Από 1.69 ευρώ έως 1,74 ευρώ κυμαίνεται η τιμή της αμόλυβδης στον νομό Ρεθύμνου η οποία, όπως τονίζουν οι πρατηριούχοι, είναι λογική με δεδομένη τη διεθνή αύξηση της τιμής του πετρελαίου αλλά και τον φόρο που επιβάλλεται στα καύσιμα και ανέρχεται σε 24%. Η κίνηση στα πρατήρια υγρών καυσίμων χαρακτηρίζεται χαμηλότερη σε σχέση με πέρυσι, ικανοποιητική ωστόσο για τα δεδομένα του καλοκαιριού. Οι καταναλωτές εμφανίζονται φειδωλοί ως προς τις μετακινήσεις και βάζουν βενζίνη σε περιορισμένες ποσότητες, γεμίζοντας σπάνια το ρεζερβουάρ τους.
Σε σχετικές δηλώσεις του ο πρόεδρος των πρατηριούχων του Ρεθύμνου Ηρακλής Ξυδάκης ανέφερε: «Οι τιμές στο Ρέθυμνο είναι καλές και λογικότατες δεδομένης της διεθνούς αύξησης της τιμής πετρελαίου. Στον νομό μας η τιμή της αμόλυβδης κυμαίνεται από 1,69 ευρώ έως 1,74 ευρώ ενώ για το πετρέλαιο η τιμή κυμαίνεται από 1,41 ευρώ έως 1,44 ευρώ. Στην υπόλοιπη νησιωτική Ελλάδα δεν δραστηριοποιούνται τόσες πολλές εταιρείες, όπως γίνεται στην Κρήτη, έτσι λογικό να καταγράφεται αύξηση των τιμών της βενζίνης καθώς δεν υπάρχει ανταγωνισμός. Σε ότι αφορά την κίνηση στα πρατήρια υγρών καυσίμων λόγω Δεκαπενταύγουστου είναι αυξημένη λόγω και των Ελλήνων που κάνουν διακοπές στο νησί, αλλά δεν είναι όπως πέρυσι, υπάρχει πτώση. Μετά τις 20 Αυγούστου θα περιοριστεί πάλι η κίνηση. Οι τουρίστες είναι φειδωλοί και βάζουν κάθε φορά λίγη ποσότητα καυσίμων. Διαμαρτύρονται κατά κάποιο τρόπο για τις τιμές των καυσίμων αλλά δεν είμαστε υπεύθυνοι και εμείς».
Εν τω μεταξύ με αφορμή τις πληροφορίες για ενδεχόμενη επιβολή ανώτατου ορίου στις τιμές των καυσίμων σε ορισμένα νησιά, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ) εξηγεί, σε ανακοίνωσή της, γιατί οι τιμές είναι υψηλότερες στα νησιά, ενώ επισημαίνει ότι το μικτό περιθώριο κέρδους δεν υπερβαίνει το 8%.
«Είναι γεγονός ότι οι τιμές των καυσίμων παγκοσμίως και όχι μόνον στην Ελλάδα, έχουν αυξηθεί εξ αιτίας των υψηλών τιμών του αργού πετρελαίου, WTI και BRENT. Επίσης είναι γεγονός ότι σε κάποια νησιά, σε σύγκριση με τις τιμές που διαμορφώνονται στην ηπειρωτική Ελλάδα και ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα, έχουν αισθητή διαφορά, η οποία όμως έχει πολύ λογική εξήγηση», αναφέρει στην ανακοίνωσή της η ΠΟΠΕΚ.
Σύμφωνα με την Ομοσπονδία «ο μεγάλος αριθμός εταιρειών εμπορίας και πρατηρίων που δραστηριοποιούνται στην ηπειρωτική Ελλάδα με υπολογίσιμες καταναλώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, δημιουργεί έναν πολύ ισχυρό ανταγωνισμό, σε πολλές περιπτώσεις και αθέμιτο, συμπιέζοντας τα ποσοστά των μικτών κερδών τους μεταξύ 3- 6%. Αντιθέτως στα νησιά ο μικρός αριθμός εταιρειών και πρατηρίων που δραστηριοποιούνται, με εποχικές-καλοκαιρινές καταναλώσεις, δικαιολογημένα τους οδηγεί για την επιβίωση τους σε μικτά ποσοστά κερδών μεταξύ 5-8%. Είναι αθέμιτο και παράλογο;».
Σημειώνει δε ότι για την εξαγωγή σωστών συμπερασμάτων θα πρέπει να λάβει κανείς υπόψη ότι η σημερινή τιμή του Διυλιστηρίου Αμόλυβδης 95 oct (προϊόν + φόροι) είναι 1,210 + 24% ΦΠΑ = 1,500, όταν η μέση τιμή λιανικής στην Ελλάδα είναι σήμερα 1,650.
«Η άποψή μας είναι όχι στα πλαφόν. Ή αν μπουν να πλαφόν να μπουν σε όλα τα στάδια διακίνησης των καυσίμων, όχι μόνο στα πρατήρια. Αλλά εμείς είμαστε υπέρ της μείωσης του ειδικού φόρου κατανάλωσης και υπέρ της μείωσης του ΦΠΑ» σχολίασε ο πρόεδρος των πρατηριούχων του Ρεθύμνου.