Για την κορύφωση του δράματος της Αρκαδικής Εθελοθυσίας γράφει σε ένα εξαιρετικό λογοτέχνημα του 1937 ο Χριστόφορος Σταυρουλάκης:
«Οι λίγοι ακόμη πολεμιστές της ενδόξου αμύνης βλέπουν πια καθαρά να προσεγγίζει το τέλος του δράματος. Αποφασισμένοι όμως να εξαγοράσουν ακριβά τη θυσία, παραμένουν, βράχοι ακλόνητοι εις τας θέσεις των αποδεκατίζοντες τους γύρω πολιορκητάς. Έφοδος πάνω στην έφοδο, μανία αντίκρυ στη μανία, πείσμα αντίκρυ στο πείσμα. Ανθρώπινη ανθρωποθάλασσα πάνω στην ανθρώπινη βραχοσειρά εκείνης της αντιστάσεως σκηνές αλλεπάλληλας άγριας προσπάθειας δαιμόνων και μεγαλειώδους επικρατήσεως γιγάντων αποφασισμένων να νικήσουν το θάνατο απάνω από τα δοξασμένα συντρίμμια της Μονής.
Δυο φορές τα βλήματα των κανονιών έχουν ριγμένη κάτω την περήφανα ανεμιζόμενη σημαία που βρίσκεται στο τείχος της εσόδου. Και δυο φορές μια μαυροφόρα γυναίκα αναρριχάται στο οικτρό χάλασμα και με χέρι σταθερό την αναστηλώνει στη βάση της. Είναι η μητέρα του αρχηγού Δασκαλάκη Χαρίκλεια, η αρχηγός και η ψυχή της εγκαρτερήσεως των γυναικοπαίδων της αμύνης.
Περί την 3ην μ.μ. η έφοδος φθάνει στο κατακόρυφο της εντάσεως. Και με μια ακόμη προσπάθεια οι Τούρκοι κατορθώνουν να εκβιάσουν την είσοδο και να βρεθούν στην αυλή. Επανειλημμένες προσπάθειες ανατινάξεως των υπονόμων αποτυγχάνουν γιατί η πυρίτης έχει υγρανθεί από τη βροχή. Ο αγών διεξάγεται τώρα σώμα προς σώμα. Τα γιαταγάνια και τα μαχαίρια ανεβοκατεβαίνουν γοργοκίνητα στα χέρια των αγωνιστών, μέσα σε μια ματωμένη κόλαση φρίκης, μίσους και θανάτου. Από τα κλάουστρα και τα κελιά από κάθε γωνιά και θυρίδα, οι πολιορκούμενοι πυροβολούν ακατάπαυστα πάνω στων εισβολέων το χείμαρρο και η αιματοβαμμένη αυλή γεμίζει με αναρίθμητα κορμιά.
Τριανταεφτά Μυλοποταμίτες εισέρχονται στη μεγάλη Τράπεζα της Μονής, πιάνουν τα παράθυρα και τα μάγουλα της πόρτας, και από εκεί εξακολουθούν ηρωικά μαχόμενοι και τα βόλια των, ξαπλώνουν νεκρούς εκατοντάδες ολόκληρες. Άλλα πενήντα παλικάρια κλεισμένα στην αποθήκη σκορπούν αδιάκοπα το θάνατο στην αυλή που βρίχνεται τώρα πλημμυρισμένη από χιλιάδες Τούρκους. Πέφτουν νεκροί ο ένας μετά των άλλων οι ηρωικοί πολεμιστές τ’ Αρκαδιού, μα όσο λίγα κι αν απομένουν τα τουφέκια που δουλεύουν ισοσταθμίζουν τα αποτελέσματα ολόκληρου στρατού.
Μετά το θρυλικό ολοκαύτωμα για πολύ καιρό δεν σταμάτησαν αι περιγραφαί και ύμνοι πάνω στο συγκλονιστικό ολοκαύτωμα αποτέλεσμα των οποίων υπήρξε, να σχηματιστεί ένα σοβαρότατον φιλοκρητικόν ρεύμα.
Ο Μιστράλ τερματίζοντας το περίφημο ποίημά του 1848 μετάφραση Παλαμά «Πως γίνεται κανείς ελεύθερος» λέγει:
Ω εσείς που κλαίτε σκλαβωμένοι μην ελπίζετε όποιου χτυπάει η καρδιά δυνατός είναι και ήρωας για την αλήθεια και στη θυσία περνά. Αίμα κι αν θέλεις να είσαι ελεύθερος γιατί από αίμα τίμιο ανάβλυζε και η ελευθερία. Ένας λαός ποτισμένος με το φαρμάκι της σκλαβιάς τόσων αιώνων αλύγιστος όμως που πολεμά αδιάκοπα τον αγώνα της ύστατης θυσίας και τέλος νικά μέσα από τη συντριβή δεν μπορεί παρά να είναι άξιος της ελευθερίας του. Και η μεγαλόπνοη άμυνα του Αρκαδιού σκεπάζει με άφθαρτη δόξα αρχηγούς και στρατιώτας, άνδρας και γυναίκας γιατί κανείς δεν υπήρξε του άλλου κατώτερος. Η συγκλονιστική αυτοθυσία συμβολίζουσα τους παραλλήλως και την υπέρτατην Ιδεολογίαν του ηθικού ενός λαού τα πάντα ρίπτοντος εις την χάριν της ελευθερίας του, όχι εις την επιφάνειαν αλλά εις το βάθος εξεταζομένη, δεν είναι πράξις απλώς πατριωτική αλλά ευρύτερα κοσμοπολίτικας αλλα ευρυτέρας κοσμοπολίτικας σημασίας που συγκινεί, συναρπάζει και διδάσκει. Άλματα ηρωών, προς την άβυσσο, εκσφενδονίσεις υπάρξεων προς το χάος, εθελούσιαν πορεία προς την ανυπαρξία, σταθμοί ιστορικοί του έθνους, σελίδες χρυσές, θεάματα θεία και μεγαλόπρεπα που ξεκινούν από το βάθος των Θερμοπυλών του Λεωνίδα περνούν από το Βατερλό του Παλαιολόγου του κιούγγι, του Σαμουήλ, το χορό του Ζαλόγγου, το Δαυλό του Καψάλη και φτάνουμε στ’ Αρκαδιού το Ολοκαύτωμα. Διδάγματα ανυπέρβλητα χάριν της επιβιώσεως της ηθικής ιδέας εις τας συνειδήσεις των επιγεγομένων. Χάριν του δικαιώματος του σεβασμού προς την ανωτερότητα του ανθρώπινου προορισμού χάριν αυτού του πνεύματος της δικαιοσύνης που αποτελεί το ισοζύγιο της πλάστιγγος της θείας οικονομίας της ζωής.
Αρκάδι, Αρκάδι! Η ύστατη φάσις ενός αγώνος που σβήνει μέσα εις την συντριβή με τις αναλαμπές της ηθικής νίκης. Η τελευταία σύνθεσις της ζωής από τα σκόρπιαν και άμορφα στοιχεία μιας αβύσσου. Η μεγαλειώδης απολογία της υπερηφάνου ψυχής ενός λαού που δεν εγνώρισε ποτέ τι ήταν και δεν δύναται να συγχωρήσει την ταπείνωση. Η έσχατη περιφρόνηση προς τη ζωή που δεν έχει πια λόγον υπάρξεως. Η ευγενεστέρα κατάρτισης μιας φυλής ενδόξου παραδόσεως που είχε ζήσει κυρίαρχος και δεν εννοεί να ζήσει δούλη.
«Ω, αθάνατοι της ελευθερίας ιδεαλισταί. Δυνατοί και απείραχτοι από τα χρόνια πανύψηλοι και αιματωμένοι διαβαίνετε τώρα προς τον αιώνιον θαυμασμόν των γενεών! Και σε κάθε δειλινό που ο ήλιος γέρνει για να στολίσει με χρυσάφι τον ιερόν βωμό της θυσίας Σας, η φλογέρα του ειρηνικού βοσκού διαλαλεί γλυκόφωνα τον καημό και το θρύλο ενός Γιαμπουδή, ενός Γαβριήλ, ενός Βενιανού και ενός Ντελή Δράκου. Και αγναντεύοντας το ανυπότακτο Αρκάδι, δυνατός και ωραιόκορμος πάντα ο Κρητικός θα ψάλλει στη μνήμη σας».
Όσα χρόνια κι αν περάσουν το συγκλονιστικό γεγονός της Αρκαδικής Εθελοθυσίας παραμένει σύμβολο της γενναιότητας των Κρητικών. Και μόνο με αναφορές σε ήρωες που πήραν μέρος μπορεί να γεμίσουν τόμοι ολόκληροι.
Η Χαρίκλεια Δασκαλάκη
Ας μείνουμε όμως λίγο περισσότερο σε μια μεγάλη μορφή του αγώνα. Μια γυναίκα που έγραψε τη δική της ιστορία συμμετέχοντας στο μεγάλο αυτό γεγονός.
Η περίφημη Δασκαλοχαρίκλεια ήταν κόρη, σύζυγος και μητέρα αγωνιστών. Ο πατέρας της Πέτρος ο Αρκαδιώτης, από τα Χάρκια, παλαίμαχος αγωνιστής του 1821, σκοτώθηκε στο κίνημα του 1858. Εκείνη πρέπει να γεννήθηκε στο Τολό άγνωστο πότε. Μαρτυρίες πάντως αναφέρουν ότι στα γεγονότα του Αρκαδίου θα πρέπει να ήταν πενήντα χρόνων.
Ο σύζυγός της, Μιχαήλ Αναγνώστης Δασκαλάκης, ήταν απόγονος του Δασκαλογιάννη. Απέκτησαν 13 παιδιά από τα οποία επέζησαν τέσσερις θυγατέρες και τρεις γιοι: ο Γεώργιος, ο Αντώνιος και ο Κωνσταντίνος. Και οι τρεις σκοτώθηκαν πολεμώντας στην επανάσταση του 1866.
Ο Γεώργιος ήταν ο μεγαλύτερος Μαζί με τα αδέλφια του και τον γαμπρό τους Χριστόδουλο Δαμουλή από τα Σφακιά εργάζονταν στο Ρέθυμνο. Ήταν άριστοι υποδηματοποιοί. Μετά την επανάσταση του 1858, οι Τούρκοι τους υποχρέωσαν να καταφύγουν στον Αθήνα.
Ξαναγύρισαν το 1866 που είχε ξεσπάσει η μεγάλη επανάσταση για να πολεμήσουν.
Η Χαρίκλεια πρωταγωνίστησε στην πολιορκία του Αρκαδίου. Οι οπλαρχηγοί που βρίσκονταν στην μονή, προεξάρχοντος του ηγούμενου Γαβριήλ και, όπως λένε μερικοί, με τη σύμφωνη γνώμη της Χαρίκλειας Δασκαλάκη, η οποία συμμετείχε στα συμβούλια, αποφάσισαν να αντιταχθούν στην επίθεση του Μουσταφά Πασά μέχρις εσχάτων.
Την 8η Νοεμβρίου ο Μουσταφάς μετέφερε από το Ρέθυμνο πυροβόλο μεγάλης ολκής, για να καταρρίψει τη σιδερένια πύλη της μονής. Άρχισε ο κανονιοβολισμός.
Η Χαρίκλεια Δασκαλάκη, κλεισμένη σε ένα κελί με το γιο της Κωνσταντίνο και άλλους πολεμιστές, πολεμούσε ακατάβλητη και εμψύχωνε με το θάρρος της τους άλλους. Τρεις φορές έτρεξε και αναστήλωσε τη σημαία του οπλαρχηγού γιου της, την οποία κατέρριπταν ο σφαίρες του εχθρού. Τέλος, την τέταρτη φορά, αφού έσπασε το κοντάρι, δίπλωσε τη σημαία, τη φίλησε και την έκρυψε στην αγκάλη της.
Κάποια στιγμή που κόπασε ο θόρυβος της μάχης, έβγαλε το κεφάλι του ο Κωνσταντής για να δει τι συμβαίνει. Τότε μια σφαίρα ήρθε ξαφνικά και τον τραυμάτισε κοντά στο δεξί μάτι. Το αίμα άρχισε να τρέχει άφθονο. Όμως η Δασκαλοχαρίκλεια χωρίς να σταματήσει να βάλλει κατά των εχθρών, του έριξε μια φευγαλέα ματιά και του είπε:
«Για τόσο να πράγμα Κωνσταντίνε μου κάνεις ετσά;».
Η φωνή της μητέρας δίνει δύναμη και ζωή στο γιο της. Σηκώνεται, παίρνει το όπλο του και αρχίζει πάλι να πυροβολεί. Τα φυσίγγιά τους εξαντλούνται. Η Δασκαλάκη, με απίστευτη ψυχραιμία και θάρρος, ανοίγει την πόρτα του κελιού, τρέχει κάτω από χαλάζι σφαιρών προς το πτώμα Τούρκου στρατιώτη. Παίρνει τα φυσίγγιά του και επανέρχεται. Η φωνή της αναστατώνει όλους μέσα στο πανδαιμόνιο που επικρατεί παροτρύνοντας τις γυναίκες να βοηθήσουν στο πάγωμα των τουφεκιών που είχε ξεκινήσει εκείνη με κρεμμυδόφυλλα.
Τελικά τους 950 πολιορκημένους στη Μονή γύρω στους 100 μόνο σώθηκαν.
Είδε την εκτέλεση του γιου της
Η Χαρίκλεια Δασκαλάκη είχε την τραγική μοίρα να δει την εκτέλεση του γιου της και μάλιστα η παράδοση θέλει να της έχει πετάξει ο δήμιος το κεφάλι του παλικαριού στην ποδιά της. Κάποιος Τούρκος τον αναγνώρισε, γιατί αυτός πολεμώντας με την πλευρά των εθελοντών προσπαθούσε να κρατήσει την ανωνυμία του. Κι συνέβη το μοιραίο με τόσο ανατριχιαστικό τρόπο. Σύμφωνα με μαρτυρίες, ενώ τον αποκεφάλιζαν λόγχες συνέχιζαν να τον λογχίζουν όπως μαρτυρούσαν αργότερα 17 λογχισμοί. Ο Κωνσταντής ήταν μόλις 24 ετών.
Λίγο αργότερα βρέθηκε και η ηρωίδα ανάμεσα στους διασωθέντες που είχαν συλληφθεί αιχμάλωτοι και βάδιζε με τους άλλους προς Ρέθυμνο.
Λέγεται ότι κάποιος Τούρκος από σεβασμό προσπάθησε να της κάνει πιο εύκολη την πορεία. Εκείνη όμως με μεγάλη περιφρόνηση τον απέτρεψε θέλοντας να μην έχει διαφορετική μεταχείριση από άλλους αιχμαλώτους.
Σύμφωνα με τον Επίσκοπο Διονύσιο Μαραγκουδάκη, ένδεκα μέρες αργότερα η Χαρίκλεια, αφέθηκε ελεύθερη με την κόρη της Κυριακούλα. Αμέσως πήραν το δρόμο για το Αρκάδι προκειμένου να θάψουν τον Κωνσταντή. Η Κυριακούλα που λάτρευε τον αδελφό της επέμενε για την αποστολή αυτή. Και η μητέρα της δεν μπορούσε να φέρει αντίρρηση.
Όταν έφθασαν στο μοναστήρι αντίκρισαν ένα απερίγραπτο θέαμα. Το πτώμα του Κωνσταντή το αναγνώρισαν από ένα δακτυλίδι που φορούσε στο μικρό δάκτυλο. Ήταν δώρο μιας κοπελιάς που είχε γνωρίσει ο Κωνσταντίνος στην Αθήνα όταν φοιτούσε σε στρατιωτική κατά πάσαν πιθανότητα σχολή.
Τον έθαψαν πρόχειρα και αργότερα τα οστά μεταφέρθηκαν στην Αμνάτο και ετάφησαν στον οικογενειακό τάφο.
Το 1914 η κάρα του ηρωικού παλικαριού, με θερμή παράκληση της Κυριακούλας στο Διονύσιο μεταφέρθηκε και φυλάσσεται στο οστεοφυλάκιο Αρκαδίου.
Λίγους μήνες μετά τα γεγονότα, που αφύπνισαν την Ευρώπη και έκαναν τους ευρωπαϊκούς λαούς να ευαισθητοποιηθούν και να σταθούν δίπλα στους Κρήτες, η Χαρίκλεια αφηγήθηκε τα όσα έζησε σ’ έναν από τους Έλληνες εθελοντές που ήλθαν στην Κρήτη για να βοηθήσουν την επανάσταση. Κι εκείνος έστειλε μια δική του ανταπόκριση με την αφήγηση της ηρωικής μάνας στην εφημερίδα της Αθήνας «Αιών», που δημοσιεύτηκε στο φύλλο της Πέμπτης 2 Μαρτίου 1867.
Το κείμενο υπογράφεται με τα αρχικά Σ.Φ.Τ., και η εφημερίδα δεν αποκάλυπτε ποιο ήταν το πραγματικό όνομα του συντάκτη του κειμένου. Το ότι ήταν εθελοντής αποδεικνύεται από τις αναφορές του ίδιου στην ανταπόκριση.
Την ίδια χρονιά η Χαρίκλεια φαίνεται να διαμένει στη Βισταγή φιλοξενούμενη με τη νύφη της γυναίκα του πρωτογιού της Γεωργίου στο σπίτι του συγγενούς τους Αντωνίου Πατέρου.
Εκεί της έφεραν σοβαρά τραυματισμένο το γιο της Γεώργιο που σημειωτέον ήταν Αρχηγός του Ανατολικού τμήματος της επαρχίας Ρεθύμνης, συνακόλουθος και συναγωνιστής του Πάνου Κορωναίου.
Είχε τραυματιστεί στο γόνατο πολεμώντας στο Αμπελάκι στη μεγάλη μάχη που έγινε εκεί στις 19 Μαρτίου 1867. Έφερε όμως και άλλα τραύματα. Τελικά υπέκυψε σε αυτά στις 13 Απριλίου 1867 αφήνοντας πίσω του γυναίκα και πέντε παιδιά. Ήταν 52 χρόνων.
Ο Αντώνιος, ο άλλος γιος της Δασκαλοχαρίκλειας διαδέχτηκε τον αδελφό του στην αρχηγία κι ας ήταν μόλις 30 χρόνων.
Σκοτώθηκε και αυτός στις 6 Ιουνίου 1867 κατά τη μάχη στο Αδελιανό Χάνι.
Ήταν τόση η μανία των Τούρκων που του έκοψαν το κεφάλι και το έβαλαν στόχο για να κάνουν σκοποβολή.
Η τραγική μάνα μετά το θάνατο και του τρίτου της γιου βρέθηκε στην Αθήνα όπου είχαν εγκατασταθεί οι τέσσερις κόρες της.
Σύμφωνα με κάποιες πηγές ένα μικρό πλήθος κόσμου είχε πληροφορηθεί την άφιξή της και της επεφύλαξε υποδοχή άξια μιας ηρωίδας.
Η Χαρίκλεια και οι κόρες της, έπαιρναν στην αρχή ένα μικρό επίδομα που τους σταμάτησαν αργότερα χωρίς καμιά εξήγηση. Σύμφωνα με ένα έγγραφο αίτηση με ημερομηνία 15 Απριλίου 1869, η Χαρίκλεια ζήτησε να συνεχιστεί η καταβολή του επιδόματος επειδή αντιμετώπιζε πρόβλημα επιβίωσης.
Φαίνεται πως είχε προαισθανθεί το τέλος της σύμφωνα με την συγγενή της Αθηνά Σταράκη που ήταν κοντά της. Κάλεσε κόρες κι εγγονούς, αφού προετοιμάστηκε σαν καλή Χριστιανή. Αφού τους έδωσε διάφορες συμβουλές είπε με φωνή που τους συγκλόνισε όλους «Θα πάω να βρω και τα άλλα μου παιδιά τα παλικάρια μου». Και ξεψύχησε.
Να σημειωθεί ότι το έργο μου «Αρκαδίου Έπος» περιγράφει τα γεγονότα του Αρκαδίου από την οπτική της Χαρίκλειας Δασκαλάκη. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το Νοέμβρη του 1995 στο Ωδείο σε σκηνοθεσία Τηλέμαχου Μουδατσάκη. Λίγα χρόνια αργότερα η Φερενίκη Βαλαρή μας έδωσε το ντοκιμαντέρ «Το Αρκάδι των Αγγέλων» παραγωγή Νομαρχίας Ρεθύμνου σε σκηνοθεσία Μαρίας Σακαδάκη Σακαράκη. Στο έργο αυτό η πολυτάλαντη συμπολίτισσα αναλύει τα γεγονότα, μέσα από την περιπέτεια της Ελένης Λουκάκη μετέπειτα Σφακιανάκη.
Και τα δύο έργα υπάρχουν στο διαδίκτυο όπως και μια πρόσφατη δημιουργία μου «Από το Μέρωνα στο Αρκάδι» που γράφτηκε για τις εκδηλώσεις αδελφοποίησης Άδελε και Μέρωνα με σημείο αναφοράς τον πυρπολητή Κωστή Γιαμπουδάκη.