Με αξιοποίηση κονδυλίων του ΕΣΠΑ η 28η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων αποκατέστησε τρία σημαντικά μνημεία του Ρεθύμνου.
Πρόκειται για τους Βυζαντινούς Ναούς Αγίου Δημητρίου στην Πηγή και Παναγίας Κεράς στο Αμάρι, καθώς και το γνωστό ως «Δίδυμο κτήριο» στο φρούριο Φορτέτζα.
Μέσα από τις εργασίες που έγιναν διασώθηκαν και αναδείχτηκαν τρία μνημεία της βυζαντινής και ενετικής περιόδου, τα οποία και αποτελούν «μαρτυρία» της μακραίωνης ιστορίας του τόπου μας.
Η αποκατάστασή τους πραγματοποιήθηκε μετά από πολύμηνη και κοπιαστική δουλειά από τους αρχαιολόγους και τους εξειδικευμένους εργαζόμενους στην 28η Ε.Β.Α., οι οποίοι υπό την επίβλεψη της αναπληρώτριας διευθύντριας υπηρεσίας κ. Αναστασίας Τζιγκουνάκη, κατάφεραν να ανταποκριθούν με επιτυχία στο απαιτητικό έργο, το οποίο ουσιαστικά αποτελεί «μάχη» κατά της φθοράς που επιφέρει το πέρασμα του χρόνου.
Ο Ιερός Ναός Αγίου Δημητρίου στον ομώνυμο οικισμό
Ο ναός του Αγίου Δημητρίου βρίσκεται στον ομώνυμο οικισμό, κοντά στην Πηγή. Ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλο, στην παραλλαγή του απλού τετρακιόνιου, και αποτελεί ένα από τα ελάχιστα παραδείγματα του τύπου στο Νομό Ρεθύμνου. Κάποια μορφολογικά στοιχεία, όπως η πλαστική διαμόρφωση των όψεων, η χρήση της τεχνικής της κρυμμένης πλίνθου, οι εγχαράξεις στο κονίαμα που μιμούνται ψευδοϊσόδομη τοιχοποιία, φανερώνουν επιδράσεις της ναοδομίας της Κωνσταντινούπολης.
Γνωστός στη βιβλιογραφία, ο ναός έχει χρονολογηθεί στον 11o αιώνα και έχει συσχετιστεί από κάποιους μελετητές με τον Άγιο Ιωάννη τον Ξένο, σημαντική μορφή του κρητικού μοναχισμού, που διατηρούσε άμεσες επαφές και σχέσεις με τη Βυζαντινή Πρωτεύουσα.
Από τις τοιχογραφίες στο εσωτερικό του διακρίνονται καλύτερα οι παραστάσεις των ιεραρχών στην κεντρική αψίδα και του διακόνου στην αψίδα της πρόθεσης, η κτητορική παράσταση στο βόρειο τοίχο του ιερού και η μορφή του αγίου Τρύφωνα στο κογχάριο της εγκάρσιας κεραίας. Η αποσπασματικότητα του διακόσμου δυσχεραίνει τη χρονολόγηση, για την οποία έχουν διατυπωθεί προτάσεις από τον 11ο έως και τις αρχές του 14ου αιώνα.
Η πρώτη φάση της αποκατάστασης του μνημείου πραγματοποιήθηκε τη δεκαετία του 1970. Τότε αφαιρέθηκαν τα νεωτερικά επιχρίσματα που κάλυπταν τις όψεις του ναού, κατασκευάστηκαν αντηρίδες για τη στήριξη του ετοιμόρροπου ΒΔ γωνιακού διαμερίσματος, στερεώθηκαν οι θόλοι και ανακατασκευάστηκε σε μεγάλο μέρος ο τρούλος, σύμφωνα με το σωζόμενο αρχικό ΝΔ τμήμα του.
Στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος Κρήτη – Νήσοι Αιγαίου 2007-2013, ξεκίνησαν νέες εργασίες στο μνημείο, που εξακολουθούσε να παρουσιάζει σοβαρά στατικά προβλήματα. Με την απομάκρυνση των νεότερων τάφων από τον άμεσο περιβάλλοντα χώρο του, που λειτουργούσε ως νεκροταφείο ως τη δεκαετία του 1950, ο ναός επανήλθε στα αυθεντικά επίπεδα.
Στο εσωτερικό του ναού, η ταπείνωση του δαπέδου αποκάλυψε τις λαξευτές βάσεις των τεσσάρων κιόνων, που όπως και οι ίδιοι οι κίονες και τα κιονόκρανά τους, αποτελούν συλήματα από παλαιότερα κτήρια. Αποκαλύφθηκε ακόμα ο στυλοβάτης του παλαιού τέμπλου, τρία επάλληλα δάπεδα διαφορετικών εποχών, καθώς και εννιά κιβωτιόσχημοι τάφοι. Οι τάφοι περιείχαν ανακομιδές, ενώ τα σκελετικά κατάλοιπα διατηρούνταν σε κακή κατάσταση. Τα ευρήματα, νομίσματα, κοσμήματα, αλλά και κάποια χαρακτηριστικά όστρακα κεραμικής, υποδήλωναν τη συνεχή χρήση του χώρου από τη βυζαντινή έως και τη νεότερη περίοδο.
Στις εργασίες που εκτελέστηκαν για την αποκατάσταση του μνημείου περιλαμβάνεται η υποθεμελίωση τοιχοποιιών και κιόνων, η τοποθέτηση συστήματος ελκυστήρων – θλιπτήρων και η κατασκευή νέων αντηρίδων. Έγινε εξυγίανση και στεγανοποίηση των θόλων, περίσφιγξη του τρούλου και αντικατάσταση της επικεράμωσης με χειροποίητα κεραμίδια. Μετά την καθαίρεση των σαθρών επιχρισμάτων και τη συρραφή ρωγμών, στις όψεις κατασκευάστηκαν νέα αρμολογήματα, ενώ αποκαταστάθηκε και το τρίλοβο παράθυρο της αψίδας. Οι σωζόμενες τοιχογραφίες στερεώθηκαν και συντηρήθηκαν. Κατασκευάστηκε νέο δάπεδο από πατητή τσιμεντοκονία, τοποθετήθηκαν νέα ξύλινα κουφώματα, ο ναός ηλεκτροδοτήθηκε και κατασκευάστηκε νέο κωδωνοστάσιο στον περιβάλλοντα χώρο του.
Το έργο ξεκίνησε το 2011 και ολοκληρώθηκε πριν δύο μήνες. Ο προϋπολογισμός του ανήλθε σε 129.682,28 ευρώ και για την αποκατάσταση του μνημείου εργάστηκαν η αρχαιολόγος Νικολέτα Πύρρου, η πολιτικός μηχανικός Μαρίτα Βασιλάκη και ο συντηρητής αρχαιοτήτων Μιχάλης Τρουλλινός.
Το «Δίδυμο κτήριο» στο Φρούριο Φορτέτζα
Στο ανατολικό τμήμα του φρουρίου Φορτέτζα, στον προμαχώνα του Αγίου Νικολάου, βρίσκεται το «Δίδυμο κτήριο», ένα από τα λιγοστά κτίσματα που σώζονται στο εσωτερικό του φρουρίου. Η αρχική χρήση του δεν είναι γνωστή, αν και η μορφή του παραπέμπει σε δημόσιο κτήριο που ίσως λειτουργούσε ως αποθήκη.
Το «Δίδυμο κτήριο» αποτελείται από έναν ορθογώνιο χώρο, με δύο θολοσκέπαστα από λαξευτή λιθοδομή τμήματα. Τοξοστοιχία δύο τόξων, με έναν ισχυρό πεσσό στο μέσο, το χωρίζει σε δύο ίσα μέρη. Το κτήριο φέρει δύο εισόδους, στη νότια και ανατολική πλευρά του, ενώ φωτίζεται από τρία ζεύγη ορθογώνιων παραθύρων, στη βόρεια, ανατολική και νότια πλευρά, και δύο φεγγίτες στη νότια. Υψηλός περίβολος, με είσοδο από νότια, το περιβάλλει από όλες τις πλευρές, εκτός από τη νότια.
Η ανασκαφική έρευνα, στο εσωτερικό του κτηρίου, έφερε στο φως λείψανα ενός παλαιότερου κτίσματος, που πιθανόν είχε χρήση κατοικίας. Το κτίσμα αυτό καταστράφηκε από άγνωστη αιτία τον ύστερο 16ο ή τον πρώιμο 17ο αιώνα, όπως εκτιμούν οι αρχαιολόγοι. Στη συνέχεια ισοπεδώθηκε και πάνω του κατασκευάστηκε το νέο «Δίδυμο κτήριο» κατά το πρώτο μισό του 17ου αι. Η έρευνα απέδωσε, επίσης, νομίσματα διαφόρων εποχών και κεραμική της οποίας τα χαρακτηριστικά όστρακα, όπως της ceramica Berettina, τη χρονολογούν στο β’ μισό του 16ου αι.
Οι πρώτες εργασίες αποκατάστασης του κτηρίου πραγματοποιήθηκαν τη δεκαετία του 1970 από τον Δήμο Ρεθύμνης. Τότε κατεδαφίστηκαν οι μεταγενέστεροι τοίχοι που κατακερμάτιζαν το εσωτερικό του, και στερεώθηκαν οι τοιχοποιίες του. Κατά τη διάρκεια των εργασιών ανάδειξης του φρουρίου Φορτέτζα, το έτος 1998, εκπονήθηκε η μελέτη αποκατάστασης και ξεκίνησε η ανασκαφική έρευνα στο εσωτερικό του. Την περίοδο 2010-2013, στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος Κρήτης και νήσων Αιγαίου 2007-2013, πραγματοποιήθηκε η αποκατάστασή του, με αυτεπιστασία, από την 28η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Το έργο «Αποκατάσταση Διδύμου Κτηρίου στο Φρούριο Φορτέτζα Ρεθύμνου», προϋπολογισμού 220.000 ευρώ, ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2010 και ολοκληρώθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Οι εργασίες περιλάμβαναν τη στερέωση των τοιχοποιιών, την αποξήλωση και την ανακατασκευή των δύο θόλων, καθώς και την κατασκευή πατητών επιχρισμάτων. Επιπλέον έγινε αντικατάσταση των φθαρμένων λίθων των ανοιγμάτων, στα οποία τοποθετήθηκαν ξύλινα κουφώματα από ιρόκο. Στο εσωτερικό κατασκευάστηκε δάπεδο από σκληρές πλάκες πωρόλιθου, ενώ στον αύλειο χώρο του, από ακανόνιστους λίθους. Εξωτερικά στερεώθηκε και επιχρίστηκε με πατητά κονιάματα ο λίθινος περίβολος, αποκαταστάθηκε το θύρωμα που οδηγεί στον αύλειο χώρο, και τοποθετήθηκε κλίμακα, έμπροσθεν του ανατολικού θυρώματος, για την επικοινωνία του αύλειου χώρου με το εσωτερικό του κτηρίου. Τέλος ανακατασκευάστηκε το παλαιό μονοπάτι, από τις ερειπωμένες κατοικίες στα ΝΔ προς το «Δίδυμο κτήριο», στην όψη του οποίου διαμορφώθηκε με κεκλιμένα πλατύσκαλα.
Για το έργο εργάστηκαν ο αρχαιολόγος Κωστής Γιαμπιτζόγλου, η πολιτικός μηχανικός Μαρίτα Βασιλάκη και η αρχιτέκτονας Γεωργία Λιουδάκη.
Η Παναγία Κερά στο Αμάρι
Ο ναός της Ζωοδόχου Πηγής ή «Παναγίας Κεράς» βρίσκεται στην εύφορη κοιλάδα του Αμαρίου, στα νοτιοανατολικά της Περιφερειακής Ενότητας Ρεθύμνου. Σύμφωνα με τις πηγές ο ναός αποτελούσε το Καθολικό μικρού μοναστηριού, το οποίο την περίοδο της Τουρκοκρατίας ήταν εξάρτημα της γειτονικής Μονής των Ταξιαρχών Ασωμάτων.
Αρχικά ο ναός κτίσθηκε στον αρχιτεκτονικό τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλο και εγκάρσιο νάρθηκα. Από αυτή την οικοδομική φάση σώζονται το βόρειο κλίτος, το μεγαλύτερο μέρος του ιερού, ο δυτικός τοίχος του νάρθηκα, οι τρεις μεγαλύτερων διαστάσεων πεσσοί και τμήμα της οροφής. Στο ιερό και στον βόρειο τοίχο αποκαλύφτηκαν τοιχογραφίες που εντάσσονται στην αρχαΐζουσα τάση της ζωγραφικής, η οποία γνωρίζει ευρεία διάδοση στην Κρήτη στα τέλη του 13ου αιώνα.
Στα μέσα του 14ου αιώνα, μετά την κατάρρευση του νότιου κλίτους και τμήματος της στέγης, ο ναός ανακατασκευάστηκε και μετατράπηκε σε τρίκλιτη, θολοσκέπαστη βασιλική με εγκάρσιο νάρθηκα. Στη νότια πλευρά τοποθετήθηκε το εντυπωσιακό λιθανάγλυφο θύρωμα με τον υστερογοτθικό διάκοσμο και το οικόσημο της οικογένειας των Καλλεργών στο υπέρθυρο. Την ίδια περίοδο ή λίγο μεταγενέστερα κατασκευάστηκε στη βόρεια πλευρά το μονόχωρο τρουλαίο παρεκκλήσι στο κέντρο του οποίου εντοπίστηκε τετράπλευρη δεξαμενή.
Κατά το παρελθόν, πραγματοποιήθηκαν από την 28η Ε.Β.Α. εκτεταμένες εργασίες αποκατάστασης των εξωτερικών τοιχοποιιών του ναού, διαμόρφωσης των στεγών και του περιβάλλοντα χώρου. Παράλληλα, διενεργήθηκε ανασκαφική έρευνα, η οποία έφερε στο φως διάσπαρτους τάφους. Στο μέσον του ναού κάτω από τις τετράγωνες πήλινες πλάκες του δαπέδου, αποκαλύφθηκε κλειστός αγωγός με διακλαδώσεις -οι οποίες έχουν διατηρηθεί στο ιερό, που απομάκρυνε τα άφθονα υπόγεια νερά της περιοχής.
Κατά το διάστημα 2011-2012, στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος Κρήτης και Νήσων Αιγαίου 2007-2013, ολοκληρώθηκαν από την 28η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, οι εργασίες αποκατάστασης και συντήρησης στο εσωτερικό του ναού, ενώ παράλληλα επισκευάστηκε ο εξωτερικός περίβολος. Το έργο «Αποκατάσταση Ναού Παναγίας Κεράς στο Αμάρι Ρεθύμνου», με προϋπολογισμό 90.000 ευρώ ολοκληρώθηκε πριν ένα χρόνο. Συγκεκριμένα καθαιρέθηκαν όλα τα νεωτερικά επιχρίσματα, ενισχύθηκαν τα θεμέλια, στερεώθηκαν οι τοιχοποιίες, και έγινε λιθοσυρραφή των ρωγμών. Κατασκευάστηκαν αρμολογήματα και νέα επιχρίσματα, η υποδομή για ηλεκτρική εγκατάσταση, αντικαταστάθηκαν οι φθαρμένοι γωνιόλιθοι και τοποθετήθηκαν νέα ξύλινα κουφώματα. Το δάπεδο του κυρίως ναού επιστρώθηκε με κεραμικές πλάκες, ανάλογες με τις αρχικές, στο παρεκκλήσι οι φθορές συμπληρώθηκαν με ανάλογου χρώματος κονίαμα, ενώ στο ιερό καθαρίστηκαν και επανατοποθετήθηκαν οι αρχικές ακανόνιστες πλάκες από ντόπιο πωρόλιθο. Παράλληλα αποκαλύφτηκαν και συντηρήθηκαν τα υπολείμματα των τοιχογραφιών και των αρχικών κονιαμάτων που έχουν διασωθεί, καθώς επίσης και το λιθανάγλυφο θύρωμα της νότιας πλευράς. Τέλος, επισκευάστηκε ο λιθόκτιστος περίβολος του ναού και τοποθετήθηκαν οι πινακίδες σήμανσης και πληροφόρησης. Στην επιτυχή υλοποίηση του έργου συνέβαλαν η ενορία και ο Πολιτιστικός Σύλλογος Αμαρίου και ιδιαίτερα ο Δήμος Αμαρίου.
Τη διεύθυνση του έργου είχε ο αρχαιολόγος Μιχάλης Ανδριανάκης, προϊστάμενος επί τιμή της 28ης Ε.Β.Α. και η Αναστασία Τζιγκουνάκη, αναπληρώτρια προϊσταμένη 28ης Ε.Β.Α.
Στην ομάδα επίβλεψης συμμετείχαν ο αρχιτέκτονας Σωτήρης Παναγόπουλος, η αρχαιολόγος Πετρούλα Βαρθαλίτου, ο συντηρητής Μιχάλης Τρουλλινός καθώς επίσης ο Θεμιστοκλής Κυδωνάκης, ως εργοδηγός και η Στεφανία Ασουμανάκη ως υπόλογος.