Η ενεργειακή πολιτική και οι περιβαλλοντικές ισορροπίες βρίσκονται στο προσκήνιο, καθώς η Περιφέρεια Κρήτης επιχειρεί να διαμορφώσει ένα βιώσιμο μέλλον για το νησί.
Ο αντιπεριφερειάρχης Περιβάλλοντος Νίκος Ξυλούρης μιλώντας στο Ραδιόφωνο ΣΚΑΪ Κρήτης 92,1 και τον δημοσιογράφο Κώστα Μπογδανίδη παρουσίασε τις πρωτοβουλίες και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η περιφέρεια στον ενεργειακό τομέα, καθώς επίσης ανέδειξε τα κρίσιμα ζητήματα που πρέπει να λυθούν για ένα βιώσιμο ενεργειακό μέλλον στην Κρήτη.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Ξυλούρης τόνισε την ανάγκη για ολοκληρωμένο χωροταξικό σχεδιασμό και περιορισμό της ανεξέλεγκτης ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), όπως επίσης έκανε λόγο για τη διαχείριση των ηλεκτρικών δικτύων και την υποχρηματοδότηση των περιφερειών όσον αφορά στα ζητήματα ενέργειας.
Η Περιφέρεια Κρήτης επιδιώκει, όπως είπε, να επιβάλει χωροταξικά όρια στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αντιτιθέμενη σε επενδύσεις σε περιοχές Natura, μεγάλα υψόμετρα και συνοδά έργα που επιβαρύνουν το περιβάλλον.
Όπως σημείωσε, η περιφέρεια προσπαθεί μόνη της να επιβάλει ένα χωροταξικό λέγοντας «όχι» στις παρεμβάσεις σε περιοχές Natura και σε μεγάλο υψόμετρο, όπως και σε άλλες επιβαρύνσεις που πληγώνουν το περιβάλλον: «Ο κόσμος έχει ξεσηκωθεί και αντιδρά έντονα ενάντια στην εγκατάσταση ανεμογεννητριών, για να πούμε «όχι» για το «όχι» επειδή θεωρούν κάποιοι ότι έχουν το αλάθητο του Πάπα ή την ευλογία του Θεού που δεν έχουμε όλοι οι άλλοι για να προστατεύσουν τα βουνά. Δεν παραχωρώ σε κανέναν να είναι πιο ευαίσθητος από εμένα για τα βουνά, γιατί εγώ μεγάλωσα στον Ψηλορείτη και ξέρω πολύ καλά τι συμβαίνει. Ως περιφέρεια βάζουμε πλέον κάποια όρια πέρα από το νόμο, με τα οποία λέμε «όχι» στις παρεμβάσεις σε περιοχές natura. Οι natura περιοχές στην Κρήτη είναι το 33-34%. Τα τελευταία 5-6 χρόνια έχετε δει να έχει εγκριθεί επένδυση σε περιοχές natura; Ούτε μία. Λέμε επίσης «όχι» σε παρεμβάσεις σε μεγάλα υψόμετρα, από τα 1.000-1.110 μέτρα και πάνω. Λέμε «όχι», γιατί υπάρχουν περιοχές στην Κρήτη που μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες μας. Λέμε «όχι» στα μεγάλα συνοδά έργα, δηλαδή στις κατασκευές δρόμων για να περάσουν οι ανεμογεννήτριες και εν τέλει να προκαλέσουν μεγαλύτερες ζημιές».
Υφιστάμενες υποδομές και οι ανάγκες της Κρήτης
Η Κρήτη διαθέτει δύο καλώδια ηλεκτρικής διασύνδεσης, με ένα τρίτο να προετοιμάζεται. Ο κ. Ξυλούρης εξήγησε ότι «το ερώτημα είναι πόση ενέργεια πρέπει να παράγεται στο νησί και πού». Υπογράμμισε την ανάγκη για ψυχρή εφεδρεία, σημειώνοντας ότι τα 900 μεγαβάτ καλύπτουν τις αιχμές ζήτησης του καλοκαιριού, αλλά χρειάζονται μελέτες για ακριβέστερο σχεδιασμό.
«Στην Κρήτη έχουμε δύο καλώδια, από τα οποία το ένα δεν δουλεύει και το άλλο που είναι μεγαλύτερο είναι έτοιμο να δουλέψει. Έχουμε ένα τρίτο που ετοιμάζεται να έρθει από τη Μέση Ανατολή. Τα καλώδια δεν είναι μόνο δίνω ή παίρνω, αλλά είναι και τα δύο για να υπάρχει ισορροπία στο σύστημα. Πρέπει να έχουμε τουλάχιστον τρείς πηγές ώστε να πάρουμε ή να δώσουμε και να παράγουμε για να καλύψουμε τις δικές μας ανάγκες και να υπάρχει και ψυχρή εφεδρεία από υδρογονάνθρακες, που θα υπάρχει η ΔΕΗ και ο Αθερινόλακκος. Το ερώτημα είναι, πόση ενέργεια χρειάζεται να παράγεται στην Κρήτη και που».
Ο αντιπεριφερειάρχης παραδέχθηκε ότι οι αντιδράσεις για τις ΑΠΕ είναι εν μέρει δικαιολογημένες, λόγω της έλλειψης ειδικού χωροταξικού σχεδίου. «Φωνάζουμε στο υπουργείο για τη χωροταξία που χρειαζόμαστε. Δεν υπάρχει σωστή πολιτική, χωροθετούμε εκ των ενόντων», ανέφερε, ενώ πρόσθεσε ότι οι ενεργειακές κοινότητες παραμένουν αποκλεισμένες από την κατανομή του ενεργειακού χώρου.
«Προσπαθούμε να βρούμε ένα τρόπο να χωροθετήσουμε, να πάμε αλλού κάποιες μονάδες. Ένα θέμα που πρέπει να το βάζουμε στο τραπέζι είναι η κατανομή του ενεργειακού χώρου. Έχει δοθεί από παλιά μεγάλο ενεργειακό φορτίο από τη ΡΑΕ σε εταιρείες για να κάνουν έρευνες. Οι ενεργειακές κοινότητες δεν μπορούν να πάρουν, δεν υπάρχει ενεργειακός χώρος. Αυτό είναι το όφελος ενός πολίτη από τις ανανεώσιμες πηγές», ενώ συμπλήρωσε: «Οι ανάγκες της Κρήτης σήμερα είναι 900 μεγαβάτ στο «πικ» του έτους κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Δεν μπορούμε να έχουμε 900 watt από ανανεώσιμες πηγές, γιατί μπορεί τη μια μέρα να μην φυσάει ή να έχει ήλιο, όμως και πάλι δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες. Άρα πρέπει να πάμε σε μεγαλύτερη παραγωγή για την ευστάθεια μας. Επίσης δεν γνωρίζουμε πόσο ακριβώς χρειάζεται να παραγάγουμε, σύμφωνα με δικούς μας πρόχειρους υπολογισμούς και τα ανεπίσημα νούμερα. Το υπουργείο συμφωνεί με αυτό: χρειαζόμαστε εμπεριστατωμένες μελέτες. Άρα μας λείπει το που και το πόσο, ενώ το πως είναι απλό από τη στιγμή που ξέρουμε τι θα παράγεται και ποια δίκτυα θα συνδεθούν».
Το κόστος παραγωγής ρεύματος στο νησί
Ο κ. Ξυλούρης υπογράμμισε ότι το κόστος παραγωγής ρεύματος στην Κρήτη, με καύσιμα όπως το πετρέλαιο, είναι ιδιαίτερα υψηλό, φτάνοντας τα 400 εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Τόνισε την ανάγκη για ισορροπημένη παραγωγή που θα καλύπτει τις ανάγκες και τη σταθερότητα του δικτύου, χωρίς να εξυπηρετεί αποκλειστικά εξωτερικές απαιτήσεις.
«Μέχρι τώρα που δουλεύουν τα εργοστάσια, το κόστος από τα καύσιμα στην Κρήτη σε σχέση με το κόστος του λιγνίτη που είχαν στις ΑΠΕ ήταν 400 εκατομμύρια τον χρόνο, αυτό το ποσό πλήρωνε ο κρατικός μηχανισμός γιατί κόστιζε παραπάνω. Εάν τοποθετηθεί μια γεννήτρια μόνη της στα Ανώγεια για να εξυπηρετήσει μόνο το χωριό, το κόστος του ρεύματος θα ανέβει κατακόρυφα, καθώς αυτή είναι η σχέση παραγωγής- κόστους. Εμείς δεν θα παράγουμε για να δίνουμε στους άλλους, εμείς θα παίρνουμε και θα δίνουμε. Όταν παράγουμε περισσότερο θα δίνουμε, όταν παράγουμε λιγότερο θα παίρνουμε. Δεν παράγουμε δηλαδή για να δίνουμε στην Εύβοια, αν χρειαστεί και έχουμε αέρα θα δώσουμε».
Αναφερόμενος στην υποχρηματοδότηση των περιφερειών ο κ. Ξυλούρης τόνισε: «Στις περιφέρειες δεν υπάρχει μία. Δεν παρέχονται οι ανάλογοι πόροι σε σχέση με τις αυξημένες αρμοδιότητες που έχουν αναλάβει οι περιφέρειες. Στην περίπτωση που συμβεί κάτι κακό το επωμίζονται ο δήμαρχος και ο περιφερειάρχης και εάν γίνει κάτι καλό ο υπουργός. Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα και μπορεί να συνεχιστεί και το 2025. Το Περιφερειακό Ταμείο δεν αντέχει ούτε αιτήματα για 2.000 ευρώ. Η προσωπική μου και πολιτική εκτίμηση είναι ότι κρατούνται χρήματα για τις εκλογές, που θα γίνουν πριν από τα τέσσερα χρόνια».