Του ΑΝΤΩΝΗ ΧΟΥΡΔΑΚΗ*
Πρόσφατα έχουν απασχολήσει έντονα την επικαιρότητα δύο ζητήματα, αφενός η εισαγωγή του «μαθήματος» της σεξουαλικής αγωγής στο σχολείο και αφετέρου τα αυξανόμενα περιστατικά μπούλινγκ στα σχολεία, με αποκορύφωμα τον ξυλοδαρμό του 17χρονου στον Βύρωνα. Και για τα δύο αυτά ζητήματα συνηθισμένη τακτική του εκάστοτε υπουργείου είναι ο εξωτερικός δανεισμός. Απλούστατον, μας λένε, θα δούμε τι κάνουν στο εξωτερικό και θα το κάνουμε κι εμείς. Τι ’χες Γιάννη, τι ’χα πάντα!
Η ιστορία της εκπαίδευσης και ειδικότερα του σχολείου είναι πολύ λίγη, αν απλώς πιάνει χώρο στα ράφια της βιβλιοθήκης μας, ή εκτίθεται φίλαυτα στο μουσείο του σχολικού μας παρελθόντος. Οφείλει ως επιστήμη να μας βάζει μπροστά στον καθρέπτη της εκπαιδευτικής μας αλήθειας, καταδεικνύοντάς μας πού σπάσαμε τα μούτρα μας, γιατί χρεοκοπήσαμε παιδαγωγικά και πώς μπορούμε να βγούμε από το τέλμα μας. Τότε και μόνο τότε επιτελεί αληθινά επιστημονικό έργο με κοινωνικό χαρακτήρα.
Πριν από μισό και πλέον αιώνα (1964), ο Ε. Παπανούτσος, με την ιδιότητα του γ.γ. του ΥΠΕΠΘ, είχε προτείνει την εισαγωγή του αντικειμένου στο σχολείο, ενώ ήδη από το 1930 κυκλοφορούσαν στην σχολική αγορά βιβλία με εκπαιδευτικό προσανατολισμό για τα ζητήματα σεξουαλικής αγωγής, όπως των: Δρακουλίδη «Η σεξουαλική διαπαιδαγώγησις» (1930), Καλλιάφα «Το παιδαγωγικόν πρόβλημα της γενετησίου ορμής» (1955), Γκέλη «Σεξουαλική διαπαιδαγώγησις παίδων, εφήβων και νέων: Δια τους ιατρούς, τους γονείς, τους διδασκάλους» (1972), κ.ά.
Κι όμως, όλα αυτά ο αστικός πουριτανισμός μας (πρωτίστως θρησκευτικός, και κατ’ επέκταση πολιτικός, κοινωνικός και εκπαιδευτικός) τα είχε ανακόψει με τρόπο επώδυνο, αφήνοντας, εδώ και δεκαετίες, στο έλεος των «κολλητών», της τηλεόρασης και τελευταία του ίντερνετ και των κοινωνικών δικτύων ό,τι το καθωσπρέπει και «α-σεξουαλικό» σχολείο δεν αποπειράθηκε μέχρι σήμερα. Έτσι, ιστορικά, τα παιδιά εκλαμβάνονται ως α-σεξουαλικά σώματα στο σχολείο, λες και δεν θα γίνουν γονείς, σύντροφοι, εραστές ή σύζυγοι.
Σήμερα, επανέρχεται το θέμα, θυμίζοντάς μας για άλλη μια φορά τον περίφημο μύθο του Σίσυφου. Και διερωτώμαι, αν αποκομίσαμε κάτι από το καταποντισμένο σχολικό μας σκάφος. Δανειζόμαστε, κατά παλιά συνήθεια, από ξένα εκπαιδευτικά μοντέλα, όπως π.χ. τα σκανδιναβικά, χωρίς ωστόσο να βλέπουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργούν στις χώρες αυτές όσα δανειζόμαστε.
Πρώτα, λοιπόν, οφείλουμε να αλλάξουμε το πλαίσιο και κατόπιν να μιλήσουμε για τα «φύλα»… και τους ογδόντα ένα σεξουαλικούς προσανατολισμούς τους. Διαφορετικά πιθηκίζουμε. Το ίδιο συμβαίνει και με τον «αμίμητο» θεσμό του «Δασκάλου» ή «Καθηγητή εμπιστοσύνης» που ακούμε τις μέρες αυτές ως λύση στο πρόβλημα του σχολικού εκφοβισμού. Η ανοησία χτυπάει κόκκινο.
Εν τέλει, ο «Βυρωνοϊός» φέρνει ξανά στο τραπέζι το ζήτημα του μη παιδαγωγικού σχολείου. Στο βρόντο ο παιδαγωγικός ρόλος του εκπαιδευτικού, στο βρόντο η παιδαγωγική του κατάρτιση, ζήτω η «αντιπαιδαγωγική» διδασκαλία και μετάδοση της στείρας γνώσης. Ποιους λειτουργούς και ποιους παιδαγωγούς πασχίζουν εδώ και δεκαετίες να χτίσουν τα προγράμματα των επιστημών της αγωγής και της ψυχολογίας στους πρωτοβάθμιους και δευτεροβάθμιους εκπαιδευτικούς. Όμως, ο «ιός» δείχνει και ένα βαθύτερο ζήτημα ηθικής. Τι κάνουν οι εκπαιδευτικοί ή οι διευθυντές εκπαίδευσης; Πού ζουν, σε καραντίνα; Δεν ξεσηκώνονται με όσα ακούνε; Προσποιούνται ότι δεν γνωρίζουν, και μετά το συμβάν σηκώνουν τα χέρια τους; Δεν είναι, πλέον, «λειτουργοί» της εκπαίδευσης, αλλά απλά υπάλληλοι;
Ακόμη-ακόμη, από ποια Τμήματα θα βγαίνουν αυτοί οι δάσκαλοι και καθηγητές εμπιστοσύνης, οι «αδιάφθοροι»; Θα διαχωρίζονται από τους κοινούς εκπαιδευτικούς; Αυτοί θα είναι οι δάσκαλοι-παιδαγωγοί στους οποίους θα ανοίγουν την ψυχή και την καρδιά τους οι μαθητές/τριες που εκφοβίζονται αλλά και οι μαθητές/τριες που εκφοβίζουν; Οι σχολικοί ψυχολόγοι μάς τελείωσαν; Και οι άλλοι δάσκαλοι οι «αφερέγγυοι», τι θα κάνουν, θα βλέπουν τα περιστατικά και απλά θα τα παραπέμπουν στους εκπαιδευτικούς της εμπιστοσύνης; Η επιστήμη, ως γνωστό, όταν διαχωρίζεται από την αρετή (παιδαγωγική και ηθική) καταντάει ραδιουργία και αμάθεια.
Πώς μπορείς πλέον να εισηγείσαι – υποτίθεται – μεταρρυθμίσεις στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, χωρίς να έχεις, έστω, ξεφυλλίσει την ιστορία των (αποτυχημένων) μεταρρυθμίσεων και τους λόγους αποτυχίας τους. Πώς μπορείς να συνεχίζεις να μπαλώνεις ένα σύστημα, χωρίς να το μεταρρυθμίζεις εκ θεμελίων. Λάθη επί λαθών! Ανιστόρητοι καθώς είμαστε, θεωρούμε ότι κομίζουμε γλαύκα εις Αθήνας με το να εισηγηθούμε «νέα» μέτρα ή μαθήματα σε ένα σύστημα που, ας το βάλουμε καλά στο μυαλό μας, πεθαίνει, εξαιτίας της ηθελημένης άγνοιας της εκάστοτε ηγεσίας του.
Αν υπάρξει κάποια ελπίδα, τότε οφείλουμε να διαγράψουμε τον παλίμψηστο (με τις πολλαπλές επιστρώσεις των ατερμάτιστων εκπαιδευτικών ψιμυθιώσεων) σχολικό κώδικα και να τον συγγράψουμε από την αρχή με άλλη μελάνη. Το σχολείο στον 21ο αιώνα έχει δείξει ότι οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια σε πλήρη καταστροφή (λειτουργικός αναλφαβητισμός και ανεξέλεγκτος εκφοβισμός).
Ο θεσμός του ίδιου του σχολείου πρέπει να αλλάξει και να αποκτήσει εκ νέου την «εμπιστοσύνη μας». Δεν είναι απλά ζήτημα εισαγωγής ή κατάργησης μαθημάτων. Ούτε, βεβαίως, one man’s show. Ο θεσμός των peer mediation/ διαμεσολαβητών από ομηλίκους για την επίλυση των συγκρούσεων στο σχολείο, που θα ήταν πολύ καλύτερος, έμεινε όμως μόνο στα χαρτιά. Χορηγούμε ασπιρίνες στον ετοιμοθάνατο για να τον φέρουμε πίσω! Για χιλιοστή φορά τελικά σφυρίζουμε «βυρωνοϊκά»!
* Ο Αντώνης Χουρδάκης είναι διευθυντής του Μουσείου της Εκπαίδευσης Πανεπιστημίου Κρήτης