Τις τελευταίες μέρες διαρρέουν πληροφορίες από διάφορους κύκλους κυρίως του ΔΝΤ αλλά και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ότι θα ζητηθεί και από την αντιπολίτευση να ψηφίσει τα όποια μέτρα συνοδεύσουν το κλείσιμο της αξιολόγησης, εάν και όποτε ολοκληρωθεί αύτη. Με δεδομένο το γεγονός ότι τα Ευρωπαϊκού προσανατολισμού κόμματα τόσο της αξιωματικής όσο και της ελάσσονος αντιπολίτευσης (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΕΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΩΩΝ, ΠΟΤΑΜΙ) δεν έχουν σε κανένα τόνο υιοθετήσει ρητορική του πρόσφατου παρελθόντος που να περιλαμβάνει σκισίματα μνημονίων, καταργήσεως αυτών με ένα νόμο και ένα άρθρο, νταούλια, ζουρνάδες αλλά ούτε και πρακτικών κοινωνικής ανυπακοής τύπου «δεν πληρώνω» και γενικά δεν αρνούνται τη συνέχεια του κράτους, γεννιέται εύλογα το ερώτημα, από που πηγάζει αυτή η εμμονή των θεσμών και δανειστών μας.
Ας παραβλέψουμε τις θεωρητικού και φιλοσοφικού τύπου προσεγγίσεις για το πόσο προσβλητικό είναι, καταρχάς για την ίδια τη δημοκρατία και τον κοινοβουλευτισμό, να απαιτείται από μια μελλοντική κυβέρνηση της οποίας η σύνθεση είναι ακόμα άγνωστη και από τα υπάρχοντα κόμματα ενός κοινοβουλίου να δεσμευτούν στο αποτέλεσμα μιας διαπραγμάτευσης που ούτε συμμετείχαν, ούτε αποτέλεσε προϊόν συλλογικής εθνικής διαπραγμάτευσης και ας περάσουμε στο δια ταύτα του ερωτήματος. Γιατί αυτή η απαίτηση;
Από όλες τις σκέψεις και εικασίες που θα μπορούσε να κάνει κάποιος, τρεις είναι οι κύριες που διαφαίνονται ως επικρατέστερες να απαντήσουν στο ερώτημα. Η πρώτη εξήγηση πηγάζει από μια αντίληψη ενός γενικότερου ελλείμματος αξιοπιστίας από τη μεριά των δανειστών όχι μόνο προς τους κυβερνώντες, αλλά συνολικά προς το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Μετά από 7 χρόνια μπρος πίσω και παραβλέποντας τις δικές τους αστοχίες απλά δεν μας εμπιστεύονται ότι θα τηρήσουμε τα συμφωνηθέντα. Μια δεύτερη σκέψη είναι μήπως οι εταίροι και δανειστές μας θέλουν να τείνουν μια χείρα βοηθείας στην παρούσα κυβέρνηση γνωρίζοντας πολύ καλά ότι μόνο αυτή θα καταφέρει να περάσει τόσο «αναίμακτα» τα όποια σκληρά μέτρα ζητηθούν, καθότι είναι πλέον προφανές ότι τα μέτρα που έχουν παρθεί από την σημερινή κυβέρνηση αν είχαν ληφθεί από την προηγούμενη ή ακόμα και σήμερα από μια διαφορετική κυβέρνηση θα γινόταν χαλασμός Κυρίου. Τέλος μια τρίτη, πιο καχύποπτη σκέψη, θα ήταν πως υπάρχει αίτημα ή παράκληση από την ίδια την διαπραγματευτική ομάδα της κυβέρνησης προς τους δανειστές να βγάλουν προς τα έξω αυτή την απαίτηση. Και αυτό με στόχο να ασκηθεί πίεση σε όλη την αντιπολίτευση να ψηφίσει και εκείνη τα μέτρα, σε μια προσπάθεια να περιοριστεί το πολιτικό κόστος προς την ίδια και να διατηρηθεί η κοινοβουλευτική συνοχή της.
Μπορεί να ισχύει ένας συνδυασμός αυτών, όλα μαζί ή και τίποτα. Αν έχουν βάση τα δυο πρώτα είναι θέμα αντίληψης των δανειστών προς υπεράσπιση και εξασφάλιση των δικών τους συμφερόντων. Αν ισχύει το τελευταίο, τότε πλέον δεν μιλάμε για αντίμετρα τα οποία διαπραγματεύεται η κυβέρνηση, αλλά μάλλον για αντίποινα προς τους «αντιφρονούντες». Ελπίζω τόσο οι δανειστές όσο και η κυβέρνηση να μην είναι της άποψης ότι πρέπει να καταργηθεί η αντιπολίτευση σ’ αυτόν τον τόπο…
* Ο Γεώργιος Νάστος είναι Ιδιωτικός Υπάλληλος – φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης