Την ερχόμενη Κυριακή, μπροστά σε ένα δημοψήφισμα που αυτό που θα αναγράφει δεν έχει κανένα νόημα, οι πολίτες θα πρέπει να αποφασίσουν πολλά πράγματα ταυτόχρονα, με μια ψήφο, με ένα σταυρό.
Θα πρέπει να αποφασίσουμε αν επιλέγουμε να συνεχίσουμε να είμαστε με αυτούς που όλοι θέλουν να πάνε ή μόνοι μας, έξω από την ισχυρότερη συμμαχία και συνεταιρισμό του πλανήτη. Όλα τα κράτη της ευρωπαϊκής ηπείρου που δεν συμμετέχουν ήδη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ψάχνουν τον τρόπο να εισέλθουν σε αυτήν. Να προσποριστούν τα οφέλη της ισχυρότερης και σταθερότερης συμμαχίας στον κόσμο. Εξαίρεση αποτελεί η Ρωσία, που όμως πρώτα θα πρέπει να λύσει τα σοβαρά προβλήματα αντιδημοκρατικότητας που έχει εσωτερικά, και μετά θα αντιμετωπίσει και αυτή το ίδιο ερώτημα.
Θα πρέπει να αποφασίσουμε αν θέλουμε να παραμείνουμε στον σκληρό πυρήνα των πιο ανεπτυγμένων κρατών του κόσμου, ή αν έξω από αυτούς, θα μπορέσουμε ποτέ να αντιγράψουμε μοντέλα χωρών που περιφέρονται έξω από συμμαχίες και συνεταιρισμούς, όπως η Βενεζουέλα, η Αργεντινή και το Πόρτο Ρίκο.
Θα πρέπει να αποφασίσουμε αν θα συνεχίσουμε να δίνουμε εμπιστοσύνη σε αυτούς που, βάση σχεδίου, επέλεξαν να φύγουν από το τραπέζι της διαπραγμάτευσης, γνωρίζοντας ότι αν δεν δίνονταν παράταση του προγράμματος, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν μπορούσε να συνεχίζει να παρέχει ρευστότητα στις ελληνικές τράπεζες. Με αυτό τον τρόπο, φεύγοντας από τη διαπραγμάτευση, έκοψαν τη ροή χρήματος από τον περίφημο ELA, καθώς η ΕΚΤ δεν μπορεί, θεσμικά, να αυξάνει τη ρευστότητα σε χώρες που δεν είναι σε πρόγραμμα. Τώρα προσπαθούν να ρίξουν το φταίξιμο στους θεσμούς. Οι πολίτες όμως γνωρίζουν ότι οι τράπεζες έκλεισαν με υπογραφή του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν απόφασης της Ελληνικής Κυβέρνησης να αποσυρθεί από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Θα πρέπει να αποφασίσουμε αν θα επιτρέψουμε σε αυτούς που έταζαν ηλιόλουστες μέρες, σε αυτούς που υπόσχονταν ανοικτές τράπεζες και ομαλή λειτουργία της αγοράς να συνεχίσουν να ψεύδονται. Θα πρέπει να αποφασίσουμε αν θέλουμε να συνεχίσουν να μας υπόσχονται άμεσο άνοιγμα των τραπεζών, ομαλοποίηση της αγοράς και διασφάλιση των καταθέσεων, όταν γνωρίζουν ότι όλα τα παραπάνω δεν μπορούν να τε υποσχεθούν, ούτε θεσμικά, ούτε οικονομικά. Και το ξέρουμε όλοι αυτό.
Θα πρέπει να αποφασίσουμε αν θέλουμε να διατηρήσουμε την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, τη συμμετοχή μας στην Ευρωζώνη και το ευρώ, καθώς μια πιθανή άρνηση συζήτησης, θα οδηγήσει εμάς, το ελληνικό κράτος, να ζητήσουμε ΜΟΝΟΙ ΜΑΣ την έξοδο της χώρας από το ευρώ προκειμένου να αποκτήσει η ελληνική οικονομία οξυγόνο. Για κάποιο καιρό θα σαπίζουμε στο περιθώριο της ευρωζώνης έως ότου, κουρασμένοι και ξένποοι οικονομικά, ζητήσουμε μόνοι μας να βγούμε.
Αφού αναρωτηθούμε πρώτα, γιατί αυτοί που φεύγουν από τη χώρα μας, εργασιακοί μετανάστες, κυρίως η νέα γενιά, επιλέγουν να πάνε σε μία χώρα της Ευρωζώνης και όχι σε κάποια Βενεζουέλα ή Αργεντινή, θα πρέπει να αποφασίσουμε τι επιλέγουμε για διεθνές οικονομικό περιβάλλον. Τη σταθερότητα της Ευρώπης ή την ανασφάλεια των περιφερόμενων χωρών;
Η απαντήσεις σε όλα τα παραπάνω, αλλά και σε πολλά ακόμα που περνάνε από το μυαλό όλων μας, καταλήγουν σε μια απάντηση.
ΝΑΙ στην Ευρώπη της σταθερότητας και της ασφάλειας.
ΝΑΙ στα γεωστρατηγικά οφέλη της χώρας μας από τη συμμετοχή της στη συμμαχία των ανεπτυγμένων κρατών.
ΝΑΙ στο Ευρώ, το πιο ισχυρό νόμισμα της υφηλίου.
ΝΑΙ στη πραγματική διαπραγμάτευση με τους συνεταίρους μας.
ΝΑΙ στην Ευρώπη που συνδιαμορφώσαμε πάνω από 35 χρόνια τώρα.
ΝΑΙ στην Ελλάδα της Ευρώπης.
ΝΑΙ. Μόνο ΝΑΙ.
* O Γιάννης Λίτινας είναι πολιτικός μηχανικός