Παρουσιάστηκαν χθες, όπως είχαν την υποχρέωση, στις σχολικές τους μονάδες οι εκπαιδευτικοί όλων των λυκείων του νομού. Στα σχολεία συζήτησαν τα νέα δεδομένα που δημιούργησε η πανδημία του κορωνοϊού και ξεκίνησαν τον σχεδιασμό για την επανέναρξη των μαθημάτων με τη διαμόρφωση των αιθουσών, ώστε να τηρούνται οι προβλεπόμενες αποστάσεις μεταξύ των μαθητών αλλά και των καθηγητών. Παράλληλα στην Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευση έφτασε και εγκύκλιος σχετικά με τα υγειονομικά μέτρα και οδηγίες που υποχρεούνται να λαμβάνουν μαθητές και καθηγητές.
Ωστόσο η ΕΛΜΕΡ με ανακοίνωσή της εμφανίζεται αντίθετη με την επαναλειτουργία των σχολείων, καθώς όπως υποστηρίζει σε ανακοίνωσή της οι σχολικές τάξεις είναι μικρές και δεν μπορούν να τηρηθούν τα μέτρα ασφάλειας.
Επίσης διαφωνούν με τη ζωντανή μετάδοση του μαθήματος μέσα από κάμερες.
Σε σχετική ανακοίνωσή της αναφέρει: «Εν μέσω πανδημίας το ΥΠΑΙΘ έβγαλε προς διαβούλευση ένα επιεικώς απαράδεκτο νομοσχέδιο. Ερήμην της εκπαιδευτικής κοινότητας. Μετά από λίγες μέρες, ανακοίνωσε ότι επιστρέφουν οι μαθητές Γυμνασίων και Λυκείων στα θρανία. Το άνοιγμα των σχολείων εισηγήθηκε η επιτροπή εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας με επικεφαλής τον Σωτήρη Τσιόδρα. Εισηγήθηκαν την σταδιακή και υπό προϋποθέσεις επανέναρξη λειτουργίας των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, η οποία θα πρέπει να γίνει με συνεκτίμηση των επιδημιολογικών δεδομένων. Η επιτροπή δεν έθεσε ούτε σαφή ημερομηνία, ούτε όρισε τον σαφή τρόπο που θα γίνει αυτή η επάνοδος. Η κυβέρνηση όμως αποφάσισε ν’ ανοίξουν τα σχολεία την ερχόμενη Δευτέρα 11 Μαΐου μόνο για τη Γ’ Λυκείου, ενώ οι μαθητές της Α’ και Β’ Λυκείου, καθώς και των Γυμνασίων, θα επιστρέψουν στις 18 Μαΐου.
Η ανησυχία είναι μεγάλη και το βασικό ερώτημα που θέτει όλη η κοινωνία είναι αν οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί είναι ασφαλείς.
Μόλις την περασμένη Κυριακή, ξαφνικά και χωρίς να τους δοθεί μια εύλογη πίστωση χρόνου ειδοποιήθηκαν οι εκπαιδευτικοί να επιστρέψουν εσπευσμένα στα σχολεία τους την Τετάρτη. Με τη βαλίτσα στο χέρι και με την ασφυκτική αυτή προθεσμία, έπρεπε να εγκαταλείψουν τις οικογένειές τους και να μετακινηθούν απ’ όλη την Ελλάδα προς τον τόπο που βρίσκεται το Σχολείο που υπηρετούν, ενώ γνώριζαν και είχαν προγραμματίσει την επιστροφή τους για τις 11 ή 18 Μαΐου, αναλόγως Λυκείου ή Γυμνασίου, πριν ακόμη καλά-καλά αρθούν τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα στις μετακινήσεις.
Το Υπουργείο προέβλεψε για τους μαθητές που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες να μην παρουσιαστούν στα Σχολεία. Το ίδιο όμως θα έπρεπε να ισχύει και για πολλούς εκπαιδευτικούς με σοβαρά νοσήματα στα οποία δεν αναφέρεται η ΠΝΠ ή για εκείνους που φροντίζουν άτομα που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες. Όπως επίσης και γι’ αυτούς που θα αναγκαστούν τελικά να κάνουν χρήση της άδειας ειδικού σκοπού, αφού συντρέχουν πολλοί σοβαροί λόγοι για να παραμείνουν στο σπίτι.
Θεωρούμε ότι η κατάσταση σχετικά με τα μέτρα πρόληψης της μετάδοσης του κορωνοϊού από τον συγχρωτισμό μαθητών και εκπαιδευτικών στα σχολεία είναι πολύ επικίνδυνη, αφού τα προβλήματα και οι ελλείψεις του ελληνικού δημόσιου σχολείου είναι τεραστίων διαστάσεων. Προβλήματα χωροταξικά, με μικρές, ασυντήρητες αίθουσες, πολλές φορές χωρίς την στοιχειώδη υλικοτεχνική υποδομή, ακόμη και χωρίς παράθυρα για τον επαρκή αερισμό τους, με τουαλέτες σε κακή κατάσταση, θέτοντας σε μεγάλο κίνδυνο μαθητές και καθηγητές.
Θα υπάρχουν στις τάξεις σε επαρκείς ποσότητες τα αντισηπτικά και τα υλικά καθαρισμού;
Θα μπορούν οι μαθητές χωρίς συνωστισμό, να πλένουν συχνά τα χέρια τους με σαπούνι και νερό;
Έχουν ενημερωθεί για την αποφυγή χειραψιών και, γενικά, στενής σωματικής επαφής στους κοινόχρηστους χώρους, και στα διαλείμματα;
Θα βρίσκεται ένας μαθητής ανά θρανίο και στην δέουσα απόσταση από τον άλλο;
Φρόντισε το Υπουργείο έτσι ώστε να είναι προετοιμασμένοι οι μαθητές;
Με τις καθαρίστριες χωρίς μόνιμη εργασία, με συμβάσεις μίσθωσης έργου στα σχολεία και υποστελέχωση, είναι δυνατός ο σχολαστικός περιβαλλοντικός καθαρισμός και η απολύμανση των σχολείων που τονίζεται συνεχώς από τον ΕΟΔΥ;
Σ’ αυτή την κρίση οι εκπαιδευτικοί στάθηκαν δίπλα στους μαθητές/ριες με όλα τα μέσα που είχαν και παρά την καταφανή προχειρότητα και τις όποιες σκοπιμότητες έκρυβε η προσπάθεια να επιβληθεί μια εκπαίδευση στο πόδι μέσα από την εξ αποστάσεως εκπαίδευση και στάθηκαν δίπλα στην κοινωνία.
Η φυσική μας θέση είναι δίπλα στους μαθητές κι όχι πίσω από έναν υπολογιστή, απαιτούμε όμως από το υπουργείο σοβαρότητα και πιο υπεύθυνη στάση.
Με δεδομένο αυτό, θεωρούμε «εκ των ων ουκ άνευ» τα παρακάτω:
- Οι Σύλλογοι των Διδασκόντων να εφαρμόσουν τις οδηγίες του ΕΟΔΥ με την λογική της ασφάλειας των μαθητών και των συναδέλφων και όχι με βάση τις ουτοπικές οδηγίες του Υπουργείου.
- Έκτακτη οικονομική επιχορήγηση των Σχολικών Επιτροπών και πρόσληψη πρόσθετου προσωπικού καθαριότητας.
- Με ευθύνη του κράτους και των υγειονομικών αρχών να διερευνηθεί η ανάγκη πραγματοποίησης μαζικών τεστ ανίχνευσης του ιού στα σχολεία.
- Να προστατευθούν ιδιαίτερα οι ευπαθείς ομάδες. Να εξαιρεθούν από τα διδακτικά καθήκοντα όλοι οι εκπαιδευτικοί άνω των 60 ετών.
- Εξίσωση όλων των αδειών των αναπληρωτών με αυτές των μονίμων.
- Σε καμία περίπτωση δεν δεχόμαστε οποιαδήποτε ιδέα ζωντανής μετάδοσης του μαθήματος μέσα από κάμερες, ιδέα που προσκρούει στην πιο στοιχειώδη λογική προστασίας των προσωπικών δεδομένων, των δικών μας και των μαθητών. Η αναφορά της Υπουργού, ελαφρά τη καρδία στο ζήτημα της ζωντανής μετάδοσης μαρτυρά την προχειρότητα και την ελαφρότητα με την οποία λαμβάνονται οι αποφάσεις.
Το Δ.Σ. της ΕΛΜΕ Ρεθύμνου θα είναι δίπλα στους συναδέλφους σε όποιο πρόβλημα προκύψει μέσα σ’ αυτή τη δύσκολη κατάσταση.
Θεωρούμε, επίσης, αναποτελεσματική και σπασμωδική ενέργεια την προκήρυξη της 3-ωρης στάσης εργασίας από την πλευρά της ΟΛΜΕ. και την καλούμε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων που αντιμετωπίζει ο κλάδος και η κοινωνία.
Την επόμενη εβδομάδα το Δ.Σ. της ΕΛΜΕ θα προχωρήσει σε σύγκλιση Γενικής Συνέλευσης του Σωματείου για την συζήτηση όλων των παραπάνω προβλημάτων, αλλά και του Νομοσχεδίου Κεραμέως που είναι σε διαβούλευση».