Την αναστολή των 37 νέων
πανεπιστημιακών τμημάτων που θα λειτουργούσαν, όπως προέβλεπε ο νόμος
Γαβρόγλου, από το επόμενο ακαδημαϊκό έτος 2020-2021 ανακοίνωσε σήμερα η ηγεσία
του Υπουργείου Παιδείας.Αιτιολογώντας την απόφαση,η Υπουργός Παιδείας και
Θρησκευμάτων Νίκη Κεραμέως και ο Υφυπουργός
Βασίλης Διγαλάκης κάνουν λόγο για ίδρυση τμημάτων από την προηγούμενη
κυβέρνηση χωρίς συγκεκριμένα ακαδημαϊκά
κριτήρια,χωρίς απαιτούμενες μελέτες σκοπιμότητας και βιωσιμότητας και
χωρίς την προηγούμενη γνώμη της Ανεξάρτητης
Αρχής Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση
Μεταξύ των 36 τμημάτων
περιλαμβάνονται και 6 τμήματα του νεοιδρυθέντος Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου (πρώην ΤΕΙ Κρήτης)και
συγκεκριμένα των τμημάτων:
*Μηχανικών Βιοιατρικής(Ηράκλειο)
*Επιστήμης και
Τεχνολογίας Τροφίμων (Ηράκλειο)
* Φυσικοθεραπείας
(Ιεράπετρα)
*Επιστημών Φυσικής
Αγωγής και Αθλητισμού(Άγιος Νικόλαος)
*Χημικών
Μηχανικών (Χανιά)
*Μουσικών Σπουδών
(Ρέθυμνο)
Τα
37 συνολικά τμήματα θα εντάσσονταν στο φετινό μηχανογραφικό, το οποίο θα
συμπλήρωναν οι μαθητές που πάνε Γ’
Λυκείου.
Στην ανακοίνωση της ηγεσίας του υπουργείου
παιδείας,αναφέρονται τα εξής:
«Το εκπαιδευτικό μας
σύστημα και κατ’ επέκταση όλοι οι εμπλεκόμενοι σε αυτό έχουν ταλαιπωρηθεί στο
παρελθόν από πελατειακές λογικές και ευκαιριακές διευθετήσεις.
Η προηγούμενη
Κυβέρνηση, υπηρετώντας μικροπολιτικές σκοπιμότητες, θεσμοθέτησε πριν μερικούς
μήνες μια σειρά από τμήματα σε όλη τη χώρα με προβλεπόμενη έναρξη λειτουργίας
από το ακαδημαϊκό έτος 2020-21 και μετά, αναδιατάσσοντας τον ακαδημαϊκό χάρτη.
Τα εν λόγω τμήματα δημιουργήθηκαν:
• χωρίς συγκεκριμένα
ακαδημαϊκά κριτήρια,
• χωρίς να έχουν
προηγηθεί οι απαιτούμενες μελέτες σκοπιμότητας και βιωσιμότητας,
• χωρίς συνεκτικό
σχεδιασμό,
• χωρίς καν την προηγούμενη
γνώμη της Ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην
Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ), ενώ ο νόμος προέβλεπε τη συμβολή και της αρχής αυτής
σε τέτοιου είδους αποφάσεις,
• ενίοτε και με
βουλευτικές τροπολογίες της τελευταίας στιγμής,υποτιμώντας έτσι τα Ιδρύματά μας
και τις δυνατότητες του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
Όπως είναι φυσικό,
ορισμένα από τα νέα αυτά τμήματα αντιμετωπίζουν προβλήματα σε υποδομές και
προσωπικό, χωρίς να μπορεί να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη και εύρυθμη λειτουργία
τους προς όφελος των μελλοντικών φοιτητών και της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Για όλους τους
παραπάνω λόγους, αναστέλλουμε τη λειτουργία των 37 αυτών νέων τμημάτων με
νομοθετική διάταξη που θα κατατεθεί άμεσα στη Βουλή.
Στόχος μας είναι να
επανεξεταστεί η ανάγκη δημιουργίας τους συνολικά από τη νέα ενισχυμένη
Ανεξάρτητη Αρχή, στη βάση ακαδημαϊκών κριτηρίων και μετά από την εκπόνηση των
αναγκαίων μελετών σκοπιμότητας και βιωσιμότητας. Το ίδιο θα ισχύει και για
οποιαδήποτε νέα τμήματα πρόκειται να ιδρυθούν στο μέλλον, αλλά και για την
αναδιάταξη του ακαδημαϊκού χάρτη εν συνόλω. Δεν είναι απλώς θέμα χρηστής και
αποτελεσματικής διαχείρισης των οικονομικών πόρων της πολιτείας, αλλά πρωτίστως
ευθύνη και χρέος απέναντι στους νέους και τις νέες που προσδοκούν πρόσβαση σε
ποιοτικά δημόσια πανεπιστήμια και σε πτυχία με αντίκρισμα. Και παράλληλα μια
ευκαιρία για να βελτιστοποιήσουμε τις αναπτυξιακές προοπτικές της τριτοβάθμιας
εκπαίδευσης στη χώρα μας.
Στο πλαίσιο αυτό,
εργαζόμαστε εντατικά και θα καταθέσουμε τις επόμενες εβδομάδες ένα ολοκληρωμένο
πλαίσιο για τη νέα Ανεξάρτητη Αρχή για την ανώτατη εκπαίδευση. Σκοπεύουμε να
την ενδυναμώσουμε και να την καταστήσουμε βασικό εταίρο διαμόρφωσης πολιτικής
για την ανώτατη εκπαίδευση, αποκεντρώνοντας παράλληλα μια σειρά από εξουσίες με
τη μεταφορά τους εκεί που πραγματικά πρέπει να ανήκουν. Η Παιδεία μας έχει
ανάγκη από τη χάραξη μιας μακροχρόνιας στρατηγικής, στη βάση ευρύτερων
συναινέσεων και με διάρκεια που υπερβαίνει τη θητεία μιας πολιτικής ηγεσίας του
Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από
την ενδυνάμωση των θεσμών και τη συνεπή τήρηση διαδικασιών.
Είναι ευκαιρία να
αλλάξουμε παθογένειες ετών με τόλμη, βάζοντας τέλος σε πρακτικές που στερούν
από τους νέους και τις νέες της πατρίδας μας την Παιδεία που τους αξίζει. Και
στην κατεύθυνση αυτή θα αναζητήσουμε την ευρύτερη δυνατή συναίνεση, ακούγοντας
τις προτάσεις όλων για το βέλτιστο τρόπο διαμόρφωσης του ακαδημαϊκού χάρτη με
τις αναγκαίες διασφαλίσεις ποιότητας».