Στο γραφείο της ανακρίτριας Ηρακλείου εμφανίστηκε χθες ένας εκ των κατηγορουμένων για την απαγωγή του επιχειρηματία Μιχάλη Λεμπιδάκη, όπου παρέμεινε επί τρεις και πλέον ώρες καταθέτοντας για την υπόθεση.
Πρόκειται για τον 44χρονο Ρεθεμνιώτη, ιδιοκτήτη της μάντρας αυτοκινήτων στην περιοχή της Γέφυρας της Ζουρίδας, όπου οι απαγωγείς είχαν μετατρέψει μια σοφίτα σε κρησφύγετο και κρατούσαν όμηρο τον επιχειρηματία το τελευταίο δίμηνο της εξάμηνης ομηρίας του.
Πεντέμισι μήνες από τις 2 Οκτωβρίου, οπότε οι αστυνομικές αρχές απελευθέρωσαν τον 53χρονο επιχειρηματία και συνέλαβαν επτά από τους δράστες της απαγωγής, ο κατηγορούμενος ιδιοκτήτης της μάντρας την προηγούμενη εβδομάδα υπέβαλε αίτημα στην ανακρίτρια, που χειρίζεται την υπόθεση, για συμπληρωματική απολογία.
Το αίτημα του 44χρονου έγινε άμεσα δεκτό και χθες συνοδευόμενος από τον συνήγορο του, δικηγόρο Αθηνών Σάκη Κεχαγιόγλου, εμφανίστηκκε ενώπιον της ανακρίτριας.
Ωστόσο μυστήριο καλύπτει το περιεχόμενο της συμπληρωματικής του απολογίας.
«Υποβάλαμε αίτημα στην κυρία ανακρίτρια για να καταθέσει συμπληρωματικά για την υπόθεση ο εντολέας μου. Το αίτημα έγινε άμεσα δεκτό και σήμερα κατέθεσε. Η κατάθεση του αφορά κάποιους εκ των συγκατηγορουμένων του. Ήθελε να διευκρινίσει ορισμένα πράγματα επί της αρχικής του απολογίας». Αυτό αρκέστηκε να δηλώσει στα «Ρ.Ν.» ο κ. Κεχαγιόγλου και δεν θέλησε να δώσει καμία περαιτέρω διευκρίνιση, αν δηλαδή ανακάλεσε ο εντολέας του ορισμένα σημεία της πρώτης του απολογίας ή αν πρόσθεσε επιβαρυντικά στοιχεία για κάποιους εκ των συγκατηγορουμένων του. Ούτε θέλησε να απαντήσει ο κ. Κεχαγιόγλου για ποιους εκ των συγκατηγορουμένων του έδωσε διευκρινίσεις ο 44χρονος.
Με δεδομένο ότι ο κατηγορούμενος, που να σημειωθεί ότι κρατείται στις φυλακές Αλικαρνασσού, παρέμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα στο ανακριτικό γραφείο, εκτιμάται ότι πρόσθεσε σημαντικά στοιχεία, άγνωστο όμως προς το παρόν αν πρόκειται για απαλλαχτικά ή επιβαρυντικά για δυο τουλάχιστον συγκατηγορούμενους του, τα οποία θα αξιολογηθούν από τη δικαιοσύνη.
Είχε υποστηρίξει πως ενεπλάκη στην υπόθεση κατόπιν εκβιασμού
Να υπενθυμίσουμε ότι ο 44χρονος Ρεθεμνιώτης κατηγορούμενος, στην απολογία του τον Οκτώβριο είχε υποστηρίξει στην ανακρίτρια ότι δέχτηκε να παραχωρήσει τον χώρο ιδιοκτησίας του προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως κρησφύγετο για τον απαχθέντα επιχειρηματία, κατόπιν πιέσεων που δέχτηκε, στις 10 Αυγούστου 2017, από πρόσωπο με το οποίο είχε φιλικές σχέσεις και για πολλά χρόνια τον «κρατούσε στο χέρι» και τον εκβίαζε με στοιχεία για κάποια παλιά υπόθεση. Το πρόσωπο αυτό, όπως είχε αναφέρει, σχετιζόταν με την πρώτη ομάδα των ατόμων, τα οποία είχαν διαπράξει την απαγωγή Λεμπιδάκη. Πρόσθεσε δε ο κατηγορούμενος ότι με πιεστικό και εκβιαστικό τρόπο το πρόσωπο αυτό του ζήτησε βοήθεια για μια υπόθεση χωρίς να του πει ποια, με αντάλλαγμα να του παραδώσει τα στοιχεία με τα οποία τον «είχε στο χέρι» και τον εκβίαζε. Τα στοιχεία, σύμφωνα με τον ίδιο, του παραδόθηκαν μια εβδομάδα αργότερα, τα οποία και κατέστρεψε.
«Στις 10/8/17 ήρθε ένας κύριος που δεν μπορώ να πω το όνομά του. Υπάρχει μία παλιά ιστορία που δεν έχει σχέση με το συγκεκριμένο κομμάτι. Υπάρχει κοινός κρίκος με την πρώτη ομάδα και υπήρχε μία επαφή. Αυτή η επαφή μου ζήτησε με εκβιαστικό και πιεστικό τρόπο να συμμετέχω, φοβάμαι όμως να πω όνομα. Δεν Θέλω να αναφερθώ σε αυτό, δεν μπορώ. Με εκβιάζει με κάτι. Δεν μπορώ όμως να μιλήσω. Θα το κοιτάξω, Θα προσπαθήσω να βρω λύση αλλά δεν μπορώ να τη βρω σήμερα τη λύση. Δεν μπορούσα να του πω όχι. Του είπα ότι δεν θέλω να ασχοληθώ με τίποτα. Θέλω να την αφήσουμε αυτή την παλιά υπόθεση. Αν κάποια στιγμή όμως θέλω κάτι να πω, θα σας το πω» είχε αναφέρει στην ανακρίτρια κατά την απολογία του, αρνούμενος να αποκαλύψει την ταυτότητα του ατόμου που εκβιαστικά, σύμφωνα με τον ίδιο τον κατηγορούμενο, τον ενέπλεξε στην απαγωγή Λεμπιδάκη. Είχε πάντως αναφέρει ότι επρόκειτο για πρόσωπο με το οποίο ζούσε στην ίδια πόλη, δηλαδή στο Ρέθυμνο.
Σύμφωνα πάντα με την απολογία του του Οκτωβρίου, ο 44χρονος ιδιοκτήτη της μάντρας στην ανακρίτρια είχε ισχυριστεί ότι το ίδιο βράδυ, της 10ης Αυγούστου 2017, κι ενώ περίμενε ότι θα επιστρέψει το πρόσωπο αυτό να του αποκαλύψει περί ποιας υπόθεσης πρόκειται και να του πει συγκεκριμένα τι βοήθεια επιθυμεί από εκείνον, αντ’ αυτού τον επισκέφθηκε ο 46χρονος Ρεθεμνιώτης ξυλουργός, τότε αντιπρόεδρος του ΣΑΟΡ και του ανέφερε ότι η βοήθεια που πρέπει να προσφέρει αφορά την παραχώρηση σπιτιού ως κρυψώνα για τον επιχειρηματία Λεμπιδάκη. «Μου είπε συμβαίνει αυτό, ήρθε για να με προστατέψει και να προστατέψει και τον Λεμπιδάκη να μην πέσει σε κακά χέρια και να γυρίσει σώος στο σπίτι του, ήδη είχε τραβήξει τέσσερις μήνες από την αρχή της απαγωγής του. Εγώ έπεσα από τα σύννεφα, ήμουν τρομαγμένος. Ο Ε. Στ. μου μετέφερε ακριβώς την εικόνα της δουλειάς. Μου είπε ότι ετοιμάζουν να φέρουν τον Λεμπιδάκη στο μαγαζί μου, στον χώρο μου, του είπα ότι δεν γίνεται, δεν παίζει αυτό. Μου είπε ότι θα καθόταν 5-6 μέρες (ο Λεμπιδάκης), εγώ θα έπαιρνα κάποια αποδεικτικά στοιχεία που τα πήρα στις 17/8/17 και μου «ξεφόρτωσαν» τον Λεμπιδάκη, τον άφησαν στο σπίτι μου. Δεν τήρησαν τη συμφωνία των 5-6 ημερών» ανέφερε στην ανακρίτρια ο ιδιοκτήτης της μάντρας στην απολογία του τον Οκτώβριο.
Σε ότι αφορά τον χρόνο και τον τρόπο που ο Μιχάλης Λεμπιδάκης μεταφέρθηκε στη σοφίτα της μάντρας αυτοκινήτων ιδιοκτησίας του ο κατηγορούμενος είχε αναφέρει:
«Μου τον έφεραν 10 με 10.30 το βράδυ(10/8/2017). Είχε φύγει ο Ε. Στ. στις 8.00. Τον Λεμπιδάκη, εγώ είδα ένα αυτοκίνητο έξω από την πόρτα του γραφείου μου στεκόμουν, είχα ανοίξει τη γκαραζόπορτα μέχρι τη μέση, και στεκόμουν δίπλα. Είδα ένα άσπρο αυτοκίνητο, επιβατικό αλλά δεν θυμάμαι από τον πανικό μου. Όπως στεκόμουν στην πόρτα, ήταν σκοτάδι, είδα τέσσερα άτομα μέσα στο αυτοκίνητο που ήταν πολύ σκονισμένο, εγώ κατέβασα κατ’ ευθείαν την πόρτα και άνοιξα και έκλεισα τη μικρή πόρτα, μετά μπήκα στο γραφείο μου. Είχα ανοιχτό ένα μικρό φως στο γραφείο μου, τα φώτα έξω ήταν κλειστά. Μετά από λίγο ήρθε ο Ε. Στ. και μετά ο Στ. Π.(αναφέρεται στον 47χρονο αγροτοκτηνοτρόφο από τα Φρατζεσκιανά Μετόχια) που είχαν αφήσει τα αυτοκίνητα απ’ έξω, ήρθαν με διαφορετικά δικά τους οχήματα. Ήρθαν μέσα στο μαγαζί, δεν αναφερθήκαμε πως ήρθαν, εγώ νόμιζα ότι είχαν έρθει με το αυτοκίνητο του Λεμπιδάκη. Κουβεντιάσαμε λίγο, εγώ δεν είχα ετοιμάσει τίποτα, βγαίνω με τον Ε. Στ. πάνω στο σπίτι, ανοίγουμε τη σοφίτα, βάλαμε το στρώμα κάτω, αυτός έβαλε εφημερίδες στα δύο παράθυρα, ξανακατέβηκα κάτω στο γραφείο και είδα τον Λεμπιδάκη να βγαίνει με δύο άτομα να τον ανεβάζουν στη σοφίτα από τη μικρή πόρτα. Ο κύριος με το όνομα Κώστας ήταν περίπου στο ύψος μου, αρκετά πιο αδύνατος από εμένα, με σπαστά μακριά μαλλιά, στενό πρόσωπο, μιλούσε ελληνικά, φορούσε φόρμα μαύρη νομίζω ή κάτι πολύ σκούρο. Τους άλλους δύο από τους τέσσερις δεν τους είδα ποτέ. Ο Κώστας μπήκε στο γραφείο μου και κρατούσε σε ένα σεντόνι κάποια προσωπικά αντικείμενα του Λεμπιδάκη. Αλυσίδα και χειροπέδες δεν είδα ποτέ. Δεν ξέρω ποιος τα κράταγε. Μάσκα φορούσαν στον Λεμπιδάκη, οι ίδιοι δεν φορούσαν κουκούλες».