Στη Λευκωσία βρίσκεσαι μια ανάσα από τον κατακτητή, ακούς τη φωνή του Μουεζίνη τις ώρες της προσευχής, βλέπεις απέναντι στην πλαγιά του Πενταδάκτυλου την τουρκική σημαία -τη νύχτα μάλιστα φωτίζεται, ώστε οι Ελληνοκύπριοι (που κάποτε πλήρωναν και το ρεύμα) να μην ξεχνούν ούτε στιγμή τι πέρασαν και τι μπορεί να τους περιμένει.
Και όμως, παρά την οδυνηρή πραγματικότητα, παρά την απώλεια του 40% του κυπριακού εδάφους, παρά τη μετακίνηση 200.000 προσφύγων στο νότιο τμήμα, αυτός ο βασανισμένος λαός κατάφερε να σταθεί στα πόδια του, να επιτύχει ζηλευτή ανάπτυξη, να γίνει μέλος της Ε.Ε. και αργότερα της Ευρωζώνης.
Ήλθε η πρόσφατη οικονομική καταστροφή για τις τράπεζες, τους καταθέτες και τη χώρα, η υποχρεωτική υπαγωγή της Κύπρου σε πρόγραμμα δανεισμού, τα επώδυνα μέτρα, η μεγάλη ύφεση, η οπισθοδρόμηση.
Και όμως η χώρα δεν γονάτισε. Θυμάμαι τη στωικότητα με την οποία περίμενε ο κόσμος στην ουρά για να πάρει από τις τράπεζες τα λιγοστά χρήματα που τους επέτρεπαν. Στους δρόμους δεν θα δεις διαδηλώσεις, ούτε κουκουλοφόρους να σπάνε, να καίνε και να καταστρέφουν.
Αυτός ο βασανισμένος λαός μας δίνει τέτοια μαθήματα αντοχής και υπομονής, που ούτε να τα συλλάβουμε δεν μπορούμε, πόσο μάλλον να διδαχτούμε από αυτά. Για αυτό, αν η Τουρκία δεν καταπιεί κάποια στιγμή ολόκληρο το νησί, το μέλλον τους ανήκει.
Για μας δεν τρέφω καμιά αισιοδοξία. Για μας που «δεν αντέχουμε άλλο», για μας που στέλνουμε τις κάμερες σε δυο τράπεζες ή σε μια εφορία όπου σχηματίστηκε ουρά, για μας που νομίζουμε ότι είμαστε τάχα οι πιο βασανισμένοι και πρέπει όλοι οι άλλοι να μας κανακεύουν.
Αυτός ο πραγματικά βασανισμένος αλλά αξιοθαύμαστος κυπριακός λαός δίνει μαθήματα σε όλους.
* Ο Μιχαήλ Πασχάλης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης