Μέσα σε κλίμα βαθιάς συγκίνησης πραγματοποιήθηκαν το απόγευμα της Κυριακής τα αποκαλυπτήρια του Μνημείου Μικρασιατικής Καταστροφής στην ομώνυμη πλατεία στο ιστορικό κέντρο της πόλης του Ρεθύμνου, παρουσία πλήθους κόσμου αρχών και φορέων. Μια τελετή με έντονο το χρώμα της Μικρά Ασίας, μια οφειλόμενη τιμή για τους απανταχού ξεριζωμένους Μιρκασιάτες, αποτέλεσε η συγκεκριμένη εκδήλωση που ήταν υπό την αιγίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνης και του Δήμου Ρεθύμνης
Στο μνημείο είναι χαραγμένες οι πόλεις των προγόνων των Μικρασιατών που έφτασαν στο Ρέθυμνο. Μελετητής και σχεδιαστής του έργου και διευθυντής του Κέντρου Τεχνών κ. Μανώλης Κουνδουράκης και γλύπτης ο Χαράλαμπος Νεονάκης που αφιλοκερδώς εργάστηκαν με τη συμβολή των δυο συλλόγων Μικρασιατών και την αρωγή δήμου, περιφέρειας, απόγονων Μικρασιατών.
Η κεντρική φιγούρα του μνημείου είναι μια γυναικεία μορφή, που εκφράζει τα συναισθήματα των γενεών των προσφύγων. Μελαγχολία, λύπη, νοσταλγία.
Στο αριστερό μέρος, υπάρχουν τρεις γυναίκες που οδύρονται, ένας ιερέας, μια μητέρα με ένα μωρό και ένας πατέρας. Το δεξί μέρος του μνημείου δείχνει μια ομάδα προσφύγων να αποχωρεί. Όπως βλέπουμε το μνημείο αποτελεί την τρίτη ενότητα, όπου έχουμε μία πορεία προσφύγων. Τα αποκαλυπτήρια του μνημείου έγιναν από τους Μικρασιάτες Γιωργο Δελήμπαση, Κυριάκο Αραμπατζόγλου και Γιώργο Χατζησπύρου, ενώ τοποθετήθηκε χώμα από τη Μικρά Ασία το οποίο και σφραγίστηκε στη Λάρνακα που βρίσκεται δίπλα στο μνημείο.
Ακολούθησε κατάθεση στεφάνων, ενός λεπτού σιγή και η ανάκρουση του εθνικού ύμνου.
Ο πρόεδρος του Συλλόγου Ρεθυμνίων Μικρασιατών Μανόλης Χατζηκωνσταντίνου στον χαιρετισμό του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ως Ρεθεμνιώτες έχουμε τη χαρά να βάζουμε ένα λιθαράκι στην ιστορική μνήμη του τόπου μας, έχουμε τη χαρά να αφήνουμε ένα ίχνος στον χώρο και το χρόνο που θα θυμίζει για πάντα την συμβολή των ανθρώπων αυτών στην ιστορική εξέλιξη του τόπου μας. Από την άλλη ως Μιρκασιάτες δεν μπορούμε να μην σκεφτόμαστε με λύπη τον πόνο του ξεριζωμού, τον πόνο της απώλειας αγαπημένων προσώπων και τον πόνο της ξενιτιάς των προγόνων μας».
Ο ίδιος τόνισε πως ο χώρος της πλατείας μυρίζει Μικρά Ασία και ευχαρίστησε όλους όσοι συνέβαλαν στην προσπάθεια κατασκευής του μνημείου, όπως την Ιερά Μητρόπολη, την περιφέρεια, τον δήμο Ρεθύμνης, καθώς επίσης και τον πρώην υπουργό Β. Κεγκέρολγου, τον γλύπτη Νεονάκη και τον αρχιτέκτονα Κουνδουράκη, που αφιλοκερδώς δημιούργησαν το μνημείο. Επίσης ευχαρίστησε όλους όσοι ενίσχυσαν την προσπάθεια είτε οικονομικά είτε με εθελοντική εργασία.
Ο Μιχάλης Καζίλας πρόεδρος του Συλλόγου Μικρασιατών «Ιωνία», από την πλευρά του είπε: «Εκφράζουμε τη βαθιά ευγνωμοσύνη μας σε όλους όσοι βοήθησαν με οποιοδήποτε τρόπο, εμάς τους απογόνους των Μικρασιατών προσφύγων στην ανέγερση αυτού του μνημείου με την τεράστια ιστορική σημασία. Είναι το μνημείο μνήμης μιας συμφοράς που μπορεί να συγκριθεί μόνο με την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Είναι το μνημείο μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μιρκάς Ασίας από τον Τουρκικό κράτος που εξόντωσε εκατοντάδες χιλιάδες προγόνους μας. Είναι το μνημείο μνήμης της θηριωδίας που διέπραξαν οι Νεότουρκοι, με αποκορύφωμα την πυρπόληση της Σμύρνης στις 14 Σεπτεμβρίου του ’22. Είναι το μνημείο μνήμης του ξεριζωμού των προγόνων μας από τις προαιώνιες πατρίδες τους, από τα χώματα όπου για χιλιάδες χρόνια μεγαλούργησαν με τον αξιοθαύμαστο πολιτισμό τους. Είναι το μνημείο μνήμης των παππούδων και των γιαγιάδων μας, πατεράδων και μανάδων μας, που με τον τίμιο ιδρώτα τους κατόρθωσαν να σταθούν στα πόδια τους, στη νέα τους πατρίδα, αλλά και να προσφέρουν πολλά και θαυμαστά στην πρόοδό τους. Είναι το μνημείο μνήμης, προσευχής και προπάντων αυτοκριτικής, γι’ αυτό με μια φωνή λέμε αιωνία η μνήμη των θυμάτων και ποτέ πια διχασμός».
Ο Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Ευγένιος, στον χαιρετισμό του αναφέρθηκε στις τραγικές συνθήκες ξεριζωμού των Μικρασιατών, στον ξενιτεμό 1.5 εκατομμυρίων ανθρώπων που δεν είχαν που να ακουμπήσουν, τι να πράξουν, πως να ζήσουν, μέσα από ένα απόσπασμα της Διδούς Σωτηρίου από το βιβλίο. Μεταξύ άλλων ανέφερε: «Ανασκαλίζουμε τις στάχτες και τα αποκαΐδια και βρίσκουμε όμως τη φλόγα που καίει ακοίμητη που κατοικεί εντός τους. Οι νεκροί περιμένουν και κάτι κάναμε για αυτούς που περιμένουν για τον πατέρα μου τα αδέρφια του τον παππού μου και τη γιαγιά μου που έφτασε στο Ηράκλειο, κρατώντας στο χέρι πέντε παιδιά και στο άλλο μια εικόνα του Αγίου Μηνά, που τώρα βρίσκεται στο Ρέθυμνο, για όλους τους δικούς σας που έμειναν εκεί και βρήκαν ανάπαυση σε τούτο τον παντοτινά φιλόξενο τόπο στο Ρέθυμνο, κάναμε τούτο το μνημείο.
Πριν λίγες μέρες βρέθηκα στα αγιασμένα χώματα των πατρίδων τους για την ενθρόνιση του πρώτου Μητροπολίτη Σμύρνης μετά τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο. Βρέθηκα στη χειροτονία του πρώτου Επισκόπου Ερυθρών, μετά από 94 χρόνια και δεν μπορώ παρά να μην πω πόση συγκίνηση και χαρά ένιωσα και θέλω να σας αναφέρω κάτι που άκουσα από τον πρόεδρο του Μικρασιατών της Μυτιλήνης, που απευθυνόμενος στο νέο επίσκοπο Ερυθρών είπε: «υπάρχουν ειδικοί επιστήμονες που ασχολούνται με τους πρόσφυγες, τους ανθρώπους που έχασαν την πατρίδα τους, ποτέ κυνηγημένοι από το λεπίδι του εχθρού, ποτέ από την ανέχεια και την πείνα και ποτέ από τα αλισβερίσια των ισχυρών. Ετούτοι οι ειδικοί λένε πως η πρώτη γενιά των προσφύγων, εκείνοι που ζήσαν το χαμό, παλεύει να ζήσει, να εξασφαλίσει τη ζωή την επαύριον ημέρα. Η δεύτερη γενιά αγωνίζεται να στεριώσει, να δείξει πως οι ημέρες της ανέχειας πέρασαν, πως τα καταφέρνουν καλά πια και ύστερα έρχεται η τρίτη γενιά 80-90-100 χρόνια μετά τις μέρες της προσφυγιάς καλοζωισμένο και με τις δύσκολες ώρες μυθοποιημένες, παραμύθια στα στερνά του παππού και της γιαγιάς, ιστορίες για πατρίδες άγνωστες, για τόπους με μια ομορφιά μοναδική στον κόσμο όλο. Κάπου εκεί οι άνθρωποι της τρίτης γενιάς των προσφύγων αρχίζουν να στρέφουν το κεφάλι κατά πίσω.
Είναι που νιώθουν τούτα τα έρμα, τα παραμύθια τα γραμμένα στην ψυχή τους να τους γδέρνουν τον νου. Είναι που θέλουν να καταρρίψουν το μύθο. Γεγονός είναι ότι οι πληγές λένε πως είναι πια ξεραμένες, αλλά δεν είναι και σύντομα το καταλαβαίνουν αυτό. Ετούτες θα πείτε πως είναι οι κοινωνικές και ανθρωπολογικές ιστορίες εις και τι μας νοιάζει εμάς; Μας νοιάζει, γιατί σήμερα πολλοί, ανάμεσα τους και απόγονοι Μικρασιατών προσφύγων, ήρθαμε για να πανηγυρίσουμε για μια πληγή στα πλευρά των Ρωμιών που δεν κλείνει 94 χρόνια. Ετούτη η πληγή παρέμεινε ανοιχτή και αιμορροούσα. Πληγή που δεν καθαρίστηκε ποτές της. Χρόνια τώρα παρατημένη ηθελημένα, θαρρείς από τους προηγούμενους. Αυτή την πληγή εμφανίσαμε και θα εμφανίζουμε από τώρα και στο εξής για πάντα στο Ρέθυμνο με ένα και μόνο σκοπό, να μην την ξαναζήσουμε και να μην την επιτρέψουμε ποτέ, πουθενά και για κανέναν άλλο».
Η Μαρία Λιονή, αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνου στον δικό της χαιρετισμό, αναφέρθηκε στη μαύρη σελίδα της ιστορίας από τη Μικρασιατική Καταστροφή, τονίζοντας την ανάγκη της διδαχής από το παρελθόν.
Ειδικότερα, είπε: «Εγκαθιστούμε το μνημείο της Μικρασιατικής καταστροφής σαν ένα ελάχιστο φόρο τιμής στους πεσόντες συμπατριώτες μας, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται συγγενείς πολλών ρεθύμνιων οικογενειών και ως φάρο μνήμης της μεγαλύτερης εθνικής συμφοράς στην ιστορία του νεώτερου Ελληνισμού. Η Μικρασιατική καταστροφή του ’22, αποτέλεσε την «ταφόπλακα» στο όνειρο της Μεγάλης Ιδέας που οραματιζόταν την επανένωση όλων των εδαφών που κατοικούνταν από αρχαιοτάτων χρόνων, από Έλληνες. Τη μεγάλη αυτή συμφορά συνθέτουν εκτός των άλλων η κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, η πυρπόληση της Σμύρνης από τους Τούρκους, η εξόντωση εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων και η εκδίωξη των υπολοίπων από τις πατρογονικές τους εστίες και προπάντων το ξερίζωμα του ελληνισμού από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη.
Φέτος συμπληρώνονται 94 χρόνια από τη θλιβερή χρονιά του ’22, οι πρόσφυγες που ξεριζώθηκαν από το Πόντο, Καππαδοκία, Θράκη και άλλες περιοχές θα φτάσουν έχοντας χάσει τα πάντα να συνεχίσουν τη ζωή τους. Η Μικρασιατική καταστροφή αποτελεί μια μαύρη σελίδα στην ιστορία του ελληνικού έθνους, αλλά και της ανθρωπότητας έχει καταγραφεί στην συλλογική μνήμη των Ελλήνων τόσο για τις απερίγραπτες κτηνωδίες και βαρβαρότητες εναντίον των ρωμιών της Μικράς Ασίας όσο και για την προκλητική αυτοχειρία της Ελλάδας λόγω του εθνικού διχασμού. Σε κρίσιμες στιγμές εθνικής δοκιμασίας όπως η σημερινή, που ζούμε, η ιστορική μνήμη είναι πολύτιμη για να διδασκόμαστε από τα λάθη του παρελθόντος και ενωμένοι να παίρνουμε αποφάσεις για το παρόν και το μέλλον της πατρίδας μας, που ενώ την πονάμε όσο κανείς άλλος, συχνά την πληγώνουμε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον».
Ο δήμαρχος Ρεθύμνου Γιώργος Μαρινάκης, στον χαιρετισμό του αναφέρθηκε και στη χρονική συγκυρία με την οποία συνέπεσε η τελετή των αποκαλυπτηρίων που δεν είναι άλλο από την επικείμενη υποδοχή προσφύγων στο νησί, τονίζοντας ότι για μια ακόμα φορά τίθεται το ίδιο δίλημμα και η κοινωνία καλείται να δείξει την ανθρωπιά της απέναντι στους νέους ξεριζωμένους.
Μεταξύ άλλων ανέφερε χαρακτηριστικά: «Τιμούμε τη μνήμη των συνανθρώπων μας που βίωσαν το απευκταίο, τοΝ βίαιο ξεριζωμό από τον τόπο που γεννήθηκαν και αγάπησαν, την απώλεια των δικών τους ανθρώπων και της ζωής που αγωνίστηκαν να χτίσουν και το επικαιροποιούμε το μάθημα ζωής που μας έδωσαν. Πραγματικά αισθάνομαι ευτυχής για τη χρονική συγκυρία. Όταν επελέγη ο χρόνος διεξαγωγής της αποψινής τελετής, κανείς μας δεν γνώριζε ότι θα συνέπιπτε με τη συζήτηση για ενδεχόμενη υποδοχή προσφύγων στο Ρέθυμνο. Είναι σχεδόν μεταφυσικό. Σήμερα, που καλούμαστε, με την ευκαιρία των αποκαλυπτηρίων του Μνημείου της Μικρασιατικής Καταστροφής, να ξαναθυμηθούμε το παρελθόν μας και να τιμήσουμε τους πρωταγωνιστές του, μας τίθεται ξανά το ίδιο δίλημμα: αν θα παραμείνουμε πάνω απ’ όλα Άνθρωποι, ή αν θα επιτρέψουμε στα πιο κλειστοφοβικά, αφιλόξενα και εγωιστικά ένστικτά μας να κυριαρχήσουν σε βάρος, μιας νέας ομάδας δυστυχισμένων και διωχθέντων ανθρώπων, θύματα κι αυτοί μιας αδυσώπητης πολιτικής κατάστασης, την οποία ουδείς μας διασφαλίζει ότι κι εμείς θα αποφύγουμε.
Ο Δήμος Ρεθύμνης, με σεβασμό στην ιστορία του Ρεθύμνου και στην αποδεδειγμένη, πλείστες φορές, ανθρωπιά των κατοίκων του, έχει ήδη καταθέσει την αλληλεγγύη του στα θύματα όλων των πολέμων. Το απέδειξε και στην προκείμενη περίπτωση προσφέροντας δημοτικό χώρο και υλικοτεχνική βοήθεια για την εγκατάσταση αυτού του εξαιρετικού Μνημείου, το επιβεβαίωσε ονοματίζοντας τούτη την Πλατεία που με τόσο αγώνα έφτιαξε, ως πλατεία Μικρασιατών, το επιβεβαιώνει παράσχοντας κάθε διευκόλυνση σε κάθε κατατρεγμένο αλλοδαπό, που νόμιμα δηλώνει ότι επιθυμεί και δικαιούται να γίνει μέλος της κοινωνίας μας.
Με αυτές τις σκέψεις αγαπητοί μου συμπολίτες και με την ελπίδα ότι, σε αυτή την ιστορική συγκυρία, θα επιδείξουμε και θα αποδείξουμε ότι αξίζουμε την ιστορία μας και όλα τα θετικά χαρακτηριστικά που μας αποδίδουν, συγχαίρω τους Συλλόγους Μικρασιατών για τις πρωτοβουλίες τους και ιδιαίτερα τη σημερινή. Συγχαίρω επίσης τον καλλιτέχνη για την εμπνευσμένη δημιουργία του, ευχαριστώ εκείνους που, με οποιοδήποτε τρόπο, συνέδραμαν στη δημιουργία αυτού του Μνημείου κι εύχομαι πάντοτε να σμίγουμε με ωραίες αφορμές, ευγενικές σκέψεις και φιλάνθρωπα αισθήματα, για να τιμούμε την ιστορία, τις αξίες και τις παραδόσεις του τόπου μας και των ανθρώπων του».
«Ο χώρος μνήμης είναι χώρος ύπαρξης»
Κεντρικός ομιλητής της εκδήλωσης ήταν ο Παρασκευάς Συριανόγλου, ο οποίος βαθιά συγκινημένος έκανε λόγο για μια ιερή, σημαδιακή ημέρα. Μίλησε για τον Αύγουστο του 1922 που ήταν, όπως είπε, η αρχή του τέλους και αναφέρθηκε αναλυτικά στα τραγικά γεγονότα του ξεριζωμού, τα όσα ακολούθησαν οι ξεριζωμένοι για να μπουν στα πλοία, την κόλαση που υπήρχε στα παράλια της Μικράς Ασίας, ενώ αναφέρθηκε και στην αποφορά των πτωμάτων που κείτονταν στη Σμύρνη.
Περισσότεροι από 1,5 εκατ. άνθρωποι έφτασαν στην Ελλάδα, όπως είπε, χαρακτηριστικά: «Ανάλογο γεγονός δεν είχε καταγραφεί στην ιστορία. Αν σήμερα η μεγάλη και τρανή Γερμανία, η πλούσια, δεχόταν ένα παρόμοιο κύμα προσφυγιάς, θα έπρεπε να στεγάσει, να ταΐσει και να ζήσει 24 εκατ. πρόσφυγες.
Στο Ρέθυμνο ακούμπησαν 4.200 ψυχές. Ήρθαν χωρίς αποσκευές και διαβατήρια, φορτωμένοι όμως με αβάσταχτο πόνο. Η οικονομική κατάσταση εδώ ήταν άθλια. Οι αρχές περίμεναν πρόσφυγες, όχι όμως αμέτρητους. Οι αρχές απούσες. Οι λίγοι υπεύθυνοι σήκωσαν τα χέρια ψηλά. Ώρες πανικού και απελπισίας, στιγμές που ράγιζαν καρδιές.
Μέσα σε τούτη τη σαστιμάρα και την αδράνεια έκαναν την εμφάνισή τους κάποιες ιέρειες της προσφοράς. Ήταν οι κυρίες του Λυκείου Ελληνίδων και του Συλλόγου Κυρίων, που με καθοδηγητή τον παπά Γρηγόρη Βοριαδάκη, ρίχτηκαν σε απίστευτο αγώνα ανθρωπιάς, προσφοράς και συμπαράστασης. Από την πρώτη στιγμή έγιναν ζητιάνες και μαγείρισσες για να χορτάσουν χιλιάδες στόματα. Ήταν προετοιμασμένες οι κυρίες, γιατί γνώριζαν τους κινδύνους που φώλιαζαν στη Μικρά Ασία από την Άνοιξη του 1922 και αυτό οφειλόταν στην αλληλογραφία με τις κυρίες της Μικρασιατικής Άμυνας. Σε συνεργασία με μελή της επιτροπής, αρχίζουν να μοιράζουν τους πρόσφυγες στους καταυλισμούς, που το μόνο που προσέφεραν ήταν η προστασία από τις καιρικές συνθήκες.
Καθημερινά φτάνουν και άλλοι. Δεν υπάρχει πια στέγη. Πάνω από 1.500 κοιμούνται στους δρόμους, 4.000 έχουν κατακλείσει το Ρέθυμνο. Οι αρχές το μόνο που μπορούν να προσφέρουν είναι 100 δράμια ψωμιά την ημέρα, κατά άτομο και 4.200 σακιά για κλινοσκεπάσματα. Τόση είναι η δυστυχία που οι ζωντανοί μακαρίζουν τους πεθαμένους. Η πνευμονία θερίζει. Η πλατεία Μικρασιατών ήταν τότε χώρος πόνου και δακρύων», και συνέχισε αναφερόμενος στις τραγικές συνθήκες και τις προσπάθειες επιβίωσης όλων των προσφύγων.
Ο κ. Συριανόλγου αναφέρθηκε και σε εκείνους που υποδέχτηκαν με εχθρότητα τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, αλλά και στους πατριδοκάπηλους, όπως είπε χαρακτηριστικά, που παραποιούν την ιστορία, τονίζοντας μεταξύ άλλων: «Οι ξεριζωμένοι της πρώτης γενιάς δεν χτυπήθηκαν μόνο από τα χέρια των Τούρκων και των ξένων κυβερνήσεων. Πληγώθηκαν και από τους Ελλαδίτες, πάνω στα πάθη τους και στις πληγές τους προστέθηκε η αντιπάθεια, η εχθρότητα μιας μερίδας του ελληνικού λαού.
Αντιβενιζελικοί και μια μερίδα που πίστευαν και φοβούνταν πως κάτι θα χάσουν από τον ερχομό των προσφύγων και την αναμενόμενη αποχώρηση των μουσουλμάνων, προσπάθησαν με τη συμπεριφορά τους να δημιουργήσουν καταστάσεις αρνητικές και επικίνδυνες. Μάταια όμως. Πέρασαν σχεδόν 100 χρόνια για να αναγνωρίσει η πλειοψηφία του ελληνικού λάου την προσφορά των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Μόλις ορθοπόδησαν άρχισαν με την προσφορά τους να συμβάλλουν στο οικονομικό θαύμα για την αναγέννηση της πατρίδας. Οι Μικρασιάτες που έφτασαν εδώ χωρίς ποτέ να αγνοήσουν την αξία της ζωής, αψήφησαν το θάνατο. Θυσιάστηκαν για τα παιδιά τους γιατί γνώριζαν ότι αυτά ήταν το μέλλον. Η Ελλάδα αναγεννήθηκε το 1922 και όχι το 1832. Δεν ξεχνάμε πως μαζί με της μοίρας τον ανείπωτο ξεριζωμό, για μας ο χώρος της μνήμης είναι και χώρος ύπαρξης. Στη μνήμη σε κρατάμε ακέραια και όλο θυμόμαστε και πονούμε. Δεκάδες χρόνια έκρυβαν τις αλήθειες γιατί όλοι ήταν συνυπεύθυνοι για τη μεγάλη καταστροφή και ακόμα εκείνοι που μπορούσαν έκρυβαν ότι εκείνοι που μπορούσαν να βοηθήσουν, άφησαν να χαθεί ένας λαός στο αίσχος της δικής τους σκοπιμότητας».
Καταλήγοντας, ανέφερε: «Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε και να ανεχτούμε την ξεδιάντροπη παραποίηση της ιστορίας μας. Στους γείτονες Τούρκους απλώνουμε χέρι φιλίας, την καρδιά δεν την ανοίγουμε ακόμα. Στους νέους πατριδοκάπηλους που πεισματικά επιμένουν να παραποιούν την ιστορία έχουμε να πούμε: «Γινόσαστε επικίνδυνοι γιατί δεν έχετε πολιτιστικές πυξίδες. Είστε πολίτες που μορφώνεστε για να συμμορφώνεστε και ακούτε για να υπακούτε. Στεκόμαστε μπροστά σας εμπόδιο. Νομίζετε ότι είμαστε λίγοι, όμως είμαστε αμέτρητοι. Ό,τι βρήκαμε από τους προγόνους μας δεν είναι βάρος από το οποίο πρέπει να απαλλαγούμε, μας χαρακτηρίζουν, μας διαφοροποιούν και μας κάνουν να καμαρώνουν. Είμαστε όλοι υποχρεωμένοι, αφού μας έγινε η τιμή να είμαστε Έλληνες να τα παραδώσουμε ακέραια στα παιδιά μας».
Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια της τελετής των αποκαλυπτηρίων, απονεμήθηκε αναμνηστικό στην πρόεδρο του Λυκείου Ελληνίδων Φέφη Βαλαρή, για την προσφορά του Λυκείου στους πρόσφυγες του ’22 και η βραδιά έκλεισε με τη χορωδία Μικρασιατών.