Σ’ ένα μεγάλο ήρωα θα αποτίσουμε φόρο τιμής σήμερα, που έμεινε στην ιστορία σαν απόστολος της εθνικής ενότητας και του συγκρητισμού.
Ο Αναστάσιος Χομπίτης υπήρξε μια εμβληματική μορφή, που δεν αμφισβήτησε κανένας ιστορικός, έστω κι αν έδρασε σε καιρούς κρίσιμους, που πρυτάνευε η μισαλλοδοξία και θριάμβευαν τα πολιτικά πάθη.
Αγνός πατριώτης, γενναίος στις μάχες, ενωτικός όταν έπρεπε η χώρα να ορθοποδήσει, ο σημαντικός αυτός άνθρωπος, είχε το μεγάλο προνόμιο της ζωής, να συνδεθεί με τα πιο σημαντικά, συγκλονιστικά και καθοριστικά γεγονότα των αρχών του περασμένου αιώνα.
Από τις καλύτερες παρουσιάσεις που του έγιναν ποτέ, πέρα από τη βιογραφία του που έγραψε ο περίφημος Πάρης Κελαϊδής, καθ’ υπαγόρευση του ήρωα, ήταν μια ομιλία, που υπογράφει ο Γιώργος Σγουράκης, γνωστός και μη εξαιρετέος τηλεοπτικός παραγωγός, για να αναφέρουμε μόνο τον τίτλο που προτιμά ο ίδιος, πέρα από τους θεσμικούς τίτλους και αρμοδιότητες, που έλαβε κατά καιρούς.
Ήταν στα αποκαλυπτήρια της προτομής του ήρωα που έγινε στην Ίμπρο Σφακίων, κι όπως αναφέρεται στα ρεπορτάζ η αναφορά αυτή προκάλεσε αίσθηση. Από τη θαυμάσια αυτή ομιλία λοιπόν, κάνοντας τις αναγκαίες για οικονομία χώρου παρεμβάσεις, κρατάμε τα εξής:
Σφακιανός στην καταγωγή
Ο Αναστάσιος Χομπίτης που γεννήθηκε στα 1895 στο Ροδάκινο, καταγόταν από την Ίμβρο και η μητέρα του από τον Άη Γιάννη Σφακίων.
Στα 19 του κιόλας χρόνια φοιτητής της Νομικής στην Αθήνα, εγκαταλείπει τις σπουδές του και τρέχει στο μέτωπο μαζί με τους Τσόντο, Βάρδα, Γύπαρη, Ψαρρό, Καραβίτη. Σε συγγενικό του περιβάλλον θα παρατηρήσει εκείνος που ξέρει Και θα έχει δίκιο.
Η γενναιότητά του δεν περνά απαρατήρητη και γρήγορα προάγεται σε οπλαρχηγό, που διασφαλίζει με την αποφασιστικότητά του τον άμαχο χριστιανικό πληθυσμό της Βορείου Ηπείρου.
«Γεια σου Χομπίτη ξακουστέ…»
Ο δεύτερος σταθμός, μετά την κατάταξή του στη Χωροφυλακή (το 1915 ως κληρωτός) ήταν η Μ. Ασία. Το 1918 μετέχει της Μικρασιατικής εκστρατείας ως αξιωματικός της Χωροφυλακής και του αναθέτουν τη δύσκολη κι επικίνδυνη αποστολή να εκκαθαρίσει τις περιοχές που δρούσαν οι στρατιωτικές μονάδες από τις οργανωμένες συμμορίες άγριων Τούρκων Τσετών, οι οποίες τρομοκρατούσαν και δολοφονούσαν τους αμάχους, ενώ συγχρόνως επιδίδονταν σε δολιοφθορές. Ήταν τόση η επιτυχία του Αναστάσιου Χομπίτη στο έργο αυτό, ώστε το όνομά του έγινε θρύλος.
Η αντρειά και η λεβεντιά του, η στρατιωτική διορατικότητά του, τα ηρωικά πολεμικά κατορθώματα γίνονται τραγούδι – ύμνος. Οι Τούρκοι τον αποκαλούν Τσακίρ Ίσα μπίτ (γαλανομάτη Διοικητή). Κι η λαϊκή μούσα έτσι τον τραγουδά:
«Γειά σου Χομπίτη, ξακουστέ,
Τσακίρι Κομαντάρι
που ‘χεις αγγελική θωριά
και την καρδιά λιοντάρι.
Χαρίσει το απόσπασμα
ελευθερία και τάξη
τους Τσέτες διασκορπίζεται
από βουνά και δάση.
Λιοντάρια είναι οι άντρες σου,
αετοί πετούν κοντά σου
Γεμάτο δόξα και τιμή,
Χομπίτη το όνομά σου».
Τρίτος σταθμός, στη μεγάλη του εθνική δράση, η χρυσή, δημιουργική τετραετία του 1928 – 1932 δίπλα στον κρητικό επαναστάτη, ηγέτη και αναμορφωτή της Ελλάδας, τον Εθνάρχη Ελευθέριο Βενιζέλο.
Μοίραρχος τότε έτυχε της μεγάλης τιμής να επιλεγεί και να βρεθεί δίπλα στην καθοριστική φυσιογνωμία της πολιτικής ζωής του τόπου. Είχε αναλάβει με απόλυτη επιτυχία την προσωπική ασφάλεια του Εθνάρχη.
Τέταρτος σταθμός, -για την Κρήτη- προσφοράς του, η περίοδος της απελευθέρωσης από τους Γερμανούς. Ως Συνταγματάρχης, Αρχηγός Χωροφυλακής Κρήτης, ήταν ο πρώτος που μπήκε στα κατεχόμενα ακόμα από τους Γερμανούς κατακτητές Χανιά, ως εκφραστής της δύναμης εξουσίας, με δύο συντεταγμένα τάγματα. Πέτυχε με εύστροφους χειρισμούς να επιβάλλει την τάξη και εντελώς αναίμακτα να περάσουμε σε λειτουργία κράτους δικαίου και ηθικής. Την περίοδο αυτή περνά ένα καθοριστικό μήνυμα που έμελλε να αποτελέσει και τη βασική θεώρησή του, για τα πράγματα αργότερα, όταν δημιουργήθηκε η «Παγκρήτιος Ένωσις». Το μεγάλο μήνυμα του «Συγκρητισμού» και της ενότητας των Κρητών. Για το έργο του αυτό τιμήθηκε με το μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας.
Γενικός διοικητής Κρήτης
Πέμπτη περίοδος -σταθμός, αναγνώριση της αξίας του, υπήρξε η ανάθεση, το 1948, από την Οικουμενική Κυβέρνηση, της Γενικής Διοίκησης Κρήτης (ήταν υπούργημα), με ευθύνη και αρμοδιότητα όλων των Υπουργείων στη Μεγαλόνησο. Χρειαζόταν πλέον έμπειροι διπλωματικοί χειρισμοί, πειθώ, συναίνεση και επιβολή αλληλοσεβασμού. Η προσωπικότητά του, η κοινή αποδοχή και ο σεβασμός που είχαν όλοι οι Κρητικοί στον ήρωα του Βορειοηπειρωτικού και Μικρασιατικού αγώνα, επεβλήθησαν και αναίμακτα σχεδόν η Κρήτη αντιμετώπισε την τραγική αυτή περίοδο για όλη την άλλη Ελλάδα, με πνεύμα ενότητας χωρίς εμφύλιους σπαραγμούς. Η σωφροσύνη και η λογική πρυτάνευσαν, ευτυχώς.
Η ίδρυση της παγκρητίου
Τελευταίος μεγάλος σταθμός, της πολυσήμαντης δράσης του, η δημιουργία, στην Αττική, της «Παγκρητίου Ενώσεως» του μεγαλύτερου σωματείου της Ελλάδας.
Ξεκίνησε ως μυστική – αντιστασιακή οργάνωση με την επωνυμία ΕΚΟ -Εθνική κρητική Οργάνωση- και ανέπτυξε δράση εντυπωσιακή κατά των κατακτητών.
Η μετεξέλιξη της ΕΚΟ σε επίσημο σωματείο, μετά την απελευθέρωση, με την επωνυμία «Παγκρήτιος Ένωσις», το 1946, σηματοδότησε το κρητικό πολιτιστικό κίνημα, έξω από τα όρια της γενέτειράς μας.
Παρών και στον αγώνα της Κύπρου
Ο Αναστάσιος Χομπίτης δεν μπορούσε να μείνει αμέτοχος και στον αγώνα του Κυπριακού Ελληνισμού. Πρόσφερε και σ’ αυτόν σημαντικές υπηρεσίες ως πρόεδρος της Παννησιωτικής Ενώσεως αγώνα για την απελευθέρωση της Κύπρου.
Αναφέρει σχετικά ο Χωροεπίσκοπος του μαρτυρικού νησιού Βασίλειος…
«Ο Αναστάσιος Χομπίτης είχε αφιερώσει τη ζωή του για την πατρίδα. Η πατρίδα όμως γι’ αυτόν δεν περιοριζόταν μόνο στον ελληνικό χώρο αλλά επεκτεινόταν και στην Κύπρο.
Η πατρίδα του Αναστασίου Χομπίτη ήταν ο μείζων Ελληνισμός. Ήδη από την εποχή του Εθνικού απελευθερωτικού αγώνα εξέφρασε την επιθυμία και την προθυμία να πάει να συναγωνιστεί με τους Κύπριους στον Εθνικό απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ. Επειδή αυτό δεν ευοδώθηκε για πολιτικούς λόγους, ιδρύει την παννησιωτική Οργάνωση για την απελευθέρωση της Κύπρου και αναδείχθηκε πρόεδρος. Από την θέση αυτή ενίσχυσε τον αγωνιζόμενο Κυπριακό λαό. Προσωπικά γνώρισα τον Αναστάσιο Χομπίτη και συνδέθηκα και με την οικογένειά του».
Με τον αέρα της λεβεντιάς
Είναι πολλές οι προσωπικότητες που εκφράστηκαν με θαυμασμό για τον Αναστάσιο Χομπίτη.
«Ο Αναστάσιος Χομπίτης «είχε μέσα στο κύτταρό του τη ψυχοσύνθεση την γενναιότητα και την ικανότητα μιας εκ γενετής προσωπικότητας. Έφθασε όπου μπόρεσε να φτάσει με κίνητρο τον αέρα της λεβεντιάς που φυσά και εμπνέει από πανάρχαια χρόνια σφοδρός και ασυγκράτητος εις το τόπο της γέννησής του».
Με αυτά τα λόγια σκιαγραφεί τη προσωπικότητα του Αναστάσιου Χομπίτη ο αείμνηστος καθηγητής Πανεπιστημίου Γεώργιος Κουρμούλης.
Και ο Γιάννης Κεφαλογιάννης είχε τονίσει σε σχετική ομιλία του:
«Ο Αναστάσιος Χομπίτης, υπήρξε αναμφισβήτητα ένας χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της Κρητικής λεβεντιάς και εκφραστής της γνήσιας Κρητικής ψυχής που είναι πάντα ανήσυχη, ανυπότακτη, αδούλωτη, υπερήφανη, άρρηκτα συνδεδεμένη με τα μεγάλα ιδανικά της φυλής και κυρίως με την έννοια της φιλοπατρίας, της ελευθερίας αλλά και της θυσίας για τα ιδανικά της φυλής. Από αυτά που γράφει στην αυτοβιογραφία του ο Αναστάσιος Χομπίτης, ίσως έκανε πολύ σπουδαιότερα και μεγαλύτερα απ’ όσα ονειρευόταν και πίστευε η φλογερή και ατίθαση Κρητική του ψυχή».
Μια ιδέα ιερή
Ο ίδιος ο ήρωας είχε τονίσει στο βιογράφο του Πάρη Κελαϊδή:
«Μέσα μου με κατέκαιε μια φλόγα δυνατή, μια ιδέα ιερή, ονειρευόμουνα πολέμους και ηρωισμούς και η καρδιά μου κτυπούσε έντονα πότε θα ‘βρισκα την ευκαιρία να συνεχίσω παραδόσεις, να δράσω, να κάμω το χρέος μου, να πολεμήσω για τους σκλαβωμένους αδελφούς μας».
Έτσι ο Αναστάσιος Χομπίτης έμεινε μέχρι τα βαθειά του γεράματα ένα σεβαστό σύμβολο εκτίμησης και συναδέλφωσης του λαού. Πέθανε το Φεβρουάριο του 1990, αφού πρόλαβε το 1988 και διηγήθηκε στον Πάρη Κελαϊδή την περιπετειώδη και πολυτάραχη ζωή του με πλήρη διαύγεια πνεύματος. Κι ο Πάρης στη συνέχεια την έκανε βιβλίο, 302 σελίδων, με τον τίτλο «Μια ζωή δοσμένη στην πατρίδα».
Πολλές και μεγάλες ήταν ευτυχώς οι ηθικές τιμές που του απένειμε η Πατρίδα για τη δράση του, μεταξύ των οποίων τρεις Πολεμικούς Σταυρούς και προαγωγή επ’ ανδραγαθία. Για ν’ ακολουθήσουν αργότερα και πολλές άλλες ακόμα. Όπως η τιμή από την Εκκλησία με το αξίωμα του πατριαρχικού οφικίου και από την Ακαδημία Αθηνών για τη δράση του υπέρ της Βορείου Ηπείρου.
Προτομή του έχει στηθεί και στην Νίμπρο τόπο καταγωγής του.
Αυτό που θυμάται, όμως, όποιος τον έζησε από κοντά, ήταν η ξεχωριστή μορφή του, που συμβόλιζε τον Έλληνα, χωρίς κομματική ταυτότητα, αλλά με φλογερό πάθος για την πατρίδα του και την εθνική της ανεξαρτησία. Κι ίσως οι μνήμες αυτές αξίζουν περισσότερο, γιατί προσυπογράφουν την δίκαιη υστεροφημία του σημαντικού αυτού ήρωα.