Γιατί ξεπουλήθηκε η ελληνική φέτα;
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΑΡΚΑΤΑΤΟΥ*
Τον περασμένο Οκτώβριο η Ελλάδα έχασε τα αυτονόητα και με δικαστικές αποφάσεις, κατοχυρωμένα δικαιώματα παραγωγής της φέτας, η οποία έχει τη διπλή προστασία τόσο της ονομασίας προελεύσεως (ακόμη και σε δικαστήριο στην Άγκυρα κερδίσαμε πριν λίγα χρόνια το δικαίωμα ότι η φέτα είναι ελληνική, έναντι της Τουρκίας), αλλά και στο ευρωπαϊκό δικαστήριο έχουμε κατοχυρώσει την ονομασία φέτα ως ελληνική απαγορεύοντας σε χώρες όπως η Δανία, η Ολλανδία, η Γαλλία και η Γερμανία, την παραγωγή φέτας. Το δεύτερο ατού της φέτας προέρχεται από τη διεθνώς υπάρχουσα θεσμική προστασία στα προϊόντα γεωγραφικής προέλευσης, κατοχυρωμένη στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Τον Οκτώβριο, με πράξεις και παραλείψεις τόσο της ελληνικής κυβέρνησης, όσο και της Κομισιόν, δόθηκε το δικαίωμα στους Καναδούς να παράγουν προϊόντα με σύνθετη ονομασία, όπου θα υπάρχει και το συνθετικό «φέτα». Τώρα, για δεύτερη φορά, κινδυνεύουμε να χάσουμε και τις ΗΠΑ, αφού δεν ιδρώνει το αυτί κανενός «αρμόδιου», από το υπουργείο Εξωτερικών και Γεωργίας, μέχρι τα όργανα των παραγωγών φέτας, όπως ο Σύνδεσμός Ελλήνων Κτηνοτρόφων, ή οι μεγάλες βιομηχανίες παραγωγής φέτας.
Το διακύβευμα
Η φέτα προσφέρει στην Ελλάδα το σημαντικό ποσόν των 250-300 εκατ. ευρώ, ετησίως, από τις εξαγωγές που πραγματοποιούνται. Αυτό το ποσόν κινδυνεύει να χαθεί οριστικά, αν όχι όλο, σημαντικό μέρος του.
Ο λόγος δε, για τον οποίο συντάχθηκε το παρόν είναι η αδράνεια που δείχνουν οι ανύπαρκτοι πλέον φυσικοί «προστάτες», όπως η κυβέρνηση, που δεν μπορεί ούτε για το θέμα αυτό να πατήσει πόδι στους εταίρους της, παρά άγεται και φέρεται, χωρίς έλεος, όπως συμβαίνει με το υπάρχον σύστημα διεθνώς.
Το παράδειγμα για την απραξία, αλλά και γιατί έπρεπε η κυβέρνηση να προστατεύει τα συμφέροντα του τόπου, το αντλήσαμε από πρόσφατη ομιλία του επιτρόπου, αρμόδιου για το εμπόριο, κ. Karel De Gucht, που μίλησε στο Παρίσι για «Το μέλλον της συμφωνίας εμπορίου με τις ΗΠΑ», δίνοντας τον τόνο τι πρέπει να κάνουμε για να φθάσουμε σε συμφωνία. Μια συμφωνία που θα επιφέρει ανάπτυξη, αφού το όλο ποσόν των σχέσεών μας ανέρχεται σε 120 δισ. ευρώ ετησίως! Και ναι μεν, το ποσόν αυτό δεν είναι το όλο της ανάπτυξής μας, καταλήγει ο ευρωπαίος αξιωματούχος, αλλά σίγουρα δίνει μια ώθηση στην ανάπτυξή μας. Η διατλαντική εταιρική σχέση εμπορίου και επενδύσεων είναι ακριβώς το είδος του ρεαλιστικού βήματος που θα μπορούσε να συμβάλει στην τόνωση της ανάπτυξης.
Τώρα, αν σκεφτούμε ότι οι Αμερικάνοι θα επιθυμούσαν να παράγουν φέτα γνωστή και διαδεδομένη στις ΗΠΑ, από το ελληνικό στοιχείο, και ότι οι Ευρωπαίοι θέλουν να γεμίζουν τις πτήσεις των αεροπλάνων τους που πετούν από την Ευρώπη στο Λος Άντζελες, αλλά δεν μπορούν να γεμίσουν το μισοάδειο αεροπλάνο τους από τη Νέα Υόρκη, γίνεται κατανοητό ότι τα συμφέροντα που διακυβεύονται είναι σημαντικά.
Και καταλήγει ο αξιωματούχος αυτός ότι για να συνεχιστεί το μοντέλο ανάπτυξης της Ευρώπης, χρειαζόμαστε μια συνολική συμφωνία, όπου μεταξύ άλλων θα έχει ισχυρές δεσμεύσεις σχετικά με τις υπηρεσίες, θα δίνει την ευκαιρία για νέες επιχειρηματικές δυνατότητες στις δημόσιες συμβάσεις, θα διαθέτει ισχυρούς και καινοτόμους κανόνες στον τομέα της ενέργειας, των πρώτων υλών, της αειφόρου ανάπτυξης και χρειαζόμαστε ένα ρυθμιστικό πυλώνα που ανοίγει νέους ορίζοντες για συνεργασία και παράγει συγκεκριμένα και άμεσα οικονομικά αποτελέσματα για τους διάφορους τομείς.
Από την πλευρά μας, καταλήγουμε ότι η χώρα μας δεν έχει να ωφεληθεί τίποτα περισσότερο, στην κατάσταση που είναι, από το να διατηρηθεί η εξαγωγική μας προσπάθεια μεταξύ άλλων και στον τομέα της φέτας, λόγος για τον οποίο πρέπει να αντιδράσουμε έγκαιρα πριν είναι ΚΑΙ ΠΑΛΙ αργά να το πράξουμε.
Πως χάσαμε από τον Καναδά τη φέτα
Στις 6 Σεπτεμβρίου 2013 δημοσίευσα στην εφημερίδα «Χανιώτικα Νέα» ένα πρώτο άρθρο που έδειχνε ότι οι επίτροποι είχαν ταχθεί υπέρ της παραγωγής φέτας από τον Καναδά, ο οποίος το είχε ψηλά στην ατζέντα του, και η βασική αιτία δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά να διευκολυνθούν οι ροές προϊόντων των βόρειων και ισχυρά αναπτυγμένων οικονομιών της Ε.Ε., όπως νέες τεχνολογίες και τεχνολογίες αιχμής.
Εκείνο όμως, που θεωρούμε ως αξιοπερίεργο στην ουσιαστική προσπάθεια διάσωσης της ελληνικότητας της φέτας είναι η απόρριψη πρότασης προς το Σύνδεσμο Ελληνικής Κτηνοτροφίας, τον περασμένο Νοέμβριο, σχετικά με τους τρόπους και τη μεθόδευση διάσωσης της ελληνικότητας της φέτας, ώστε να σταματήσει το κακό τη στιγμή που γεννήθηκε!
Στο σημείο 3 της πρότασής μας υποστηρίζαμε ότι «Οι Έλληνες παραγωγοί φέτας έχουν και τρόπους και μέσα για την προστασία των συμφερόντων τους, μέσω του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας».
Προτείναμε να αναληφθεί προσπάθεια σε δύο στάδια, ως εξής:
(1) Εισαγωγή χωρίς καθυστέρηση καταγγελίας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου Υπουργών και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προκειμένου να καταδειχθούν τα σοβαρά μειονεκτήματα (τρέχοντα και δυνητικά), από εμπορική άποψη, που απορρέουν από τη σύμβαση παραχώρησης στους Καναδούς, καθώς και τις σε βάρος της χώρας μας διακρίσεις της τωρινής συμφωνίας. Η καταγγελία θα έχει ως στόχο να συζητήσουν την τρέχουσα και τις μελλοντικές ζημιές που υφίστανται οι Έλληνες, για να δηλώσει την επιτακτική ανάγκη υιοθέτησης ενός μηχανισμού «διάσωσης» στο εσωτερικό επίπεδο, καθώς και να προβλέψει ότι σε άλλες διαπραγματεύσεις για Συμφωνίες (όπως για παράδειγμα, με τις ΗΠΑ) δεν θα πρέπει να χορηγείται αυτού του είδους η παραχώρηση. Αυτό το σημείο έδειχνε με σαφήνεια την ανάγκη να κατατεθεί η καταγγελία χωρίς καθυστέρηση.
(2) Προετοιμασία και κατάθεση ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο Πρωτοδικείο) αγωγής αποζημιώσεως.
Δεν φαίνεται πιθανόν να κερδηθεί ακύρωση της διάταξης της εμπορικής συμφωνίας CETA που αφορά τη φέτα, δεδομένου μάλιστα ότι η συμφωνία αυτή υπεγράφη επισήμως και μάθαμε ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει δώσει τη συγκατάθεσή της για την «συμβιβαστική φόρμουλα», που συμφωνήθηκε με τους Καναδούς, ενώ αντίθετα γινόταν σοβαρή προπαγάνδα ότι ο ίδιος ο πρωθυπουργός είχε παρέμβει υπέρ της ελληνικότητας της φέτας, πράγμα που δεν το αμφισβητούμε, αλλά οι νομικές ενέργειες και οι ενέργειες λόμπι μερικές φορές είναι ανώτερες των πρωθυπουργικών παρεμβάσεων, και μάλιστα σε περιόδους, όπου η χώρα μας είναι καθαρά αιτητής, για να μην πω ζητιάνος, λόγω της άφρονος πολιτικής των μνημονίων!
Στο ίδιο σημείωμα υποστηρίζαμε ότι «η αγωγή αποζημιώσεως, κατά τη γνώμη μας, είναι ο καλύτερος τρόπος δικαστικής διεκδίκησης, δεδομένης της δυσχέρειας να ακυρώσει το Δικαστήριο τη διάταξη «φέτα». Όμως, η επίδειξη γίνεται για τη βλάβη που υπέστησαν οι παραγωγοί φέτας στην Ελλάδα, εξαιτίας του διαπραγματευτή, ο οποίος δεσμεύθηκε σε παρέκκλιση από ρύθμιση που προβλέπει την προστασία γεωγραφικής ένδειξης και ΠΟΠ. Πρέπει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση που αναλύουμε εδώ, το πιο σημαντικό είναι οι δύο αποφάσεις του Δικαστηρίου, σε συνδυασμό με το ότι η νέα συμφωνία δε στηρίζεται στη συμφωνία δικαιωμάτων (ADPIC) του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), και μπορεί να εκτιμηθεί ότι η ζημία που υπέστησαν (και η ζημιά που θα υποστούν) οι Έλληνες παραγωγοί φέτας, την οποία προβάλλουν με την κατάθεση καταγγελίας και αγωγής αποζημιώσεως θα επιφέρει τη χορήγηση αποζημίωσης αποτελούμενης από δεκάδες εκατομμύρια, ευρώ, στο βαθμό που θα μπορέσουμε να καταδείξουμε τη ζημία που προαναφέρθηκε».
Όσα προαναφέρθηκαν ήταν η χάραξη μιας στρατηγικής, την οποία στείλαμε και τουλάχιστον σε μια μεγάλη εταιρεία παραγωγής φέτας στη χώρα! Οι πάντες κώφευσαν! Κανείς δεν κινήθηκε νομικά για τη διάσωση της ελληνικότητας της φέτας στη χώρα.
Θεωρώ ότι ανεξάρτητα από την ελάχιστη αμοιβή των 25.000 ευρώ, που είχαμε ζητήσει για την ανάληψη τη προτεινόμενης πρωτοβουλίας, η μη διάσωση της ελληνικότητας της φέτας συνιστά ένα σκάνδαλο πρώτης τάξεως, και πραγματικά αναρωτιέμαι, όταν βγαίνουν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και προπαγανδίζουν ότι απαιτείται ανταγωνιστικότητα για την έξοδο από την κρίση, με ποιο δικαίωμα εξαιρούν την Ελλάδα από τα λίγα όπλα της απομένουν να σταθεί στα πόδια της, όπως η περίπτωση της μοναδικότητας της ελληνικής φέτας!
Ας διατυπώσουμε την ευχή να μη ζήσουμε την ίδια απώλεια και για τις ΗΠΑ! Ας ξυπνήσουν οι παραγωγοί φέτας, και ας πάρουν το θέμα στα χέρια τους! Υπάρχει ακόμη καιρός, και ίσως και διορθωτική κίνηση και προς την πλευρά του Καναδά!
* O Γιώργος Μαρκατάτος είναι οικονομολόγος