Ο δεύτερος γύρος των διερευνητικών επαφών τελείωσε. Και άρχισε η πρώτη ΠΟΛΙΤΙΚΗ συνάντηση Ελλάδας – Τουρκίας, πρόσχημα αυτό που οδηγεί σε συνάντηση των δύο ΥΠΕΞ -για να προετοιμαστεί μια συνάντηση Κορυφής Μητσοτάκη – Ερντογάν, με στόχο Πολιτική Συμφωνία Κορυφής, όπως έχει επιμείνει ο Ερντογάν από την εποχή Τσίπρα.
Επομένως πρόκειται περί αλλαγής του πλαισίου και του περιεχομένου των επαφών Ελλάδας – Τουρκίας, που εκφεύγει από την αρχική συμφωνία Αθήνας Άγκυρας για την επανάληψη των άτυπων και μη δεσμευτικών διερευνητικών επαφών τον περασμένο Ιανουάριο.
Η αλλαγή αυτή από τις «τεχνικές» (διερευνητικές) επαφές σε διμερείς, δεσμευτικές ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ επαφές έγιναν τώρα κατ’ απαίτηση και μόνον της Άγκυρας, η οποία έχει δηλώσει στην Αθήνα ότι δεν θα επέστρεφε στις διερευνητικές επαφές, αν προηγουμένως δεν είχε οριστικοποιηθεί και το θέμα των διμερών πολιτικών επαφών.
Δι’ αυτού του τρόπου δηλαδή η κυβέρνηση Ερντογάν επιβάλει στην κυβέρνηση Μητσοτάκη την αποδοχή διμερούς πολιτικού διαλόγου για όλα τα θέματα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, που είναι και πάγια θέση της τουρκικής πολιτικής. Αυτή την απαίτηση της Τουρκίας είχαν αρνηθεί και αποτρέψει όλες οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις από 1978. Πρόκειται δηλαδή για αλλαγή της ελληνικής πολιτικής στα ελληνοτουρκικά, σε βάρος της Ελλάδας και εγκλωβισμού της στην τουρκική πολιτική, καθώς διεθνείς Συνθήκες, Συμβάσεις και Συμφωνίες, οι οποίες διασφαλίζουν τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα που κατά κανόνα θέλει να κουρελιάζει η Άγκυρα, θα είναι το αντικείμενο των διμερών πολιτικών συζητήσεων.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έδωσε καμιά επίσημη εξήγηση για την ανάγκη επιτάχυνσης και εδραίωσης του δεσμευτικού διμερούς του ελληνοτουρκικού διαλόγου, αντιθέτως επιχείρησε να περάσει αυτή την αλλαγή στα μουλωχτά, ως απλή διαδικαστική ενέργεια και όχι ως σημείο καμπής και αλλαγής πλαισίου στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Υπενθυμίζεται όμως ότι μετά τις δυο επαφές Μητσοτάκη – Ερντογάν στο Λονδίνο και στην γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 2019, το περσυνό καλοκαίρι στο Βερολίνο έγινε η πρώτη καθαρά διμερής πολιτική συνάντηση Σουρανή- Καλίν, τα αποτελέσματα της οποίας χάθηκαν στο επόμενο διάστημα για να αναδυθούν τώρα, που ήρθε η «εποχή της προσέγγισης».
Ωστόσο, τον τελευταίο χρόνο δεν έχει υπάρξει καμιά αλλαγή στην επιθετική στάση της Άγκυρας απέναντι στην Αθήνα, πλην του περιστασιακού ελλιμενισμού -και όχι πλήρους απόσυρσης- των τουρκικών πλοίων ερευνών σε Αιγαίο και Αν. Μεσόγειο, με τη συμβουλή και συμβολή του Βερολίνου. Αντιθέτως συνεχίζεται κανονικότατα η «τουρκοποίηση» της ελληνικής ΑΟΖ ανατολικά του 28ου μεσημβρινού και η μόνιμη κατάληψη ελληνικής κυριαρχίας μέσω των τουρκικών ασκήσεων, με την ελληνική κυβέρνηση να παραμένει άλαλη και αδρανής και πάλι με τη συμβουλή και συμβολή του Βερολίνου, που ανοιχτά πλέον επιβάλει στην ΕΕ την προκλητικά φιλοτουρκική πολιτική της.
Η βεβιασμένη ανακοίνωση της έναρξης Πολιτικού διαλόγου Ελλάδας – Τουρκίας, με την επίσκεψη Δένδια στην Τουρκία τον Απρίλιο, εκ των πραγμάτων στερεί παντελώς από την Ελλάδα -και την Κύπρο- και την παραμικρή έστω προοπτική ακόμα και απειλής κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας από την ΕΕ, για την επιθετική συμπεριφορά της. Και τούτο διότι, η Αθήνα έχει ήδη δεχθεί και εγκλωβιστεί σε διμερή πολιτικό διάλογο, επομένως τα προβλήματα που δημιουργεί η Άγκυρα θεωρούνται απλώς διμερή, μακριά και πέρα από την ΕΕ. Αυτό αποτελεί μια επιτυχία της Άγκυρας, η οποία από τον περσινό Οκτώβριο επέμεινε και πέτυχε τον πλήρη διαχωρισμό των ευρωτουρκικών σχέσεων από τα προβλήματα και τις εντάσεις που δημιουργεί στην Ελλάδα -και την Κύπρο.
Επιπροσθέτως, η επίσκεψη Δένδια στην Τουρκία έχει προγραμματιστεί λίγες ημέρες πριν από την κρίσιμη Πενταμερή διάσκεψη για το Κυπριακό, όπου εν πολλοίς θα κριθεί το μέλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας…