Η Γιορτή της Μητέρας μπορεί να συνδυάζεται με λουλούδια και δώρα αλλά θα πρέπει να αφυπνίζει και την ιστορική μνήμη. Γιατί δεν ήταν λίγες και οι τραγικές μητέρες, όπως αναρίθμητες ήταν και οι ηρωίδες της ζωής και του αγώνα.
Κάποιες όπως η Χαρίκλεια Δασκαλάκη ήπιαν μέχρι ρανίδος το πικρό ποτήρι δίνοντας τρεις γιους στην πατρίδα.
Ο Κωνσταντής έπεσε μετά το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου, ο Γεώργιος που της είχε παραδώσει και τη σημαία προς φύλαξη, τραυματίστηκε σοβαρά σε μάχη και πέθανε λίγο καιρό αργότερα από μόλυνση εξαιτίας του τραύματος που είχε και ο Αντώνης συνελήφθη μετά από μάχη στα Μισίρια και αφού τον αποκεφάλισαν πήραν το κεφάλι του και το έστησαν στο δέντρο για σκοποβολή.
Τραγική μητέρα και η Μαρία Καντζοπούλα, που έχασε και τα πέντε της παιδιά στο Αρκάδι από το μαχαίρι των Τούρκων.
Στη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου
Κι ερχόμαστε στις θηριωδίες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ήταν 3 Ιουνίου 1941. Η Κρήτη είχε σκεπαστεί από τη σβάστικα και οι Ούννοι του βορρά είχαν επιδοθεί σε εκτελέσεις για αντίποινα. Η Μάχη της Κρήτης τους εξευτέλισε καθώς τους αντιστάθηκαν με τόση γενναιότητα άοπλος πληθυσμός από γυναικόπαιδα και γέρους. Έπρεπε να εκδικηθούν.
Στο Αστέρι μια δυναμική γυναίκα η Ευαγγελία Πολιουδάκη ετοίμαζε θρηνώντας το κόλλυβο του παιδιού της, που πριν δυο μέρες είχε εκτελεστεί με άλλους πατριώτες.
Εκεί που ήταν απορροφημένη στις σκέψεις της την ξάφνιασαν οι άγριες φωνές ομάδας ναζί, που μπήκαν με θόρυβο στην αυλή -για τι άλλο;- να λεηλατήσουν. Κάποιος Γερμανός πλησίασε με θράσος και με μια κλωτσιά πέταξε το κόλλυβο κατάχαμα. Έξαλλη η Ευαγγελία άρπαξε ένα ξύλο και όρμησε να χτυπήσει τον στρατιώτη. Πρόλαβαν όμως οι ριπές του όπλου που κρατούσε να την ξαπλώσουν άψυχη στο χώμα.
Τι να πρωτοδιηγηθείς;
Ήταν πολλά τα ανεκδιήγητα έκτροπα που έγιναν στη μαρτυρική περίοδο της Γερμανικής Κατοχής.
Η ιερότητα της γυναίκας που πρόκειται να φέρει παιδί στον κόσμο άφηνε αδιάφορους τους Σουμπερίτες. Εκείνα τα ανθρωπόμορφα τέρατα που έριχναν αθώα πλάσματα στη φωτιά. Οι «Σουμπερίτες» στην Κρήτη ήταν από τους πρώτους που έκαιγαν τα θύματά τους. Η αρχή έγινε στις 6 Οκτωβρίου 1943, στο χωριό Καλή Συκιά Ρεθύμνου. Τα αποκαλούμενα «ελληνικά SS», αφού πρώτα λεηλάτησαν τα σπίτια, τους έβαλαν φωτιά και φώναξαν τις γυναίκες που έμεναν σε αυτά να τη σβήσουν. Όταν εκείνες έπιασαν τους κουβάδες, τις πέταξαν μέσα και τις έκαψαν ζωντανές. Η 28χρονη Ευαγγελία Γρυντάκη ήταν μία από τις 12 γυναίκες που κάηκαν ζωντανές. Πρώτα της πήραν από την αγκαλιά τον γιο της, που ήταν μόλις είκοσι μηνών, και τον πέταξαν στο χώμα. Έτσι το μωρό γλίτωσε, αλλά η μάνα, που ήταν οχτώ μηνών έγκυος, κάηκε ζωντανή…
Μαρτυρική μάνα και εκείνη του Σήφη Αλεβυζάκη γιου του ηρωικού ιερέα Ιωάννη Αλεβυζάκη από τις Αλώνες. Και να πως έγιναν τα γεγονότα:
Οι Γερμανοί, μέσω πρακτόρων τους, δεν άργησαν να παρατηρήσουν την αυξημένη κίνηση στις Αλώνες και στις 3 Ιανουαρίου 1943, πριν ξημερώσει, περικύκλωσαν το χωριό και εξέτασαν προσωπικώς τον κάθε Αλωνιώτη, με απειλή θανάτου, να μαρτυρήσει ποιοι είναι οι συνεργάτες και αρχηγοί της αντίστασης.
Κανείς δεν μαρτυρούσε και ο καθένας τους έλεγε δεν ξέρω. Στον κήπο του Παπα-Γιάννη, βρήκαν οι Γερμανοί μια μπαταρία κρυμμένη που εχρησιμοποιείτο για τη λειτουργία του ασυρμάτου. Επίσης στην τσέπη του αείμνηστου αδελφού μου Σήφη, βρήκαν ένα σημείωμα, στα ελληνικά, απευθυνόμενο στον πατέρα μου, με ύποπτο περιεχόμενο, και υπογεγραμμένο από τον Μιχάλη (Πατρικ Λη Φερμορ).
Μπορεί να φανταστεί καθένας τι ένοιωθε η πρεσβυτέρα ακούγοντας τα βογγητά του παιδιού της, το οποίο εκτέλεσαν αργότερα και συγκεκριμένα στις 5 Ιουνίου 1943, αφού ως τότε δεν είχαν καταφέρει να του πάρουν λέξη παρά τα φρικτά βασανιστήρια.
«Δεν ξεγιβεντίζομαι»
Μια ακόμα τραγική μητέρα η Αθηνά Μαρνιέρου. Ο Γιώργης της ήταν μόλις 16 χρόνων όταν κύκλωσαν οι Γερμανοί το Γερακάρι, ξημερώματα της 22ας Αυγούστου 1944.
Μόλις αντιλήφθηκε τον κίνδυνο η δύστυχη μάνα εκλιπαρούσε το γιο της να ντυθεί με τα ρούχα της γιαγιάς για να ξεφύγει.
«Εγώ μάνα δεν ξεγιβεντίζομαι» απάντησε το 16χρονο αγόρι και με αξιοπρέπεια αφέθηκε στη μοίρα του.
Στα χρόνια της Αντίστασης
Πολλές οι αγωνίες που πέρασαν οι μάνες και στην περίοδο της Αντίστασης. Ανάμεσά τους και η Χρυσή Αγγελιδάκη. Βρέθηκε μάλιστα και στα μπουντρούμια της Γκεστάπο προκειμένου να υποχρεώσουν το γιο της γνωστό αγωνιστή Γιώργη Αγγελιδάκη να παρουσιαστεί.
Εκείνη όμως δείχνοντας απαράμιλλο θάρρος θα μπορούσε να υποστεί τα πάνδεινα για να βοηθήσει τον γιο της να απομακρυνθεί.
Ευτυχώς δεν χρειάστηκε να ταλαιπωρηθεί περισσότερο.
Ώρες φρικτής αγωνίας πέρασε και η Λέλα Κούνουπα, ο επίγειος άγγελος ξέροντας ότι τα παιδιά της Ανδρέας και Μανόλης κινδυνεύουν.
Πότε ο ένας και πότε ο άλλος την κρατούσαν σε ένα διαρκές χτυποκάρδι. Ησύχασε κάπως όταν κατάφερε να τους φυγαδεύσει στην Αθήνα. Μόνο τότε ανάσανε.
Η Σοφία Πραματευτάκη δεν στάθηκε το ίδιο τυχερή. Όταν της έφεραν το Μανούσο της σκοτωμένο από βόλι αδελφικό έζησε τον ίδιο εφιάλτη που ζουν οι μάνες του πόνου.
Κι ήταν τόσο νέο το αγόρι της. Μόλις 17 χρόνων! Πλήρωσε όμως με τη ζωή του την αφοσίωσή του στην ιδεολογία του.
Οι μάνες του μόχθου
Ευνόητοι λόγοι δεν μας επιτρέπουν την ονομαστική αναφορά σε μητέρες που με τον ιδρώτα τους, με σφουγγαρόπανο και σκάφη κατάφεραν να δώσουν επιστήμονες στην κοινωνία μας.
Αξέχαστη μάνα και η Αναστασία Κοκονά. Είχε ένα λεβέντη που καμάρωνε όλο το Ρέθυμνο. Μερακλής και πρωτοχορευτής. Σκοτώθηκε σε ένα φρικτό τροχαίο με άλλους φίλους του. Οι σκηνές που διαδραματίστηκαν στην κηδεία έκαναν και τις πέτρες να ραγίσουν. Το ίδιο και στην κηδεία των 21 μαθητριών που πνίγηκαν στην Γεωργιούπολη. Με τι οδύνη οι άμοιρες μάνες φιλούσαν νυφούλες στο φέρετρο τις μοσχαναθρεμμένες θυγατέρες τους.
Στα πέτρινα χρόνια οι μάνες προκειμένου να σπουδάσουν τα παιδιά τους έκαναν τη νύχτα μέρα και έπαψαν να μετρούν τις αποστάσεις με το νου για να μη δειλιάσουν προκειμένου να έχουν τα «δασκαλάκια» τους φαγητό.
Για την ηρωική του μάνα Μαρία γράφει ο κ. Σταύρος Φωτάκης:
«Στο διάστημα της φοίτησης στο Γυμνάσιο κάποτε η μητέρα μου ήθελε να μας στείλει τρόφιμα στο Ρέθυμνο, αλλά το λεωφορείο έφτανε μέχρι το Βυζάρι. Ξεκίνησε λοιπόν μεσάνυκτα με το γαϊδουράκι να φτάσει μέχρι το Βυζάρι να μας στείλει το βουργιάλι, αλλά δυστυχώς μετά από δίωρη πεζοπορία μεσ’ τη νύχτα του χειμώνα για λίγα λεπτά δεν πρόλαβε το λεωφορείο και έτσι περίλυπη με δάκρυα να τρέχουν σαν ποτάμι, πήρε το δρόμο της επιστροφής, με βροχές και καταιγίδες».
Είναι και οι μαρτυρικές μάνες που έζησαν την εξορία και τα βάσανα των παιδιών τους. Το μαξιλάρι τους ήταν πάντα νοτισμένο από τα δάκρια όσο περνούσε από τη σκέψη τους τις νύχτες ιδιαίτερα όσα μπορεί να περνούσε το παιδί τους για να μην προδώσει την ιδεολογία του.
Από τις βασανισμένες μάνες και η Ελένη Μαθιουδάκη.
Μόλις ήρθε το θλιβερό μαντάτο για το χαμό του ήρωα συζύγου της Γιάννη Μαθιουδάκη καθηγητή, ένιωσε τη γη να φεύγει κάτω από τα πόδια της. Σκέφτηκε όμως το ορφανό της και στάθηκε με πείσμα στα πόδια της. Κι όμως όσο κι αν προσπαθούσε σπάνια έφτανε το φαγητό και για κείνη.
Μας λέει χαρακτηριστικά ο γιος της Μανόλης Μαθιουδάκης πρώην πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ:
«Κείνα τα δύσκολα χρόνια δεν έφτανε ποτέ το φαγητό και για το βράδυ. Τότε η μητέρα μου εύρισκε διάφορες προφάσεις για να πάρω εγώ τη μερίδα της. Πότε ήταν αδιάθετη, πότε πονούσε το στομάχι της. Με φρόντιζε όσο έτρωγα κι έβλεπα στα μάτια της μια ικανοποίηση, που μόνο πολύ αργότερα καταλάβαινα τι μπορεί να σημαίνει».
Αλλά παρά την τρυφεράδα που έδειχναν οι πράξεις της ποτέ δεν έχασε την αυστηρότητά της, προσπαθώντας να είναι και μάνα και πατέρας για το παιδί της. Καμάρωνε βλέποντας πόσο άξιο γινόταν το παιδί της μεγαλώνοντας. Και φρόντιζε να κάνει ακόμα αυστηρότερη τη διαπαιδαγώγησή του.
«Από μικρό παιδί, μας λέει ο κ. Μανόλης Μαθιουδάκης, εκλεκτός συνάδελφος και φίλος, με είχε μάθει να μην επιβαρύνω τους άλλους. Το κρεβάτι μου έπρεπε να στρωθεί από τα δικά μου χέρια. Τα πράγματά μου έπρεπε να είναι νοικοκυρεμένα στη θέση τους. Μου έλεγε συχνά η μάνα μου «Δεν ζεις σε ξενοδοχείο. Να μάθεις να μην τα περιμένεις όλα από τους άλλους. Θα θυμάσαι πως οι άλλοι δεν είναι δικοί σου υπηρέτες. Ούτε κι εσύ βέβαια θα υπηρετείς εκείνους που δεν έχουν ανάγκη. Να έχεις έγνοια μόνο για ‘κείνους που είναι ανήμποροι και σε χρειάζονται. Να υπηρετείς το δίκιο και τις ανθρώπινες αξίες».
Δεν ήταν δυνατόν να αναφέρουμε όλες τις περιπτώσεις μανάδων που τίμησαν στο έπακρο τον υψηλό τους προορισμό είτε βίωσαν το δικό τους Γολγοθά. Τιμή και δόξα σε όλες που μας άφησαν τη δική τους ιστορία, συναξάρι γραμμένο με δάκρυ, να συγκινεί τους αναγνώστες του στον αιώνα.