Νομίζω πως, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς όταν συζητάμε για την τρίτη ηλικία, θα πρέπει να ξεκινήσουμε από μια βασική παραδοχή.
Η παραδοχή είναι ότι ολοκληρωμένη, συνεκτική κυβερνητική πολιτική, ειδικά σχεδιασμένη γι’ αυτή την ηλικιακή ομάδα, δεν υπάρχει στη χώρα μας.
Δεν συζητώ προφανώς, ούτε για αστείο, για το αν διαθέτει η σημερινή κυβέρνηση μια παρόμοια πολιτική, εννοώ ότι δεν υπάρχει μια αντίστοιχη πολιτική διαχρονικά και στο πλαίσιο μιας ευρύτερης συναίνεσης που πρέπει να διαμορφώνεται σε τέτοια ζητήματα από όλο το πολιτικό σύστημα.
Θα πρέπει να διαλυθούν οριστικά κάποιοι μύθοι που περιβάλλουν αυτή την ηλικιακή ομάδα.
Ο πιο σημαντικός από αυτούς είναι ότι οι άνθρωποι της τρίτης ηλικίας συνιστούν ένα βάρος για την κοινωνία, ή ότι η παροχή υπηρεσιών προς αυτούς είναι μια σπατάλη πόρων π.χ. για το δημόσιο σύστημα υγείας.
Ακόμη, ότι η δημιουργικότητα και η συνεισφορά στην κοινωνία δεν είναι δικό τους προνόμιο ή ότι η εμπειρία που έχουν αποκομίσει από τη ζωή μικρή σημασία έχει για τη σύγχρονη κοινωνία.
Δεν χρειάζεται νομίζω να πω πόσο μακριά από την πραγματικότητα βρίσκονται αυτές οι απόψεις.
Θα πρέπει, λοιπόν, να βάλουμε το ζήτημα στη σωστή βάση του:
Η τρίτη ηλικία δεν έχει προβλήματα. Η τρίτη ηλικία έχει, όπως και άλλες ιδιαίτερες ηλικιακές ομάδες, τις δικές της ανάγκες.
Τα προβλήματα προέρχονται, στο μεγαλύτερο μέρος τους, από το γεγονός ότι η οργανωμένη πολιτεία αδυνατεί να καλύψει αυτές τις ανάγκες.
Αυτό που διαμορφώνει την ποιότητα ζωής και δίνει την αίσθηση στους ηλικιωμένους ότι διάγουν έναν αξιοπρεπή βίο είναι σε τελική ανάλυση η ικανοποίηση των δικών τους ιδιαίτερων αναγκών.
Αυτές πρέπει να καταγράψουμε και εν συνεχεία να σχεδιάσουμε μια στοχευμένη κοινωνική πολιτική. Θα σταθώ στις πιο σημαντικές:
Υγεία. Προφανώς η τρίτη ηλικία έχει αυξημένες ανάγκες σε ζητήματα υγείας. Σε τι συνίσταται εδώ η ποιότητα ζωής και η αξιοπρέπεια των ανθρώπων της τρίτης ηλικίας;
Πρώτον, στην ελαχιστοποίηση από την πλευρά της πολιτείας της ταλαιπωρίας τους και δεύτερον, στη δημιουργία εξειδικευμένων δομών για την κάλυψη των ιδιαίτερων αναγκών τους.
Δομές υγείας. Η χώρα μας σήμερα δεν έχει εξειδικευμένες δομές Υγείας για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του μέλλοντος.
Χρειάζεται να φτιάξουμε καινούργιες; Όχι.
Χρειάζεται να σκεφτούμε πως τις υποδομές που διαθέτουμε θα τις αξιοποιήσουμε για να δημιουργήσουμε περισσότερες εξειδικευμένες τέτοιες δομές που θα αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις του μέλλοντος.
Και θα μου επιτρέψετε εδώ να πω ότι πρέπει να συνεργαστούμε στενά και με τον ιδιωτικό τομέα ο οποίος διαθέτει τέτοιες δομές.
Κοστίζει πολύ λιγότερο στον Έλληνα φορολογούμενο και ασφαλισμένο να φτιάξουμε πολλές δημόσιες εξειδικευμένες δομές από το να δώσουμε τη δυνατότητα στον ηλικιωμένο μέσω του ασφαλιστικού του φορέα να επιλέξει αυτός τη δομή που επιθυμεί.
Πρέπει να εμπιστευτούμε επιτέλους τον ιδιωτικό τομέα και πρέπει να εμπιστευτούμε την Κοινωνία των Πολιτών. Την εμπειρία της, τις δομές, τους εθελοντές της.
Ποια άλλη ανάγκη έχουν οι συμπολίτες μας της τρίτης ηλικίας;
Την ανάγκη που έχουν όλοι οι άνθρωποι για αξιοπρεπή διαβίωση μέσω της διασφάλισης ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.
Η θεσμοθέτηση της ηλικίας συνταξιοδότησης, δεν σχετίζεται με την ικανότητα προς εργασία.
Όλες οι έρευνες δείχνουν ότι οι μεγάλοι άνθρωποι όταν εργάζονται είναι πιο υγιείς από αυτούς που δεν εργάζονται.
Σκεφτείτε τις επιπτώσεις στο ασφαλιστικό σύστημα από μια πολιτική που ενθαρρύνει τους μεγάλους ανθρώπους να εργάζονται – εργασία προφανώς προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις της ηλικίας τους.
Το σημερινό ασφαλιστικό σύστημα δεν δίνει κίνητρο σε κανέναν. Ούτε σε εργοδότες ούτε σε εργαζόμενους.
Και κυρίως δεν δίνει κίνητρο σε κάποιον να δουλεύει περισσότερο αφού δεν θα μπορεί να το δει αργότερα ως επιβράβευση στη σύνταξή του.
Τι λέει η Νέα Δημοκρατία στην πρόταση της για το ασφαλιστικό;
Πρώτον, διασφαλίζει σε όλους μια βασική σύνταξη με ρήτρα ανάπτυξης για όποιον έχει εργαστεί τουλάχιστον 20 χρόνια.
Και προσθέτει σε αυτήν μια αναλογική σύνταξη σύμφωνα με τις εισφορές με έμφαση στην ανταποδοτικότητα και την παραμονή στην εργασία.
Δίνει επίσης κίνητρα μέσω φοροαπαλλαγών σε όσους θέλουν και μπορούν να ενισχύσουν τη σύνταξή τους μέσω ιδιωτικής ασφάλισης.
Κατά τη γνώμη μου, μόνο έτσι μπορούμε να ελπίζουμε ότι στο μεσοπρόθεσμο μέλλον οι συμπολίτες μας της τρίτης ηλικίας θα διασφαλίσουν πρώτον, ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης και θα νιώθουν περήφανοι για τους κόπους τους στον εργασιακό τους βίο.
Κλείνω αυτή την παρέμβασή μου με μια αναφορά σε μια άλλη βασική ανάγκη των ανθρώπων της τρίτης ηλικίας που σχετίζεται άμεσα με την ποιότητα της ζωής τους. Την ανάγκη για μάθηση. Και την υποχρέωση της πολιτείας να δώσει αυτή την ευκαιρία.
Δεν είναι μόνο ότι δεν μπορούμε να ζητάμε από τους μεγαλύτερους συμπολίτες μας να παραμείνουν περισσότερο στους χώρους εργασίας όταν δεν έχουν ευκαιρίες μετεκπαίδευσης.
Είναι ότι στις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες, οι ευκαιρίες μάθησης υψηλής ποιότητας είναι ένα ζωτικό στοιχείο για την καταπολέμηση της κοινωνικής απομόνωσης.
Ο ψηφιακός αναλφαβητισμός γενικότερα και ειδικά μεταξύ των ανθρώπων της Τρίτης Ηλικίας είναι ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα που πρέπει να κερδίσουμε.
Γιατί ναι μεν η αξιοπρέπεια και η ποιότητα ζωής αυτών των ανθρώπων σχετίζεται άμεσα από το βαθμό και την ποιότητα των κοινωνικών δικτύων στήριξης και της καθημερινής φροντίδας που παρέχουν.
Αλλά τελικά αυτό που την εμπεδώνει είναι η διασφάλιση ενός αισθήματος αυτονομίας, ενεργητικότητας και κοινωνικής συμμετοχής.
* Ο Γιάννης Κεφαλογιάννης είναι κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Ν.Δ., βουλευτής Ρεθύμνου
(Το παραπάνω κείμενο είναι απόσπασμα της ομιλίας του στο 11ο Συνέδριο της Ν.Δ.).