Αντιμέτωποι με τον βραχνά των λουκέτων βρίσκονται χιλιάδες επιχειρηματίες που καθημερινά αγωνιούν όχι μόνο για τον τζίρο τους, αλλά κυρίως για το πως θα καλύψουν τα λειτουργικά τους έξοδα. Η έλλειψη ρευστότητας που έχει ως αποτέλεσμα τη μειωμένη αγοραστική δύναμη σε συνδυασμό με την αυξημένη φορολογία και τα χρέη, έχουν δημιουργήσει ένα ασφυκτικό περιβάλλον για την πλειοψηφία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες αδυνατούν να ανταποκριθούν στη ρύθμιση των οφειλών τους στο Δημόσιο και στα ασφαλιστικά ταμεία.
Αν και τα στοιχεία της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ) για εμπορικούς δρόμους των Αθηνών, δείχνουν μια ελάχιστη υποχώρηση του αριθμού των επιχειρήσεων που κλείνουν, αμέτρητα είναι τα καταστήματα που κυριολεκτικά «φυτοζωούν» μέσα σε ένα εξαιρετικά ασταθές και δύσκολο οικονομικό περιβάλλον.
Ταυτόχρονα με τα λουκέτα δεν είναι λίγες και οι νέες επιχειρήσεις που ανοίγουν, ωστόσο όπως έχουν καταδείξει παλαιότερες έρευνες, δραστηριοποιούνται εποχικά κυρίως στον τουριστικό τομέα με αποτέλεσμα μετά από ένα περίπου χρόνο να οδηγούνται σε κλείσιμο. Με βάση μάλιστα τα στοιχεία του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Ρεθύμνου, για το 2014 άνοιξαν συνολικά 365 νέες επιχειρήσεις, ενώ οδηγηθήκαν σε λουκέτο 364.
Ζητούμενο λοιπόν, προκειμένου να ενισχυθεί το επιχειρείν, να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις τοπικής ανάπτυξης και ενίσχυσης της απασχόλησης, είναι η διατήρηση των νέων επιχειρήσεων στην αγορά.
Κι αυτό διότι, τα λειτουργικά κόστη, οι «χειμερινές» οικονομικές υποχρεώσεις (που καλύπτονται δύσκολα χωρίς την τουριστική κίνηση) και ενδεχομένως τα χαμηλότερα του αναμενομένου επίπεδα του «καλοκαιρινού» τζίρου, αποτελούν παράγοντες που συχνά αποθαρρύνουν τους επιχειρηματίες, τους αναγκάζουν να αλλάξουν τα σχέδιά τους και εν τέλει είναι πιθανό να τους οδηγήσουν στην οδυνηρή απόφαση της πρόωρης διακοπής λειτουργίας της επιχείρησης, που δημιούργησαν.