουν μια δομή με μια μαργαρίτα από πέντε πέταλα και έτσι είναι όλα τα αχινοειδή. Ακόμα και αυτά που τρώμε σήμερα. Που είναι συμμετρικοί αχινοί έτσι και οι τότε αχινοί ήταν παρόμοιοι αλλά ασύμμετροι, είναι σαν πυραμίδες, έχουν μια βάση μεγάλη και πάνω εκεί διαμορφώνεται ένα σώμα και σχεδόν όλα μοιάζουν σαν αστέρια για αυτό και ο παλιοί άνθρωποι έλεγαν ότι βρήκαν ένα αστερία. Τα απολιθώματα μπορεί να βρίσκονται κατεστραμμένα μέσα στο ίδιο το πέτρωμα, όμως έχουν ισχυρό κέλυφος, γιατί το δέρμα τους ήταν με αγκάθια και πράγματι ενώ εμείς σήμερα τα βλέπουμε γυμνά όταν ζούσαν είχαν αγκάθια. Και από την πάνω και από τη κάτω όψη έχουν δώσει την δυνατότητα να τα συγκεντρώνουν σπίτια τους. Έχουμε συναντήσει ανθρώπους που τα έβαζαν ή σε παρτέρια, κάποιος τα είχε φυτέψει, ένας άλλος αιωνόβιος Κρητικός στο Καβούσι τα κρατούσε. Επειδή είναι εύκολο να τα χρησιμοποιήσει κανείς κάποιοι τα χρησιμοποιούσαν για να σπάσουν καρύδια, κάποιοι άλλοι τα έβαζαν για να στεριώσουν παραθυρόφυλλα π.χ. Είναι πάρα πολλά και ήδη η συλλογή του κ. Πασχάλη είναι πολύ μεγάλη -περισσότερα από δέκα χιλιάδες κομμάτια μαζί με αμμωνίτες. Είναι από τους μεγαλύτερους ιδιώτες συλλέκτες ίσως στην Ευρώπη. Το πλήθος είναι μεγάλο αυτών που έχουν βρεθεί, σίγουρα υπάρχουν και πολλά άλλα. Το να εκτεθούν σε ένα χώρο, σε ένα μουσείο είναι μια δύσκολη υπόθεση. Υπάρχουν δυσκολίες και από πλευράς Δήμου υπάρχου προτεραιότητες, όμως, ένας τέτοιος χώρος αποτελεί μια αναγκαιότητα για την ανάδειξη αυτού του θησαυρού».
Τα απολιθώματα του Ρεθύμνου πρέπει να τύχουν μιας καλύτερης ανάδειξης
Ο κ. Σιμιτζής επανέλαβε την σημασία των απολιθωμάτων και δη των θηλαστικών ζώων για τον Νομό Ρεθύμνου που δικαίως, όπως είπε, έχει χαρακτηριστεί η «Κνωσός της Παλαιοντολογίας στο Ρέθυμνο». «Τα απολιθώματα πρέπει να τύχουν μιας ανασκαφής και μιας καλύτερης ανάδειξης. Δεν είναι ψέμα ούτε υπερβολή όταν λέμε ότι η Κνωσός της παλαιοντολογίας είναι το Ρέθυμνο. Σε επίπεδο Ευρώπης έχουμε την μεγαλύτερη συγκέντρωση θέσεων από την πόλη του Ρεθύμνου μέχρι και το Γεράνι και ακόμα πιο πέρα σε απολιθώματα θηλαστικών σε επίπεδο Μεσογείου. Ούτε η Κύπρος, ούτε η Σαρδηνία, ούτε η Μάλτα, ούτε η Σικελία δεν έχουν τόσες πολλές θέσεις συγκεντρωμένες όπως το Ρέθυμνο. Η Κρήτη βέβαια ξεπερνά τις 70 με 80 θέσεις με απολιθώματα θηλαστικών. Από την άλλη τα ασπόνδυλα είναι θαμμένα στα πετρώματα της Κρήτης, υπάρχουν εκατομμύρια τέτοια ζώα. Ο καθηγητής του Πανεπιστήμιου Αθηνών κ. Θεοδώρου που εποπτεύει το χώρο του μουσείου μας κάθε χρόνο επισημαίνει την ανάγκη ανασκαφής και δημιουργίας μιας γεωδιαδρομής από την περιοχή του Ρεθύμνου ως το Γεράνι για να αναδειχτεί η ιστορία αυτών των οργανισμών των θηλαστικών που μέχρι πριν 10.000 χρόνια ζούσαν στην Κρήτη. Από την άλλη για τα ασπόνδυλα δεν χρειάζεται τίποτα άλλο από ένα χώρο που να ‘ναι επισκέψιμος και να ‘ναι κοντά σε κάποιο μουσείο» υποστήριξε.
Υπενθυμίζεται ότι στην έκθεση του Παλαιοντολογικού Μουσείου παρουσιάζονται απολιθώματα ασπόνδυλων, προερχόμενα από τις υποθαλάσσιες περιοχές του Ρεθύμνου και της Κρήτης, τα οποία χρονολογούνται από την Παλαιοζωική, την Μεσοζωική και την Καινοζωική περίοδο. Επιπλέον, πολύ σημαντικό είναι και το υλικό των οστών ενδημικών ελεφάντων και των πολύμορφων ελαφιών της Κρήτης, καθώς και των απολιθωμένων ενδημικών νάνων ιπποπόταμων.
Τα απολιθώματα θηλαστικών ζώων -όπως ελάφια, ελέφαντες και ιπποπόταμοι που έζησαν πριν από δέκα χιλιάδες χρόνια- καθώς και τα πετρώματα ηλικίας πάνω από 300 εκατομμυρίων χρόνων, αποτελούν αδιάσειστα πειστήρια της ιστορίας και συνηγορούν προς αυτή την κατεύθυνση.